Γεννημένος στην Αργεντινή και έχοντας ιταλικές ρίζες, ο Σίβορι έγινε
γνωστός με τη φανέλα της Ρίβερ Πλέιτ. Εκεί ήταν που ξεχώρισε για το
ταλέντο του, βοηθώντας την Αργεντινή να κατακτήσει το Κόπα Αμέρικα του
1957, στο Περού. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν που άλλαξε και η ζωή του αφού η
Γιουβέντους κατάφερε να τον κάνει δικό της με το ποσό ρεκόρ τότε των
100.000 αγγλικών λιρών. Ηταν τέτοια η χαρά, μάλιστα, του Ουμπέρτο
Ανιέλι, πατέρα του νυν προέδρου Αντρέα, που πήγε ο ίδιος με το
αυτοκίνητο του για να τον υποδεχθεί στο αεροδρόμιο.
«Μου είπε ότι προσπαθούσε δύο χρόνια να τα βρει με την Ρίβερ Πλέιτ αλλά δεν γινόταν. Τώρα, μου λέει, θα το απολαύσουμε. Κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι είχα να κάνω με έναν ωραίο τύπο», διηγήθηκε ο Σίβορι χρόνια μετά αναφερόμενος στην πρώτη του... γνωριμία με την Γιούβε. Μια γνωριμία που εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο έρωτα αφού στο Τορίνο πέρασε τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του, της ζωής του. Με τον Τζιαμπιέρο Μπονιπέρτι και τον Τζον Τσαρλς αποτέλεσαν μια μυθική τριάδα που έχει μείνει στην ιστορία των Μπιανκονέρι, όπως έχουν μείνει και όλα όσα έκανε ο Αργεντίνος, ο οποίος δεν αγωνιζόταν ποτέ με σηκωμένες τις κάλτσες...
«Ηταν ένας Μαραντόνα στο πιο αργό, αφού το ποδόσφαιρο τότε ακολουθούσε άλλο ρυθμό. Ουσιαστικά ήταν ο προπομπός του Ντιέγκο», έγραψε η Gazzetta dello Sport το 2005 -όταν ο Σίβορι έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών- και μάλλον δεν είχε άδικο. Με ένα αριστερό πόδι που μπορούσε να κάνει τα πάντα, ο «El Cabezon» ήταν αυτός που καθιέρωσε το «τούνελ», περνώντας την μπάλα κάτω από τα πόδια του αντιπάλου, ξεσηκώνοντας τον κόσμο. Αυτοί, οι αντίπαλοι δηλαδή, ήταν και οι μόνοι που τον μισούσαν αφού στόχος του δεν ήταν απλά να τους περάσει. Στόχος του ήταν να τους ξεφτιλίσει. Και το έκανε.
«Σε ένα ματς με την Αταλάντα ο Ομάρ είχε διασύρει τον αντίπαλο του οπότε σε κάποια φάση αυτός προσπάθησε να του σπάσει το πόδι. Ο Σίβορι γύρισε, τον κοίταξε και του είπε με πολύ ήρεμο ύφος: Την επόμενη φορά φρόντισε να το κάνεις γιατί αλλιώς θα σου το σπάσω εγώ! Τον προειδοποίησε και μετά του το έκανε! Ηταν απίθανος», θυμήθηκε ο Μπονιπέρτι σε μια συνέντευξη του στην Tuttosport το 2010. Ηταν κι αυτός, άλλωστε, ένας από τους λόγους που όλοι λάτρευαν τον Σίβορι. Παικταράς από τους λίγους, ξενύχτης και αλήτης μέσα στο γήπεδο.
Στο Τορίνο έμεινε ως το 1965 και σε αυτά τα οκτώ χρόνια έγραψε ιστορία με τη φανέλα της Γιούβε. Κατέκτησε τρία πρωταθλήματα, τρία κύπελλα, έβαλε 167 γκολ σε 253 συμμετοχές, πήρε όλους τους ατομικούς τίτλους αλλά πάνω από όλα κατέκτησε την Χρυσή Μπάλα του 1961. Η πρώτη που κατέληξε όχι απλά σε παίκτη των Μπιανκονέρι αλλά γενικά στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Αυτό το ιταλικό ποδόσφαιρο που το τίμησε με το να φορέσει και τη φανέλα της Σκουάντρα Ατζούρα, σκοράροντας μάλιστα και εις βάρος της Αργεντινής σε ένα φιλικό.
Το 1965, μετά από οκτώ χρόνια παρουσίας στη Γιούβε, ήρθε η ώρα του «αντίο», για να συνεχίσει την καριέρα του στη Νάπολι. Στον ιταλικό νότο έμεινε τέσσερα χρόνια αλλά οι συνεχείς τραυματισμοί δεν του επέτρεψαν να κάνει και εκεί μαγικά. Αυτά, όπως αποδείχθηκε, θα τα έκανε ένας άλλος κοντός, γρήγορος, τεχνίτης και αλήτης Αργεντίνος με το Νο10 στην πλάτη, δύο δεκαετίες μετά... Ο Σίβορι επέστρεψε στην Αργεντινή για να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο κτήμα του, το οποίο είχε ονομάσει Γιουβέντους. Με τους Μπιανκονέρι, άλλωστε, ήταν ερωτευμένος και το γιατί, το είχε εξηγήσει ο ίδιος σε μια συνέντευξη του.
«Εδώ πρέπει να μάχεσαι πάντα και να πιστεύεις ακόμη κι όταν όλα δείχνουν χαμένα γιατί η Γιουβέντους δεν τα παρατάει ποτέ»!
Αυτή η ατάκα είναι γραμμένη, πλέον, στους τοίχους του Juventus Stadium ενώ το όνομα του έχει δοθεί σε μια από τις αίθουσες VIP του γηπέδου, στον περιβάλλοντα χώρο του οποίου έχει και το δικό του αστέρι. Τα συγκεκριμένα λόγια του Σίβορι χρησιμοποίησε και η επίσημη Γιουβέντους στην ιστοσελίδα της, στο κείμενο για την 10η επέτειο από τον θάνατο του, φροντίζοντας όμως να... ανταποδώσει: «Γι' αυτό ήταν ερωτευμένος ο Σίβορι με την Κυρία. Εμείς είμαστε ερωτευμένοι μαζί της χάρη και σε αυτόν»...
*Πηγή: gazzetta.gr*
«Μου είπε ότι προσπαθούσε δύο χρόνια να τα βρει με την Ρίβερ Πλέιτ αλλά δεν γινόταν. Τώρα, μου λέει, θα το απολαύσουμε. Κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι είχα να κάνω με έναν ωραίο τύπο», διηγήθηκε ο Σίβορι χρόνια μετά αναφερόμενος στην πρώτη του... γνωριμία με την Γιούβε. Μια γνωριμία που εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο έρωτα αφού στο Τορίνο πέρασε τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του, της ζωής του. Με τον Τζιαμπιέρο Μπονιπέρτι και τον Τζον Τσαρλς αποτέλεσαν μια μυθική τριάδα που έχει μείνει στην ιστορία των Μπιανκονέρι, όπως έχουν μείνει και όλα όσα έκανε ο Αργεντίνος, ο οποίος δεν αγωνιζόταν ποτέ με σηκωμένες τις κάλτσες...
«Ηταν ένας Μαραντόνα στο πιο αργό, αφού το ποδόσφαιρο τότε ακολουθούσε άλλο ρυθμό. Ουσιαστικά ήταν ο προπομπός του Ντιέγκο», έγραψε η Gazzetta dello Sport το 2005 -όταν ο Σίβορι έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών- και μάλλον δεν είχε άδικο. Με ένα αριστερό πόδι που μπορούσε να κάνει τα πάντα, ο «El Cabezon» ήταν αυτός που καθιέρωσε το «τούνελ», περνώντας την μπάλα κάτω από τα πόδια του αντιπάλου, ξεσηκώνοντας τον κόσμο. Αυτοί, οι αντίπαλοι δηλαδή, ήταν και οι μόνοι που τον μισούσαν αφού στόχος του δεν ήταν απλά να τους περάσει. Στόχος του ήταν να τους ξεφτιλίσει. Και το έκανε.
«Σε ένα ματς με την Αταλάντα ο Ομάρ είχε διασύρει τον αντίπαλο του οπότε σε κάποια φάση αυτός προσπάθησε να του σπάσει το πόδι. Ο Σίβορι γύρισε, τον κοίταξε και του είπε με πολύ ήρεμο ύφος: Την επόμενη φορά φρόντισε να το κάνεις γιατί αλλιώς θα σου το σπάσω εγώ! Τον προειδοποίησε και μετά του το έκανε! Ηταν απίθανος», θυμήθηκε ο Μπονιπέρτι σε μια συνέντευξη του στην Tuttosport το 2010. Ηταν κι αυτός, άλλωστε, ένας από τους λόγους που όλοι λάτρευαν τον Σίβορι. Παικταράς από τους λίγους, ξενύχτης και αλήτης μέσα στο γήπεδο.
Στο Τορίνο έμεινε ως το 1965 και σε αυτά τα οκτώ χρόνια έγραψε ιστορία με τη φανέλα της Γιούβε. Κατέκτησε τρία πρωταθλήματα, τρία κύπελλα, έβαλε 167 γκολ σε 253 συμμετοχές, πήρε όλους τους ατομικούς τίτλους αλλά πάνω από όλα κατέκτησε την Χρυσή Μπάλα του 1961. Η πρώτη που κατέληξε όχι απλά σε παίκτη των Μπιανκονέρι αλλά γενικά στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Αυτό το ιταλικό ποδόσφαιρο που το τίμησε με το να φορέσει και τη φανέλα της Σκουάντρα Ατζούρα, σκοράροντας μάλιστα και εις βάρος της Αργεντινής σε ένα φιλικό.
Το 1965, μετά από οκτώ χρόνια παρουσίας στη Γιούβε, ήρθε η ώρα του «αντίο», για να συνεχίσει την καριέρα του στη Νάπολι. Στον ιταλικό νότο έμεινε τέσσερα χρόνια αλλά οι συνεχείς τραυματισμοί δεν του επέτρεψαν να κάνει και εκεί μαγικά. Αυτά, όπως αποδείχθηκε, θα τα έκανε ένας άλλος κοντός, γρήγορος, τεχνίτης και αλήτης Αργεντίνος με το Νο10 στην πλάτη, δύο δεκαετίες μετά... Ο Σίβορι επέστρεψε στην Αργεντινή για να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο κτήμα του, το οποίο είχε ονομάσει Γιουβέντους. Με τους Μπιανκονέρι, άλλωστε, ήταν ερωτευμένος και το γιατί, το είχε εξηγήσει ο ίδιος σε μια συνέντευξη του.
«Εδώ πρέπει να μάχεσαι πάντα και να πιστεύεις ακόμη κι όταν όλα δείχνουν χαμένα γιατί η Γιουβέντους δεν τα παρατάει ποτέ»!
Αυτή η ατάκα είναι γραμμένη, πλέον, στους τοίχους του Juventus Stadium ενώ το όνομα του έχει δοθεί σε μια από τις αίθουσες VIP του γηπέδου, στον περιβάλλοντα χώρο του οποίου έχει και το δικό του αστέρι. Τα συγκεκριμένα λόγια του Σίβορι χρησιμοποίησε και η επίσημη Γιουβέντους στην ιστοσελίδα της, στο κείμενο για την 10η επέτειο από τον θάνατο του, φροντίζοντας όμως να... ανταποδώσει: «Γι' αυτό ήταν ερωτευμένος ο Σίβορι με την Κυρία. Εμείς είμαστε ερωτευμένοι μαζί της χάρη και σε αυτόν»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου