«Ο Μπενίτεθ είναι γεννημένος για να προπονήσει τη Ρεάλ», ήταν η επική
ατάκα του Φλοεντίνο Πέρεθ, την οποία προφανώς δεν ασπάζεται ο μέσος
Μαδριλένος οπαδός. Ο Ράφα απέχει έτη φωτός από το να θεωρηθεί δημοφιλής
στην ισπανική πρωτεύουσα, κάτι που καταμαρτυρεί και ένα πρόσφατο
δημοψήφισμα στη «Marca». Σε αυτό όχι μόνο βρέθηκε στην 4η θέση των
προτιμήσεων με 8%, αλλά τον ξεπέρασε ακόμα και ο τέως κόουτς του
Ολυμπιακού, Μίτσελ.
Χαρακτηριστικό είναι ότι πριν από λίγες μέρες, ο αντιπρόεδρος του συλλόγου, Εδοyάρδο Φερνάντο Ντε Μπλας βρέθηκε σε εκδήλωση πολύ πιστού -και φίλα προσκείμενου στη διοίκηση- συνδέσμου, όπου αποδοκιμάστηκε έντονα εν αναμονή της ανακοίνωσης του καινούργιου προπονητή. Οταν λοιπόν το κοινό δεν τον γουστάρει, φανταστείτε πόσο δύσκολο θα είναι να γίνει αποδεκτός στα αποδυτήρια. Ούτως ή άλλος όποιος και να πήγαινε, θα ήταν δύσκολο μετά από την τόσο ανοικτή και σπάνια στήριξη των αστεριών του ρόστερ προς τον Κάρλο Αντσελότι. Πόσο μάλλον τώρα που η επιλογή Μπενίτεθ αντιμετωπίζεται με απορία, σκεπτικισμό και κάποιο άγχος απ' όλους, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου.
Αντιεμπορικός, αμφιλεγόμενος, ο Ράφα έχει υπάρξει στην καριέρα του δυσκοίλιος με τα αστέρια, αλλά και τις διοικήσεις. Στη Βαλένθια κοντραρίστηκε με τον Κίλι Γκονσάλες, αφήνοντας τον για καιρό στον πάγκο, ενώ το 2004, μετά την κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος, αξίωσε αύξηση του μπάτζετ, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό, με συνέπεια να δεχτεί την πρόταση της Λίβερπουλ και να φύγει. Το παράξενο σε εκείνη την θητεία του στο «Μεστάγια», ήταν πως δεν τον αγάπησε ούτε ο κόσμος της ομάδας, παρά το ότι έγινε ο κόουτς με τους περισσότερους τίτλους στην ιστορία της.
Στο «Ανφιλντ» πάλι κατάφερε να γίνει αποδεκτός, αλλά τούτο συνέβη πολύ δύσκολα, μιας και οι Κόκκινοι ήταν -και παραμένουν- τρομερά δύσπιστοι σε κάθε τι ξένο. Οι φήμες μάλιστα ότι τα είχε τσουγκρίσει με τους Τζέραρντ-Κάραχερ οργίαζαν. Σε αυτό ήρθε φυσικά να προστεθεί η εμφανή διαμάχη του με τους νέους ιδιοκτήτες του club, τους Αμερικανούς Ζιλέτ-Χικς, που από το 2008 έως και το 2010, όταν και τελικά έφυγε ο Ράφα, επέβαλαν σφικτή οικονομική πολιτική, βάσει της οποίας έπρεπε πρώτα να γίνει πώληση, ώστε να ακολουθήσει αγορά παίκτη.
Και στην Ιντερ όμως, όπου βρέθηκε ως διάδοχος του Ζοσέ Μουρίνιο στην μετά τρεμπλ χρονιά, ο πήχης ήταν υπερβολικά ψηλός για να τα καταφέρει. Εξι μήνες στο Μιλάνο τους έβαλε όλους απέναντι του: οπαδούς, παίκτες και στο φινάλε είχε το θράσος μετά την κατάκτηση του Μουντιάλ Συλλόγων, να δώσει τελεσίγραφο «ενίσχυσή ή αποχωρώ» στον Μάσιμο Μοράτι, με τον Ιταλό να τον απολύει. Στην Τσέλσι πάλι δεν τον γούσταρε κανείς, ενώ άφηνε διαρκώς στον πάγκο τον Τζον Τέρι. Μόνο στο αντίο του με την κούπα του Europa League αγκαλιά τον χειροκρότησαν στο «Στάμφορντ Μπριτζ».
Στη Νάπολι πάλι τα συναισθήματα ήταν διφορούμενα. Τον πρώτο χρόνο του εκεί έγινε αποδεκτός, αλλά φέτος υπήρξε γκρίνια. Στον ιταλικό Νότο απέκτησε καλύτερες σχέσεις από τις προηγούμενες ομάδες του και αυτό χάρη στην περσινή κατάκτηση του Κόπα Ιτάλια. Γενικότερα όμως πουθενά δεν λατρεύτηκε, δεν έγινε ίνδαλμα, δεν αποθεώθηκε με τρέλα. Ούτε καν στη Λίβερπουλ, ενώ την πήγε σε δύο τελικούς Champions League και την οδήγησε σε εκείνη την αλησμόνητη κούπα της Κωνσταντινούπολης. Κάτι έχει ο Ράφα που δεν σε ψήνει. Δεν πετάει πιασάρικες ατάκες στις συνεντεύξεις τύπου, δεν είναι οξυδερκής στα mind games και μάλλον θυμώνει στις δύσκολες ερωτήσεις, βγάζοντας νευρικότητα και απουσία διπλωματικής υπομονής.
Ολα αυτά τα παραπάνω λοιπόν καθιστούν απίστευτα επικίνδυνη την ανάληψη της Ρεάλ από μέρους του. Τίποτα από αυτά δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Υπάρχουν ωστόσο, ορισμένα δεδομένα που μπορούν να του δώσουν αβάντα: ένα μαξιλαράκι να πατήσει αναπαυτικά και να ανέβει προς την επιτυχία. Ο Μπενίτεθ μπορεί να είναι βαρύς και δυσκοίλιος στις σχέσεις και τις αλλαγές νοοτροπίας, αλλά έχει αναμφίβολα τα δικά του όπλα και γι αυτό άλλωστε αποτέλεσε την επιλογή του Πέρεθ. Ο πρόεδρος της Βασίλισσας φαίνεται με αυτή του την κίνηση να κάνει μία απίστευτη στροφή κόντρα στο πρώτο μεγάλο λάθος του. Τότε δηλαδή που απέλυσε τον Βιθέντε ντελ Μπόσκε των δύο Champions League, επειδή το προφίλ του δεν ταίριαζε στο προφίλ των Γκαλάκτικος, που ο πρόεδρος δημιουργούσε.
Ο 55χρονος Ισπανός κόουτς μοιάζει πολύ στον μέντορα του. Αν και δεν κατάφερε ποτέ να ακολουθήσει την κατευναστική διαχείριση του Ντελ Μπόσκε, έμαθε τη δουλειά στο πλάι του, τότε που στις αρχές των 90ς δούλεψε ως κατάσκοπος και βοηθός του στη Β' ομάδα της Ρεάλ. Αυτό το τελευταίο είναι ίσως και το ένα από τα δύο μεγάλα όπλα του. Γέννημα θρέμμα Μαδριλένος, ο Μπενίτεθ που πιτσιρικάς έπαιζε στη Ρεάλ Μαδρίτης των οπαδών και στη συνέχεια στη Β', δηλαδή την Καστίγια, πέρασε από κάθε πάγκο, από κάθε κλιμάκιο των ακαδημιών του συλλόγου, για να φτάσει τώρα στο υψηλότερο προπονητικό αξίωμα.
Τούτο είναι πάντοτε πολύ σημαντικό για αυτά τα ποδοσφαιρικά ινστιτούτα. Οπως κάνει δηλαδή και η Μπαρτσελόνα που εμπιστεύεται δικά της παιδιά και ας μην είναι διάσημα ονόματα στην προπονητική. Ο νέος κόουτς επίσης έχει κάνει πρωταθλητισμό στη La Liga και μάλιστα πήρε τις δύο κούπες του (2002, 2004) με τρομερά μικρότερο μπάτζετ από τους μεγάλους σε μία πολύ πιο ανταγωνιστική εποχή για την Primera Division με διάφορες περιφερειακές ισχυρές ομάδες. Το κατάφερε μάλιστα με σέντερ φορ τον εργάτη Μίστα και δεξί μπακ τον φιλότιμο Κούρο Τόρες. Εκανε την πιο τέλεια μετάβαση από τις Νυχτερίδες των δύο τελικών στο σεντόνι (2000, 2001) του Εκτορ Ραούλ Κούπερ, φτάνοντας το 2004 να πάρει το πρωτάθλημα με τους λιγότερους βαθμούς στην ιστορία του ισπανικού ποδοσφαίρου και να κατακτήσει και το UEFA.
Για το πόσο ξέρει την Ευρώπη, προφανώς είναι περιττό να γραφτεί το οτιδήποτε. Το φοβερό με την περίπτωση του ήταν πάντα πως ότι κατάφερε, συνέβη με πολύ πιο αδύναμα ρόστερ απ' ότι είχαν οι αντίπαλοι του (σ.σ.: με εξαίρεση το Europa με την Τσέλσι). Ποτέ, καμία ομάδα δεν του έδωσε τη δυνατότητα να κάνει πρωταθλητισμό, έχοντας εκείνος τα καλύτερα όπλα (σ.σ.: ίσως η σεζόν στην Ιντερ μετά το τρεμπλ να αποτελεί εξαίρεση, μα η ομάδα εμφανίστηκε... άδεια τη σεζόν 2010-'11. Π.χ. ακόμα θυμάμαι πως έτρεχε ένα χρόνο πριν και πως μετά ο Μαϊκόν). Τώρα λοιπόν για πρώτη φορά θα έχει τους κορυφαίους στη δούλεψη του. Το πως θα τους διαχειριστεί είναι και το μεγάλο ερώτημα της υπόθεσης.
Το πρώτο καυτό θέμα, με το οποίο θα πρέπει να καταπιαστεί στη νέα δουλειά του, είναι οι ενισχύσεις. Εχει μείνει στην ιστορία εκείνη η ατάκα που είχε πει αναφορικά με τις μεταγραφές, όταν έφυγε από τη Βαλένθια: «Ζήτησα μία καρέκλα και έφεραν μία λάμπα». Προφανώς και δεν θα είναι εκείνος που θα έχει τον πρώτο λόγο, αλλά θα καταθέσει τις προτάσεις του. Στην δική του καριέρα είχε αρκετές εξαιρετικές επιλογές, αλλά και άλλες τόσες που πήγαν... άκλαυτες. Η λογική ορίζει ότι η πιο σημαντική του σκέψη είναι αυτή του αμυντικού χαφ. Ο Μπενίτεθ είναι διάσημος για το ότι κοιτάζει πρώτα την ανασταλτική επιτυχία. Αυτό βέβαια είναι κόντρα στη φιλοσοφία της Ρεάλ και θα πρέπει να βρει την ισορροπία του και σε αυτόν τον τομέα.
Καθώς λοιπόν λατρεύει στον ελεύθερο χρόνο του να παίζει σκάκι, καλείται να τα βγάλει πέρα στη μεγαλύτερη και πλέον ηλεκτρική δουλειά του ποδοσφαιρικού κόσμου. Εδώ όμως παίζει με μειονέκτημα, μιας και φαίνεται εξ αρχής στριμωγμένος. Ωστόσο, έχει το πλεονέκτημα ότι γνωρίζει τέλεια τη συγκεκριμένη σκακιέρα. Βαθύς στοχαστής της τακτικής όπως είναι, επιλέγει να περιμένει υπομονετικά. Δέχεται στωικά των πρώιμη δεδομένη και δικαιολογημένη αμφισβήτηση και έχει πίστη στον εαυτό του ότι θα ολοκληρώσει με επιτυχία το όνειρο που ξεκίνησε πριν από 40 χρόνια, υπηρετώντας τα ίδια χρώματα. Φάνηκε όταν τον ρώτησαν για το πως αισθάνεται που θα είναι ο 10ος προπονητής στην εποχή Πέρεθ: «Το 10 είναι το αγαπημένο νούμερο κάθε λάτρη του παιχνιδιού. Ολοι μας το 10 θα θέλαμε να έχουμε στη φανέλα μας. Ετσι δεν είναι;»
ΥΓ.: Εκτός των άλλων, θα είναι η μεγάλη ευκαιρία για τις ακαδημίες της ομάδας. Ο Μπενίτεθ ήδη εξήγγειλε ότι θα έχει την απόλυτη εποπτεία τους και ότι ο στόχος είναι όλα τα κλιμάκια να παίζουν το ίδιο με την πρώτη ομάδα!
*Πηγή: gazzetta.gr*
Χαρακτηριστικό είναι ότι πριν από λίγες μέρες, ο αντιπρόεδρος του συλλόγου, Εδοyάρδο Φερνάντο Ντε Μπλας βρέθηκε σε εκδήλωση πολύ πιστού -και φίλα προσκείμενου στη διοίκηση- συνδέσμου, όπου αποδοκιμάστηκε έντονα εν αναμονή της ανακοίνωσης του καινούργιου προπονητή. Οταν λοιπόν το κοινό δεν τον γουστάρει, φανταστείτε πόσο δύσκολο θα είναι να γίνει αποδεκτός στα αποδυτήρια. Ούτως ή άλλος όποιος και να πήγαινε, θα ήταν δύσκολο μετά από την τόσο ανοικτή και σπάνια στήριξη των αστεριών του ρόστερ προς τον Κάρλο Αντσελότι. Πόσο μάλλον τώρα που η επιλογή Μπενίτεθ αντιμετωπίζεται με απορία, σκεπτικισμό και κάποιο άγχος απ' όλους, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου.
Αντιεμπορικός, αμφιλεγόμενος, ο Ράφα έχει υπάρξει στην καριέρα του δυσκοίλιος με τα αστέρια, αλλά και τις διοικήσεις. Στη Βαλένθια κοντραρίστηκε με τον Κίλι Γκονσάλες, αφήνοντας τον για καιρό στον πάγκο, ενώ το 2004, μετά την κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος, αξίωσε αύξηση του μπάτζετ, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό, με συνέπεια να δεχτεί την πρόταση της Λίβερπουλ και να φύγει. Το παράξενο σε εκείνη την θητεία του στο «Μεστάγια», ήταν πως δεν τον αγάπησε ούτε ο κόσμος της ομάδας, παρά το ότι έγινε ο κόουτς με τους περισσότερους τίτλους στην ιστορία της.
Στο «Ανφιλντ» πάλι κατάφερε να γίνει αποδεκτός, αλλά τούτο συνέβη πολύ δύσκολα, μιας και οι Κόκκινοι ήταν -και παραμένουν- τρομερά δύσπιστοι σε κάθε τι ξένο. Οι φήμες μάλιστα ότι τα είχε τσουγκρίσει με τους Τζέραρντ-Κάραχερ οργίαζαν. Σε αυτό ήρθε φυσικά να προστεθεί η εμφανή διαμάχη του με τους νέους ιδιοκτήτες του club, τους Αμερικανούς Ζιλέτ-Χικς, που από το 2008 έως και το 2010, όταν και τελικά έφυγε ο Ράφα, επέβαλαν σφικτή οικονομική πολιτική, βάσει της οποίας έπρεπε πρώτα να γίνει πώληση, ώστε να ακολουθήσει αγορά παίκτη.
Και στην Ιντερ όμως, όπου βρέθηκε ως διάδοχος του Ζοσέ Μουρίνιο στην μετά τρεμπλ χρονιά, ο πήχης ήταν υπερβολικά ψηλός για να τα καταφέρει. Εξι μήνες στο Μιλάνο τους έβαλε όλους απέναντι του: οπαδούς, παίκτες και στο φινάλε είχε το θράσος μετά την κατάκτηση του Μουντιάλ Συλλόγων, να δώσει τελεσίγραφο «ενίσχυσή ή αποχωρώ» στον Μάσιμο Μοράτι, με τον Ιταλό να τον απολύει. Στην Τσέλσι πάλι δεν τον γούσταρε κανείς, ενώ άφηνε διαρκώς στον πάγκο τον Τζον Τέρι. Μόνο στο αντίο του με την κούπα του Europa League αγκαλιά τον χειροκρότησαν στο «Στάμφορντ Μπριτζ».
Στη Νάπολι πάλι τα συναισθήματα ήταν διφορούμενα. Τον πρώτο χρόνο του εκεί έγινε αποδεκτός, αλλά φέτος υπήρξε γκρίνια. Στον ιταλικό Νότο απέκτησε καλύτερες σχέσεις από τις προηγούμενες ομάδες του και αυτό χάρη στην περσινή κατάκτηση του Κόπα Ιτάλια. Γενικότερα όμως πουθενά δεν λατρεύτηκε, δεν έγινε ίνδαλμα, δεν αποθεώθηκε με τρέλα. Ούτε καν στη Λίβερπουλ, ενώ την πήγε σε δύο τελικούς Champions League και την οδήγησε σε εκείνη την αλησμόνητη κούπα της Κωνσταντινούπολης. Κάτι έχει ο Ράφα που δεν σε ψήνει. Δεν πετάει πιασάρικες ατάκες στις συνεντεύξεις τύπου, δεν είναι οξυδερκής στα mind games και μάλλον θυμώνει στις δύσκολες ερωτήσεις, βγάζοντας νευρικότητα και απουσία διπλωματικής υπομονής.
Ολα αυτά τα παραπάνω λοιπόν καθιστούν απίστευτα επικίνδυνη την ανάληψη της Ρεάλ από μέρους του. Τίποτα από αυτά δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Υπάρχουν ωστόσο, ορισμένα δεδομένα που μπορούν να του δώσουν αβάντα: ένα μαξιλαράκι να πατήσει αναπαυτικά και να ανέβει προς την επιτυχία. Ο Μπενίτεθ μπορεί να είναι βαρύς και δυσκοίλιος στις σχέσεις και τις αλλαγές νοοτροπίας, αλλά έχει αναμφίβολα τα δικά του όπλα και γι αυτό άλλωστε αποτέλεσε την επιλογή του Πέρεθ. Ο πρόεδρος της Βασίλισσας φαίνεται με αυτή του την κίνηση να κάνει μία απίστευτη στροφή κόντρα στο πρώτο μεγάλο λάθος του. Τότε δηλαδή που απέλυσε τον Βιθέντε ντελ Μπόσκε των δύο Champions League, επειδή το προφίλ του δεν ταίριαζε στο προφίλ των Γκαλάκτικος, που ο πρόεδρος δημιουργούσε.
Ο 55χρονος Ισπανός κόουτς μοιάζει πολύ στον μέντορα του. Αν και δεν κατάφερε ποτέ να ακολουθήσει την κατευναστική διαχείριση του Ντελ Μπόσκε, έμαθε τη δουλειά στο πλάι του, τότε που στις αρχές των 90ς δούλεψε ως κατάσκοπος και βοηθός του στη Β' ομάδα της Ρεάλ. Αυτό το τελευταίο είναι ίσως και το ένα από τα δύο μεγάλα όπλα του. Γέννημα θρέμμα Μαδριλένος, ο Μπενίτεθ που πιτσιρικάς έπαιζε στη Ρεάλ Μαδρίτης των οπαδών και στη συνέχεια στη Β', δηλαδή την Καστίγια, πέρασε από κάθε πάγκο, από κάθε κλιμάκιο των ακαδημιών του συλλόγου, για να φτάσει τώρα στο υψηλότερο προπονητικό αξίωμα.
Τούτο είναι πάντοτε πολύ σημαντικό για αυτά τα ποδοσφαιρικά ινστιτούτα. Οπως κάνει δηλαδή και η Μπαρτσελόνα που εμπιστεύεται δικά της παιδιά και ας μην είναι διάσημα ονόματα στην προπονητική. Ο νέος κόουτς επίσης έχει κάνει πρωταθλητισμό στη La Liga και μάλιστα πήρε τις δύο κούπες του (2002, 2004) με τρομερά μικρότερο μπάτζετ από τους μεγάλους σε μία πολύ πιο ανταγωνιστική εποχή για την Primera Division με διάφορες περιφερειακές ισχυρές ομάδες. Το κατάφερε μάλιστα με σέντερ φορ τον εργάτη Μίστα και δεξί μπακ τον φιλότιμο Κούρο Τόρες. Εκανε την πιο τέλεια μετάβαση από τις Νυχτερίδες των δύο τελικών στο σεντόνι (2000, 2001) του Εκτορ Ραούλ Κούπερ, φτάνοντας το 2004 να πάρει το πρωτάθλημα με τους λιγότερους βαθμούς στην ιστορία του ισπανικού ποδοσφαίρου και να κατακτήσει και το UEFA.
Για το πόσο ξέρει την Ευρώπη, προφανώς είναι περιττό να γραφτεί το οτιδήποτε. Το φοβερό με την περίπτωση του ήταν πάντα πως ότι κατάφερε, συνέβη με πολύ πιο αδύναμα ρόστερ απ' ότι είχαν οι αντίπαλοι του (σ.σ.: με εξαίρεση το Europa με την Τσέλσι). Ποτέ, καμία ομάδα δεν του έδωσε τη δυνατότητα να κάνει πρωταθλητισμό, έχοντας εκείνος τα καλύτερα όπλα (σ.σ.: ίσως η σεζόν στην Ιντερ μετά το τρεμπλ να αποτελεί εξαίρεση, μα η ομάδα εμφανίστηκε... άδεια τη σεζόν 2010-'11. Π.χ. ακόμα θυμάμαι πως έτρεχε ένα χρόνο πριν και πως μετά ο Μαϊκόν). Τώρα λοιπόν για πρώτη φορά θα έχει τους κορυφαίους στη δούλεψη του. Το πως θα τους διαχειριστεί είναι και το μεγάλο ερώτημα της υπόθεσης.
Το πρώτο καυτό θέμα, με το οποίο θα πρέπει να καταπιαστεί στη νέα δουλειά του, είναι οι ενισχύσεις. Εχει μείνει στην ιστορία εκείνη η ατάκα που είχε πει αναφορικά με τις μεταγραφές, όταν έφυγε από τη Βαλένθια: «Ζήτησα μία καρέκλα και έφεραν μία λάμπα». Προφανώς και δεν θα είναι εκείνος που θα έχει τον πρώτο λόγο, αλλά θα καταθέσει τις προτάσεις του. Στην δική του καριέρα είχε αρκετές εξαιρετικές επιλογές, αλλά και άλλες τόσες που πήγαν... άκλαυτες. Η λογική ορίζει ότι η πιο σημαντική του σκέψη είναι αυτή του αμυντικού χαφ. Ο Μπενίτεθ είναι διάσημος για το ότι κοιτάζει πρώτα την ανασταλτική επιτυχία. Αυτό βέβαια είναι κόντρα στη φιλοσοφία της Ρεάλ και θα πρέπει να βρει την ισορροπία του και σε αυτόν τον τομέα.
Καθώς λοιπόν λατρεύει στον ελεύθερο χρόνο του να παίζει σκάκι, καλείται να τα βγάλει πέρα στη μεγαλύτερη και πλέον ηλεκτρική δουλειά του ποδοσφαιρικού κόσμου. Εδώ όμως παίζει με μειονέκτημα, μιας και φαίνεται εξ αρχής στριμωγμένος. Ωστόσο, έχει το πλεονέκτημα ότι γνωρίζει τέλεια τη συγκεκριμένη σκακιέρα. Βαθύς στοχαστής της τακτικής όπως είναι, επιλέγει να περιμένει υπομονετικά. Δέχεται στωικά των πρώιμη δεδομένη και δικαιολογημένη αμφισβήτηση και έχει πίστη στον εαυτό του ότι θα ολοκληρώσει με επιτυχία το όνειρο που ξεκίνησε πριν από 40 χρόνια, υπηρετώντας τα ίδια χρώματα. Φάνηκε όταν τον ρώτησαν για το πως αισθάνεται που θα είναι ο 10ος προπονητής στην εποχή Πέρεθ: «Το 10 είναι το αγαπημένο νούμερο κάθε λάτρη του παιχνιδιού. Ολοι μας το 10 θα θέλαμε να έχουμε στη φανέλα μας. Ετσι δεν είναι;»
ΥΓ.: Εκτός των άλλων, θα είναι η μεγάλη ευκαιρία για τις ακαδημίες της ομάδας. Ο Μπενίτεθ ήδη εξήγγειλε ότι θα έχει την απόλυτη εποπτεία τους και ότι ο στόχος είναι όλα τα κλιμάκια να παίζουν το ίδιο με την πρώτη ομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου