«Δεν
είμαι δυνατός, ούτε επιδέξιος, ούτε ταλαντούχος. Είμαι ένας
ποδοσφαιριστής του δρόμου. Χωρίς τους συμπαίκτες μου και χωρίς χώρο
είμαι ένα τίποτα». Ο Τσάβι, μιλώντας για τις αδυναμίες του, κατέστησε
απόλυτα σαφές γιατί τα όσα έχει καταφέρει είναι εκπληκτικά. Για κάθε
ποδοσφαιριστή που έχει σημαδέψει την ιστορία, όταν γίνεται προσπάθεια να
περιγραφεί στις επόμενες γενιές, τα παραπάνω χαρακτηριστικά που ο Τσάβι
παραδέχθηκε χωρίς ίχνος κόμπλεξ ότι δεν έχει αποτελούν τις περισσότερες
φορές βασικά προτερήματα.
Για τον Ισπανό, ο οποίος απέναντι στην Ντεπορτίβο Λα Κορούνια θα παίξει για τελευταία φορά στο Καμπ Νόου σε αγώνα πρωταθλήματος (καθώς ακολουθεί ο τελικός Κυπέλλου). θα χρειαστούν μερικά λόγια παραπάνω. Βλέπετε, σε μια εποχή που απαιτούσε τους αμυντικούς μέσους δυνατούς, ψηλούς, με εκτόπισμα για να κουβαλούν την μπάλα και να κερδίζουν τις μονομαχίες, δύσκολα μπορούσε να κατανοήσει κανείς την επίδραση που θα είχε στο άθλημα ο κοντούλης Καταλανός. To δικό του όπλο απέναντι στους Γολιάθ ήταν ξεχωριστό.
Η Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρδιόλα και η Ισπανία των Αραγονές και Ντελ Μπόσκε, που με το στιλ παιχνιδιού το οποίο καθιερώθηκε ως tiki-taka άλλαξαν το ποδόσφαιρο, είχαν πολλούς συντελεστές. Ο Τσάβι όμως αποτελούσε την καρδιά των ομάδων αυτών. Και ο γράφων ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν ότι χωρίς το «κομπιούτερ» πίσω του, ο Λιονέλ Μέσι ίσως χρειαζόταν να θυσιάσει λίγη από τη μαγεία του στο σύστημα του Γκουαρδιόλα, χωρίς φυσικά καμία διάθεση υποτίμησης του Αργεντινού. Ο μεγαλύτερος εκφραστής της ποδοσφαιρικής σκέψης του Κρόιφ, εξέλιξε το παιχνίδι του Γκουαρδιόλα, που ήταν ο προκάτοχος του. «Είναι ο άνθρωπος που με οδήγησε στη σύνταξη», έλεγε ο Πεπ.
«Ο Κρόιφ ήταν πολύ σημαντικός για τη Μπαρτσελόνα. Άλλαξε την ιδιοσυγκρασία του συλλόγου. Εισήγαγε την φιλοσοφία του κρατήματος της μπάλας, των τριγώνων, της επίθεσης. Αυτή η φιλοσοφία παραμένει μέχρι σήμερα. Είμαστε όλοι μαθητές του Κρόιφ και της σχολής του», έχει δηλώσει ο Τσάβι, ο μαθητής με τους περισσότερους επαίνους, που εφάρμοσε την σύγχρονη εκδοχή του total football που οραματιζόταν ο Ολλανδός.
Μέχρι και το 2007, αποτελούσε ένα παιδί γέννημα-θρέμμα της Μασία, ένα δημιουργικό αμυντικό χαφ-βασικό στέλεχος της Μπάρτσα, χωρίς όμως να έχει φτάσει στο peak. Χωρίς την τόσο σημαντική επίδραση στο παιχνίδι της Μπάρτσα. Ο Φρανκ Ράικαρντ ήταν εκείνος που του άλλαξε ρόλο, καλύπτοντας τα νώτα του, ανεβάζοντας τον ψηλότερα και αφήνοντάς τον να εκφράσει τη διαβολική δημιουργικότητά του. Η έλευση του Γκουαρδιόλα, ενός προπονητή με τον οποίο μοιράζονταν τις ίδιες αρχές και την ίδια προσέγγιση, τον τελειοποίησε. Τον έκανε τον βασικό άξονα στον οποίο στήριξε όλο το πλάνο, ένα υβρίδιο μεταξύ αμυντικού μέσου και δεκαριού. «Ο Τσάβι υπήρξε για την Ισπανία πιο σημαντικός ακόμα και από τον εκάστοτε προπονητή που είχε. Ηταν ο ίδιος ο αρχιτέκτονας των επιτυχιών και τις σχεδίασε με το εκπληκτικό μυαλό του εντός γηπέδου», έλεγε ο Ντελ Μπόσκε μετά το τέλος της καριέρας του στη Ρόχα.
Το tiki-taka βασίστηκε στην κυκλοφορία. Δεν έχει βρεθεί κανείς που να ελέγχει τον ρυθμό καλύτερα από τον Τσάβι, κανείς που να πασάρει καλύτερα, να συνδυάζει την κίνηση στον χώρο με τη σωστή μεταβίβαση. Γιατί δεν είναι μόνο η αδιανόητη ευφυΐα τους στις πάσες. Πριν από 4 χρόνια είχε δηλώσει στον Guardian: «Αυτό κάνω. Ψάχνω τους κενούς χώρους. Όλη την ημέρα. Πάντα τους αναζητώ. Εδώ; Όχι, εδώ. Άνθρωποι που δεν έχουν παίξει ποδόσφαιρο δεν καταλαβαίνουν πόσο δύσκολο είναι. Κενός χώρος, κενός χώρος, κενός χώρος. Είναι σαν το Playstation. Σκέφτομαι: "ο αμυντικός είναι εδώ, άρα πάσαρε εκεί". Βλέπω τον χώρο και την πάσα. Αυτό κάνω». Μπορεί να μην γινόταν αντιληπτό συχνά, αλλά η συνεχής του κίνηση στο γήπεδο, σε χώρους που καλύπτουν όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου, ήταν εκείνη που τον βοηθούσε πάντα να βρει το κενό που συχνά φάνταζε ως τρύπα βελόνας.
Φυσικά, δεν ανακάλυψε ο Τσάβι την κίνηση στον χώρο και τη σημασία της πάσας. Της απλής φαινομενικά, αλλά σχεδόν πάντα στο σωστό χρόνο, με τη σωστή δύναμη και με τον σωστό αποδέκτη πάσας, για να είμαστε πιο ακριβείς. Ο Τσάβι όμως εξελίχθηκε στον καλύτερο πασέρ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Στον άνθρωπο εντός γηπέδου που στηρίχθηκε περισσότερο από κάθε άλλον η ποδοσφαιρική επανάσταση της Μπαρτσελόνα και της Ισπανίας. Γιατί είτε αρέσει είτε δεν αρέσει, περί επανάστασης πρόκειται. Ήξερε τον προορισμό της μπάλας πριν ακόμα φθάσει στα πόδια του, έβλεπε τον κενό χώρο πριν δημιουργηθεί. Τα χαρίσματά του τον έκαναν σημαντικό ακόμα και στη Μπάρτσα της επόμενης μέρας, πρώτα με τον Τάτα Μαρτίνο και φέτος με τον Λουίς Ενρίκε. Ο 35χρονος πλέον Τσάβι συνεχίζει να απελευθερώνει τον Μέσι, να διαβάζει το παιχνίδι καλύτερα από κάθε άλλον και να αυξομειώνει το ρυθμό ανάλογα με τις ανάγκες, παρά τα σημάδια του χρόνου. Δεν την εμποδίζουν σε αυτή την αέναη αναζήτηση κενού χώρου. Το δικό του σκοράρισμα, είναι τα γκολ που φτιάχνει για τους άλλους.
Στο Καμπ Νόου, είχα την τύχη να τον παρακολουθήσω δύο φορές από κοντά. Στην πρώτη, έμεινε στον πάγκο και η Μπάρτσα έχασε από την Έρκουλες 0-2, στην πρώτη της εντός έδρας ήττα μετά από περίπου ενάμιση χρόνο. Μπήκε στο ημίχρονο, αλλά δεν ήταν αρκετό. Στο δεύτερο, ξεκίνησε βασικός και η Μπάρτσα θύμισε πραγματικό Playstation, νικώντας 5-1 τον Παναθηναϊκό. Παρακολουθώντας το ποδόσφαιρό της μέσα από το γήπεδο τρόμαζες. Ήταν κάτι το μοναδικό.
Σε μερικές δεκαετίες από τώρα, λοιπόν, όταν πιτσιρικάδες θα ρωτούν για τους αστέρες της εποχής μας, το μυαλό πιθανόν δεν θα πηγαίνει απευθείας στον Τσάβι. Θα ταξιδεύει σε άλλους, πιο δυνατούς, με περισσότερα γκολ, με μεγαλύτερο εκτόπισμα και ταχύτητα, με ηχηρές μεταγραφές και μεγαλύτερη προβολή. Με λίγη σκέψη παραπάνω, θα θυμόμαστε όμως κουνώντας το κεφάλι με νοσταλγία πως ένας Ισπανός, ύψους 1.70 βρισκόταν στην καρδιά της καλύτερης ομάδας που είδαμε από κοντά...
Για τον Ισπανό, ο οποίος απέναντι στην Ντεπορτίβο Λα Κορούνια θα παίξει για τελευταία φορά στο Καμπ Νόου σε αγώνα πρωταθλήματος (καθώς ακολουθεί ο τελικός Κυπέλλου). θα χρειαστούν μερικά λόγια παραπάνω. Βλέπετε, σε μια εποχή που απαιτούσε τους αμυντικούς μέσους δυνατούς, ψηλούς, με εκτόπισμα για να κουβαλούν την μπάλα και να κερδίζουν τις μονομαχίες, δύσκολα μπορούσε να κατανοήσει κανείς την επίδραση που θα είχε στο άθλημα ο κοντούλης Καταλανός. To δικό του όπλο απέναντι στους Γολιάθ ήταν ξεχωριστό.
Η Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρδιόλα και η Ισπανία των Αραγονές και Ντελ Μπόσκε, που με το στιλ παιχνιδιού το οποίο καθιερώθηκε ως tiki-taka άλλαξαν το ποδόσφαιρο, είχαν πολλούς συντελεστές. Ο Τσάβι όμως αποτελούσε την καρδιά των ομάδων αυτών. Και ο γράφων ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν ότι χωρίς το «κομπιούτερ» πίσω του, ο Λιονέλ Μέσι ίσως χρειαζόταν να θυσιάσει λίγη από τη μαγεία του στο σύστημα του Γκουαρδιόλα, χωρίς φυσικά καμία διάθεση υποτίμησης του Αργεντινού. Ο μεγαλύτερος εκφραστής της ποδοσφαιρικής σκέψης του Κρόιφ, εξέλιξε το παιχνίδι του Γκουαρδιόλα, που ήταν ο προκάτοχος του. «Είναι ο άνθρωπος που με οδήγησε στη σύνταξη», έλεγε ο Πεπ.
«Ο Κρόιφ ήταν πολύ σημαντικός για τη Μπαρτσελόνα. Άλλαξε την ιδιοσυγκρασία του συλλόγου. Εισήγαγε την φιλοσοφία του κρατήματος της μπάλας, των τριγώνων, της επίθεσης. Αυτή η φιλοσοφία παραμένει μέχρι σήμερα. Είμαστε όλοι μαθητές του Κρόιφ και της σχολής του», έχει δηλώσει ο Τσάβι, ο μαθητής με τους περισσότερους επαίνους, που εφάρμοσε την σύγχρονη εκδοχή του total football που οραματιζόταν ο Ολλανδός.
Μέχρι και το 2007, αποτελούσε ένα παιδί γέννημα-θρέμμα της Μασία, ένα δημιουργικό αμυντικό χαφ-βασικό στέλεχος της Μπάρτσα, χωρίς όμως να έχει φτάσει στο peak. Χωρίς την τόσο σημαντική επίδραση στο παιχνίδι της Μπάρτσα. Ο Φρανκ Ράικαρντ ήταν εκείνος που του άλλαξε ρόλο, καλύπτοντας τα νώτα του, ανεβάζοντας τον ψηλότερα και αφήνοντάς τον να εκφράσει τη διαβολική δημιουργικότητά του. Η έλευση του Γκουαρδιόλα, ενός προπονητή με τον οποίο μοιράζονταν τις ίδιες αρχές και την ίδια προσέγγιση, τον τελειοποίησε. Τον έκανε τον βασικό άξονα στον οποίο στήριξε όλο το πλάνο, ένα υβρίδιο μεταξύ αμυντικού μέσου και δεκαριού. «Ο Τσάβι υπήρξε για την Ισπανία πιο σημαντικός ακόμα και από τον εκάστοτε προπονητή που είχε. Ηταν ο ίδιος ο αρχιτέκτονας των επιτυχιών και τις σχεδίασε με το εκπληκτικό μυαλό του εντός γηπέδου», έλεγε ο Ντελ Μπόσκε μετά το τέλος της καριέρας του στη Ρόχα.
Το tiki-taka βασίστηκε στην κυκλοφορία. Δεν έχει βρεθεί κανείς που να ελέγχει τον ρυθμό καλύτερα από τον Τσάβι, κανείς που να πασάρει καλύτερα, να συνδυάζει την κίνηση στον χώρο με τη σωστή μεταβίβαση. Γιατί δεν είναι μόνο η αδιανόητη ευφυΐα τους στις πάσες. Πριν από 4 χρόνια είχε δηλώσει στον Guardian: «Αυτό κάνω. Ψάχνω τους κενούς χώρους. Όλη την ημέρα. Πάντα τους αναζητώ. Εδώ; Όχι, εδώ. Άνθρωποι που δεν έχουν παίξει ποδόσφαιρο δεν καταλαβαίνουν πόσο δύσκολο είναι. Κενός χώρος, κενός χώρος, κενός χώρος. Είναι σαν το Playstation. Σκέφτομαι: "ο αμυντικός είναι εδώ, άρα πάσαρε εκεί". Βλέπω τον χώρο και την πάσα. Αυτό κάνω». Μπορεί να μην γινόταν αντιληπτό συχνά, αλλά η συνεχής του κίνηση στο γήπεδο, σε χώρους που καλύπτουν όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου, ήταν εκείνη που τον βοηθούσε πάντα να βρει το κενό που συχνά φάνταζε ως τρύπα βελόνας.
Φυσικά, δεν ανακάλυψε ο Τσάβι την κίνηση στον χώρο και τη σημασία της πάσας. Της απλής φαινομενικά, αλλά σχεδόν πάντα στο σωστό χρόνο, με τη σωστή δύναμη και με τον σωστό αποδέκτη πάσας, για να είμαστε πιο ακριβείς. Ο Τσάβι όμως εξελίχθηκε στον καλύτερο πασέρ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Στον άνθρωπο εντός γηπέδου που στηρίχθηκε περισσότερο από κάθε άλλον η ποδοσφαιρική επανάσταση της Μπαρτσελόνα και της Ισπανίας. Γιατί είτε αρέσει είτε δεν αρέσει, περί επανάστασης πρόκειται. Ήξερε τον προορισμό της μπάλας πριν ακόμα φθάσει στα πόδια του, έβλεπε τον κενό χώρο πριν δημιουργηθεί. Τα χαρίσματά του τον έκαναν σημαντικό ακόμα και στη Μπάρτσα της επόμενης μέρας, πρώτα με τον Τάτα Μαρτίνο και φέτος με τον Λουίς Ενρίκε. Ο 35χρονος πλέον Τσάβι συνεχίζει να απελευθερώνει τον Μέσι, να διαβάζει το παιχνίδι καλύτερα από κάθε άλλον και να αυξομειώνει το ρυθμό ανάλογα με τις ανάγκες, παρά τα σημάδια του χρόνου. Δεν την εμποδίζουν σε αυτή την αέναη αναζήτηση κενού χώρου. Το δικό του σκοράρισμα, είναι τα γκολ που φτιάχνει για τους άλλους.
Στο Καμπ Νόου, είχα την τύχη να τον παρακολουθήσω δύο φορές από κοντά. Στην πρώτη, έμεινε στον πάγκο και η Μπάρτσα έχασε από την Έρκουλες 0-2, στην πρώτη της εντός έδρας ήττα μετά από περίπου ενάμιση χρόνο. Μπήκε στο ημίχρονο, αλλά δεν ήταν αρκετό. Στο δεύτερο, ξεκίνησε βασικός και η Μπάρτσα θύμισε πραγματικό Playstation, νικώντας 5-1 τον Παναθηναϊκό. Παρακολουθώντας το ποδόσφαιρό της μέσα από το γήπεδο τρόμαζες. Ήταν κάτι το μοναδικό.
Σε μερικές δεκαετίες από τώρα, λοιπόν, όταν πιτσιρικάδες θα ρωτούν για τους αστέρες της εποχής μας, το μυαλό πιθανόν δεν θα πηγαίνει απευθείας στον Τσάβι. Θα ταξιδεύει σε άλλους, πιο δυνατούς, με περισσότερα γκολ, με μεγαλύτερο εκτόπισμα και ταχύτητα, με ηχηρές μεταγραφές και μεγαλύτερη προβολή. Με λίγη σκέψη παραπάνω, θα θυμόμαστε όμως κουνώντας το κεφάλι με νοσταλγία πως ένας Ισπανός, ύψους 1.70 βρισκόταν στην καρδιά της καλύτερης ομάδας που είδαμε από κοντά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου