"Μερικές φορές θεωρούμε το ποδόσφαιρο σημαντικό, όμως δεν είναι". Γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας.
Τα λόγια του Γκάρι Νέβιλ, την περασμένη Κυριακή, όταν η ποδοσφαιρική
Αγγλία πάλευε να συμβιβαστεί με την είδηση και κυρίως τις λεπτομέρειες
του θανάτου του Γκάρι Σπιντ, δεν είναι προϊόν μιας ξαφνικής τρέλας.
Απλώς ο πρώην άσος της Γιουνάιτεντ, σε μια ημέρα που τους τρεις βαθμούς
της νίκης σε όλα τα γήπεδα της Πρέμιερ Λιγκ τους πήρε η θλίψη,
προσπάθησε να βάλει στη σωστή σειρά τις ανθρώπινες προτεραιότητες.
Στο άκουσμα του σχόλιου του παλαίμαχου σταρ των Κόκκινων Διαβόλων και ο πιο φανατικός φίλος του ποδοσφαίρου έγνεψε καταφατικά το κεφάλι, πόσο μάλλον όσοι είναι υπέρμαχοι μιας άποψης ότι ο «βασιλιάς των σπορ» απολαμβάνει από κανάλια, δημοσιογράφους και εταιρείες μιας κατά πολύ μεγαλύτερης σημασίας από αυτήν που πραγματικά έχει.
Εξάλλου, σε μια εποχή παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να χάνουν σε μια νύχτα δουλειά, εισόδημα και ό,τι απέκτησαν κοπιάζοντας χρόνια, το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να απασχολεί κάποιον είναι αν ο σέντερ φορ της αγαπημένης του ομάδας είναι ντεφορμέ, αν η μπάλα πέρασε τη γραμμή ή αν το πέναλτι ήταν «πέτσινο». Είναι όμως στ’ αλήθεια το ποδόσφαιρο τόσο επουσιώδες ή μήπως «η σημασία του κρύβεται στην ασημαντότητά του», όπως τονίζει ο βρετανικός «Guardian»;
Οι επικριτές του σπορ που συγκινεί όσο κανέναν άλλο εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον πλανήτη το αποκαλούν «όπιο των λαών», υποστηρίζοντας ότι λειτουργεί ακριβώς όπως η ναρκωτική ουσία. Τεράστιες μάζες ανθρώπων αποχαυνώνονται, ξεχνούν την πραγματικότητα, είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμοι να ανοίξουν το κεφάλι του γείτονα επειδή διαφώνησαν για μια απόφαση του διαιτητή κι έτσι γίνονται πιόνια, αποπροσανατολισμένα από την πραγματικότητα και έτοιμα να δεχτούν και την πιο προκλητική απόφαση των κυβερνώντων.
Μήπως όμως τώρα ο ρόλος του ποδοσφαίρου είναι πιο ουσιώδης από ποτέ, καθώς η ίδια του η ουσία μπορεί να διαβρώσει το παγκόσμιο κάστρο της θλίψης και να λειτουργήσει ως όπιο των ψυχών; Οσοι πραγματικά αγαπούν το σπορ γι’ αυτό που αληθινά είναι, λένε «ναι» και θέτουν ως μοναδική προϋπόθεση για να λειτουργήσει η θεραπεία γέλιου μέσω της μπάλας το να υπάρχει μια ισορροπία, δηλαδή οι... πάσχοντες να γνωρίζουν τις παρενέργειες του φαρμάκου, όπως και το γεγονός ότι δεν είναι πανάκεια αλλά πρόσκαιρη γιατρειά.
«Παρότι τα δύο περιστατικά δεν συγκρίνονται, το μάτι της μνήμης επέστρεψε στο 1989 και στο “Χίλσμπορο”. Για μια στιγμή, το μόνο που είχε σημασία ήταν ότι ένα σουτ του Πίτερ Μπίρντσλι της Λίβερπουλ είχε βρει το δοκάρι της Νότιγχαμ Φόρεστ στα πρώτα λεπτά ενός ημιτελικού Κυπέλλου Αγγλίας και την επόμενη στιγμή ένας αστυνομικός έτρεχε προς το διαιτητή για να τον ενημερώσει πως άνθρωποι πέθαιναν πίσω από το τέρμα στην άλλη πλευρά του γηπέδου», γράφει ο Ντέιβιντ Λάσεϊ στον «Guardian» μετά την αυτοκτονία του Σπιντ, για να καταδείξει ότι μια πραγματική τραγωδία δίνει τη θέση της στη χαρά του ποδοσφαίρου.
Τραγωδίες σαν αυτή ή ανάλογες της «θύρας 7» το 1981, αποδεικνύουν σε όσους ζουν και αναπνέουν για το ποδόσφαιρο ότι τελικά είναι ασήμαντο. Ομως, στην αντίπερα όχθη, υπάρχει μία άλλη αλήθεια. Αυτή που λέει ότι η «στρογγυλή θεά» πάντοτε προσέφερε και θα συνεχίσει να προσφέρει ανακούφιση, έστω και για 90 λεπτά, από τα βάσανα, τα τραύματα και την απελπιστική μονοτονία της καθημερινότητας.
«Παρακολουθώντας ποδόσφαιρο», έγραφε στο μυθιστόρημά του «The Good Companions» ο Τζέι Μπι Πρίστλεϊ, «σε έκανε μέλος μιας νέας κοινότητας. Καθώς έβγαινες από το τουρνικέ στο γήπεδο είχες μια νέα, πιο σπουδαία ζωή». Αυταπάτη; Ισως. Ομως ποτέ η κοινωνία δεν την είχε μεγαλύτερη ανάγκη.
Στο άκουσμα του σχόλιου του παλαίμαχου σταρ των Κόκκινων Διαβόλων και ο πιο φανατικός φίλος του ποδοσφαίρου έγνεψε καταφατικά το κεφάλι, πόσο μάλλον όσοι είναι υπέρμαχοι μιας άποψης ότι ο «βασιλιάς των σπορ» απολαμβάνει από κανάλια, δημοσιογράφους και εταιρείες μιας κατά πολύ μεγαλύτερης σημασίας από αυτήν που πραγματικά έχει.
Εξάλλου, σε μια εποχή παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να χάνουν σε μια νύχτα δουλειά, εισόδημα και ό,τι απέκτησαν κοπιάζοντας χρόνια, το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να απασχολεί κάποιον είναι αν ο σέντερ φορ της αγαπημένης του ομάδας είναι ντεφορμέ, αν η μπάλα πέρασε τη γραμμή ή αν το πέναλτι ήταν «πέτσινο». Είναι όμως στ’ αλήθεια το ποδόσφαιρο τόσο επουσιώδες ή μήπως «η σημασία του κρύβεται στην ασημαντότητά του», όπως τονίζει ο βρετανικός «Guardian»;
Οι επικριτές του σπορ που συγκινεί όσο κανέναν άλλο εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον πλανήτη το αποκαλούν «όπιο των λαών», υποστηρίζοντας ότι λειτουργεί ακριβώς όπως η ναρκωτική ουσία. Τεράστιες μάζες ανθρώπων αποχαυνώνονται, ξεχνούν την πραγματικότητα, είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμοι να ανοίξουν το κεφάλι του γείτονα επειδή διαφώνησαν για μια απόφαση του διαιτητή κι έτσι γίνονται πιόνια, αποπροσανατολισμένα από την πραγματικότητα και έτοιμα να δεχτούν και την πιο προκλητική απόφαση των κυβερνώντων.
Μήπως όμως τώρα ο ρόλος του ποδοσφαίρου είναι πιο ουσιώδης από ποτέ, καθώς η ίδια του η ουσία μπορεί να διαβρώσει το παγκόσμιο κάστρο της θλίψης και να λειτουργήσει ως όπιο των ψυχών; Οσοι πραγματικά αγαπούν το σπορ γι’ αυτό που αληθινά είναι, λένε «ναι» και θέτουν ως μοναδική προϋπόθεση για να λειτουργήσει η θεραπεία γέλιου μέσω της μπάλας το να υπάρχει μια ισορροπία, δηλαδή οι... πάσχοντες να γνωρίζουν τις παρενέργειες του φαρμάκου, όπως και το γεγονός ότι δεν είναι πανάκεια αλλά πρόσκαιρη γιατρειά.
«Παρότι τα δύο περιστατικά δεν συγκρίνονται, το μάτι της μνήμης επέστρεψε στο 1989 και στο “Χίλσμπορο”. Για μια στιγμή, το μόνο που είχε σημασία ήταν ότι ένα σουτ του Πίτερ Μπίρντσλι της Λίβερπουλ είχε βρει το δοκάρι της Νότιγχαμ Φόρεστ στα πρώτα λεπτά ενός ημιτελικού Κυπέλλου Αγγλίας και την επόμενη στιγμή ένας αστυνομικός έτρεχε προς το διαιτητή για να τον ενημερώσει πως άνθρωποι πέθαιναν πίσω από το τέρμα στην άλλη πλευρά του γηπέδου», γράφει ο Ντέιβιντ Λάσεϊ στον «Guardian» μετά την αυτοκτονία του Σπιντ, για να καταδείξει ότι μια πραγματική τραγωδία δίνει τη θέση της στη χαρά του ποδοσφαίρου.
Τραγωδίες σαν αυτή ή ανάλογες της «θύρας 7» το 1981, αποδεικνύουν σε όσους ζουν και αναπνέουν για το ποδόσφαιρο ότι τελικά είναι ασήμαντο. Ομως, στην αντίπερα όχθη, υπάρχει μία άλλη αλήθεια. Αυτή που λέει ότι η «στρογγυλή θεά» πάντοτε προσέφερε και θα συνεχίσει να προσφέρει ανακούφιση, έστω και για 90 λεπτά, από τα βάσανα, τα τραύματα και την απελπιστική μονοτονία της καθημερινότητας.
«Παρακολουθώντας ποδόσφαιρο», έγραφε στο μυθιστόρημά του «The Good Companions» ο Τζέι Μπι Πρίστλεϊ, «σε έκανε μέλος μιας νέας κοινότητας. Καθώς έβγαινες από το τουρνικέ στο γήπεδο είχες μια νέα, πιο σπουδαία ζωή». Αυταπάτη; Ισως. Ομως ποτέ η κοινωνία δεν την είχε μεγαλύτερη ανάγκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου