Μου προκαλούν δυστυχία οι
καθημερινές διαπιστώσεις για το μέγεθος των εκπτώσεων που κάνουμε, οι
Ελληνες, στη ζωή και την κοινωνία που θέλουμε ή αντέχουμε να ζούμε.
Σχεδόν καθημερινά αναρωτιέμαι πόσα παραπάνω θα αντέξουμε, πόσο
περισσότερο θα ξεπέσουμε, πόσα παραπάνω θα ανεχθούμε και θα μάθουμε, ή
καλύτερα θα εκπαιδευτούμε να ανεχόμαστε, ώστε να μη μας ενοχλούν, να μη
μας προκαλούν, να μη μας εξοργίζουν, να μη μας επιτρέπουν να
δυσανασχετήσουμε και - πολύ περισσότερο - να επαναστατήσουμε.
Ολο αυτό που περιγράφω δυστυχώς δεν ξεκινά και δεν τελειώνει στα όσα συμβαίνουν ή σχετίζονται με τον επαγγελματικό και μη αθλητισμό. Μακάρι, θα ήταν ευχή για την Ελλάδα να συνέβαιναν όλα αυτά μόνο στον αθλητισμό της, ή μόνο στο ποδόσφαιρό της. Ας πάμε όμως εκεί, ας πιάσουμε την αθλητική διάσταση του φαινομένου, αφού αυτά, τα αθλητικά, συνήθως πραγματευόμαστε σε αυτό το blog.
Συμβαίνει ένα ματς το βράδυ του Σαββάτου στη Λεωφόρο. Ενα ποδοσφαιρικό παιχνίδι. Δηλαδή ένα γεγονός αθλητικό, ψυχαγωγικό και πολιτιστικό, κοινωνικό. Τελειώνει το ματς και μια χούφτα άνθρωποι αποφασίζουν να παίξουν με τη ζωή μιας άλλης χούφτας ανθρώπων. Και πάνε σε ένα κλειστό φορτηγό, γιατί τέτοιο είναι το βαν της παραγωγής των αθλητικών μεταδόσεων, και πετάνε μέσα σε αυτό αυτοσχέδιες βόμβες. Ξέρουν καλά αυτοί οι άνθρωποι ότι αν αυτό το πράγμα που έχουν φτιάξει εκραγεί εντός του κλειστού “2Χ2” χώρου είναι αρκετό και ικανό να σκοτώσει ανθρώπους. Και ξέρουν καλά ότι μέσα στο βαν βρίσκονται άνθρωποι. Εργάζονται άνθρωποι. Μεροκαματιάρηδες άνθρωποι. Και τα πετούν.
Και τι κάνουμε όλοι εμείς μπροστά στο συμβάν; Στήνουμε στην πλάτη του ο καθένας από μια “πολιτική” συζήτηση, γεμάτη από “πολιτικά” και επιχειρηματικά συμφέροντα, και στεκόμαστε από την πλευρά που θέλουμε ή πρέπει να βρεθούμε, να βρισκόμαστε. Προσπερνάμε, σαν να είμαστε ζώα, ότι άνθρωποι πήγαν να σκοτώσουν ανθρώπους. Μας φαίνεται πλέον τόσο πολύ συνηθισμένο, τόσο καθημερινό, τόσο ανεκτό, που δεν μας σοκάρει, δεν μας κόβει την ανάσα και τη μιλιά, δεν μας τρομοκρατεί για τον ξεπεσμό της χώρας που ζούμε.
Μου προκαλούν αηδία όσα ζω και καταλαβαίνω τις τελευταίες ημέρες, για ακόμη μια φορά, για το περιβάλλον στο οποίο ζω και είμαι υποχρεωμένος να λειτουργώ. Τυχαία βρέθηκα κι εγώ το απόγευμα της Κυριακής σε ένα βαν τηλεοπτικής μετάδοσης ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, το οποίο ήταν τοποθετημένο δύο μέτρα δίπλα από το πέταλο που φιλοξενούσε τους οπαδούς μιας ομάδας. Και έκανα τον συνειρμό. Τυχαίνει να γνωρίζω ανθρώπους που έζησαν από μέσα, από το βαν, το περιστατικό του Σαββάτου. Ανθρώπους κανονικούς, νοήμονες, αγωνιστές, μισθοσυντήρητους, που βρίσκονταν εκεί για να κάνουν τη δουλειά τους, όπως εσύ πηγαίνεις στη δουλειά σου. Το δικό τους “γραφείο” ή “δουλειά” είναι το βαν που γεννά την εικόνα που φτάνει στην οθόνη σου. Για κακή τους, όπως αποδεικνύεται, τύχη αυτή είναι η φύση της δουλειάς τους, που εξελίσσεται σε κατάρα.
Βάλε τον εαυτό σου στη θέση τους και παρατήρησε από αυτή τη θέση το παιχνίδι που παίζεται από το βράδυ του Σαββάτου, με όλη την υψηλή κοινωνία του αθλητισμού να σφυρίζει αδιάφορα ή να τραγουδά τον σκοπό που της επιβάλλεται, ανάλογα την απόχρωση του κοστουμιού που ο καθένας φορά και τα συμφέροντα που του επιβάλλεται να εξυπηρετήσει ή να υποστηρίξει. Πήγαν να σκοτωθούν, ένιωσαν ότι θα σκοτωθούν, και τώρα είναι αναγκασμένοι να ζουν με την οργή που τους προκαλεί η “κάνω την πάπια” ή “κάνω τον τρελό” στάση όλων αυτών που φέρουν την ευθύνη για αυτή την “ζούγκλα” κατάσταση που έχει διαμορφωθεί (και) στο ποδόσφαιρο και τον φόβο της επόμενης φοράς στη δουλειά, όπου μπορεί ο συνάδελφος να μην πάρει χαμπάρι εγκαίρως την μολότοφ για να την κλωτσήσει έξω από το βαν και ... αντίο ζωή.
Δεν είναι της ώρας να επιχειρήσω να αναλύσω ποιος ή ποιοι φέρουν την μεγαλύτερη ευθύνη για το σκηνικό που διαμορφώνεται στην ελληνική ζωή. Είναι όμως της ώρας να μοιραστώ μαζί σας την ντροπή που νιώθω για την νοοτροπία, τις αντιλήψεις και την συμπεριφορά των media απέναντι στο γεγονός. Ανθρωποι πήγαν να σκοτώσουν ανθρώπους για το “τίποτα” κι εμείς ασχολούμαστε με το αν έχει δίκιο ή άδικο η μια ή η άλλη διοίκηση ομάδας ή εταιρείας σε μια συζήτηση για τηλεοπτικά δικαιώματα, αποφάσεις διαιτητών, εμπορικά έσοδα, ή ότι άλλο κενό μας “απασχολεί” τις τελευταίες μέρες. Σε μια κανονική Ελλάδα τουλάχιστον τα αθλητικά media θα είχαν βγάλει κραυγές αγωνίας, θα είχαν φωνάξει “ως εδώ” και θα είχαν μαζικά αντιδράσει για να εκδηλώσουν την απόφασή τους να μην ανεχθούν άλλο να λειτουργούν σε αυτό το περιβάλλον, σε μια προσπάθεια να προλάβουν το επόμενο κακό. Εμείς τι κάνουμε; Η ανησυχία του καθενός εξαντλείται στην φύλαξη του κώλου του. Ο καθένας τον κώλο του κοιτάζει, μόνο τον κώλο του νοιάζεται να προστατέψει. Βάζουμε το κεφάλι στην άμμο, σαν να μην καταλαβαίνουμε ότι προχθές ήταν ο Γιάννης, τις προάλλες ο Πέτρος, αύριο ο Νίκος, μεθαύριο εγώ. Μέχρι να σκάσει μια μολότοφ μέσα σε ένα βαν και να αρχίσουμε το γεμάτο από τύψεις, ενοχές και υποκρισία κλάμα πάνω από τους τάφους των θυμάτων. Ντροπή μας.
Ολο αυτό που περιγράφω δυστυχώς δεν ξεκινά και δεν τελειώνει στα όσα συμβαίνουν ή σχετίζονται με τον επαγγελματικό και μη αθλητισμό. Μακάρι, θα ήταν ευχή για την Ελλάδα να συνέβαιναν όλα αυτά μόνο στον αθλητισμό της, ή μόνο στο ποδόσφαιρό της. Ας πάμε όμως εκεί, ας πιάσουμε την αθλητική διάσταση του φαινομένου, αφού αυτά, τα αθλητικά, συνήθως πραγματευόμαστε σε αυτό το blog.
Συμβαίνει ένα ματς το βράδυ του Σαββάτου στη Λεωφόρο. Ενα ποδοσφαιρικό παιχνίδι. Δηλαδή ένα γεγονός αθλητικό, ψυχαγωγικό και πολιτιστικό, κοινωνικό. Τελειώνει το ματς και μια χούφτα άνθρωποι αποφασίζουν να παίξουν με τη ζωή μιας άλλης χούφτας ανθρώπων. Και πάνε σε ένα κλειστό φορτηγό, γιατί τέτοιο είναι το βαν της παραγωγής των αθλητικών μεταδόσεων, και πετάνε μέσα σε αυτό αυτοσχέδιες βόμβες. Ξέρουν καλά αυτοί οι άνθρωποι ότι αν αυτό το πράγμα που έχουν φτιάξει εκραγεί εντός του κλειστού “2Χ2” χώρου είναι αρκετό και ικανό να σκοτώσει ανθρώπους. Και ξέρουν καλά ότι μέσα στο βαν βρίσκονται άνθρωποι. Εργάζονται άνθρωποι. Μεροκαματιάρηδες άνθρωποι. Και τα πετούν.
Και τι κάνουμε όλοι εμείς μπροστά στο συμβάν; Στήνουμε στην πλάτη του ο καθένας από μια “πολιτική” συζήτηση, γεμάτη από “πολιτικά” και επιχειρηματικά συμφέροντα, και στεκόμαστε από την πλευρά που θέλουμε ή πρέπει να βρεθούμε, να βρισκόμαστε. Προσπερνάμε, σαν να είμαστε ζώα, ότι άνθρωποι πήγαν να σκοτώσουν ανθρώπους. Μας φαίνεται πλέον τόσο πολύ συνηθισμένο, τόσο καθημερινό, τόσο ανεκτό, που δεν μας σοκάρει, δεν μας κόβει την ανάσα και τη μιλιά, δεν μας τρομοκρατεί για τον ξεπεσμό της χώρας που ζούμε.
Μου προκαλούν αηδία όσα ζω και καταλαβαίνω τις τελευταίες ημέρες, για ακόμη μια φορά, για το περιβάλλον στο οποίο ζω και είμαι υποχρεωμένος να λειτουργώ. Τυχαία βρέθηκα κι εγώ το απόγευμα της Κυριακής σε ένα βαν τηλεοπτικής μετάδοσης ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, το οποίο ήταν τοποθετημένο δύο μέτρα δίπλα από το πέταλο που φιλοξενούσε τους οπαδούς μιας ομάδας. Και έκανα τον συνειρμό. Τυχαίνει να γνωρίζω ανθρώπους που έζησαν από μέσα, από το βαν, το περιστατικό του Σαββάτου. Ανθρώπους κανονικούς, νοήμονες, αγωνιστές, μισθοσυντήρητους, που βρίσκονταν εκεί για να κάνουν τη δουλειά τους, όπως εσύ πηγαίνεις στη δουλειά σου. Το δικό τους “γραφείο” ή “δουλειά” είναι το βαν που γεννά την εικόνα που φτάνει στην οθόνη σου. Για κακή τους, όπως αποδεικνύεται, τύχη αυτή είναι η φύση της δουλειάς τους, που εξελίσσεται σε κατάρα.
Βάλε τον εαυτό σου στη θέση τους και παρατήρησε από αυτή τη θέση το παιχνίδι που παίζεται από το βράδυ του Σαββάτου, με όλη την υψηλή κοινωνία του αθλητισμού να σφυρίζει αδιάφορα ή να τραγουδά τον σκοπό που της επιβάλλεται, ανάλογα την απόχρωση του κοστουμιού που ο καθένας φορά και τα συμφέροντα που του επιβάλλεται να εξυπηρετήσει ή να υποστηρίξει. Πήγαν να σκοτωθούν, ένιωσαν ότι θα σκοτωθούν, και τώρα είναι αναγκασμένοι να ζουν με την οργή που τους προκαλεί η “κάνω την πάπια” ή “κάνω τον τρελό” στάση όλων αυτών που φέρουν την ευθύνη για αυτή την “ζούγκλα” κατάσταση που έχει διαμορφωθεί (και) στο ποδόσφαιρο και τον φόβο της επόμενης φοράς στη δουλειά, όπου μπορεί ο συνάδελφος να μην πάρει χαμπάρι εγκαίρως την μολότοφ για να την κλωτσήσει έξω από το βαν και ... αντίο ζωή.
Δεν είναι της ώρας να επιχειρήσω να αναλύσω ποιος ή ποιοι φέρουν την μεγαλύτερη ευθύνη για το σκηνικό που διαμορφώνεται στην ελληνική ζωή. Είναι όμως της ώρας να μοιραστώ μαζί σας την ντροπή που νιώθω για την νοοτροπία, τις αντιλήψεις και την συμπεριφορά των media απέναντι στο γεγονός. Ανθρωποι πήγαν να σκοτώσουν ανθρώπους για το “τίποτα” κι εμείς ασχολούμαστε με το αν έχει δίκιο ή άδικο η μια ή η άλλη διοίκηση ομάδας ή εταιρείας σε μια συζήτηση για τηλεοπτικά δικαιώματα, αποφάσεις διαιτητών, εμπορικά έσοδα, ή ότι άλλο κενό μας “απασχολεί” τις τελευταίες μέρες. Σε μια κανονική Ελλάδα τουλάχιστον τα αθλητικά media θα είχαν βγάλει κραυγές αγωνίας, θα είχαν φωνάξει “ως εδώ” και θα είχαν μαζικά αντιδράσει για να εκδηλώσουν την απόφασή τους να μην ανεχθούν άλλο να λειτουργούν σε αυτό το περιβάλλον, σε μια προσπάθεια να προλάβουν το επόμενο κακό. Εμείς τι κάνουμε; Η ανησυχία του καθενός εξαντλείται στην φύλαξη του κώλου του. Ο καθένας τον κώλο του κοιτάζει, μόνο τον κώλο του νοιάζεται να προστατέψει. Βάζουμε το κεφάλι στην άμμο, σαν να μην καταλαβαίνουμε ότι προχθές ήταν ο Γιάννης, τις προάλλες ο Πέτρος, αύριο ο Νίκος, μεθαύριο εγώ. Μέχρι να σκάσει μια μολότοφ μέσα σε ένα βαν και να αρχίσουμε το γεμάτο από τύψεις, ενοχές και υποκρισία κλάμα πάνω από τους τάφους των θυμάτων. Ντροπή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου