Ο Βασίλης Σαμπράκος κοιτάζει τις διαφημίσεις του Μουντιάλ στο καλοκαίρι
της εμπορικής αναβάθμισης της Εθνικής, η οποία βελτιώνει την εικόνα και
την οικονομία της.
Εντεκα ημέρες πριν από την σέντρα στην πρεμιέρα του Παγκοσμίου
Κυπέλλου τις Βραζιλίας οι διαφημιστικές καμπάνιες που σχετίζονται με την
παρουσία της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στο Μουντιάλ πυκνώνουν. Και
δίνουν πολύ χρώμα στις ημέρες, αυξάνοντας την φήμη της Εθνικής και
ανάβοντας από τώρα την φωτιά της κουβέντας σχετικά με τη σημασία της
παρουσίας της Ελλάδας στο Μουντιάλ.
Σε μια πολύ πρόσφατη έρευνα της πολυεθνικής Repucom, ενός
αναγνωρισμένου fame counter παγκοσμίως, άκουγα τον διευθύνοντα σύμβουλο
της εταιρείας να εξηγεί πόσο ανεβάζει την φήμη, και μάλιστα την καλή
φήμη, των αθλητών και των ομάδων η διαφήμιση των εταιρειών που
σχετίζονται με τον αθλητή ή την ομάδα, όταν η διαφήμιση είναι καλή και
επιτυχημένη. Μέσα από αυτή την εξήγηση ο ερευνητής ανέλυε και τεκμηρίωνε
το πώς γίνεται ένας ποδοσφαιριστής να είναι διασημότερος και πιο
εμπορικός έναντι ενός άλλου που έχει πετύχει το ίδιο καλά πράγματα στο
χορτάρι.
Ολο αυτό βρίσκει εφαρμογή στην υπόθεση της Ελλάδας, δηλαδή σε όλο
αυτό που συμβαίνει εμπορικά/διαφημιστικά με την Εθνική ομάδα, το οποίο
είναι μια υπόθεση προς μελέτη από την αγορά του ελληνικού ποδοσφαίρου,
από μια αγορά που ακόμη ψάχνει τον τρόπο για να ανεβάσει την αξία της
και να βάλει τις εταιρείες της στην εποχή του “break even” ή και της
κερδοφορίας. Η Εθνική της τελευταίας 10ετίας είναι ένα επιτυχημένο
παράδειγμα που θα έπρεπε να είναι το case study στο πανεπιστήμιο
διοίκησης αθλητικής επιχείρησης. Διότι στην περίπτωση που συζητάμε
υπάρχει μια ομοσπονδία η οποία λειτουργεί, στην υπόθεση “Εθνική ομάδα”
με την αντίληψη μιας ιδιωτικής επιχείρησης, η οποία δημιουργεί έσοδα για
την χρηματοδότηση της ακριβής ζωής της μέσα από την εκμετάλλευση του
ονόματος και της εικόνας της ομάδας.
Οχι, η ομοσπονδία δεν προσέλαβε ποτέ έναν ειδήμονα, ούτε έφερε
επιστήμονες με περγαμηνές για να μανατζάρουν εμπορικά την Εθνική. Δεν
ήταν προετοιμασμένη να διαχειριστεί τον πάταγο που έκανε το 2004, έχασε
χρήμα και χρόνο μέχρι να αρχίσει να καταλαβαίνει, να ενημερωθεί, να
κατανοήσει τις προοπτικές της και, τελικώς, να αρχίσει να εκμεταλλεύεται
αποτελεσματικά την εικόνα της Εθνικής.
Η υπόθεση “Μουντιάλ 2014” κερδίζει μια ιστορική αναφορά. Και τούτο
συμβαίνει κυρίως λόγω της ιδέας που είχε ο “Χρυσός Χορηγός” της Εθνικής,
η “Τράπεζα Πειραιώς” με τον 24ο παίκτη της ομάδας, τον Μάνο Σέργιο. Στα
χνάρια μιας άλλης πολύ επιτυχημένης, της “πού είσαι ρε Νικόλα;”
καμπάνιας με το λεωφορείο του Ολυμπιακού, η “Πειραιώς” κατάφερε να
ανέβει δημιουργικά αρκετά σκαλιά υψηλότερα και να δημιουργήσει τελικά
στον δέκτη της διαφήμισης την απεικόνιση της κοινής αίσθησης και
αντίληψής μας περί του “12ου” ή “24ου” παίκτη, που νιώθουμε ότι είμαστε
όλοι μας για την Εθνική. Ανεξάρτητα όμως από το αν κανείς αντιλαμβάνεται
ως επιτυχημένη ή όχι αυτή τη μεγάλη καμπάνια, η Εθνική ομάδα βγαίνει
παραπάνω από κερδισμένη, ωφελημένη παντοιοτρόπως από αυτή την ενέργεια.
Δεν είναι μόνο τα χρήματα που βάζει στο ταμείο η Ομοσπονδία, τα
χρήματα με τα οποία ζει η αυτοχρηματοδοτούμενη Εθνική ομάδα, η πιο
επιτυχημένη – επιχειρηματικά – Εθνική ομάδα στην ιστορία του ελληνικού
αθλητισμού. Είναι και η ευκαιρία που δίνει στους ποδοσφαιριστές και τον
προπονητή της να δείξουν τον ανθρώπινο χαρακτήρα, το χιούμορ, την
εξωστρέφεια. Αυτή η αίσθηση που μειώνει την απόσταση ανάμεσα στον
ποδοσφαιρόφιλο και τον ποδοσφαιριστή, που κάνει τον παίκτη λιγότερο
απρόσιτο στα μάτια του οπαδού. Είναι αυτή η πολύ καλή και “ακριβή”
εικόνα που βγάζει η Εθνική ομάδα χάρη στην άρτια παραγωγή που προβάλει
όλα τα σποτς της καμπάνιας. Στην εικόνα, δηλαδή στη διαφήμιση, ο
ποδοσφαιρόφιλος γίνεται μέλος της παρέας που αστειεύεται, παίζει
μπουγέλο, αυτοσαρκάζεται, παίζει ψηφιακό ποδοσφαιράκι στον καναπέ. Ο
θεατής μπαίνει στα αποδυτήρια πριν από το παιχνίδι, φτάνει να μπαίνει
ακόμη και στο Μουσείο που θα έπρεπε να υπάρχει για να φιλοξενεί το
τρόπαιο του Euro 2014, ένα Μουσείο που φαίνεται πανέμορφο στην
διαφήμιση, τόσο που πιάνεις τον εαυτό σου να στεναχωριέται και να
μαραζώνει που ξέρει ότι η ΕΠΟ δεν έφτιαξε ποτέ το Μουσείο της Εθνικής
ομάδας.
Κυρίως αυτή η διαφημιστική καμπάνια, μαζί με εκείνες του ΟΠΑΠ, αλλά
και της Vodafone, της Nike, της Amstel, όλων των χορηγών της γράφουν
αυτό το καλοκαίρι την ιστορία της εμπορικής αναβάθμισης της αξίας της
Εθνικής ομάδας. Την ανεβάζουν, την Εθνική, στο ύψος των υπόλοιπων
μεγάλων ευρωπαϊκών εθνικών ομάδων, της βελτιώνουν την εικόνα, την βάζουν
ακόμη περισσότερο στη ζωή του μέσου Ελληνα, την τοποθετούν, με τον
σεβασμό που αποπνέουν, εκεί που της αξίζει και της βελτιώνουν την
οικονομία ώστε να της επιτρέπουν να έχει τους πόρους για να συνεχίσει να
λειτουργεί αυτοχρηματοδοτούμενη, και όχι κρατικοδίαιτη, στην προσπάθειά
της να κρατηθεί στα αδιανόητα ύψη που έχει φτάσει με την αδιάλειπτη
παρουσία της στις μεγάλες διοργανώσεις.
Πηγή: gazzetta.gr
Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου