Η Εθνική εξακολουθεί να είναι, ίσως σήμερα περισσότερο από ποτέ, ό,τι
σιγά-σιγά έγινε στη ροή όλης αυτής της τελευταίας δεκαετίας. Μια νησίδα,
παντελώς και ευτυχώς ξένη προς το ευρύτερο περιβάλλον της. Πόσες
εστίες, στην τρέχουσα γύρω-γύρω πραγματικότητα, βρίσκει πια ο Ελληνας να
νιώθει καλά (όχι υπερήφανος και λοιπές ανοησίες, απλώς να νιώθει καλά)
για το ότι είναι Ελληνας;
Αύγουστος-Οκτώβριος 2010, απ’ τα εννέα χρόνια Ρεχάγκελ στον πρώτο κύκλο Φερνάντο Σάντος, η εποχή ήταν πολύ πιο ντελικάτη. Η εποχή της μετάβασης. Με τις αναμενόμενες, σε τέτοιες φάσεις, μικροαναταράξεις η μετάβαση κύλησε βελούδινα. Οι κανόνες επιβλήθηκαν. Αύγουστος-Οκτώβριος 2012, απ’ τον πρώτο κύκλο Φερνάντο Σάντος στον δεύτερο κύκλο Φερνάντο Σάντος, η μετάβαση είναι το ίδιο βελούδο δίχως καν τις αναταράξεις. Οι κανόνες, πλέον λειτουργούν αυτονόητα.
Το νερό δεν βρίσκει να ξεφύγει απ’ το αυλάκι. Όλα, είναι αυλάκι. Στο καλά περιχαρακωμένο αυλάκι, το νερό ρέει προς μία κατεύθυνση. Τη μία και μοναδική εφικτή, την κοινή, κατεύθυνση. Ολοι συμπαρασύρονται σ’αυτήν. Στο αυλάκι δίχως τη στεγανή περιχαράκωση, το ίδιο νερό θ’ αρχίσει λίγο-λίγο να χύνεται αριστερά και δεξιά. Κι όσο κυλήσει ευθεία μπροστά, λιγοστεύει και στο τέλος στερεύει.
Τα δύο ματς τώρα, τα τέσσερα ματς μαζί μ’ εκείνα του Σεπτεμβρίου, τα πέντε με το φιλικό του Αυγούστου, όποιος τα είδε, και να μη ήξερε πάλι εύκολα καταλάβαινε ότι είναι στίβοι μάχης, οικείοι. Ότι η Εθνική έχει περάσει, ξανά και ξανά και ξανά, απ’ αυτούς. Τους ξέρει. Την κάθε κακοτοπιά, την κάθε λεπτομέρεια, την κάθε απότομη στροφή, πού έχει πέτρες, πού είναι το ίσωμα, πού θα γκαζώσει ή θα φρενάρει.
Η ελληνική ομάδα έχασε, με τα χρόνια, την ευκαιριακή πιθανότητα να την υποτιμήσει κανείς. Κέρδισε, τα ίδια αυτά χρόνια, τον μόνιμο σεβασμό των άλλων. Οσο μόνιμη είναι η θέση της, πάνω-κάτω απ’ το νούμερο-8 ως το νούμερο-15, στην παγκόσμια κατάταξη. Κέρδισε τον σεβασμό διότι, πρώτα, έχει και δείχνει αυτοσεβασμό. Ενας σεβασμός, που συχνά εκφράζεται και σαν φόβος. Των άλλων, για την Ελλάδα.
Θυμάμαι, τον Δεκαπενταύγουστο στο Οσλο, το αγκομαχητό των Νορβηγών να (παρ)ακολουθήσουν το παιγνίδι της Εθνικής. Είδα, την περασμένη Παρασκευή στον Πειραιά, την επιφυλακτικότητα των Βόσνιων. Νορμάλ, όλα. Εάν δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει, η ομάδα σε προκριματικό παιγνίδι, Μουντιάλ ή EURO, εντός έδρας ή εκτός, με μεγάλο αντίπαλο ή με μικρό, είναι αήττητη απ’ τον Σεπτέμβριο του 2009 στη Βασιλεία…
Τι μπορεί να διαλύσει τη «γραμμή» του αυλακιού; Ένα πράγμα, μόνον. Οσοι περίεργοι, νεόκοποι στην πλειονότητά τους, γέμισαν τις business class θέσεις του τσάρτερ κατά την επιστροφή απ’ τη Μπρατισλάβα. Εκείνοι, δηλαδή, που ξανάδωσαν ζωή σ’ ένα ξεχασμένο φάντασμα. Το φάντασμα του παλαιοπαραγοντισμού. Ο φρέσκος πρόεδρος της ΕΠΟ, είτε θα τα σκοτώσει αυτά τώρα που ακόμη είναι μικρά, είτε θα χαλάσει ένα πράγμα που, ενώ κοστίζει ελάχιστα, εγγυημένα θα του φέρνει στο ταμείο, ανά διετία, καμιά δεκαπενταριά εκατομμύρια ευρώ.
Οσο η γραμμή μένει απείραχτη, πού και πού θα γκρινιάζουμε για άσχημες νίκες. Όταν η γραμμή πειραχθεί, κατά κόρον θα επαινούμε ωραίες ήττες. Αλλά το πρώτο, δηλοί η προτέρα εμπειρία, έχει πιο πολλή πλάκα απ’ το δεύτερο…
Αύγουστος-Οκτώβριος 2010, απ’ τα εννέα χρόνια Ρεχάγκελ στον πρώτο κύκλο Φερνάντο Σάντος, η εποχή ήταν πολύ πιο ντελικάτη. Η εποχή της μετάβασης. Με τις αναμενόμενες, σε τέτοιες φάσεις, μικροαναταράξεις η μετάβαση κύλησε βελούδινα. Οι κανόνες επιβλήθηκαν. Αύγουστος-Οκτώβριος 2012, απ’ τον πρώτο κύκλο Φερνάντο Σάντος στον δεύτερο κύκλο Φερνάντο Σάντος, η μετάβαση είναι το ίδιο βελούδο δίχως καν τις αναταράξεις. Οι κανόνες, πλέον λειτουργούν αυτονόητα.
Το νερό δεν βρίσκει να ξεφύγει απ’ το αυλάκι. Όλα, είναι αυλάκι. Στο καλά περιχαρακωμένο αυλάκι, το νερό ρέει προς μία κατεύθυνση. Τη μία και μοναδική εφικτή, την κοινή, κατεύθυνση. Ολοι συμπαρασύρονται σ’αυτήν. Στο αυλάκι δίχως τη στεγανή περιχαράκωση, το ίδιο νερό θ’ αρχίσει λίγο-λίγο να χύνεται αριστερά και δεξιά. Κι όσο κυλήσει ευθεία μπροστά, λιγοστεύει και στο τέλος στερεύει.
Τα δύο ματς τώρα, τα τέσσερα ματς μαζί μ’ εκείνα του Σεπτεμβρίου, τα πέντε με το φιλικό του Αυγούστου, όποιος τα είδε, και να μη ήξερε πάλι εύκολα καταλάβαινε ότι είναι στίβοι μάχης, οικείοι. Ότι η Εθνική έχει περάσει, ξανά και ξανά και ξανά, απ’ αυτούς. Τους ξέρει. Την κάθε κακοτοπιά, την κάθε λεπτομέρεια, την κάθε απότομη στροφή, πού έχει πέτρες, πού είναι το ίσωμα, πού θα γκαζώσει ή θα φρενάρει.
Η ελληνική ομάδα έχασε, με τα χρόνια, την ευκαιριακή πιθανότητα να την υποτιμήσει κανείς. Κέρδισε, τα ίδια αυτά χρόνια, τον μόνιμο σεβασμό των άλλων. Οσο μόνιμη είναι η θέση της, πάνω-κάτω απ’ το νούμερο-8 ως το νούμερο-15, στην παγκόσμια κατάταξη. Κέρδισε τον σεβασμό διότι, πρώτα, έχει και δείχνει αυτοσεβασμό. Ενας σεβασμός, που συχνά εκφράζεται και σαν φόβος. Των άλλων, για την Ελλάδα.
Θυμάμαι, τον Δεκαπενταύγουστο στο Οσλο, το αγκομαχητό των Νορβηγών να (παρ)ακολουθήσουν το παιγνίδι της Εθνικής. Είδα, την περασμένη Παρασκευή στον Πειραιά, την επιφυλακτικότητα των Βόσνιων. Νορμάλ, όλα. Εάν δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει, η ομάδα σε προκριματικό παιγνίδι, Μουντιάλ ή EURO, εντός έδρας ή εκτός, με μεγάλο αντίπαλο ή με μικρό, είναι αήττητη απ’ τον Σεπτέμβριο του 2009 στη Βασιλεία…
Τι μπορεί να διαλύσει τη «γραμμή» του αυλακιού; Ένα πράγμα, μόνον. Οσοι περίεργοι, νεόκοποι στην πλειονότητά τους, γέμισαν τις business class θέσεις του τσάρτερ κατά την επιστροφή απ’ τη Μπρατισλάβα. Εκείνοι, δηλαδή, που ξανάδωσαν ζωή σ’ ένα ξεχασμένο φάντασμα. Το φάντασμα του παλαιοπαραγοντισμού. Ο φρέσκος πρόεδρος της ΕΠΟ, είτε θα τα σκοτώσει αυτά τώρα που ακόμη είναι μικρά, είτε θα χαλάσει ένα πράγμα που, ενώ κοστίζει ελάχιστα, εγγυημένα θα του φέρνει στο ταμείο, ανά διετία, καμιά δεκαπενταριά εκατομμύρια ευρώ.
Οσο η γραμμή μένει απείραχτη, πού και πού θα γκρινιάζουμε για άσχημες νίκες. Όταν η γραμμή πειραχθεί, κατά κόρον θα επαινούμε ωραίες ήττες. Αλλά το πρώτο, δηλοί η προτέρα εμπειρία, έχει πιο πολλή πλάκα απ’ το δεύτερο…
πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου