Ποιος θα το έλεγε πριν μερικά χρόνια ότι κοτζάμ ΑΕΚ και κοτζάμ
Παναθηναϊκός θα σύρονταν απολογούμενοι στην ΟΥΕΦΑ για να εξηγήσουν γιατί
δεν είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους απέναντι σε παίκτες, ομάδες
και μάνατζερς, θα έτρωγαν πρόστιμα, θα απειλούνταν με ευρωπαϊκό
αποκλεισμό και θα έπαιρναν παράταση να βρουν να λεφτά και να
τακτοποιήσουν τις εκκρεμότητες; Ειδικά στον Παναθηναϊκό που έζησε πριν
λίγα χρόνια τα χαϊλίκια της πολυμετοχικότητας, κανείς. Αλλά φαντάζομαι
ότι και οι φίλοι της ΑΕΚ, που είδαν την ομάδα να μπαίνει στο 44 και να
βάζει τα πράγματα σε μια σειρά, τους κ.κ. Νοτιά, Παππά και σία να βάζουν
χρήματα, περίμεναν διαφορετική εξέλιξη.
Και φτάσαμε στον Μάρτη του 2012, να παίζουν στο ΟΑΚΑ ένα σωρό καλοί ή καλύτεροι παίκτες, διεθνείς με την Εθνική Ελλάδας και άλλες εθνικές ομάδες, που είναι απλήρωτοι εδώ και λίγους ή πολλούς μήνες και τους ταϊζουν υποσχέσεις, όνειρα και δημοσιεύματα για βαθύπλουτους αλλοδαπούς, funds, «Τίγρηδες» και Τσάκες. Απ’ όλους αυτούς τους απλήρωτους παίκτες, που δεν ξέρουν αν και πότε θα δουν το χρώμα του χρήματος, οι οπαδοί έχουμε την απαίτηση να ξεχνούν τα προβλήματά τους, να μπαίνουν μέσα και να σκίζονται για το μεγαλείο της ομαδάρας μας, για τη φανέλα, για εμάς που τους βλέπουμε από τις εξέδρες κι ας έχουν τα προβλήματά τους. Γιατί στο κάτω – κάτω «έλα μωρέ, μια μπάλα κλωτσάνε και βγάζουν τόσα λεφτά, τι να πούμε κι εμείς»;
Εμείς να πούμε απλά πως όταν μας χρωστάνε αυτά που έχουμε συμφωνήσει να παίρνουμε, δεν έχουμε όρεξη όχι να δουλέψουμε, αλλά ούτε να σηκωθούμε από την καρέκλα μας και να πάμε στη δουλειά. Και κάπως έτσι, ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε και τον εργαζόμενο ποδοσφαιριστή, που ναι μεν μπορεί να παίρνει 300 χιλιάδες ευρώ το χρόνο αλλά μπορεί να τα παίρνει μόνο στα λόγια, που ίσως να έχει να δει χρήματα στον λογαριασμό του δυο, έξι ή δέκα μήνες, που δεν ξέρει αν θα τα πάρει ποτέ και μπαίνει να παίξει με τον φόβο ότι μπορεί να σπάσει το πόδι του, να μην ξαναπαίξει ποτέ του και να μην έχει στον ήλιο μοίρα.
Αυτόν τον ποδοσφαιριστή, τον απλήρωτο και γεμάτο ανασφάλεια που όμως μπαίνει στο γήπεδο και δίνει ό,τι παραπάνω μπορεί, εγώ τον σέβομαι. Και στην προκειμένη περίπτωση, μιλάω για τον παίκτη της ΑΕΚ, που είχε μικρότερο βαθμολογικό κίνητρο από τον αντίπαλο, που ήξερε ότι ποιοτικά η ομάδα του υστερεί έναντι του αντιπάλου, που είναι περισσότερο καιρό απλήρωτος, αλλά μπήκε από το πρώτο λεπτό στο γήπεδο για να νικήσει. Βρήκε τη διάθεση, το πάθος, τη δύναμη, το δικό του προσωπικό κίνητρο να μπει για να κερδίσει το ντέρμπι. Όχι για να συγκινήσει τον Νοτιά, να κάνει τον Παππά να δακρύσει και τον Χατζηιωάννου να δώσει πριμ νίκης, αλλά για την πάρτη του και τη μαγκιά του, για τον εαυτό του και τη φανέλα του φοράει, για την ιστορία της ΑΕΚ και το βιογραφικό του, για την υστεροφημία του και το επόμενο συμβόλαιό του, για τη μεταγραφή του και την αξιοπρέπειά του. Για να βγει την άλλη μέρα καμαρωτός στον δρόμο, για να μην τον κοιτάζει κανείς απαξιωτικά, για να μην του επιβάλλει κανείς να πάει στο γήπεδο με ταξί, Μετρό ή τρόλεϊ.
ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr
Και φτάσαμε στον Μάρτη του 2012, να παίζουν στο ΟΑΚΑ ένα σωρό καλοί ή καλύτεροι παίκτες, διεθνείς με την Εθνική Ελλάδας και άλλες εθνικές ομάδες, που είναι απλήρωτοι εδώ και λίγους ή πολλούς μήνες και τους ταϊζουν υποσχέσεις, όνειρα και δημοσιεύματα για βαθύπλουτους αλλοδαπούς, funds, «Τίγρηδες» και Τσάκες. Απ’ όλους αυτούς τους απλήρωτους παίκτες, που δεν ξέρουν αν και πότε θα δουν το χρώμα του χρήματος, οι οπαδοί έχουμε την απαίτηση να ξεχνούν τα προβλήματά τους, να μπαίνουν μέσα και να σκίζονται για το μεγαλείο της ομαδάρας μας, για τη φανέλα, για εμάς που τους βλέπουμε από τις εξέδρες κι ας έχουν τα προβλήματά τους. Γιατί στο κάτω – κάτω «έλα μωρέ, μια μπάλα κλωτσάνε και βγάζουν τόσα λεφτά, τι να πούμε κι εμείς»;
Εμείς να πούμε απλά πως όταν μας χρωστάνε αυτά που έχουμε συμφωνήσει να παίρνουμε, δεν έχουμε όρεξη όχι να δουλέψουμε, αλλά ούτε να σηκωθούμε από την καρέκλα μας και να πάμε στη δουλειά. Και κάπως έτσι, ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε και τον εργαζόμενο ποδοσφαιριστή, που ναι μεν μπορεί να παίρνει 300 χιλιάδες ευρώ το χρόνο αλλά μπορεί να τα παίρνει μόνο στα λόγια, που ίσως να έχει να δει χρήματα στον λογαριασμό του δυο, έξι ή δέκα μήνες, που δεν ξέρει αν θα τα πάρει ποτέ και μπαίνει να παίξει με τον φόβο ότι μπορεί να σπάσει το πόδι του, να μην ξαναπαίξει ποτέ του και να μην έχει στον ήλιο μοίρα.
Αυτόν τον ποδοσφαιριστή, τον απλήρωτο και γεμάτο ανασφάλεια που όμως μπαίνει στο γήπεδο και δίνει ό,τι παραπάνω μπορεί, εγώ τον σέβομαι. Και στην προκειμένη περίπτωση, μιλάω για τον παίκτη της ΑΕΚ, που είχε μικρότερο βαθμολογικό κίνητρο από τον αντίπαλο, που ήξερε ότι ποιοτικά η ομάδα του υστερεί έναντι του αντιπάλου, που είναι περισσότερο καιρό απλήρωτος, αλλά μπήκε από το πρώτο λεπτό στο γήπεδο για να νικήσει. Βρήκε τη διάθεση, το πάθος, τη δύναμη, το δικό του προσωπικό κίνητρο να μπει για να κερδίσει το ντέρμπι. Όχι για να συγκινήσει τον Νοτιά, να κάνει τον Παππά να δακρύσει και τον Χατζηιωάννου να δώσει πριμ νίκης, αλλά για την πάρτη του και τη μαγκιά του, για τον εαυτό του και τη φανέλα του φοράει, για την ιστορία της ΑΕΚ και το βιογραφικό του, για την υστεροφημία του και το επόμενο συμβόλαιό του, για τη μεταγραφή του και την αξιοπρέπειά του. Για να βγει την άλλη μέρα καμαρωτός στον δρόμο, για να μην τον κοιτάζει κανείς απαξιωτικά, για να μην του επιβάλλει κανείς να πάει στο γήπεδο με ταξί, Μετρό ή τρόλεϊ.
ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου