Το
ζητούμενο στο χθεσινό ντέρμπι δεν ήταν να κερδίσει ο Ολυμπιακός ή ο
Παναθηναϊκός ούτε να μοιραστούν οι αντίπαλοι με τον καλύτερο δυνατό
τρόπο. Όχι. Το ζητούμενο ήταν να κερδίσουν και οι δύο.
Να βγουν από Δευτέρα στις αγορές αισιόδοξοι, δυνατοί και μπαρουτοκαπνισμένοι. Να πείσουν για τη δύναμή τους όχι τόσο το τυφλό τους κοινό ή τους προσεχείς αντιπάλους, αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό. Να τελειώσουν το Top-16 χωρίς να ξεφύγουν από το ρεζερβουάρ σταγόνες ηθικού και σιγουριάς.
Από αυτή την άποψη, το σενάριο του ντέρμπι ήταν ιδανικό. Ήταν ένα τέλειο ματς προετοιμασίας για τις τιτανομαχίες που έρχονται και άφησε τις δύο ομάδες ήρεμες και κατασταλαγμένες. Οι «κόκκινοι» και οι «πράσινοι» κυκλοφορούν σήμερα με το κεφάλι ψηλά. Στην πραγματικότητα, κέρδισαν χθες και οι δύο.
Μαζί τους κέρδισε το ελληνικό μπάσκετ, το οποίο διαφημίστηκε στις εκατόν-τόσες χώρες που μετέδωσαν τον αγώνα. Ευτυχώς, οι φίλαθλοι της Ταϊλάνδης, της Νιγηρίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ντομινίκα και της Παραγουάης δεν έχουν τρόπο να διαβάσουν τα απύθμενης ανοησίας σχόλια με τα οποία πλημμύρισαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα «φόρα» των φανατικών. Παίκτες και προπονητές αυτού τους βεληνεκούς αξίζουν καλύτερο κοινό.
Και καλύτερες εφημερίδες, για να μη ξεχνιόμαστε.
Πάμε παρακάτω. Ο Ολυμπιακός νίκησε τον Παναθηναϊκό, αλλά ο Παναθηναϊκός κέρδισε. Κέρδισε, επειδή έφερε άλλο ένα ντέρμπι στα μέτρα του, προκάλεσε βραχυκυκλώματα στον φορμαρισμένο πρωταθλητή Ευρώπης, πέρασε με λούστρο την επιτυχημένη συνταγή των προηγούμενων αγώνων, απέδειξε ότι δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τα μεγαθήρια της Ευρώπης, μπήκε στην τελική ευθεία δυνατός και πλήρης.
Η μέθοδός του είναι φυσικά βγαλμένη από τις διδαχές του Αργύρη Πεδουλάκη, αλλά ο Φραγκίσκος Αλβέρτης προσθέτει σιγά σιγά τα στοιχεία που εξαρχής υποσχέθηκε. Ταχύτητα στην εκτέλεση. Περισσότερη σπιρτάδα. Φρεσκάδα και πλουραλισμό. Πιο ανοιχτό «rotation».
Η παρουσία του Κάρι και του Ράιτ στην περιφερειακή γραμμή δημιουργεί υπεροπλία και καθαρίζει τη σκουριά των δύο κατάκοπων βασικών που σήκωσαν το βάρος στο πρώτο τετράμηνο. Πόσοι πρόσεξαν ότι ο Ούκιτς έμεινε στον πάγκο μετά το 25ο λεπτό; Πόσοι πρόσεξαν ότι ο Παναθηναϊκός έπαιξε το καλύτερο μπάσκετ του όταν ο Διαμαντίδης καθόταν στον πάγκο;
Ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης έκανε θραύση όχι ως υπηρεσιακό «τεσσάρι» παραδοσιακού τύπου, αλλά από τη θέση «5», όπου έδωσε ανάσες στον ασθενή Λάσμε και έδωσε άλη διάσταση. Ο Αντρέα Τρινκιέρι τον έβλεπε από την τηλεόραση στο μακρυνό Καζάν και μελαγχολούσε. Κάτι τέτοιο είχε στο μυαλό του όταν έβγαζε τον Μαυροκεφαλίδη στην πρώτη γραμμή τις μέρες του Ευρωμπάσκετ.
Κέρδισε, όμως, και ο Ολυμπιακός. Το πλάνο του Γιώργου Μπαρτζώκα, με το επίμονο τάισμα των ψηλών, χτύπησε αλύπητα τους «πράσινους» στην αχίλλειο πτέρνα τους, άσχετα αν οι χαμένες βολές και τα άτσαλα λέι-απ υπονόμευσαν το αποτέλεσμα.
Η υπεροχή στα ριμπάουντ (40-30 συνολικά, 13-4 τα επιθετικά), το 52% στα δίποντα, οι 17 ασίστ και οι 14 βολές από φάουλ στους ψηλούς είναι αριθμοί νίκης. Στον πρώτο αγώνα, όπου κέρδισε ο Παναθηναϊκός, οι «ερυθρόλευκοι» σέντερ εκτέλεσαν ακριβώς 1 ελεύθερη βολή. Οι διάδρομοι προς την αντίπαλη ρακέτα ήσαν ερμητικά κλειστοί.
Ο Ολυμπιακός γύρισε το χθεσινό ματς με συνταγή Κωνσταντινούπολης: γέμισε την άμυνά του με χέρια-κλαδιά και σκαρφάλωσε στους ώμους των άοκνων πιτσιρικάδων, Μάντζαρη και Σλούκα. Όταν οι δυό τους δρομολόγησαν την πρώτη αντεπίθεση, μετά το 29-41, ο Σπανούλης καθόταν στον πάγκο, όπου μάλιστα επέστρεψε στα μισά της δ’ περιόδου.
Ο Σλούκας έβαλε και τα τέσσερα τρίποντά του όταν η μπάλα ζύγιζε τόννους: στο 35-41, στο 53-60, στο 56-62 (μετά το κλέψιμο-κλειδί του Παπαπέτρου), στο 63-63. Ο Μάντζαρης θυμίζει ολοένα περισσότερο τον Διαμαντίδη στα νιάτα του. Στους τελευταίους 5 αγώνες του Top-16 είχε μέσο όρο 6,6 ριμπάουντ και 6 ασίστ, αλλά χθες έβαλε και 11 πολύτιμους πόντους, σχεδόν όλους στο δεύτερο ημίχρονο.
Ο Παπαπέτρου ήταν ο αφανής ήρωας, όχι μόνο χθες, αλλά και στις εβδομάδες που προηγήθηκαν, αφού βοήθησε ώστε να περάσει σχεδόν απαρατήρητη –και πάντως χωρίς απώλειες- η απουσία του τραυματισμένου Περπέρογλου. Στα πλέι-οφ, ο Ολυμπιακός θα εμφανιστεί πλήρης, με εξαίρεση φυσικά τον Λο. Ο Γιώργος Πρίντεζης επέστρεψε στις προπονήσεις. Δύσκολα θα ξαναπάει στην άκρη του πάγκου ο θαρραλέος Παπαπέτρου.
Εάν ο αγώνας τελείωνε στο 39:30, θα μιλούσαμε σήμερα για την μαύρη βραδιά των Σπανούλη, Διαμαντίδη και θα ψάχναμε να βρούμε πότε άλλοτε έπαιξαν και οι δύο άσχημα, στο ίδιο ντέρμπι, χωρίς μάλιστα να παρασύρουν στη μετριότητα τις δύο ομάδες. Κατά κάποιον τρόπο, ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός έζησαν χθες βραδιά απογαλακτισμού. Θα υπάρξουν και άλλες τέτοιες στο μέλλον.
Ωστόσο, είναι χρήσιμο να κλείσουμε τα αυτιά στις άναρθρες κραυγές και να ακούσουμε την ετυμηγορία των ειδικών. Η μικρή Ντριμ-Τιμ που στήθηκε χθες στο στούντιο της Nova, με Φώτη Κατσικάρη και Ηλία Ζούρο, επισήμανε ότι οι δύο ηγέτες χειρίστηκαν την κακή τους βραδιά πολύ σωστά και ώριμα. Ξεφορτώθηκαν γρήγορα τη μπάλα, έβαλαν τους άλλους στο παιχνίδι και προκαλούσαν σύγχυση στην αντίπαλη άμυνα, η οποία σπανίως ήταν έτοιμη να προσαρμοστεί γοργά σε νέα δεδομένα.
Είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλα τα κρίσιμα σουτ του Σλούκα, του Μάντζαρη έγιναν δίχως πίεση; Όχι. Από τα πρώτα λεπτά κιόλας, ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε επιθετικά τον Σπανούλη και περίμενε ταμπουρωμένος πίσω στα τελευταία 10 δευτερόλεπτα της επίθεσης, ώστε να φρακάρει τους διαδρόμους και να μπλοκάρει τις διεισδύσεις και τις πάσες του «ερυθρόλευκου» αρχηγού.
Περίπου το ίδιο έκανε και ο Ολυμπιακός, με αιχμή τον Μάντζαρη, ο οποίος πάσχισε να αποκόψει τον Διαμαντίδη από τους συμπαίκτες του και να αφήσει τη δημιουργία στον Ούκιτς ή στον Ράιτ.
Οι δύο προπονητές χειρίστηκαν το «πρόβλημα» χωρίς φόβο, αλλά με τόλμη. Τόσο ο Σπανούλης όσο και ο Διαμαντίδης έπαιξαν λιγότερο από 25 λεπτά. Είχαν αμφότεροι αρνητικό συντελεστή, μέχρι που σηκώθηκε ο Σπανούλης για το νικητήριο τρίποντο. Τη φάση που έκρινε το ντέρμπι, ο μετρ της άμυνας Διαμαντίδης την είδε από τον πάγκο. Απίστευτο, αλλά αληθινό. Γιατί, άραγε;
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας έλεγε χθες ότι το ντέρμπι έκλεισε με τον ιδανικό για την ομάδα του τρόπο. Μιλούσε με ορίζοντα όχι τα πλέι-οφ της Ευρωλίγκας, όσο τους τελικούς της Α1, όταν θα ξαναβρεθεί στον δρόμο του ο Παναθηναϊκός. Απέναντι στην ΤΣΣΚΑ και στη Ρεάλ, δεν έχει να αντιμετωπίσει τέτοιον κυκεώνα συναισθημάτων ο Σπανούλης. Οι ξένοι έχουν ψυχολογικά απέναντί του μετά απ’όσα τράβηξαν στα τελευταία φάιναλ-φορ, όχι αυτός!
Νομίζω, πάντως, ότι ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε με τρόπο λανθασμένο τις δύο τελευταίες φάσεις. Υπερτίμησε την αμυντική ικανότητα του Γκιστ ή ίσως αποφάσισε να παίξει με το μυαλό του Σπανούλη: «Ελα, να το χάσεις μόνος σου»!
Στην προσωπική μονομαχία του με τον αβοήθητο Αμερικανό, στα 23’’ πριν τη λήξη, ο σχετικά ξεκούραστος κάπτεν του Ολυμπιακού ήταν ακλόνητο φαβορί από τη στιγμή που πάτησε την αντίπαλη ρακέτα. Μάλλον ο Αλβέρτης φοβήθηκε ασίστ αλα-Κωνσταντινούπολη και προτίμησε να μη δώσει βοήθεια με δεύτερο παίκτη.
Οσο για την τελευταία φάση, ο ζεστός Σλούκας έγινε δόλωμα για την άμυνα και ο Σπανούλης δημιούργησε χωρίς δυσκολία τον χώρο που χρειαζόταν για να σουτάρει πάνω από το κεφάλι του Γκιστ, έστω από 8 μέτρα δρόμο.
Η φάση μού θύμισε εκείνο το φονικό buzzer-beater του στον αγώνα Ελλάδας-Κροατίας στο Ευρωμπάσκετ του 2007 στη Μαδρίτη: ίδια γωνία, ίδιο στυλ, ίδια απόσταση, ίδια πίεση, με το αποτέλεσμα και τότε ισόπαλο. Μόνο που ο Πλάνινιτς δεν είναι Γκιστ…
Να βγουν από Δευτέρα στις αγορές αισιόδοξοι, δυνατοί και μπαρουτοκαπνισμένοι. Να πείσουν για τη δύναμή τους όχι τόσο το τυφλό τους κοινό ή τους προσεχείς αντιπάλους, αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό. Να τελειώσουν το Top-16 χωρίς να ξεφύγουν από το ρεζερβουάρ σταγόνες ηθικού και σιγουριάς.
Από αυτή την άποψη, το σενάριο του ντέρμπι ήταν ιδανικό. Ήταν ένα τέλειο ματς προετοιμασίας για τις τιτανομαχίες που έρχονται και άφησε τις δύο ομάδες ήρεμες και κατασταλαγμένες. Οι «κόκκινοι» και οι «πράσινοι» κυκλοφορούν σήμερα με το κεφάλι ψηλά. Στην πραγματικότητα, κέρδισαν χθες και οι δύο.
Μαζί τους κέρδισε το ελληνικό μπάσκετ, το οποίο διαφημίστηκε στις εκατόν-τόσες χώρες που μετέδωσαν τον αγώνα. Ευτυχώς, οι φίλαθλοι της Ταϊλάνδης, της Νιγηρίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ντομινίκα και της Παραγουάης δεν έχουν τρόπο να διαβάσουν τα απύθμενης ανοησίας σχόλια με τα οποία πλημμύρισαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα «φόρα» των φανατικών. Παίκτες και προπονητές αυτού τους βεληνεκούς αξίζουν καλύτερο κοινό.
Και καλύτερες εφημερίδες, για να μη ξεχνιόμαστε.
Πάμε παρακάτω. Ο Ολυμπιακός νίκησε τον Παναθηναϊκό, αλλά ο Παναθηναϊκός κέρδισε. Κέρδισε, επειδή έφερε άλλο ένα ντέρμπι στα μέτρα του, προκάλεσε βραχυκυκλώματα στον φορμαρισμένο πρωταθλητή Ευρώπης, πέρασε με λούστρο την επιτυχημένη συνταγή των προηγούμενων αγώνων, απέδειξε ότι δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τα μεγαθήρια της Ευρώπης, μπήκε στην τελική ευθεία δυνατός και πλήρης.
Η μέθοδός του είναι φυσικά βγαλμένη από τις διδαχές του Αργύρη Πεδουλάκη, αλλά ο Φραγκίσκος Αλβέρτης προσθέτει σιγά σιγά τα στοιχεία που εξαρχής υποσχέθηκε. Ταχύτητα στην εκτέλεση. Περισσότερη σπιρτάδα. Φρεσκάδα και πλουραλισμό. Πιο ανοιχτό «rotation».
Η παρουσία του Κάρι και του Ράιτ στην περιφερειακή γραμμή δημιουργεί υπεροπλία και καθαρίζει τη σκουριά των δύο κατάκοπων βασικών που σήκωσαν το βάρος στο πρώτο τετράμηνο. Πόσοι πρόσεξαν ότι ο Ούκιτς έμεινε στον πάγκο μετά το 25ο λεπτό; Πόσοι πρόσεξαν ότι ο Παναθηναϊκός έπαιξε το καλύτερο μπάσκετ του όταν ο Διαμαντίδης καθόταν στον πάγκο;
Ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης έκανε θραύση όχι ως υπηρεσιακό «τεσσάρι» παραδοσιακού τύπου, αλλά από τη θέση «5», όπου έδωσε ανάσες στον ασθενή Λάσμε και έδωσε άλη διάσταση. Ο Αντρέα Τρινκιέρι τον έβλεπε από την τηλεόραση στο μακρυνό Καζάν και μελαγχολούσε. Κάτι τέτοιο είχε στο μυαλό του όταν έβγαζε τον Μαυροκεφαλίδη στην πρώτη γραμμή τις μέρες του Ευρωμπάσκετ.
Κέρδισε, όμως, και ο Ολυμπιακός. Το πλάνο του Γιώργου Μπαρτζώκα, με το επίμονο τάισμα των ψηλών, χτύπησε αλύπητα τους «πράσινους» στην αχίλλειο πτέρνα τους, άσχετα αν οι χαμένες βολές και τα άτσαλα λέι-απ υπονόμευσαν το αποτέλεσμα.
Η υπεροχή στα ριμπάουντ (40-30 συνολικά, 13-4 τα επιθετικά), το 52% στα δίποντα, οι 17 ασίστ και οι 14 βολές από φάουλ στους ψηλούς είναι αριθμοί νίκης. Στον πρώτο αγώνα, όπου κέρδισε ο Παναθηναϊκός, οι «ερυθρόλευκοι» σέντερ εκτέλεσαν ακριβώς 1 ελεύθερη βολή. Οι διάδρομοι προς την αντίπαλη ρακέτα ήσαν ερμητικά κλειστοί.
Ο Ολυμπιακός γύρισε το χθεσινό ματς με συνταγή Κωνσταντινούπολης: γέμισε την άμυνά του με χέρια-κλαδιά και σκαρφάλωσε στους ώμους των άοκνων πιτσιρικάδων, Μάντζαρη και Σλούκα. Όταν οι δυό τους δρομολόγησαν την πρώτη αντεπίθεση, μετά το 29-41, ο Σπανούλης καθόταν στον πάγκο, όπου μάλιστα επέστρεψε στα μισά της δ’ περιόδου.
Ο Σλούκας έβαλε και τα τέσσερα τρίποντά του όταν η μπάλα ζύγιζε τόννους: στο 35-41, στο 53-60, στο 56-62 (μετά το κλέψιμο-κλειδί του Παπαπέτρου), στο 63-63. Ο Μάντζαρης θυμίζει ολοένα περισσότερο τον Διαμαντίδη στα νιάτα του. Στους τελευταίους 5 αγώνες του Top-16 είχε μέσο όρο 6,6 ριμπάουντ και 6 ασίστ, αλλά χθες έβαλε και 11 πολύτιμους πόντους, σχεδόν όλους στο δεύτερο ημίχρονο.
Ο Παπαπέτρου ήταν ο αφανής ήρωας, όχι μόνο χθες, αλλά και στις εβδομάδες που προηγήθηκαν, αφού βοήθησε ώστε να περάσει σχεδόν απαρατήρητη –και πάντως χωρίς απώλειες- η απουσία του τραυματισμένου Περπέρογλου. Στα πλέι-οφ, ο Ολυμπιακός θα εμφανιστεί πλήρης, με εξαίρεση φυσικά τον Λο. Ο Γιώργος Πρίντεζης επέστρεψε στις προπονήσεις. Δύσκολα θα ξαναπάει στην άκρη του πάγκου ο θαρραλέος Παπαπέτρου.
Εάν ο αγώνας τελείωνε στο 39:30, θα μιλούσαμε σήμερα για την μαύρη βραδιά των Σπανούλη, Διαμαντίδη και θα ψάχναμε να βρούμε πότε άλλοτε έπαιξαν και οι δύο άσχημα, στο ίδιο ντέρμπι, χωρίς μάλιστα να παρασύρουν στη μετριότητα τις δύο ομάδες. Κατά κάποιον τρόπο, ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός έζησαν χθες βραδιά απογαλακτισμού. Θα υπάρξουν και άλλες τέτοιες στο μέλλον.
Ωστόσο, είναι χρήσιμο να κλείσουμε τα αυτιά στις άναρθρες κραυγές και να ακούσουμε την ετυμηγορία των ειδικών. Η μικρή Ντριμ-Τιμ που στήθηκε χθες στο στούντιο της Nova, με Φώτη Κατσικάρη και Ηλία Ζούρο, επισήμανε ότι οι δύο ηγέτες χειρίστηκαν την κακή τους βραδιά πολύ σωστά και ώριμα. Ξεφορτώθηκαν γρήγορα τη μπάλα, έβαλαν τους άλλους στο παιχνίδι και προκαλούσαν σύγχυση στην αντίπαλη άμυνα, η οποία σπανίως ήταν έτοιμη να προσαρμοστεί γοργά σε νέα δεδομένα.
Είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλα τα κρίσιμα σουτ του Σλούκα, του Μάντζαρη έγιναν δίχως πίεση; Όχι. Από τα πρώτα λεπτά κιόλας, ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε επιθετικά τον Σπανούλη και περίμενε ταμπουρωμένος πίσω στα τελευταία 10 δευτερόλεπτα της επίθεσης, ώστε να φρακάρει τους διαδρόμους και να μπλοκάρει τις διεισδύσεις και τις πάσες του «ερυθρόλευκου» αρχηγού.
Περίπου το ίδιο έκανε και ο Ολυμπιακός, με αιχμή τον Μάντζαρη, ο οποίος πάσχισε να αποκόψει τον Διαμαντίδη από τους συμπαίκτες του και να αφήσει τη δημιουργία στον Ούκιτς ή στον Ράιτ.
Οι δύο προπονητές χειρίστηκαν το «πρόβλημα» χωρίς φόβο, αλλά με τόλμη. Τόσο ο Σπανούλης όσο και ο Διαμαντίδης έπαιξαν λιγότερο από 25 λεπτά. Είχαν αμφότεροι αρνητικό συντελεστή, μέχρι που σηκώθηκε ο Σπανούλης για το νικητήριο τρίποντο. Τη φάση που έκρινε το ντέρμπι, ο μετρ της άμυνας Διαμαντίδης την είδε από τον πάγκο. Απίστευτο, αλλά αληθινό. Γιατί, άραγε;
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας έλεγε χθες ότι το ντέρμπι έκλεισε με τον ιδανικό για την ομάδα του τρόπο. Μιλούσε με ορίζοντα όχι τα πλέι-οφ της Ευρωλίγκας, όσο τους τελικούς της Α1, όταν θα ξαναβρεθεί στον δρόμο του ο Παναθηναϊκός. Απέναντι στην ΤΣΣΚΑ και στη Ρεάλ, δεν έχει να αντιμετωπίσει τέτοιον κυκεώνα συναισθημάτων ο Σπανούλης. Οι ξένοι έχουν ψυχολογικά απέναντί του μετά απ’όσα τράβηξαν στα τελευταία φάιναλ-φορ, όχι αυτός!
Νομίζω, πάντως, ότι ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε με τρόπο λανθασμένο τις δύο τελευταίες φάσεις. Υπερτίμησε την αμυντική ικανότητα του Γκιστ ή ίσως αποφάσισε να παίξει με το μυαλό του Σπανούλη: «Ελα, να το χάσεις μόνος σου»!
Στην προσωπική μονομαχία του με τον αβοήθητο Αμερικανό, στα 23’’ πριν τη λήξη, ο σχετικά ξεκούραστος κάπτεν του Ολυμπιακού ήταν ακλόνητο φαβορί από τη στιγμή που πάτησε την αντίπαλη ρακέτα. Μάλλον ο Αλβέρτης φοβήθηκε ασίστ αλα-Κωνσταντινούπολη και προτίμησε να μη δώσει βοήθεια με δεύτερο παίκτη.
Οσο για την τελευταία φάση, ο ζεστός Σλούκας έγινε δόλωμα για την άμυνα και ο Σπανούλης δημιούργησε χωρίς δυσκολία τον χώρο που χρειαζόταν για να σουτάρει πάνω από το κεφάλι του Γκιστ, έστω από 8 μέτρα δρόμο.
Η φάση μού θύμισε εκείνο το φονικό buzzer-beater του στον αγώνα Ελλάδας-Κροατίας στο Ευρωμπάσκετ του 2007 στη Μαδρίτη: ίδια γωνία, ίδιο στυλ, ίδια απόσταση, ίδια πίεση, με το αποτέλεσμα και τότε ισόπαλο. Μόνο που ο Πλάνινιτς δεν είναι Γκιστ…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου