Ο οποίος περιέγραψε τη συγκλονιστική κούρσα των πέντε χιλιομέτρων και
τη μεγάλη νίκη του Αγγλου δρομέα με τόσο πάθος που θα έκανε τον σπίκερ
του ΒΒC να νιώθει πολύ ξενέρωτος!
Εκτός από τον Αγγλο, εξίσου ξενέρωτοι θα ένιωσαν επίσης οι σπίκερ από τη Σομαλία και από το Τζιμπουτί, καθότι ο Φάρα ναι μεν εκπροσωπεί τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά γεννήθηκε στη Σομαλία, όπου ο Λονδρέζος πατέρας του πήγε για διακοπές και εκεί συνάντησε και ερωτεύθηκε τη μητέρα του, μεγάλωσε δε στο Τζιμπουτί.
Το 1991 η φάρα των Φάρα μετανάστευσε στο Λονδίνο και ο τότε οκτάχρονος Μο μπορεί να μην έγινε ποτέ αυτός που ονειρευόταν, αλλά θαρρώ πως έγινε κάποιος πολύ καλύτερος: ενώ, δηλαδή, ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο στην (αγαπημένη του) Αρσεναλ, στο τέλος κατάντησε «χρυσός» Ολυμπιονίκης, πρωταθλητής κόσμου και ο τελευταίος εθνικός ήρωας της Μεγάλης Βρετανίας.
Πλάκα πλάκα, μπορεί ο Βενγκέρ να έχασε έναν ταχύτατο δεξιό εξτρέμ, αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο βρήκε έναν δρομέα ο οποίος έγραψε το έβδομο κεφάλαιο μιας ιστορίας που, επειδή ακριβώς συμβαίνει σπανίως, έχει μεγάλη συλλεκτική αξία
Νικώντας πρώτα στα δέκα χιλιόμετρα και εν συνεχεία στο πεντάρι, ο Φάρα έγινε μόλις ο έβδομος δρομέας στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων που καταφέρνει να πετύχει το νταμπλ και να βάλει το όνομά του σε ένα πολύ κλειστό κλαμπ: αυτό το άνοιξε πριν από ενενήντα χρόνια στη Στοκχόλμη ένας Φινλανδός για χάρη του οποίου υψώθηκε και μάλιστα τρεις φορές (ελέω των νικών του στο πεντάρι, στο δεκάρι και στο cross country) η ρωσική σημαία!
Κτίστης στο επάγγελμα και φανατικός χορτοφάγος, ο Χάνες Κολεμάινεν ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Φινλανδίας, η οποία, ωστόσο, βρισκόταν υπό ρωσική κατοχή και γι' αυτό ο διάδοχός του Πάαβο Νούρμι είπε ότι «θα προτιμούσα χίλιες φορές να είχα χάσει, παρά να βλέπω μια ξένη σημασία να υψώνεται για τις νίκες μου»!
Πέρασαν σαράντα χρόνια και το 1952 ήταν γραφτό η πατρίδα του Κολεμάινεν να αποθεώσει τον δεύτερο δρομέα που πέτυχε το νταμπλ: τον «άνθρωπο-ατμομηχανή» (όπως επονομάστηκε εξαιτίας του ράθυμου στυλ και των βογκητών που έβγαζε) Εμίλ Ζάτοπεκ, έναν πρώην εργάτη σε φάμπρικα παπουτσιών ο οποίος εκπλήρωσε το απωθημένο του Λονδίνου και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο όχι μονάχα στα πέντε και στα δέκα χιλιόμετρα, αλλά και στον μαραθώνιο!
Εκτός από τα τρία δικά του χρυσά μετάλλια στο Ελσίνκι, ο «Εμίλ ο απαίσιος» (όπως τον χαρακτήρισαν οι δημοσιογράφοι για τα θορυβώδη αγκομαχητά και τις άσχημες γκριμάτσες του, λες και, όπως έγραφαν, είχε έναν σκορπιό σε κάθε παπούτσι του κι έναν πύθωνα τυλιγμένο στον λαιμό του) πανηγύρισε και ένα τέταρτο: εκείνο το οποίο κατέκτησε λίγη ώρα μετά τη νίκη του στα πέντε χιλιόμετρα η γυναίκα του Ντάνα Ινγκροβα-Ζατόπκοβα, με την οποία μάλιστα είχαν γεννηθεί ακριβώς την ίδια μέρα!
Τέσσερα χρόνια αργότερα στη Μελβούρνη, παρόντος του Ζάτοπεκ (που τερμάτισε έκτος στον μαραθώνιο, βλέποντας τον «αιώνιο» αντίπαλό του Γάλλο Αλέν Μιμούν να τερματίζει πρώτος), τη σκυτάλη στα νταμπλ πήρε ο γεννημένος στο Κολχόζ Σουμκάγια της Ουκρανίας και για ένα φεγγάρι ναυτικός στη Μαύρη Θάλασσα, Βολοντίμιρ Κουτς.
Ο ξανθομάλλης Σοβιετικός που άρχισε την καριέρα του σε ηλικία 23 ετών νίκησε και στα δυο αγωνίσματα, αφήνοντας πίσω του με τα απίθανα ντεμαράζ τον μεγάλο αντίπαλό του, τον Αγγλο Γκόρντον Πίρι, αλλά η δόξα του αποδείχθηκε βραχύβια: τέσσερα χρόνια αργότερα έπαθε το πρώτο έμφραγμα (το οποίο λέγεται ότι οφείλεται σε ένα πειραματικό πρόγραμμα προπονήσεων που εφάρμοσαν πάνω του οι Σοβιετικοί), ακολούθησαν άλλα τρία και η καρδιά του σταμάτησε να κτυπά στις 17 Αυγούστου του 1975, ενώ ήταν μόλις 48 ετών
Η συνέχεια γράφτηκε από τον Λάσε Βίρεν και μάλιστα με ρεπετισιόν, καθώς ο ακαταμάχητος Φινλανδός δρομέας πέτυχε το νταμπλ τόσο το 1972 στο Μόναχο (παρά την πτώση του στην εκκίνηση των 10 χιλιομέτρων) όσο και το 1976 στο Μόντρεαλ: αστυνομικός στο επάγγελμα, ο Βίρεν πέρασε για ένα φεγγάρι από το αμερικανικό κολέγιο (των μορμόνων) Μπρίγχαμ Γιανγκ, έκανε προπόνηση στα δάση της πατρίδας του και εισήγαγε μια (τότε θεωρούμενη) αθώα μορφή ντόπινγκ, με μεταγγίσεις αίματος που είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων του!
Το 1976 μετά τη νίκη του στα δέκα χιλιόμετρα, ο Βίρεν έβγαλε τα σπάικς του και έκανε τον γύρο του θριάμβου κρατώντας τα ψηλά: κατηγορήθηκε για εμπορευματοποίηση και κλήθηκε επειγόντως από τη ΔΟΕ, ενώπιον της οποίας απολογήθηκε λέγοντας ότι δεν είχε σκοπό να κάνει διαφήμιση, απλώς (από το πολύ τρέξιμο) τα πόδια του είχαν βγάλει φουσκάλες!
Τέσσερα χρόνια αργότερα στη Μόσχα εκπληρώθηκε επιτέλους το saga του Μίρουτς Γίφτερ: το 1972 ο «Yifter the Shifter» κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο δεκάρι, αλλά δεν εμφανίστηκε στην εκκίνηση του προκριματικού των 5.000 μ., επειδή καθυστέρησε στην τουαλέτα (!) , το 1976 έπεσε στην περίπτωση του μποϊκοτάζ των αφρικανικών χωρών, αλλά επέστρεψε δριμύτερος το 1980 και πήρε τη σκυτάλη από τον (πέμπτο στο δεκάρι) Βίρεν
Το μεγάλο μυστήριο με τον Γίφτερ ήταν πάντοτε η ηλικία του: ως έτος γεννήσεώς του επισήμως αναφερόταν το 1944, αλλά πολλοί έλεγαν ότι ήταν 42 ετών, ενώ ο ίδιος έδινε μια σιβυλλική απάντηση: «Εγώ δεν μετράω τα χρόνια. Οι άνθρωποι μπορούν να μου κλέψουν τις κότες και τα πρόβατα, αλλά δεν θα μου κλέψουν ποτέ την ηλικία μου»!
Σε αντίθεση με τον (αδιευκρίνιστης ηλικίας) Γίφτερ, ο συμπατριώτης του Κενενίσα Μπέκελε που πήρε τη σκυτάλη στα νταμπλ είναι δηλωμένος με ημερολογιακή ακρίβεια. Γεννημένος στις 13 Ιουνίου του 1982, ο Αιθίοπας δρομέας θα μπορούσε να επαναλάβει το κατόρθωμα του Βίρεν, αλλά το 2004 στην Αθήνα νίκησε μεν στο δεκάρι, βγήκε όμως δεύτερος στο πεντάρι, πίσω από τον Μαροκινό Χισάμ Ελ Γκερούζ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα στο Πεκίνο ο (σεσημασμένος για τις επιταχύνσεις του στα τελευταία μέτρα) Μπέκελε νίκησε και στα δυο αγωνίσματα, ενώ τις προάλλες στο Λονδίνο τερμάτισε τέταρτος στο δεκάρι
...και προχθές παρέδωσε και τα δυο δαχτυλίδια του στον Φάρα που -με τη σειρά του- τα μοιράστηκε με τον Τσώνη!
Πηγή: Goal
Εκτός από τον Αγγλο, εξίσου ξενέρωτοι θα ένιωσαν επίσης οι σπίκερ από τη Σομαλία και από το Τζιμπουτί, καθότι ο Φάρα ναι μεν εκπροσωπεί τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά γεννήθηκε στη Σομαλία, όπου ο Λονδρέζος πατέρας του πήγε για διακοπές και εκεί συνάντησε και ερωτεύθηκε τη μητέρα του, μεγάλωσε δε στο Τζιμπουτί.
Το 1991 η φάρα των Φάρα μετανάστευσε στο Λονδίνο και ο τότε οκτάχρονος Μο μπορεί να μην έγινε ποτέ αυτός που ονειρευόταν, αλλά θαρρώ πως έγινε κάποιος πολύ καλύτερος: ενώ, δηλαδή, ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο στην (αγαπημένη του) Αρσεναλ, στο τέλος κατάντησε «χρυσός» Ολυμπιονίκης, πρωταθλητής κόσμου και ο τελευταίος εθνικός ήρωας της Μεγάλης Βρετανίας.
Πλάκα πλάκα, μπορεί ο Βενγκέρ να έχασε έναν ταχύτατο δεξιό εξτρέμ, αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο βρήκε έναν δρομέα ο οποίος έγραψε το έβδομο κεφάλαιο μιας ιστορίας που, επειδή ακριβώς συμβαίνει σπανίως, έχει μεγάλη συλλεκτική αξία
Νικώντας πρώτα στα δέκα χιλιόμετρα και εν συνεχεία στο πεντάρι, ο Φάρα έγινε μόλις ο έβδομος δρομέας στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων που καταφέρνει να πετύχει το νταμπλ και να βάλει το όνομά του σε ένα πολύ κλειστό κλαμπ: αυτό το άνοιξε πριν από ενενήντα χρόνια στη Στοκχόλμη ένας Φινλανδός για χάρη του οποίου υψώθηκε και μάλιστα τρεις φορές (ελέω των νικών του στο πεντάρι, στο δεκάρι και στο cross country) η ρωσική σημαία!
Κτίστης στο επάγγελμα και φανατικός χορτοφάγος, ο Χάνες Κολεμάινεν ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Φινλανδίας, η οποία, ωστόσο, βρισκόταν υπό ρωσική κατοχή και γι' αυτό ο διάδοχός του Πάαβο Νούρμι είπε ότι «θα προτιμούσα χίλιες φορές να είχα χάσει, παρά να βλέπω μια ξένη σημασία να υψώνεται για τις νίκες μου»!
Πέρασαν σαράντα χρόνια και το 1952 ήταν γραφτό η πατρίδα του Κολεμάινεν να αποθεώσει τον δεύτερο δρομέα που πέτυχε το νταμπλ: τον «άνθρωπο-ατμομηχανή» (όπως επονομάστηκε εξαιτίας του ράθυμου στυλ και των βογκητών που έβγαζε) Εμίλ Ζάτοπεκ, έναν πρώην εργάτη σε φάμπρικα παπουτσιών ο οποίος εκπλήρωσε το απωθημένο του Λονδίνου και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο όχι μονάχα στα πέντε και στα δέκα χιλιόμετρα, αλλά και στον μαραθώνιο!
Εκτός από τα τρία δικά του χρυσά μετάλλια στο Ελσίνκι, ο «Εμίλ ο απαίσιος» (όπως τον χαρακτήρισαν οι δημοσιογράφοι για τα θορυβώδη αγκομαχητά και τις άσχημες γκριμάτσες του, λες και, όπως έγραφαν, είχε έναν σκορπιό σε κάθε παπούτσι του κι έναν πύθωνα τυλιγμένο στον λαιμό του) πανηγύρισε και ένα τέταρτο: εκείνο το οποίο κατέκτησε λίγη ώρα μετά τη νίκη του στα πέντε χιλιόμετρα η γυναίκα του Ντάνα Ινγκροβα-Ζατόπκοβα, με την οποία μάλιστα είχαν γεννηθεί ακριβώς την ίδια μέρα!
Τέσσερα χρόνια αργότερα στη Μελβούρνη, παρόντος του Ζάτοπεκ (που τερμάτισε έκτος στον μαραθώνιο, βλέποντας τον «αιώνιο» αντίπαλό του Γάλλο Αλέν Μιμούν να τερματίζει πρώτος), τη σκυτάλη στα νταμπλ πήρε ο γεννημένος στο Κολχόζ Σουμκάγια της Ουκρανίας και για ένα φεγγάρι ναυτικός στη Μαύρη Θάλασσα, Βολοντίμιρ Κουτς.
Ο ξανθομάλλης Σοβιετικός που άρχισε την καριέρα του σε ηλικία 23 ετών νίκησε και στα δυο αγωνίσματα, αφήνοντας πίσω του με τα απίθανα ντεμαράζ τον μεγάλο αντίπαλό του, τον Αγγλο Γκόρντον Πίρι, αλλά η δόξα του αποδείχθηκε βραχύβια: τέσσερα χρόνια αργότερα έπαθε το πρώτο έμφραγμα (το οποίο λέγεται ότι οφείλεται σε ένα πειραματικό πρόγραμμα προπονήσεων που εφάρμοσαν πάνω του οι Σοβιετικοί), ακολούθησαν άλλα τρία και η καρδιά του σταμάτησε να κτυπά στις 17 Αυγούστου του 1975, ενώ ήταν μόλις 48 ετών
Η συνέχεια γράφτηκε από τον Λάσε Βίρεν και μάλιστα με ρεπετισιόν, καθώς ο ακαταμάχητος Φινλανδός δρομέας πέτυχε το νταμπλ τόσο το 1972 στο Μόναχο (παρά την πτώση του στην εκκίνηση των 10 χιλιομέτρων) όσο και το 1976 στο Μόντρεαλ: αστυνομικός στο επάγγελμα, ο Βίρεν πέρασε για ένα φεγγάρι από το αμερικανικό κολέγιο (των μορμόνων) Μπρίγχαμ Γιανγκ, έκανε προπόνηση στα δάση της πατρίδας του και εισήγαγε μια (τότε θεωρούμενη) αθώα μορφή ντόπινγκ, με μεταγγίσεις αίματος που είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων του!
Το 1976 μετά τη νίκη του στα δέκα χιλιόμετρα, ο Βίρεν έβγαλε τα σπάικς του και έκανε τον γύρο του θριάμβου κρατώντας τα ψηλά: κατηγορήθηκε για εμπορευματοποίηση και κλήθηκε επειγόντως από τη ΔΟΕ, ενώπιον της οποίας απολογήθηκε λέγοντας ότι δεν είχε σκοπό να κάνει διαφήμιση, απλώς (από το πολύ τρέξιμο) τα πόδια του είχαν βγάλει φουσκάλες!
Τέσσερα χρόνια αργότερα στη Μόσχα εκπληρώθηκε επιτέλους το saga του Μίρουτς Γίφτερ: το 1972 ο «Yifter the Shifter» κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο δεκάρι, αλλά δεν εμφανίστηκε στην εκκίνηση του προκριματικού των 5.000 μ., επειδή καθυστέρησε στην τουαλέτα (!) , το 1976 έπεσε στην περίπτωση του μποϊκοτάζ των αφρικανικών χωρών, αλλά επέστρεψε δριμύτερος το 1980 και πήρε τη σκυτάλη από τον (πέμπτο στο δεκάρι) Βίρεν
Το μεγάλο μυστήριο με τον Γίφτερ ήταν πάντοτε η ηλικία του: ως έτος γεννήσεώς του επισήμως αναφερόταν το 1944, αλλά πολλοί έλεγαν ότι ήταν 42 ετών, ενώ ο ίδιος έδινε μια σιβυλλική απάντηση: «Εγώ δεν μετράω τα χρόνια. Οι άνθρωποι μπορούν να μου κλέψουν τις κότες και τα πρόβατα, αλλά δεν θα μου κλέψουν ποτέ την ηλικία μου»!
Σε αντίθεση με τον (αδιευκρίνιστης ηλικίας) Γίφτερ, ο συμπατριώτης του Κενενίσα Μπέκελε που πήρε τη σκυτάλη στα νταμπλ είναι δηλωμένος με ημερολογιακή ακρίβεια. Γεννημένος στις 13 Ιουνίου του 1982, ο Αιθίοπας δρομέας θα μπορούσε να επαναλάβει το κατόρθωμα του Βίρεν, αλλά το 2004 στην Αθήνα νίκησε μεν στο δεκάρι, βγήκε όμως δεύτερος στο πεντάρι, πίσω από τον Μαροκινό Χισάμ Ελ Γκερούζ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα στο Πεκίνο ο (σεσημασμένος για τις επιταχύνσεις του στα τελευταία μέτρα) Μπέκελε νίκησε και στα δυο αγωνίσματα, ενώ τις προάλλες στο Λονδίνο τερμάτισε τέταρτος στο δεκάρι
...και προχθές παρέδωσε και τα δυο δαχτυλίδια του στον Φάρα που -με τη σειρά του- τα μοιράστηκε με τον Τσώνη!
Πηγή: Goal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου