Η κάμερα άρχισε να τραβάει πλάνα από το 2003, όταν
ο 22χρονος τότε Τόμας Μπρόιχ της Βάκερ Μπούργκχαουζεν, ομάδας της
δεύτερης κατηγορίας, παρουσιαζόταν ως ο νέος στρατηγός της μεσαίας
γραμμής για το γερμανικό ποδόσφαιρο. Γράφει ο Θανάσης Κελαντώνης.
Γρήγορα έφτασε να περιλαμβάνεται μαζί με τους Μπάστιαν Σβάινσταϊγκερ,
Λούκας Ποντόλσκι και Φίλιπ Λαμ στη λίστα της «μεγάλης ελπίδας» για την
εθνική ομάδα της Γερμανίας.
Το πρόβλημα; Δεν ήταν απλά ποδοσφαιριστής. Ηταν και άνθρωπος με αγάπη για τη ζωή, για τις τέχνες και για τις ηθικές αξίες. Τα ΜΜΕ τον βάφτισαν ως «τον άλλον επαγγελματία ποδοσφαιριστή», που άκουγε κλασική μουσική και παρακολουθούσε παραστάσεις μπαλέτου και θεάτρου. Γρήγορα το παρατσούκλι του διορθώθηκε: «Μότσαρτ». Και του άρεσε.
Ποδοσφαιρικά κέρδισε και τον τίτλο «ο νέος Νέτσερ της Γκλάντμπαχ», όταν το 2004 μεταγράφηκε στα «πουλάρια». Ηθελε μία μέρα να παίξει στην Μπάγερν Μονάχου, αλλά πολύ περισσότερο ήθελε να γνωρίσει νέες κουλτούρες, ανθρώπους και χώρες. Φιλοδοξία που τον έφερε σε σύγκρουση με αυστηρούς προπονητές, όπως ο Ντικ Αντβοκαατ ή αργότερα, απ' το 2006 στην Κολωνία, ο Κρίστοφ Ντάουμ.
Δεν κατάφερε να γίνει κομμάτι του μηχανισμού. Ο χαρακτήρας του δεν τον άφηνε να ταυτιστεί με αυτόν. Ηταν διαφορετικός και αυτό ήταν πρόβλημα. Ακόμα και ο καλός φίλος του, ο Μίχαελ Ενινγκ, απέτυχε να σώσει την καριέρα του όταν τον πήρε το 2009 στη Νυρεμβέργη, έτος κατά το οποίο ο Βαυαρός χαφ παραδέχτηκε ότι πάσχει από κατάθλιψη και ήθελε να σταματήσει την ποδοσφαιρική καριέρα του.
Το καλοκαίρι του 2010 υπέγραψε συμβόλαιο με την Μπρίζμπεϊν Ρόουρ, ομάδα της Αυστραλίας, και εκεί βρήκε επιτέλους την κουλτούρα και το νέο κόσμο που ταίριαζε στο χαρακτήρα του. Επαιξε απελευθερωμένα ποδόσφαιρο, όπως στην αρχή της καριέρας του και στις 13 Μαρτίου 2011 έγινε πρωταθλητής μαζί της.
Ολα αυτά μπορούσαμε να τα δούμε από τις 25 Μαρτίου 2011 στην κινηματογραφική ταινία «Tom meets Zizou», δηλαδή «Ο Τομ συναντάει τον Ζιζού». Το πρώτο ντοκιμαντέρ για τη ζωή ενός Γερμανού επαγγελματία ποδοσφαιριστή, που κάθε άλλο παρά όμορφο παραμύθι ήταν για τον ίδιο. Εμείς αργήσαμε να το δούμε, αλλά το είδαμε. Και μία πλάκα την πάθαμε. Αξίζει.
Πηγή: Goal
Το πρόβλημα; Δεν ήταν απλά ποδοσφαιριστής. Ηταν και άνθρωπος με αγάπη για τη ζωή, για τις τέχνες και για τις ηθικές αξίες. Τα ΜΜΕ τον βάφτισαν ως «τον άλλον επαγγελματία ποδοσφαιριστή», που άκουγε κλασική μουσική και παρακολουθούσε παραστάσεις μπαλέτου και θεάτρου. Γρήγορα το παρατσούκλι του διορθώθηκε: «Μότσαρτ». Και του άρεσε.
Ποδοσφαιρικά κέρδισε και τον τίτλο «ο νέος Νέτσερ της Γκλάντμπαχ», όταν το 2004 μεταγράφηκε στα «πουλάρια». Ηθελε μία μέρα να παίξει στην Μπάγερν Μονάχου, αλλά πολύ περισσότερο ήθελε να γνωρίσει νέες κουλτούρες, ανθρώπους και χώρες. Φιλοδοξία που τον έφερε σε σύγκρουση με αυστηρούς προπονητές, όπως ο Ντικ Αντβοκαατ ή αργότερα, απ' το 2006 στην Κολωνία, ο Κρίστοφ Ντάουμ.
Δεν κατάφερε να γίνει κομμάτι του μηχανισμού. Ο χαρακτήρας του δεν τον άφηνε να ταυτιστεί με αυτόν. Ηταν διαφορετικός και αυτό ήταν πρόβλημα. Ακόμα και ο καλός φίλος του, ο Μίχαελ Ενινγκ, απέτυχε να σώσει την καριέρα του όταν τον πήρε το 2009 στη Νυρεμβέργη, έτος κατά το οποίο ο Βαυαρός χαφ παραδέχτηκε ότι πάσχει από κατάθλιψη και ήθελε να σταματήσει την ποδοσφαιρική καριέρα του.
Το καλοκαίρι του 2010 υπέγραψε συμβόλαιο με την Μπρίζμπεϊν Ρόουρ, ομάδα της Αυστραλίας, και εκεί βρήκε επιτέλους την κουλτούρα και το νέο κόσμο που ταίριαζε στο χαρακτήρα του. Επαιξε απελευθερωμένα ποδόσφαιρο, όπως στην αρχή της καριέρας του και στις 13 Μαρτίου 2011 έγινε πρωταθλητής μαζί της.
Ολα αυτά μπορούσαμε να τα δούμε από τις 25 Μαρτίου 2011 στην κινηματογραφική ταινία «Tom meets Zizou», δηλαδή «Ο Τομ συναντάει τον Ζιζού». Το πρώτο ντοκιμαντέρ για τη ζωή ενός Γερμανού επαγγελματία ποδοσφαιριστή, που κάθε άλλο παρά όμορφο παραμύθι ήταν για τον ίδιο. Εμείς αργήσαμε να το δούμε, αλλά το είδαμε. Και μία πλάκα την πάθαμε. Αξίζει.
Πηγή: Goal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου