«Πρέπει
να δεχτώ τη σύγκριση. Πρέπει να μπορώ να ζήσω με αυτό. Είμαι κάτω από
πίεση φυσικά, αλλά αυτό είναι κάτι που το γνωρίζω και το δέχομαι χωρίς
φόβο. Όταν κάθεσαι στον πάγκο της νίκης, είσαι υποχρεωμένος να νικάς
πάντα».
Με αυτή τη φράση, στις 24 Ιουνίου 2013, ο Πεπ Γκουαρντιόλα παρουσιαζόταν στο γερμανικό κοινό ως αντικαταστάτης του άκρως επιτυχημένου Γιουπ Χάινκες στον πάγκο της Μπάγερν Μονάχου.
Αναλάμβανε μια ομάδα που προερχόταν από τρεμπλ, που έπαιζε καταπληκτικό ποδόσφαιρο, που είχε ανεβάσει τον πήχη στον… ουρανό. Δύο χρόνια αργότερα, η Μπάγερν μετράει τέσσερις συνεχόμενες ήττες (δύο στο πρωτάθλημα, μία στο Τσάμπιονς Λιγκ, μία στο Κύπελλο), είναι και πάλι εκτός τελικού Τσάμπιονς Λιγκ (εκτός αν γίνει το… θαύμα στον επαναληπτικό με την Μπαρτσελόνα) και ο πιο ακριβοπληρωμένος προπονητής στον κόσμο μετράει δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο στην μέχρι τώρα θητεία του.
Δικαιολογούν αυτοί οι τρεις τίτλοι τα 17 εκατομμύρια ευρώ ετησίως με τα οποία αμείβεται ο Γκουαρντιόλα; Αν βάλουμε στην κουβέντα την υπόσχεση του ίδιου που είχε τάξει κατάκτηση Τσάμπιονς Λιγκ στην τριετία, τότε θα πρέπει να περιμένουμε για να απαντήσουμε. Αν δούμε τη συνολική εικόνα των Βαυαρών τότε είναι ξεκάθαρο πως ο… πολύς Πεπ κάτι δεν κάνει σωστά. Ή τόσο σωστά όσο θα ήθελαν οι φίλαθλοι της ομάδας…
Το δύσκολο της παραμονής στην κορυφή
Λένε πως το εύκολο είναι να φτάσεις στην κορυφή, αλλά το δύσκολο να μείνεις εκεί. Ο Γκουαρντιόλα παρέλαβε μια ομάδα που μόλις είχε κάνει το τρεμπλ. Δεν αναλάμβανε σε καμία περίπτωση μια εύκολη αποστολή, όμως αναλάμβανε μια σχεδόν έτοιμη ομάδα. Λίγο έδειξε να τον ενδιαφέρει. Από την πρώτη στιγμή θέλησε να μετατρέψει τους Γερμανούς σε… Ισπανούς. Να περάσει το «τίκι – τάκα», αυτό που απογείωσε την δική του Μπαρτσελόνα. Δύσκολα πράγματα αυτά.
Οι Γερμανοί είναι Γερμανοί και με το δικό τους τρόπο και στυλ έχουν φτάσει στην κορυφή του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Η Μπάγερν δεν μπορεί να γίνει Μπαρτσελόνα ή οτιδήποτε άλλο, όποιος κι αν είναι ο προπονητής της. Η Μπάγερν θα είναι για πάντα η Μπάγερν και ο «εγωισμός» του κλαμπ δεν σηκώνει κάτι διαφορετικό.
Αλλαγές με το «καλημέρα»
Ο Καταλανός προπονητής από την πρώτη μέρα επιχείρησε να τα αλλάξει όλα, αντί να συνεχίσει ή έστω να κρατήσει κάποια από τα στοιχεία μιας άκρως πετυχημένης συνταγής. Τριάδα στην άμυνα, τετράδα στο κέντρο με τέσσερις κλασικούς χαφ, «ψευτοεννιάρια» μεταξύ κέντρου και επίθεσης, χρησιμοποίηση του Μίλερ στην άκρη λόγω Λεβαντόφσκι και διάφορες άλλες αλχημείες που περισσότερο μπέρδεψαν την ομάδα παρά την απελευθέρωσαν.
Ο Πεπ πήρε τους Αλάμπα και Λαμ από τα άκρα της άμυνας, χωρίς ωστόσο να τους αφήσει εκτός πάγκου. Θέλησε να τους βάλει στη μεσαία γραμμή για να μην τους χάσει από την ενδεκάδα, παίζοντας με Ραφίνια και Μπερνάτ ως ακραίους μπακ. Η εικόνα της στο Καμπ Νου και τα τρία γκολ που δέχτηκε, χάνοντας ελπίδες πρόκρισης στον τελικό για δεύτερη σερί χρονιά από ισπανική ομάδα, χρεώνεται κυρίως στον Γκουαρντιόλα και όλα όσα επιχείρησε να αλλάξει.
Ποτέ το 4-2-3-1 του Χάινκες
Η προ Γκουαρντιόλα εποχή είχε ένα συγκεκριμένο, απαραίτητο και αδιαπραγμάτευτο σύστημα: το 4-2-3-1. Ο Χάινκες δεν το άλλαζε ποτέ και ο κορμός του ήταν σχεδόν πάντα ίδιος. Νόιερ – Λαμ, Ντάντε, Μπόατενγκ, Αλάμπα – Χ. Μαρτίνεθ, Σβαϊνστάιγκερ – Ρόμπεν, Μόλερ, Ριμπερί – Μάντζουκιτς. Με αυτό το σχήμα σήκωσε τα πάντα. Ο Γκουαρντιόλα δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το 4-2-3-1.
Αν’ αυτού είδαμε το 4-1-4-1, το 3-6-1, το 3-4-3. Και τα είδαμε και τα τρία από την πρώτη κιόλας χρονιά. Είδαμε το ροτέισον να ξεπερνάει τα όρια του φυσιολογικού, είδαμε πολλές αλλαγές κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Σαφώς και έχει κάνει σπουδαία ματς η Μπάγερν σε αυτή την διετία και με τα συγκεκριμένα συστήματα, αλλά το… τέλειο του Χάινκες δεν το έπιασε ποτέ.
Η εξέλιξη παικτών και οι απουσίες
Η διοίκηση της Μπάγερν επέλεξε το 2013 τον Γκουαρντιόλα και για ακόμα έναν λόγο. Να εξελίξει κάποιους ποδοσφαιριστές. Δεν το έκανε ποτέ. Τρανό παράδειγμα, ο Μάριο Γκέτσε, ο οποίος βρίσκεται δύο χρόνια στον σύλλογο αλλά δεν έχει καταφέρει να κάνει ένα βήμα μπροστά.
Η Μπάγερν στηρίζεται σε παίκτες που ήταν ήδη… φτασμένοι (Ριμπερί, Ρόμπεν, Μίλερ, Λεβαντόφσκι, Τσάμπι Αλόνσο), με τον Πεπ να μην καταφέρνει να βάλει την… πινελιά του σε αυτό το κομμάτι. Χώρια ότι του χρεώνεται και η φυγή του Κρόος, την οποία ελάχιστοι ενέκριναν.
Θα πει κάποιος – και σωστά – πως ο Γκουαρντιόλα «χτυπήθηκε» και από την ατυχία στα πιο κρίσιμα ματς της σεζόν. Πέρσι έχασε τον Ριμπερί στα ημιτελικά με την Ρεάλ, φέτος με τη Μπαρτσελόνα δεν είχε Ριμπερί, Ρόμπεν και Αλάμπα.
Πρόκειται για ηχηρές απουσίες, που πιθανόν δικαιολογούν σε έναν μεγάλο βαθμό την αποτυχία της Μπάγερν να βρεθεί στον τελικό. Όμως ο Πεπ παίρνει 17 εκατομμύρια ευρώ για να βρίσκει λύσεις σε τέτοιες περιπτώσεις.
Από τη στιγμή που παίρνεις ένα… τσουβάλι λεφτά και θεωρείσαι – και όχι άδικα βάσει όσων πέτυχε στη Μπαρτσελόνα – ο καλύτερος, οφείλεις να βρίσκεις λύσεις για να κερδίζεις και χωρίς κάποιους σημαντικούς σου παίκτες. Διαφορετικά, το πρωτάθλημα στη Γερμανία και την συμμετοχή στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ έχοντας αυτή την ομάδα, θα μπορούσε να τα είχε πετύχει κι ένας προπονητής του 1,7 εκατομμυρίου ευρώ ετησίως…
Με αυτή τη φράση, στις 24 Ιουνίου 2013, ο Πεπ Γκουαρντιόλα παρουσιαζόταν στο γερμανικό κοινό ως αντικαταστάτης του άκρως επιτυχημένου Γιουπ Χάινκες στον πάγκο της Μπάγερν Μονάχου.
Αναλάμβανε μια ομάδα που προερχόταν από τρεμπλ, που έπαιζε καταπληκτικό ποδόσφαιρο, που είχε ανεβάσει τον πήχη στον… ουρανό. Δύο χρόνια αργότερα, η Μπάγερν μετράει τέσσερις συνεχόμενες ήττες (δύο στο πρωτάθλημα, μία στο Τσάμπιονς Λιγκ, μία στο Κύπελλο), είναι και πάλι εκτός τελικού Τσάμπιονς Λιγκ (εκτός αν γίνει το… θαύμα στον επαναληπτικό με την Μπαρτσελόνα) και ο πιο ακριβοπληρωμένος προπονητής στον κόσμο μετράει δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο στην μέχρι τώρα θητεία του.
Δικαιολογούν αυτοί οι τρεις τίτλοι τα 17 εκατομμύρια ευρώ ετησίως με τα οποία αμείβεται ο Γκουαρντιόλα; Αν βάλουμε στην κουβέντα την υπόσχεση του ίδιου που είχε τάξει κατάκτηση Τσάμπιονς Λιγκ στην τριετία, τότε θα πρέπει να περιμένουμε για να απαντήσουμε. Αν δούμε τη συνολική εικόνα των Βαυαρών τότε είναι ξεκάθαρο πως ο… πολύς Πεπ κάτι δεν κάνει σωστά. Ή τόσο σωστά όσο θα ήθελαν οι φίλαθλοι της ομάδας…
Το δύσκολο της παραμονής στην κορυφή
Λένε πως το εύκολο είναι να φτάσεις στην κορυφή, αλλά το δύσκολο να μείνεις εκεί. Ο Γκουαρντιόλα παρέλαβε μια ομάδα που μόλις είχε κάνει το τρεμπλ. Δεν αναλάμβανε σε καμία περίπτωση μια εύκολη αποστολή, όμως αναλάμβανε μια σχεδόν έτοιμη ομάδα. Λίγο έδειξε να τον ενδιαφέρει. Από την πρώτη στιγμή θέλησε να μετατρέψει τους Γερμανούς σε… Ισπανούς. Να περάσει το «τίκι – τάκα», αυτό που απογείωσε την δική του Μπαρτσελόνα. Δύσκολα πράγματα αυτά.
Οι Γερμανοί είναι Γερμανοί και με το δικό τους τρόπο και στυλ έχουν φτάσει στην κορυφή του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Η Μπάγερν δεν μπορεί να γίνει Μπαρτσελόνα ή οτιδήποτε άλλο, όποιος κι αν είναι ο προπονητής της. Η Μπάγερν θα είναι για πάντα η Μπάγερν και ο «εγωισμός» του κλαμπ δεν σηκώνει κάτι διαφορετικό.
Αλλαγές με το «καλημέρα»
Ο Καταλανός προπονητής από την πρώτη μέρα επιχείρησε να τα αλλάξει όλα, αντί να συνεχίσει ή έστω να κρατήσει κάποια από τα στοιχεία μιας άκρως πετυχημένης συνταγής. Τριάδα στην άμυνα, τετράδα στο κέντρο με τέσσερις κλασικούς χαφ, «ψευτοεννιάρια» μεταξύ κέντρου και επίθεσης, χρησιμοποίηση του Μίλερ στην άκρη λόγω Λεβαντόφσκι και διάφορες άλλες αλχημείες που περισσότερο μπέρδεψαν την ομάδα παρά την απελευθέρωσαν.
Ο Πεπ πήρε τους Αλάμπα και Λαμ από τα άκρα της άμυνας, χωρίς ωστόσο να τους αφήσει εκτός πάγκου. Θέλησε να τους βάλει στη μεσαία γραμμή για να μην τους χάσει από την ενδεκάδα, παίζοντας με Ραφίνια και Μπερνάτ ως ακραίους μπακ. Η εικόνα της στο Καμπ Νου και τα τρία γκολ που δέχτηκε, χάνοντας ελπίδες πρόκρισης στον τελικό για δεύτερη σερί χρονιά από ισπανική ομάδα, χρεώνεται κυρίως στον Γκουαρντιόλα και όλα όσα επιχείρησε να αλλάξει.
Ποτέ το 4-2-3-1 του Χάινκες
Η προ Γκουαρντιόλα εποχή είχε ένα συγκεκριμένο, απαραίτητο και αδιαπραγμάτευτο σύστημα: το 4-2-3-1. Ο Χάινκες δεν το άλλαζε ποτέ και ο κορμός του ήταν σχεδόν πάντα ίδιος. Νόιερ – Λαμ, Ντάντε, Μπόατενγκ, Αλάμπα – Χ. Μαρτίνεθ, Σβαϊνστάιγκερ – Ρόμπεν, Μόλερ, Ριμπερί – Μάντζουκιτς. Με αυτό το σχήμα σήκωσε τα πάντα. Ο Γκουαρντιόλα δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το 4-2-3-1.
Αν’ αυτού είδαμε το 4-1-4-1, το 3-6-1, το 3-4-3. Και τα είδαμε και τα τρία από την πρώτη κιόλας χρονιά. Είδαμε το ροτέισον να ξεπερνάει τα όρια του φυσιολογικού, είδαμε πολλές αλλαγές κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Σαφώς και έχει κάνει σπουδαία ματς η Μπάγερν σε αυτή την διετία και με τα συγκεκριμένα συστήματα, αλλά το… τέλειο του Χάινκες δεν το έπιασε ποτέ.
Η εξέλιξη παικτών και οι απουσίες
Η διοίκηση της Μπάγερν επέλεξε το 2013 τον Γκουαρντιόλα και για ακόμα έναν λόγο. Να εξελίξει κάποιους ποδοσφαιριστές. Δεν το έκανε ποτέ. Τρανό παράδειγμα, ο Μάριο Γκέτσε, ο οποίος βρίσκεται δύο χρόνια στον σύλλογο αλλά δεν έχει καταφέρει να κάνει ένα βήμα μπροστά.
Η Μπάγερν στηρίζεται σε παίκτες που ήταν ήδη… φτασμένοι (Ριμπερί, Ρόμπεν, Μίλερ, Λεβαντόφσκι, Τσάμπι Αλόνσο), με τον Πεπ να μην καταφέρνει να βάλει την… πινελιά του σε αυτό το κομμάτι. Χώρια ότι του χρεώνεται και η φυγή του Κρόος, την οποία ελάχιστοι ενέκριναν.
Θα πει κάποιος – και σωστά – πως ο Γκουαρντιόλα «χτυπήθηκε» και από την ατυχία στα πιο κρίσιμα ματς της σεζόν. Πέρσι έχασε τον Ριμπερί στα ημιτελικά με την Ρεάλ, φέτος με τη Μπαρτσελόνα δεν είχε Ριμπερί, Ρόμπεν και Αλάμπα.
Πρόκειται για ηχηρές απουσίες, που πιθανόν δικαιολογούν σε έναν μεγάλο βαθμό την αποτυχία της Μπάγερν να βρεθεί στον τελικό. Όμως ο Πεπ παίρνει 17 εκατομμύρια ευρώ για να βρίσκει λύσεις σε τέτοιες περιπτώσεις.
Από τη στιγμή που παίρνεις ένα… τσουβάλι λεφτά και θεωρείσαι – και όχι άδικα βάσει όσων πέτυχε στη Μπαρτσελόνα – ο καλύτερος, οφείλεις να βρίσκεις λύσεις για να κερδίζεις και χωρίς κάποιους σημαντικούς σου παίκτες. Διαφορετικά, το πρωτάθλημα στη Γερμανία και την συμμετοχή στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ έχοντας αυτή την ομάδα, θα μπορούσε να τα είχε πετύχει κι ένας προπονητής του 1,7 εκατομμυρίου ευρώ ετησίως…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου