Διαβάζεις όσα είπε ο Νίκος
Νταμπίζας, τις απαντήσεις που φανερώνουν τον γενικό συλλογισμό του, την
ιδέα του σχετικά με το πώς έπρεπε να διαχειριστεί την κατάσταση που
βρήκε στον Παναθηναϊκό, στην προσπάθειά του να βοηθήσει στην
συναρμολόγηση ενός ρόστερ, το οποίο θα μπορούσε να “σηκώσει” το άδειο
ταμείο της ΠΑΕ και θα μπορούσε να σηκώσει στην πλάτη του την απαίτηση
που έχει το όνομα και η ιστορία του συλλόγου για μια αξιοπρεπή πορεία
στο πρωτάθλημα και το κύπελλο, και καταλήγεις στο συμπέρασμα που
επιβεβαιώνει αυτό που εκτιμούσες, από απόσταση, τον καιρό που τον
παρακολουθούσες να μεγαλώνει: είναι πάρα πολύ νωρίς για να μιλήσεις για
την δεξιότητά του ως τεχνικού διευθυντή. Για το “μάτι” του, ή την
ικανότητά του στις διαπραγματεύσεις, στις καλές συμφωνίες. Δεν είναι
όμως καθόλου νωρίς για να διαπιστώσεις αυτό που φαινόταν από τον καιρό
που επέστρεψε από την Αγγλία. Αυτή η 7ετια που έζησε στο Νησί του άνοιξε
το κεφάλι. Και τώρα που πήρε και τον χρόνο του για να αποστασιοποιηθεί
από την ποδοσφαιρική του φύση, επιστρέφει στην δράση με μια ευρύτητα
πνεύματος και με αντιλήψεις ξένες με το ελληνικό ποδοσφαιρικό
οικοσύστημα.
Βλέπεις πώς χειρίζεται μια τόσο δύσκολη κατάσταση, σαν αυτή που ζει λόγω των αντιδράσεων μιας μερίδας οπαδών του Παναθηναϊκού, και διαπιστώνεις ότι ο χειρισμός είναι επαγγελματικός. Βλέπεις πώς κινήθηκε στις διαπραγματεύσεις για τις μεταγραφές και τις αποχωρήσεις – αποδεσμεύσεις, και συμπεραίνεις το ίδιο, ότι προσπαθεί να κάνει τη δουλειά με τον τρόπο που κατάλαβε ότι αυτή γίνεται μέσα από την μελέτη όλων αυτών που βίωσε στην Αγγλία, όχι με τον παρωχημένο, πατροπαράδοτο ελληνικό τρόπο.
Αν μπορούσε να μιλήσει όπως μιλούν στο Νησί, και σε πολλά άλλα σημεία της Ευρώπης, ο Νταμπίζας πιθανόν να είχε ήδη δημοσίως εκραγεί. Κυρίως για την κλειστόμυαλη ποδοσφαιρική Ελλάδα, που δεν διδάσκεται, για παράδειγμα, από αυτό που κάνει η Μπάγερν με τον Ματίας Ζάμερ , ένα πρώην καμάρι της Ντόρτμουντ που έχει πάρει τα κλειδιά της τεχνικής διεύθυνσης των Βαυαρών. Αποφασίζει όμως να συμπεριφερθεί με επαγγελματισμό, χωρίς αυθορμητισμό, να γυρίσει την κουβέντα μόνο στο ποδόσφαιρο και, το μόνο που κάνει, να ψιθυρίσει το “δείτε πόσο δύσκολα ζει, οικονομικά και κατά συνέπεια αγωνιστικά ο Παναθηναϊκός, αυτό είναι το πρόβλημά του, όχι η φανέλα που φορούσα εγώ πριν από 15 χρόνια” μήνυμα. Ακόμη κι αυτό όμως το κάνει με τον τρόπο του, επαγγελματικά, περιφραστικά, με χειρισμό, όχι με τη γροθιά στο μαχαίρι.
Είναι πάρα πολύ νωρίς, όσο δεν έχουμε δει πολλά δείγματα των ποδοσφαιριστών που επέλεξε, κι ενώ δεν γνωρίζουμε ποιες άλλες ήταν οι εναλλακτικές του, για να εκτιμήσουμε αν ο Νταμπίζας είναι ιδανικός για τη θέση του τεχνικού διευθυντή και να συμπεράνουμε ότι ο Παναθηναϊκός είναι, ή όχι, τυχερός που τον προσέλαβε. Δεν είναι όμως καθόλου νωρίς για να επιβεβαιώσει κανείς την εκτίμηση ότι τα παιδιά της γενιάς του, οι σημερινοί 40αρηδες, οι πρώτοι σοβαροί μετανάστες του ελληνικού ποδοσφαίρου, που πήγαν, έζησαν, κατάλαβαν, προβληματίστηκαν, διδάχθηκαν και ήρθαν, αποτελούν την μεγαλύτερη ελπίδα ενός ποδοσφαίρου που φυτοζωεί. Αν κι αυτά τα παιδιά δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να αλλάξουμε κεφάλι και να νοιαστούμε για τα σημαντικά, πάμε χαμένοι. Κι είναι μαγκιά του που έχει τα κότσια και το κουράγιο, που βρίσκει νόημα να προσπαθεί να μας αλλάξει το κεφάλι, να μας δείξει ότι πρέπει επιτέλους να πάψουμε να κρίνουμε μόνο από τα χρώματα και να κοιτάξουμε, να κρίνουμε τους επαγγελματίες από την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν στις ομάδες – εταιρείες που τους προσλαμβάνουν για να κάνουν τη δουλειά. Στη θέση του πολλοί άλλοι απλώς θα είχαν απορρίψει την πρόταση του Παναθηναϊκού, ορμώμενοι από την “πού να τρέχεις τώρα; Εγώ θα αλλάξω τον κόσμο; Εγώ θα τους αλλάξω κεφάλι; Γιατί να μπλέξω;” σκέψη. Ο Νταμπίζας πήγε. Εμπλεξε. Προσπαθεί να αλλάξει τον τόπο που ζει, κι ας μη το έχει ανάγκη, τουλάχιστον οικονομικά. Μαγκιά του!
Βλέπεις πώς χειρίζεται μια τόσο δύσκολη κατάσταση, σαν αυτή που ζει λόγω των αντιδράσεων μιας μερίδας οπαδών του Παναθηναϊκού, και διαπιστώνεις ότι ο χειρισμός είναι επαγγελματικός. Βλέπεις πώς κινήθηκε στις διαπραγματεύσεις για τις μεταγραφές και τις αποχωρήσεις – αποδεσμεύσεις, και συμπεραίνεις το ίδιο, ότι προσπαθεί να κάνει τη δουλειά με τον τρόπο που κατάλαβε ότι αυτή γίνεται μέσα από την μελέτη όλων αυτών που βίωσε στην Αγγλία, όχι με τον παρωχημένο, πατροπαράδοτο ελληνικό τρόπο.
Αν μπορούσε να μιλήσει όπως μιλούν στο Νησί, και σε πολλά άλλα σημεία της Ευρώπης, ο Νταμπίζας πιθανόν να είχε ήδη δημοσίως εκραγεί. Κυρίως για την κλειστόμυαλη ποδοσφαιρική Ελλάδα, που δεν διδάσκεται, για παράδειγμα, από αυτό που κάνει η Μπάγερν με τον Ματίας Ζάμερ , ένα πρώην καμάρι της Ντόρτμουντ που έχει πάρει τα κλειδιά της τεχνικής διεύθυνσης των Βαυαρών. Αποφασίζει όμως να συμπεριφερθεί με επαγγελματισμό, χωρίς αυθορμητισμό, να γυρίσει την κουβέντα μόνο στο ποδόσφαιρο και, το μόνο που κάνει, να ψιθυρίσει το “δείτε πόσο δύσκολα ζει, οικονομικά και κατά συνέπεια αγωνιστικά ο Παναθηναϊκός, αυτό είναι το πρόβλημά του, όχι η φανέλα που φορούσα εγώ πριν από 15 χρόνια” μήνυμα. Ακόμη κι αυτό όμως το κάνει με τον τρόπο του, επαγγελματικά, περιφραστικά, με χειρισμό, όχι με τη γροθιά στο μαχαίρι.
Είναι πάρα πολύ νωρίς, όσο δεν έχουμε δει πολλά δείγματα των ποδοσφαιριστών που επέλεξε, κι ενώ δεν γνωρίζουμε ποιες άλλες ήταν οι εναλλακτικές του, για να εκτιμήσουμε αν ο Νταμπίζας είναι ιδανικός για τη θέση του τεχνικού διευθυντή και να συμπεράνουμε ότι ο Παναθηναϊκός είναι, ή όχι, τυχερός που τον προσέλαβε. Δεν είναι όμως καθόλου νωρίς για να επιβεβαιώσει κανείς την εκτίμηση ότι τα παιδιά της γενιάς του, οι σημερινοί 40αρηδες, οι πρώτοι σοβαροί μετανάστες του ελληνικού ποδοσφαίρου, που πήγαν, έζησαν, κατάλαβαν, προβληματίστηκαν, διδάχθηκαν και ήρθαν, αποτελούν την μεγαλύτερη ελπίδα ενός ποδοσφαίρου που φυτοζωεί. Αν κι αυτά τα παιδιά δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να αλλάξουμε κεφάλι και να νοιαστούμε για τα σημαντικά, πάμε χαμένοι. Κι είναι μαγκιά του που έχει τα κότσια και το κουράγιο, που βρίσκει νόημα να προσπαθεί να μας αλλάξει το κεφάλι, να μας δείξει ότι πρέπει επιτέλους να πάψουμε να κρίνουμε μόνο από τα χρώματα και να κοιτάξουμε, να κρίνουμε τους επαγγελματίες από την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν στις ομάδες – εταιρείες που τους προσλαμβάνουν για να κάνουν τη δουλειά. Στη θέση του πολλοί άλλοι απλώς θα είχαν απορρίψει την πρόταση του Παναθηναϊκού, ορμώμενοι από την “πού να τρέχεις τώρα; Εγώ θα αλλάξω τον κόσμο; Εγώ θα τους αλλάξω κεφάλι; Γιατί να μπλέξω;” σκέψη. Ο Νταμπίζας πήγε. Εμπλεξε. Προσπαθεί να αλλάξει τον τόπο που ζει, κι ας μη το έχει ανάγκη, τουλάχιστον οικονομικά. Μαγκιά του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου