Πριν από ακριβώς δύο μήνες και συγκεκριμένα στις 15 Απριλίου είχε αναδημοσιευτεί στις ελληνικές εφημερίδες ένα κείμενο της αργεντινικής ιστοσελίδας «Ole», το οποίο αποδείχθηκε προφητικό.
Γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας...
Εγραφε συγκεκριμένα: «Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει και το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αυτό μπορεί όμως να αποβεί σε όφελος των Αργεντινών ποδοσφαιριστών. Γιατί; Ο Αστέρας έχασε την παραμονή του στην κατηγορία, αλλά ελπίζει ότι θα παραμείνει στη Σουπερλίγκα γιατί η ΕΠΟ είναι πιθανό να τιμωρήσει ορισμένες ομάδες. Γιατί αυτό; Ο Ηρακλής (!) έχει οικονομικά προβλήματα και χρωστάει στους παίκτες του χρήματα για περισσότερο από έναν χρόνο. Αυτό αποτελεί μια προοπτική ώστε ο Αστέρας να παραμείνει στην κατηγορία και να σωθούν οι Αργεντινοί ποδοσφαιριστές (!).
Η απόφαση ακόμα δεν έχει παρθεί, αλλά η ΟΥΕΦΑ θέλει να σφίξει τα λουριά από τον Φεβρουάριο σε Ελλάδα, Κροατία, Βέλγιο. Ο Αστέρας, που έχει πρόεδρο τον Γιάννη Καϋμενάκη, ελπίζει ότι θα συγκαταλέγεται –μαζί με τον Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, Ατρόμητο– στις ομάδες που δεν έχουν κανένα πρόβλημα».
Για όσους γνωρίζουν στοιχειωδώς το διεθνές ποδόσφαιρο και δη το λατινοαμερικανικό, ένα τέτοιο δημοσίευμα δεν μπορεί παρά να τους αφυπνίσει. Η Αργεντινή έχει πολλά κοινά στοιχεία με την Ελλάδα. Κυρίως στη διαφθορά. Στο ποδόσφαιρο, τα κοινά χαρακτηριστικά ήταν περισσότερα. Οπως στην Ελλάδα έτσι και στην Αργεντινή, κατ’ αρχάς, οι περισσότερες ομάδες είναι χρεωμένες. Σε μια πρόσφατη έρευνα της «El Diario Popular» οι πέντε μεγαλύτεροι σύλλογοι της Αργεντινής έχουν αρνητικούς ισολογισμούς. Παρά τις αλχημείες του προέδρου της αργεντινικής Ομοσπονδίας, Χούλιο Γκροτόνα, να προεισπράξει ουσιαστικά τα έσοδα των τηλεοπτικών δικαιωμάτων του πρωταθλήματος, προκειμένου να ενισχύσει οικονομικά τις υπό κατάρρευση ομάδες, σήμερα η κατάσταση ελάχιστα έχει βελτιωθεί. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ομάδων, που σημειωτέον αριθμούν πολλές δεκάδες χιλιάδες μέλη, είναι η κακοδιαχείριση των εσόδων από τις διοικήσεις και όχι τα ίδια τα έσοδα.
Μολονότι η Αργεντινή θεωρείται η μεγαλύτερη χώρα εξαγωγής ταλέντων, το κόστος της συντήρησης των ακαδημιών για κάθε ομάδα μοιάζει να είναι δυσβάσταχτο. Κι αυτό διότι η φιλοξενία οικογενειών πιτσιρικάδων που ζουν με το όνειρο να γίνουν... μελλοντικοί Μέσι και κυρίως η διαπαιδαγώγησή τους απαιτεί σημαντικά κεφάλαια. Ετσι, παρά τα έσοδα από τις πωλήσεις παικτών που εκκολάπτονται στα φυτώρια ομάδων όπως η Ρίβερ Πλέιτ, η Ιντεπεντιέντε, η Ρασίγκ Κλουμπ ή η Μπόκα Τζούνιορς, τα έξοδα είναι περισσότερα.
Κυρίως διότι οι διοικήσεις, υπό την αφόρητη οπαδική πίεση, δεν αναλώνονται μόνο στην ανατροφή και ανέλιξη ταλαντούχων παικτών, αλλά προσπαθούν –συχνά υπερβαίνοντας τους προϋπολογισμούς τους– να πρωταγωνιστήσουν στα πρωταθλήματα. Αν σ’ αυτά προσθέσει κανείς τη διαιωνιζόμενη κρίση που έχει καταβαραθρώσει τις χορηγίες, τότε εξηγούνται εύκολα τα χρέη των ομάδων της Αργεντινής. Για την ακρίβεια, στην ίδια έρευνα σημειώνεται ότι η Ρίβερ, η Ιντεπεντιέντε, η Ρασίνγκ Κλουμπ, η Μπόκα Τζούνιορς και η Σαν Λορέντσο έχουν συνολικά χρέη που υπερβαίνουν τα 110 εκατ. ευρώ. Η Μπόκα Τζούνιορς, για την οποία ο Αρης αλλά και άλλες ομάδες επαίρονται που την υποδέχονται σε φιλικά παιχνίδια τα καλοκαίρια, αποζημιώνεται για τη συμμετοχή της και μάλιστα αδρά. Κι αυτό είναι θεμιτό και ανταποδοτικό. Η Μπόκα κερδίζει για κάθε συμμετοχή της μερικές εκατοντάδες χιλιάδες, ευρώ, οι αντίπαλοί της γεμίζουν το γήπεδο και τα ταμεία τους κι είναι όλοι ευχαριστημένοι.
Στην κρίση του 2001 η Αργεντινή έχασε σχεδόν όλα τα ταλέντα της σε ηλικίες 19, 20 ετών που έφυγαν στις ευρωπαϊκές χώρες. Τότε το πρωτάθλημα απώλεσε μεγάλο μέρος της δυναμικότητάς του. Αυτό προκάλεσε ακόμη περισσότερο τη δοκιμαζόμενη κοινωνία της Αργεντινής, γιατί το ποδόσφαιρο για τους Αργεντινούς ήταν η μοναδική παρηγοριά στη μίζερη καθημερινότητά τους. Ηταν το δίωρο στο οποίο ξεχνούσαν τα προβλήματά τους. Κι ήταν τέτοιο το πάθος των φανατικών που ασκούσαν τεράστια πίεση, σε σημείο να φτάνουν ακόμη και σε απειλές κατά παικτών και παραγόντων για να τους εξασφαλίσουν δωρεάν εισιτήρια καθώς δεν είχαν χρήματα να τα πληρώσουν.
Η Αργεντινή είναι μια χώρα πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα. Οσοι όμως αντέξουν να εντρυφήσουν στον βίο και την πολιτεία των διοικητικών ηγετών των ομάδων της, τότε ίσως αντιληφθούν για ποιο λόγο οφείλαμε όλοι να αντιμετωπίσουμε με τη δέουσα σοβαρότητα εκείνο το δημοσίευμα της «Ole» στα μέσα Απριλίου.
Πηγή: Εξέδρα
Εγραφε συγκεκριμένα: «Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει και το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αυτό μπορεί όμως να αποβεί σε όφελος των Αργεντινών ποδοσφαιριστών. Γιατί; Ο Αστέρας έχασε την παραμονή του στην κατηγορία, αλλά ελπίζει ότι θα παραμείνει στη Σουπερλίγκα γιατί η ΕΠΟ είναι πιθανό να τιμωρήσει ορισμένες ομάδες. Γιατί αυτό; Ο Ηρακλής (!) έχει οικονομικά προβλήματα και χρωστάει στους παίκτες του χρήματα για περισσότερο από έναν χρόνο. Αυτό αποτελεί μια προοπτική ώστε ο Αστέρας να παραμείνει στην κατηγορία και να σωθούν οι Αργεντινοί ποδοσφαιριστές (!).
Η απόφαση ακόμα δεν έχει παρθεί, αλλά η ΟΥΕΦΑ θέλει να σφίξει τα λουριά από τον Φεβρουάριο σε Ελλάδα, Κροατία, Βέλγιο. Ο Αστέρας, που έχει πρόεδρο τον Γιάννη Καϋμενάκη, ελπίζει ότι θα συγκαταλέγεται –μαζί με τον Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, Ατρόμητο– στις ομάδες που δεν έχουν κανένα πρόβλημα».
Για όσους γνωρίζουν στοιχειωδώς το διεθνές ποδόσφαιρο και δη το λατινοαμερικανικό, ένα τέτοιο δημοσίευμα δεν μπορεί παρά να τους αφυπνίσει. Η Αργεντινή έχει πολλά κοινά στοιχεία με την Ελλάδα. Κυρίως στη διαφθορά. Στο ποδόσφαιρο, τα κοινά χαρακτηριστικά ήταν περισσότερα. Οπως στην Ελλάδα έτσι και στην Αργεντινή, κατ’ αρχάς, οι περισσότερες ομάδες είναι χρεωμένες. Σε μια πρόσφατη έρευνα της «El Diario Popular» οι πέντε μεγαλύτεροι σύλλογοι της Αργεντινής έχουν αρνητικούς ισολογισμούς. Παρά τις αλχημείες του προέδρου της αργεντινικής Ομοσπονδίας, Χούλιο Γκροτόνα, να προεισπράξει ουσιαστικά τα έσοδα των τηλεοπτικών δικαιωμάτων του πρωταθλήματος, προκειμένου να ενισχύσει οικονομικά τις υπό κατάρρευση ομάδες, σήμερα η κατάσταση ελάχιστα έχει βελτιωθεί. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ομάδων, που σημειωτέον αριθμούν πολλές δεκάδες χιλιάδες μέλη, είναι η κακοδιαχείριση των εσόδων από τις διοικήσεις και όχι τα ίδια τα έσοδα.
Μολονότι η Αργεντινή θεωρείται η μεγαλύτερη χώρα εξαγωγής ταλέντων, το κόστος της συντήρησης των ακαδημιών για κάθε ομάδα μοιάζει να είναι δυσβάσταχτο. Κι αυτό διότι η φιλοξενία οικογενειών πιτσιρικάδων που ζουν με το όνειρο να γίνουν... μελλοντικοί Μέσι και κυρίως η διαπαιδαγώγησή τους απαιτεί σημαντικά κεφάλαια. Ετσι, παρά τα έσοδα από τις πωλήσεις παικτών που εκκολάπτονται στα φυτώρια ομάδων όπως η Ρίβερ Πλέιτ, η Ιντεπεντιέντε, η Ρασίγκ Κλουμπ ή η Μπόκα Τζούνιορς, τα έξοδα είναι περισσότερα.
Κυρίως διότι οι διοικήσεις, υπό την αφόρητη οπαδική πίεση, δεν αναλώνονται μόνο στην ανατροφή και ανέλιξη ταλαντούχων παικτών, αλλά προσπαθούν –συχνά υπερβαίνοντας τους προϋπολογισμούς τους– να πρωταγωνιστήσουν στα πρωταθλήματα. Αν σ’ αυτά προσθέσει κανείς τη διαιωνιζόμενη κρίση που έχει καταβαραθρώσει τις χορηγίες, τότε εξηγούνται εύκολα τα χρέη των ομάδων της Αργεντινής. Για την ακρίβεια, στην ίδια έρευνα σημειώνεται ότι η Ρίβερ, η Ιντεπεντιέντε, η Ρασίνγκ Κλουμπ, η Μπόκα Τζούνιορς και η Σαν Λορέντσο έχουν συνολικά χρέη που υπερβαίνουν τα 110 εκατ. ευρώ. Η Μπόκα Τζούνιορς, για την οποία ο Αρης αλλά και άλλες ομάδες επαίρονται που την υποδέχονται σε φιλικά παιχνίδια τα καλοκαίρια, αποζημιώνεται για τη συμμετοχή της και μάλιστα αδρά. Κι αυτό είναι θεμιτό και ανταποδοτικό. Η Μπόκα κερδίζει για κάθε συμμετοχή της μερικές εκατοντάδες χιλιάδες, ευρώ, οι αντίπαλοί της γεμίζουν το γήπεδο και τα ταμεία τους κι είναι όλοι ευχαριστημένοι.
Στην κρίση του 2001 η Αργεντινή έχασε σχεδόν όλα τα ταλέντα της σε ηλικίες 19, 20 ετών που έφυγαν στις ευρωπαϊκές χώρες. Τότε το πρωτάθλημα απώλεσε μεγάλο μέρος της δυναμικότητάς του. Αυτό προκάλεσε ακόμη περισσότερο τη δοκιμαζόμενη κοινωνία της Αργεντινής, γιατί το ποδόσφαιρο για τους Αργεντινούς ήταν η μοναδική παρηγοριά στη μίζερη καθημερινότητά τους. Ηταν το δίωρο στο οποίο ξεχνούσαν τα προβλήματά τους. Κι ήταν τέτοιο το πάθος των φανατικών που ασκούσαν τεράστια πίεση, σε σημείο να φτάνουν ακόμη και σε απειλές κατά παικτών και παραγόντων για να τους εξασφαλίσουν δωρεάν εισιτήρια καθώς δεν είχαν χρήματα να τα πληρώσουν.
Η Αργεντινή είναι μια χώρα πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα. Οσοι όμως αντέξουν να εντρυφήσουν στον βίο και την πολιτεία των διοικητικών ηγετών των ομάδων της, τότε ίσως αντιληφθούν για ποιο λόγο οφείλαμε όλοι να αντιμετωπίσουμε με τη δέουσα σοβαρότητα εκείνο το δημοσίευμα της «Ole» στα μέσα Απριλίου.
Πηγή: Εξέδρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου