Στο Έλαντ Ρόουντ, όπου η Λιντς ηττήθηκε με το συγκεκριμένο σκορ από την
Νότιγχαμ Φόρεστ για την Τσάμπιονσιπ της Αγγλίας, το αποτέλεσμα είχε και
σημειολογική σημασία. Συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις δύο ομάδες δεν
είναι άλλος από τον θρυλικό Μπράιαν Κλαφ. Στη μεν Λιντς έζησε την
απόλυτη απαξίωση, στη δε Φόρεστ, την απόλυτη δικαίωση.
Το καταστροφικό πέρασμα του Κλαφ από τα «Παγώνια» το 1974 είναι λίγο-πολύ γνωστό. Κατάφερε να μείνει στο Ελαντ Ρόουντ για μόλις 44 μέρες, οδηγώντας την πρωταθλήτρια Λιντς στο χειρότερο ξεκίνημα των τελευταίων 15 χρόνων της. Η εμπειρία του αυτή αποτέλεσε μάλιστα αντικείμενο για το βιβλίο του Ντέιβιντ Πις, «Καταραμένη ομάδα», το οποίο μάλιστα μεταφέρθηκε στις οθόνες από τον αξιόλογο σκηνοθέτη Τομ Χούπερ. Τόσο το βιβλίο, όσο και η ταινία απέσπασαν πολύ καλές κριτικές. Κυρίως όμως το πρώτο, είχε και αρκετές ανακρίβειες και μυθοπλαστικά στοιχεία, τα οποία δυσαρέστησαν την οικογένεια του Κλαφ τόσο, ώστε να μη δώσει το παρών στην πρεμιέρα της ταινίας. Η ζωή του είχε προσαρμοστεί στο βιβλίο έτσι ώστε να «πουλήσει» περισσότερο, μόνο που πολλοί από τους αναγνώστες είχαν την αίσθηση ότι διάβαζαν μια βιογραφία. Ο πρώην παίκτης της Λιντς, Τζόνι Τζάιλς, μήνυσε τους εκδότες του βιβλίου για ψεύδη.
Ο Μπράιαν Κλαφ αποτέλεσε μία προπονητική ιδιοφυΐα, με μοναδικά επιτεύγματα στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Ο χαρακτήρας και το ταμπεραμέντο του όμως, του προσέδωσαν ένα προφίλ σκοτεινό. Αυτοκαστροφικός, αλκοολικός, παρανοϊκός ήταν μερικά από τα προσωνύμια που του δόθηκαν. Άλλα σωστά και άλλα λανθασμένα.
Πήγε στη Λιντς έχοντας πραγματοποιήσει ένα ποδοσφαρικό θαύμα με την Ντέρμπι Κάουντι, μία μικρή επαρχιακή ομάδα από τα Ανατολικά Μίντλαντς, καταδικασμένη να βολοδέρνει στην δεύτερη κατηγορία της χώρας, την τότε Second Division. Μαζί με το δεξί του χέρι, Πίτερ Τέιλορ, ο Κλαφ κατάφερε να χτίσει ένα σύνολο που σε τέσσερα χρόνια κατάφερε να κατακτήσει το Πρωτάθλημα, το πρώτο στην ιστορία του. Η συνήθεια του Κλαφ να δρα χωρίς να ρωτάει, τα καυστικά άρθρα του σε εφημερίδες και οι εμφανίσεις του στην τηλεόραση είχαν εξοργίσει τον πρόεδρο της ομάδας και παρά την απίστευτη επιτυχία, έκανε δεκτή την παραίτησή του. Η πόλη στάθηκε στο πλευρό του «Κλάφι», ακολούθησαν απίστευτες διαμαρτυρίες, ενώ ο κόσμος ζητούσε και την παραίτηση του διοικητικού συμβουλίου. Τελικά, τίποτα δεν άλλαξε και το 1973 αποτέλεσε οριστικά παρελθόν από τα «Κριάρια».
Ο Κλαφ με τον Τέιλορ δέχτηκαν την πρόταση της Μπράιτον, παρά την αρχική άρνηση του πρώτου να αναλάβει ομάδα τρίτης κατηγορίας. Η έλλειψη κινήτρου ήταν εμφανής. Έβλεπαν φιλοδοξία, αλλά όχι τα μέσα για να εκπληρωθεί. Στο διάστημα αυτό, ο τότε προπονητής της Λιντς, Ντον Ρέβι, δεχόταν την πρόταση για ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Εθνικής Αγγλίας και τα «Παγώνια» στρέφονταν στον Κλαφ, προσπαθώντας να συνδυάσουν αρμονικά δύο στοιχεία καταδικασμένα να προκαλέσουν αντίδραση. Ήταν σαν να γινόταν ο Μπιν Λάντεν πρόεδρος των ΗΠΑ! Και πήγε στο Δυτικό Γιόρκσαϊρ μόνος του, καθώς ο Τέιλορ αρνήθηκε να αφήσει την Μπράιτον.
Ο Άγγλος προπονητής είχε αντιμετωπίσει για πρώτη φορά την Λιντς όταν η Ντέρμπι βρισκόταν ακόμα στην δεύτερη κατηγορία, για ένα ματς Κυπέλλου. Περίμενε πως και πως την αναμέτρηση, όπως όλοι στην πόλη. Είδε τον Ρέβι και τους παίκτες του να τον σνομπάρουν. Αντιμετώπισε αρκετές φορές την ομάδα του στη συνέχεια και κάθε φορά, η απέχθειά του γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Ο Κλαφ ήταν ένας άνθρωπος που λάτρευε το ωραίο ποδόσφαιρο. Σιχαινόταν το βρώμικο παιχνίδι, τις πλάγιες μεθόδους την σκοπιμότητα και «τον σκοπό να αγιάζει τα μέσα». Και πίστευε ότι η Λιντς ενσάρκωνε όλα τα παραπάνω και μάλιστα με τις ευλογίες του Ντον Ρέβι, τον οποίο οι παίκτες λάτρευαν σαν πατέρα. Αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση για να δείξει ότι μπορεί να οδηγήσει την ομάδα σε διακρίσεις με τον δικό του τρόπο. Να δώσει έτσι την απάντηση στον Ρέβι και να κάνει τους παίκτες που μέχρι πριν λίγες μέρες αποκαλούσε τσαρλατάνους και απατεώνες να παίξουν καλό και καθαρό ποδόσφαιρο.
Ο ίδιος ο Ρέβι είχε δώσει στη διοίκηση της ομάδας τις προτάσεις του. Είτε τον θρυλικό Μπόμπι Ρόμπσον, είτε την αναβάθμιση του Τζόνι Τζάιλς από την ομάδα. Σε καμία περίπτωση πάντως τον Κλαφ. Τελικά, η διοίκηση στράφηκε στην περίπτωσή του. Το πρώτο λάθος του ήταν ότι ο ίδιος ήταν ακόμα διακοπές στην πρώτη συγκέντρωση των παικτών. Την πρώτη φορά που βρέθηκε απέναντί τους, τους είπε να πετάξουν μετάλλια και τίτλους στα σκουπίδια, γιατί τα πήραν με ανήθικο τρόπο. Προφανώς, έχασε τα αποδυτήρια. Οι παίκτες ποτέ δεν τον πίστεψαν και συχνά-πυκνά έκαναν συναντήσεις για να ισχυροποιήσουν ένα κοινό μέτωπο. «Περισσότερες και από σωματείο εργατών της Ford», έλεγε ο «Κλάφι». Ο Ρέβι ήταν απίστευτα σχολαστικός. Ενημέρωνε αναλυτικά τους ποδοσφαιριστές για κάθε αντίπαλο, κρατούσε ξεχωριστά αρχεία, τους ανέλυε τις αδυναμίες τους και έβαζε τους αναπληρωματικούς να παίζουν τον ρόλο των αντιπάλων. Ο Κλαφ δεν πίστευε σε αυτά. Θεωρούσε το ποδόσφαιρο πολύ πιο απλό. Για τους παίκτες, αυτό ήταν στοιχείο ανεπάρκειας.
Στο πρώτο του ματς για το Κάρλινγκ Καπ, έχασε με αποβολή τον αρχηγό και κινητήριο μοχλό, Μπίλι Μπρέμνερ, παρότι πριν το ξεκίνημα είχε ξεκαθαρίσει ότι περιμένει από την ομάδα να σταματήσει το βρώμικο παιχνίδι. Ο Μπρέμνερ τιμωρήθηκε με επιπλέον αγωνιστικές για χτύπημα στον αντίπαλο. Στα πρώτα του έξι ματς πήρε μόλις μία νίκη. Προσπάθησε για μια θεραπεία-σοκ, με βιαστικές αποφάσεις για πωλήσεις παικτών και αγορά έμπιστών του από την Ντέρμπι. Τίποτα από αυτά δεν έπιασε. Μετά από 44 μέρες, η διοίκηση του ανακοίνωσε την απόλυσή του, φοβούμενη ανταρσία από τους παίκτες.
Η αποζημίωση που έλαβε ήταν πρωτοφανής για τα δεδομένα της εποχής, ενώ κράτησε και τη Μερσεντές που του είχαν παραχωρήσει. Η αποτυχία τον συγκλόνισε,καθώς ήταν ένας απίστευτα φιλόδοξος άνθρωπος. Παράλληλα όμως, του έμαθε πολλά. Του έμαθε να διαχειρίζεται τον χαρακτήρα του. Του έμαθε ότι χωρίς το alter ego του, τον Τέιλορ στο πλάι του τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Προερχόμενος από μία φτωχή εργατική οικογένεια, η τεράστια αποζημίωση του προσέφερε ασφάλεια για την οικογένειά του και ένα εχέγγυο για το ότι τα παιδιά του θα μεγαλώσουν καλύτερα από αυτόν. Η ασφάλεια αυτή, του επέτρεψε να είναι διαφορετικός στη δουλειά του. Οι καλύτερες στιγμές ήταν μπροστά του. Με την Φόρεστ θα κατακτούσε ένα Πρωτάθλημα, τέσσερα Λιγκ Καπ και δύο back to back Πρωταθλήματα Ευρώπης.
Μετά την απόλυσή του, βρέθηκε σε τηλεοπτικό ντιμπέιτ με τον Ρέβι. Σε ερώτηση που του έθεσε γιατί αποφάσισε να αναλάβει μια ομάδα που σιχαινόταν, απάντησε: «Ηθελα να κάνω κάτι που εσύ δεν έκανες. Ήθελα να κερδίσω το Πρωτάθλημα, αλλά με καλύτερο τρόπο από ότι εσύ». Ο κυνικός Ρέβι του απάντησε «Πόσο καλύτερα; Χάσαμε μόνο τέσσερα ματς.» Φυσικά, ο Κλαφ δεν εννοούσε αυτό, αλλά… δεν αντιστάθηκε: «Λοιπόν, εγώ θα μπορούσα να χάσω τρία!» Απάντηση που σίγουρα ο… αντίπαλός του δεν περίμενε και πάγωσε on camera!
*Τις επόμενες μέρες θα ακολουθήσει θέμα για τη συμβολή του Πίτερ Τέιλορ, του συνεργάτη του Μπράιαν Κλαφ, στις επιτυχίες της Ντέρμπι και της Νότιγχαμ. Ο ρόλος του συχνά μένει στην αφάνεια.
πηγή: othersidefootball.wordpress.com
Το καταστροφικό πέρασμα του Κλαφ από τα «Παγώνια» το 1974 είναι λίγο-πολύ γνωστό. Κατάφερε να μείνει στο Ελαντ Ρόουντ για μόλις 44 μέρες, οδηγώντας την πρωταθλήτρια Λιντς στο χειρότερο ξεκίνημα των τελευταίων 15 χρόνων της. Η εμπειρία του αυτή αποτέλεσε μάλιστα αντικείμενο για το βιβλίο του Ντέιβιντ Πις, «Καταραμένη ομάδα», το οποίο μάλιστα μεταφέρθηκε στις οθόνες από τον αξιόλογο σκηνοθέτη Τομ Χούπερ. Τόσο το βιβλίο, όσο και η ταινία απέσπασαν πολύ καλές κριτικές. Κυρίως όμως το πρώτο, είχε και αρκετές ανακρίβειες και μυθοπλαστικά στοιχεία, τα οποία δυσαρέστησαν την οικογένεια του Κλαφ τόσο, ώστε να μη δώσει το παρών στην πρεμιέρα της ταινίας. Η ζωή του είχε προσαρμοστεί στο βιβλίο έτσι ώστε να «πουλήσει» περισσότερο, μόνο που πολλοί από τους αναγνώστες είχαν την αίσθηση ότι διάβαζαν μια βιογραφία. Ο πρώην παίκτης της Λιντς, Τζόνι Τζάιλς, μήνυσε τους εκδότες του βιβλίου για ψεύδη.
Ο Μπράιαν Κλαφ αποτέλεσε μία προπονητική ιδιοφυΐα, με μοναδικά επιτεύγματα στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Ο χαρακτήρας και το ταμπεραμέντο του όμως, του προσέδωσαν ένα προφίλ σκοτεινό. Αυτοκαστροφικός, αλκοολικός, παρανοϊκός ήταν μερικά από τα προσωνύμια που του δόθηκαν. Άλλα σωστά και άλλα λανθασμένα.
Πήγε στη Λιντς έχοντας πραγματοποιήσει ένα ποδοσφαρικό θαύμα με την Ντέρμπι Κάουντι, μία μικρή επαρχιακή ομάδα από τα Ανατολικά Μίντλαντς, καταδικασμένη να βολοδέρνει στην δεύτερη κατηγορία της χώρας, την τότε Second Division. Μαζί με το δεξί του χέρι, Πίτερ Τέιλορ, ο Κλαφ κατάφερε να χτίσει ένα σύνολο που σε τέσσερα χρόνια κατάφερε να κατακτήσει το Πρωτάθλημα, το πρώτο στην ιστορία του. Η συνήθεια του Κλαφ να δρα χωρίς να ρωτάει, τα καυστικά άρθρα του σε εφημερίδες και οι εμφανίσεις του στην τηλεόραση είχαν εξοργίσει τον πρόεδρο της ομάδας και παρά την απίστευτη επιτυχία, έκανε δεκτή την παραίτησή του. Η πόλη στάθηκε στο πλευρό του «Κλάφι», ακολούθησαν απίστευτες διαμαρτυρίες, ενώ ο κόσμος ζητούσε και την παραίτηση του διοικητικού συμβουλίου. Τελικά, τίποτα δεν άλλαξε και το 1973 αποτέλεσε οριστικά παρελθόν από τα «Κριάρια».
Ο Κλαφ με τον Τέιλορ δέχτηκαν την πρόταση της Μπράιτον, παρά την αρχική άρνηση του πρώτου να αναλάβει ομάδα τρίτης κατηγορίας. Η έλλειψη κινήτρου ήταν εμφανής. Έβλεπαν φιλοδοξία, αλλά όχι τα μέσα για να εκπληρωθεί. Στο διάστημα αυτό, ο τότε προπονητής της Λιντς, Ντον Ρέβι, δεχόταν την πρόταση για ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Εθνικής Αγγλίας και τα «Παγώνια» στρέφονταν στον Κλαφ, προσπαθώντας να συνδυάσουν αρμονικά δύο στοιχεία καταδικασμένα να προκαλέσουν αντίδραση. Ήταν σαν να γινόταν ο Μπιν Λάντεν πρόεδρος των ΗΠΑ! Και πήγε στο Δυτικό Γιόρκσαϊρ μόνος του, καθώς ο Τέιλορ αρνήθηκε να αφήσει την Μπράιτον.
Ο Άγγλος προπονητής είχε αντιμετωπίσει για πρώτη φορά την Λιντς όταν η Ντέρμπι βρισκόταν ακόμα στην δεύτερη κατηγορία, για ένα ματς Κυπέλλου. Περίμενε πως και πως την αναμέτρηση, όπως όλοι στην πόλη. Είδε τον Ρέβι και τους παίκτες του να τον σνομπάρουν. Αντιμετώπισε αρκετές φορές την ομάδα του στη συνέχεια και κάθε φορά, η απέχθειά του γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Ο Κλαφ ήταν ένας άνθρωπος που λάτρευε το ωραίο ποδόσφαιρο. Σιχαινόταν το βρώμικο παιχνίδι, τις πλάγιες μεθόδους την σκοπιμότητα και «τον σκοπό να αγιάζει τα μέσα». Και πίστευε ότι η Λιντς ενσάρκωνε όλα τα παραπάνω και μάλιστα με τις ευλογίες του Ντον Ρέβι, τον οποίο οι παίκτες λάτρευαν σαν πατέρα. Αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση για να δείξει ότι μπορεί να οδηγήσει την ομάδα σε διακρίσεις με τον δικό του τρόπο. Να δώσει έτσι την απάντηση στον Ρέβι και να κάνει τους παίκτες που μέχρι πριν λίγες μέρες αποκαλούσε τσαρλατάνους και απατεώνες να παίξουν καλό και καθαρό ποδόσφαιρο.
Ο ίδιος ο Ρέβι είχε δώσει στη διοίκηση της ομάδας τις προτάσεις του. Είτε τον θρυλικό Μπόμπι Ρόμπσον, είτε την αναβάθμιση του Τζόνι Τζάιλς από την ομάδα. Σε καμία περίπτωση πάντως τον Κλαφ. Τελικά, η διοίκηση στράφηκε στην περίπτωσή του. Το πρώτο λάθος του ήταν ότι ο ίδιος ήταν ακόμα διακοπές στην πρώτη συγκέντρωση των παικτών. Την πρώτη φορά που βρέθηκε απέναντί τους, τους είπε να πετάξουν μετάλλια και τίτλους στα σκουπίδια, γιατί τα πήραν με ανήθικο τρόπο. Προφανώς, έχασε τα αποδυτήρια. Οι παίκτες ποτέ δεν τον πίστεψαν και συχνά-πυκνά έκαναν συναντήσεις για να ισχυροποιήσουν ένα κοινό μέτωπο. «Περισσότερες και από σωματείο εργατών της Ford», έλεγε ο «Κλάφι». Ο Ρέβι ήταν απίστευτα σχολαστικός. Ενημέρωνε αναλυτικά τους ποδοσφαιριστές για κάθε αντίπαλο, κρατούσε ξεχωριστά αρχεία, τους ανέλυε τις αδυναμίες τους και έβαζε τους αναπληρωματικούς να παίζουν τον ρόλο των αντιπάλων. Ο Κλαφ δεν πίστευε σε αυτά. Θεωρούσε το ποδόσφαιρο πολύ πιο απλό. Για τους παίκτες, αυτό ήταν στοιχείο ανεπάρκειας.
Στο πρώτο του ματς για το Κάρλινγκ Καπ, έχασε με αποβολή τον αρχηγό και κινητήριο μοχλό, Μπίλι Μπρέμνερ, παρότι πριν το ξεκίνημα είχε ξεκαθαρίσει ότι περιμένει από την ομάδα να σταματήσει το βρώμικο παιχνίδι. Ο Μπρέμνερ τιμωρήθηκε με επιπλέον αγωνιστικές για χτύπημα στον αντίπαλο. Στα πρώτα του έξι ματς πήρε μόλις μία νίκη. Προσπάθησε για μια θεραπεία-σοκ, με βιαστικές αποφάσεις για πωλήσεις παικτών και αγορά έμπιστών του από την Ντέρμπι. Τίποτα από αυτά δεν έπιασε. Μετά από 44 μέρες, η διοίκηση του ανακοίνωσε την απόλυσή του, φοβούμενη ανταρσία από τους παίκτες.
Η αποζημίωση που έλαβε ήταν πρωτοφανής για τα δεδομένα της εποχής, ενώ κράτησε και τη Μερσεντές που του είχαν παραχωρήσει. Η αποτυχία τον συγκλόνισε,καθώς ήταν ένας απίστευτα φιλόδοξος άνθρωπος. Παράλληλα όμως, του έμαθε πολλά. Του έμαθε να διαχειρίζεται τον χαρακτήρα του. Του έμαθε ότι χωρίς το alter ego του, τον Τέιλορ στο πλάι του τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Προερχόμενος από μία φτωχή εργατική οικογένεια, η τεράστια αποζημίωση του προσέφερε ασφάλεια για την οικογένειά του και ένα εχέγγυο για το ότι τα παιδιά του θα μεγαλώσουν καλύτερα από αυτόν. Η ασφάλεια αυτή, του επέτρεψε να είναι διαφορετικός στη δουλειά του. Οι καλύτερες στιγμές ήταν μπροστά του. Με την Φόρεστ θα κατακτούσε ένα Πρωτάθλημα, τέσσερα Λιγκ Καπ και δύο back to back Πρωταθλήματα Ευρώπης.
Μετά την απόλυσή του, βρέθηκε σε τηλεοπτικό ντιμπέιτ με τον Ρέβι. Σε ερώτηση που του έθεσε γιατί αποφάσισε να αναλάβει μια ομάδα που σιχαινόταν, απάντησε: «Ηθελα να κάνω κάτι που εσύ δεν έκανες. Ήθελα να κερδίσω το Πρωτάθλημα, αλλά με καλύτερο τρόπο από ότι εσύ». Ο κυνικός Ρέβι του απάντησε «Πόσο καλύτερα; Χάσαμε μόνο τέσσερα ματς.» Φυσικά, ο Κλαφ δεν εννοούσε αυτό, αλλά… δεν αντιστάθηκε: «Λοιπόν, εγώ θα μπορούσα να χάσω τρία!» Απάντηση που σίγουρα ο… αντίπαλός του δεν περίμενε και πάγωσε on camera!
*Τις επόμενες μέρες θα ακολουθήσει θέμα για τη συμβολή του Πίτερ Τέιλορ, του συνεργάτη του Μπράιαν Κλαφ, στις επιτυχίες της Ντέρμπι και της Νότιγχαμ. Ο ρόλος του συχνά μένει στην αφάνεια.
πηγή: othersidefootball.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου