Για μένα, είναι σαφές πως διαφορετικά αντιμετώπισε
ο κόσμος του Ολυμπιακού τη διαιτησία του Κουκουλάκη στο ματς με τον
ΠΑΟΚ και αλλιώς την είδε ο επίσημος Ολυμπιακός, αν αληθεύουν οι διάφορες
«διαρροές».
Γράφει ο Βασίλης Παπανικολάου...
Και αυτή η διαφορά είναι απολύτως εξηγήσιμη, ειδικά για όσους πάνε στο γήπεδο και «εισπνέουν» την ατμόσφαιρα του «Γ. Καραϊσκάκης» τα τελευταία χρόνια.
Είναι εξηγήσιμη για τον λόγο ότι ο απλός οπαδός είναι αποκλειστικά ταγμένος στο συναίσθημα και αυτό που βλέπει με τα μάτια του, ενώ οι υπεύθυνοι θέλουν να αντιμετωπίσουν από νωρίς (για άλλη μια χρονιά) τη θεωρία που λέει ότι «ικανός διαιτητής είναι εκείνος που αδικεί τον Ολυμπιακό».
Αυτή η διαφορά προσέγγισης αποτυπώθηκε εμφατικά και στην περίπτωση του Κουκουλάκη.
Για τα επιχειρήματα της διοίκησης του Ολυμπιακού, αρμόδια να τοποθετηθεί είναι μόνο η ίδια. Για το πώς αισθάνεται όμως ο μέσος οπαδός του Ολυμπιακού έπειτα από διαιτησίες τύπου Κουκουλάκη, δεν υπάρχουν μυστικά σε όσους ξέρουν από Καραϊσκάκη. Ως παράδειγμα θα μεταφέρω το εξής επαναλαμβανόμενο χαρακτηριστικό: Επειδή στα «δημοσιογραφικά» υπάρχουν τηλεοράσεις, κάθε φορά που ο Ολυμπιακός πετυχαίνει ή δέχεται ένα γκολ από ύποπτη θέση οφσάιντ, δεκάδες οπαδοί πετάγονται από τις διπλανές θέσεις και με μεγάλη αγωνία έρχονται να δουν και να ρωτήσουν «τι δείχνει το ριπλέϊ».
Αυτό συμβαίνει σχεδόν πάντα.
Και η αγωνία τους δεν είναι τόσο για τα γκολ που δέχονται οι Ερυθρόλευκοι όσο για εκείνα που σημειώνουν οι παίκτες του Ολυμπιακού από οριακή θέση οφσάιντ. Είναι ή δεν είναι οφσάιντ; Τι έδειξε η τηλεόραση; Καλύπτονται ή όχι ο Τζιμπούρ, ο Μιραλάς ή ο Φουστέρ; Που με άλλα λόγια σημαίνει, «να το πανηγυρίσω ή πάλι θα μας φάνε τα συκώτια οι άλλοι;».
Αυτή είναι η έκδηλη ανησυχία πολλών οπαδών στο Καραϊσκάκη, ένα συναίσθημα που σε κάποιους τείνει να εξελιχθεί σε πραγματική ασθένεια.
Τι εννοώ; Οτι δεν μπορούν να χαρούν αν δεν πιστοποιήσει την εγκυρότητα πρώτα η τηλεόραση. Και δεν είναι μόνον αυτοί. Τα τελευταία χρόνια στο Καραϊσκάκη αυξάνονται και πληθύνονται οι οπαδοί που νιώθουν πραγματικά ευτυχισμένοι μόνο όταν νικάει η ομάδα τους και συγχρόνως έχει παράπονα από τη διαιτησία. Εκείνοι που θέλουν να νικάει ο Ολυμπιακός με παίκτη λιγότερο ή ύστερα από χαρακτηριστική εύνοια της διαιτησίας υπέρ του αντιπάλου. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν μπορούν να το χαρούν με τον ολοκληρωτικό τρόπο που θέλουν.
Ακραίο μεν, πραγματικό δε.Είναι πολλά που μπορεί να αναφέρει κάποιος για τους «Ολυμπιακούς» που πηγαίνουν στο Καραϊσκάκη. Ολόκληρα βιβλία για τις διαφορετικές «φυλές», τα πολλά διαφορετικά «πιστεύω» και την ανομοιογένεια απαντήσεων σε ερωτήματα για το «πώς πρέπει να κατακτάται η νίκη». Δεν ξέρω ποιοι είναι περισσότεροι και ποιοι λιγότεροι. Εκείνο που ξέρω είναι πως η σημερινή ψυχοσύνθεση των «γαύρων του Καραϊσκάκη» έχει ελάχιστα κοινά με τα όσα ένιωθαν και πίστευαν στα «πέτρινα χρόνια» ή στα πρώτα πρωταθλήματα του Ολυμπιακού επί Κόκκαλη μέχρι το 2000. Αλλο τότε, άλλο τώρα, και οι λόγοι είναι γνωστοί για όσους διαθέτουν λίγη μνήμη.
Οποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό και ισχυρίζεται εν έτει 2011 ότι «οι Ολυμπιακοί θέλουν να κερδίζουν πάση θυσία» ή ψεύδεται συνειδητά ή απλώς είναι ανίδεος. Το «50-50%» στο Καραϊσκάκη δεν είναι απλώς καλοδεχούμενο αλλά απαιτούμενο από την πλειοψηφία των σημερινών «ερυθρόλευκων» οπαδών.
Οπως εντελώς κρυστάλλινο είναι και κάτι άλλο: Οσοι διαιτητές ενδεχομένως σκεφτούν «να παίξουν λίγο Ολυμπιακό», καλό είναι να αντιληφθούν ότι θα αντιμετωπίζονται ως εχθροί και όχι ως φίλοι. Οι καλύτερες ομάδες δεν χρειάζονται ούτε διαιτητικές πλάτες ούτε πονηρές βοήθειες, που ρίχνουν νερό στον μύλο των αντιπάλων. Οι καλύτεροι ξέρουν να κερδίζουν στο γήπεδο και το 50-50% είναι πάντοτε υπέρ τους και ποτέ εναντίον τους.
Πηγή: Εξέδρα
Και αυτή η διαφορά είναι απολύτως εξηγήσιμη, ειδικά για όσους πάνε στο γήπεδο και «εισπνέουν» την ατμόσφαιρα του «Γ. Καραϊσκάκης» τα τελευταία χρόνια.
Είναι εξηγήσιμη για τον λόγο ότι ο απλός οπαδός είναι αποκλειστικά ταγμένος στο συναίσθημα και αυτό που βλέπει με τα μάτια του, ενώ οι υπεύθυνοι θέλουν να αντιμετωπίσουν από νωρίς (για άλλη μια χρονιά) τη θεωρία που λέει ότι «ικανός διαιτητής είναι εκείνος που αδικεί τον Ολυμπιακό».
Αυτή η διαφορά προσέγγισης αποτυπώθηκε εμφατικά και στην περίπτωση του Κουκουλάκη.
Για τα επιχειρήματα της διοίκησης του Ολυμπιακού, αρμόδια να τοποθετηθεί είναι μόνο η ίδια. Για το πώς αισθάνεται όμως ο μέσος οπαδός του Ολυμπιακού έπειτα από διαιτησίες τύπου Κουκουλάκη, δεν υπάρχουν μυστικά σε όσους ξέρουν από Καραϊσκάκη. Ως παράδειγμα θα μεταφέρω το εξής επαναλαμβανόμενο χαρακτηριστικό: Επειδή στα «δημοσιογραφικά» υπάρχουν τηλεοράσεις, κάθε φορά που ο Ολυμπιακός πετυχαίνει ή δέχεται ένα γκολ από ύποπτη θέση οφσάιντ, δεκάδες οπαδοί πετάγονται από τις διπλανές θέσεις και με μεγάλη αγωνία έρχονται να δουν και να ρωτήσουν «τι δείχνει το ριπλέϊ».
Αυτό συμβαίνει σχεδόν πάντα.
Και η αγωνία τους δεν είναι τόσο για τα γκολ που δέχονται οι Ερυθρόλευκοι όσο για εκείνα που σημειώνουν οι παίκτες του Ολυμπιακού από οριακή θέση οφσάιντ. Είναι ή δεν είναι οφσάιντ; Τι έδειξε η τηλεόραση; Καλύπτονται ή όχι ο Τζιμπούρ, ο Μιραλάς ή ο Φουστέρ; Που με άλλα λόγια σημαίνει, «να το πανηγυρίσω ή πάλι θα μας φάνε τα συκώτια οι άλλοι;».
Αυτή είναι η έκδηλη ανησυχία πολλών οπαδών στο Καραϊσκάκη, ένα συναίσθημα που σε κάποιους τείνει να εξελιχθεί σε πραγματική ασθένεια.
Τι εννοώ; Οτι δεν μπορούν να χαρούν αν δεν πιστοποιήσει την εγκυρότητα πρώτα η τηλεόραση. Και δεν είναι μόνον αυτοί. Τα τελευταία χρόνια στο Καραϊσκάκη αυξάνονται και πληθύνονται οι οπαδοί που νιώθουν πραγματικά ευτυχισμένοι μόνο όταν νικάει η ομάδα τους και συγχρόνως έχει παράπονα από τη διαιτησία. Εκείνοι που θέλουν να νικάει ο Ολυμπιακός με παίκτη λιγότερο ή ύστερα από χαρακτηριστική εύνοια της διαιτησίας υπέρ του αντιπάλου. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν μπορούν να το χαρούν με τον ολοκληρωτικό τρόπο που θέλουν.
Ακραίο μεν, πραγματικό δε.Είναι πολλά που μπορεί να αναφέρει κάποιος για τους «Ολυμπιακούς» που πηγαίνουν στο Καραϊσκάκη. Ολόκληρα βιβλία για τις διαφορετικές «φυλές», τα πολλά διαφορετικά «πιστεύω» και την ανομοιογένεια απαντήσεων σε ερωτήματα για το «πώς πρέπει να κατακτάται η νίκη». Δεν ξέρω ποιοι είναι περισσότεροι και ποιοι λιγότεροι. Εκείνο που ξέρω είναι πως η σημερινή ψυχοσύνθεση των «γαύρων του Καραϊσκάκη» έχει ελάχιστα κοινά με τα όσα ένιωθαν και πίστευαν στα «πέτρινα χρόνια» ή στα πρώτα πρωταθλήματα του Ολυμπιακού επί Κόκκαλη μέχρι το 2000. Αλλο τότε, άλλο τώρα, και οι λόγοι είναι γνωστοί για όσους διαθέτουν λίγη μνήμη.
Οποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό και ισχυρίζεται εν έτει 2011 ότι «οι Ολυμπιακοί θέλουν να κερδίζουν πάση θυσία» ή ψεύδεται συνειδητά ή απλώς είναι ανίδεος. Το «50-50%» στο Καραϊσκάκη δεν είναι απλώς καλοδεχούμενο αλλά απαιτούμενο από την πλειοψηφία των σημερινών «ερυθρόλευκων» οπαδών.
Οπως εντελώς κρυστάλλινο είναι και κάτι άλλο: Οσοι διαιτητές ενδεχομένως σκεφτούν «να παίξουν λίγο Ολυμπιακό», καλό είναι να αντιληφθούν ότι θα αντιμετωπίζονται ως εχθροί και όχι ως φίλοι. Οι καλύτερες ομάδες δεν χρειάζονται ούτε διαιτητικές πλάτες ούτε πονηρές βοήθειες, που ρίχνουν νερό στον μύλο των αντιπάλων. Οι καλύτεροι ξέρουν να κερδίζουν στο γήπεδο και το 50-50% είναι πάντοτε υπέρ τους και ποτέ εναντίον τους.
Πηγή: Εξέδρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου