Ο Νίκος Παπαδογιάννης αναλύει προσεκτικά το χθεσινό ντέρμπι και εξηγεί μέσα από το blog του στο gazzetta.gr για ποιους λόγους ο τελικός Κυπέλλου είναι διαφορετική υπόθεση.
Στον πρώτο ντέρμπι της φετινής χρονιάς, στις 22 Οκτωβρίου στο ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός εμφανίστηκε με 10 νέους παίκτες στη σύνθεσή του. Η νεοσύλλεκτη δεκάδα τελείωσε τον αγώνα με 12/37 σουτ και 6/15 βολές. Οι μισοί από αυτούς δεν πέτυχαν ούτε πόντο. Από τους 60 πόντους της ομάδας, τους μισούς παρά έναν πέτυχαν οι δύο παλιοσειρές: Διαμαντίδης 19, Τσαρτσαρής 10. Ο Ολυμπιακός έφυγε από το Μαρούσι με πολύτιμο διπλό.
Στον χθεσινό «επαναληπτικό» οι παίκτες του Παναθηναϊκού που πήραν το βάπτισμα του κόκκινου πυρός είχαν, όλοι μαζί, 11 στα 31 σουτ. Εάν μάλιστα εξαιρεθεί ο Λάσμε, που σουτάρει εξ επαφής και συνήθως καρφώνει, οι κ.κ. Καπόνο, Μπράμος, Γκιστ, Ούκιτς, Ματσιούλις, Μπανκς σούταραν 6/26 εντός παιδιάς. Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι έπαιξαν για πρώτη φορά σε «κοκκινοπράσινη» μονομαχία στο Φάληρο. Καλή απόδοση είχαν μόνο οι Διαμαντίδης, Σχορτσανίτης και Τσαρτσαρής.
Το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα. Ο Παναθηναϊκός υποχρεώθηκε εκ των πραγμάτων να ποντάρει σε παίκτες που βούτηξαν στα βαθιά χωρίς βατραχοπέδιλα. Σε χέρια που έτρεμαν και σε μάτια που έψαχναν την έξοδο. Τα χρόνια πριν το σωτήριο για τον Ολυμπιακό έτος 2012, η εξίσωση ίσχυε αντίστροφα. Τους πολλούς πρωτάρηδες τους είχε αυτός.
Ακόμα και στελέχη παγκόσμιας κλάσης όπως ο Κλέιζα ή ο Τσίλντρες ή ο Βούιτσιτς ή ο Τεόντοσιτς έμπαιναν στο γήπεδο βασανισμένοι από τρακ και φορτωμένοι με ένα ανυπόφορο «πρέπει». Στο απυρόβλητο του άγχους δεν έμειναν ούτε οι Ελληνες του τότε Ολυμπιακού. Θυμηθείτε πόσες φορές υστέρησαν σε τέτοιους αγώνες παίκτες πολύπειροι όπως ο Παπαλουκάς ή ο Μπουρούσης. Αντίθετα, χθες ξαναβρήκαν τον εαυτό τους ακόμα και εκείνοι που περνούσαν περίοδο κάμψης, όπως ο σπουδαίος Παπανικολάου.
Ο Παναθηναϊκός κέρδισε πολλά ντέρμπι με αυτόματο πιλότο και με βασικό επιχείρημα τη χημεία του επί χρόνια αναλλοίωτου σκληρού πυρήνα της ομάδας. Πλέον, αυτό το πλεονέκτημα πέρασε στην απέναντι πλευρά. Ο χθεσινός Ολυμπιακός δεν ήταν δα πολύ διαφορετικός από τον αντίστοιχο του περυσινού δεύτερου ντέρμπι, πόσω μάλλον των τελικών του 2012.
Ο χθεσινός Παναθηναϊκός δεν έμοιαζε καν με τον Παναθηναϊκό του περασμένου Νοεμβρίου.
Μαζί με τα πρόσωπα, άλλαξε σε σημαντικό βαθμό και το dna της ομάδας. Όπως σωστά παρατήρησε ο Ηλίας Ζούρος στην ανάλυση που δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», ο Πεδουλάκης προσπάθησε με τις αλλαγές να κάνει την ομάδα του πιο αθλητική, πιο δυνατή, πιο ψηλή.
Ωστόσο, χάθηκαν στην πορεία σημαντικές ποσότητες φαιάς ουσίας. Αθλητές γαλουχημένοι στο ΝΒΑ (Μπανκς, Καπόνο) ή μαθημένοι να παίζουν με το ένστικτό τους (Γκιστ, Λάσμε) δεν είναι εύκολο να γίνουν «παίκτες Παναθηναϊκού», από τη στιγμή μάλιστα που λείπει ένας δεύτερος κουμανταδόρος αξίας. Η ψήφος εμπιστοσύνης στον ξεχασμένο Ξανθόπουλο είχε στόχο μάλλον το μυαλωμένο παιχνίδι, παρά την αμυντική πίεση στον Σπανούλη. Ο Ούκιτς και ο Μπανκς ήταν χθες οι χειρότεροι παίκτες του Παναθηναϊκού.
Όχι, μισό λεπτό. Ο χειρότερος ήταν ο Καπόνο. Αλλά είναι άδικο να διαβάσουμε αυτή την εξίσωση ανάποδα. Ο κορυφαίος του Ολυμπιακού ήταν ο Στράτος Περπέρογλου. Από τις πρώτες 8 μονομαχίες με τον Αμερικανό που παίζει άμυνα όρθιος και κάνει τα φάουλ εύκολα, ο Ελληνας διεθνής κέρδισε τις 7. Πέτυχε τα καλάθια του σε κρίσιμες στιγμές, ενώ προς το τέλος του αγώνα έδωσε και τάπες (στον Ματσιούλις) και επιθετικά ριμπάουντ. Το πάθος του ξεχείλιζε, αλλά δεν τον εκτροχίασε.
Οσα είχε να πει ο Στράτος στον νέο πρόεδρο και στον νέο προπονητή του Παναθηναϊκού, τους τα είπε με πράξεις. Προς τον πάγκο της παλιάς του ομάδας δεν έριξε ούτε ματιά. Με παρόμοιο τρόπο κινήθηκε και ο -πολύτιμος χθες, χωρίς να βρίσκεται σε καλή μέρα- Βασίλης Σπανούλης. Κάποτε οι δυό τους ήταν συνοδοιπόροι στην απέναντι όχθη, συμπαίκτες σε βραδιές θριάμβων με τον Διαμαντίδη και τον Τσαρτσαρή.
Μέσα στη φλόγα του ντέρμπι, η φιλία ανάμεσα στους τέσσερις έβγαινε συνεχώς στην επιφάνεια και έριχνε νερό στη φωτιά, με χαμόγελα και χειρονομίες βγαλμένες από παλιές προπονήσεις του Παναθηναϊκού ή της Εθνικής ομάδας. Όταν ο Σπανούλης διέβη τον Ρουβίκωνα, χάραξε τη νέα κοίτη του ποταμού. Σιγά σιγά, έβαλε και το νερό στο αυλάκι.
Ηταν ένα ωραίο ντέρμπι το χθεσινό, χωρίς πολλές ακρότητες και χωρίς τεντωμένα νεύρα. Παίχτηκε μπάσκετ στρατηγικής, αλλά και ενστίκτου. Και φυσικά κέρδισε ο καλύτερος, ο Ολυμπιακός, ο οποίος συν τοις άλλοις έχει το περίεργο χάρισμα να τελειώνει φάσεις με «σκοτωμένα» σουτ όταν ο αντίπαλος βρίσκει τρόπους να επιβάλει τον αμυντικό του νόμο.
Τα τρίποντα που ανέβασαν τη διαφορά από τους 3 πόντους στους 8 στο ξεκίνημα του β’ ημιχρόνου απέναντι σε σύνθετη και ευπροσάρμοστη άμυνα ζώνης (με δράστες κατά σειρά τους Λο, Σπανούλη, Παπανικολάου) ήταν από αυτά που κόβουν τα ποδάρια του αντιπάλου. Ειδικά το πρώτο και το τρίτο. Η ανακατωσούρα που προκαλείται από τη σβούρα που λέγεται Σπανούλης είναι προφανώς το κλειδί, σε συνδυασμό με τους αυτοματισμούς μιας ομάδας που συχνά λειτουργεί με κλειστά μάτια.
Μόνο τυφλός, άσχετος ή φανατικός (χαρακτηρισμοί που συχνά συνυπάρχουν στον Ελληνα φίλαθλο...) θα αρνηθεί την ανωτερότητα του Ολυμπιακού έναντι του «αιωνίου αντιπάλου» τους τελευταίους δώδεκα μήνες. Ο τελικός του περυσινού Κυπέλλου ήταν η τελευταία αναλαμπή του Παναθηναϊκού πριν την «κόκκινη» εκτόξευση. Το κύκνειο άσμα του, θα πουν οι βιαστικοί.
Η βιασύνη είναι κακός σύμβουλος. Ακριβώς επειδή οι νεοσύλλεκτοι παίκτες του Πεδουλάκη κόλλησαν τα πρώτα ένσημα στα ντέρμπι του πρωταθλήματος, το κυριακάτικο ραντεβού μπορεί να ξεκινήσει με διαφορετικές συντεταγμένες.