Ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει στο blog του για ένα Ελληνικό
πρωτάθλημα που φαίνεται πως δεν έχει ελπίδα να... σωθεί και να αλλάξει
προς το καλύτερο!
Ως γνωστόν, η ιστορία «πρωτάθλημα στην Ελλάδα» εκδημεί. Αλλ’ οι
συγγενείς γύρω-γύρω, για να υπερασπίσουν το μικροσυμφέρον στο
μεροκάματο, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν και του δίνουν τεχνητές, μέχρις
εσχάτων, παρατάσεις ζωής. Περίπου, δηλαδή, ό,τι συνέβαινε όλον αυτόν
τον καιρό του μαρτυρίου της σταγόνας στην άμοιρη ΑΕΚ. Περίπου ό,τι
συνέβαινε, τα χρόνια της άφρονος ευδαιμονίας, στην ανυποψίαστη χώρα.Πάντοτε σ’ αυτές τις καταστάσεις, στο σημείο-μηδέν ή υπό το μηδέν, θεωρητικά υπάρχει η μία πιθανότητα αυτορύθμισης και επανεκκίνησης. Εδώ; Δεν διαφαίνεται κάτι. Στη μακάρια χώρα μεν, μια χώρα απρόθυμη να μπει σε τέτοιο κόπο, κάποτε ήλθαν οι αναπόφευκτοι δανειστές-τοκογλύφοι. Για να τη βάλουν σιδηροδέσμια, αδιάφοροι για το κόστος, στον κόπο. Το δε πρωτάθλημα; Αυτορύθμιση, ίσον ουτοπία. Πάμε, λοιπόν, στους δανειστές. Στον ρόλο που θα μπορούσαν να παίξουν.
Δανειστές του πρωταθλήματος είναι το Κράτος και η TV. ΟΠΑΠ και Forthnet. Όχι ακριβώς τόσο ανελέητοι όσο ο εσμός Τόμσεν, είν’ η αλήθεια. Το μεν Κράτος, παραδοσιακά, ακολουθεί την πολιτικάντικη επιλογή να στηρίζει, δια του χαϊδεύειν, αυτό το πεθαμένο πράγμα. Πάρτε να ‘χετε, για να παίζετε. Αντιληπτό, γιατί. Το γήπεδο εξακολουθεί να είναι ο πιο πρόσφορος χώρος μαζικής εκτόνωσης.
Οσο οπαδοί πλακώνονται (μεταξύ τους, με την Αστυνομία, με άλλους οπαδούς, με παίκτες, με διαιτητές, με ό,τι να ‘ναι), η κατάσταση παραμένει μια χαρά ελεγχόμενη.
Κανένας εφιάλτης δεν είναι, μη δίνετε σημασία σε ανοησίες, ένας ενδεχόμενος τελικός κυπέλλου Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ. Αληθινός εφιάλτης θα ήταν, αν επί τη ευκαιρία ενός τέτοιου τελικού Ολυμπιακοί και ΠΑΟΚτσήδες (με αφετηρία το γήπεδο) συνενώνονταν σ’ ένα ροσονέρο ρεύμα και σ’ αυτό ενσωματώνονταν, από δω κι από κει, κομμάτια-κομμάτια της κοινωνίας. Θα διαχεόταν ένα ποτάμι, ένα ανεξέλεγκτο τσουνάμι, που θα συμπαράσερνε ό,τι σάπιο και ετοιμόρροπο. Μια σύγχρονη Στάση του Νίκα. Αυτό, ναι, θα ήταν ένας ωραιότατος εφιάλτης. Μια πλατφόρμα επανεκκίνησης.
Το άμεσο, τώρα, ζήτημα είναι ότι (με τον ξένο γκιουλέκα από πάνω) ο ΟΠΑΠ παύει οσονούπω να είναι Κράτος. Γίνεται ιδιώτης. Συνήθως ο ιδιώτης έχει άλλη λογική, ως προς τους όρους του δυνητικού δανεισμού. Συνήθως. Ας αφήσουμε, εδώ, στη ζωή τον χρόνο ν’ απαντήσει. Γιατί ιδιώτης είναι και η TV, η οποία θα μπορούσε να επιβάλει σαφείς όρους.
Φτιάξτε το, αυτό που μου δίνετε να δείχνω, για να πάρετε. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, ο ιδιώτης (αντί, αφού πληρώνει, να επιβάλλει) ντε φάκτο αποδέχεται να του επιβάλλουν. Τι (δεν) θα δείχνει απ’ αυτό το παντελώς άφτιαχτο, ουσιαστικά ασύδοτο, πράγμα, τι (δεν) θα λέει, πώς (δεν) θα το λέει, κ.λπ. Μια καταπληκτική πρωτοτυπία, ομολογουμένως απολύτως άξια να τη διδάσκουν οι αετοί της Σούπερ Λιγκ, πώς το καταφέρνουν αυτό, στα διεθνή φόρα. Για να μαθαίνουν οι «προοδευτικές δυνάμεις» πώς παίζεται το σωστό έργο.
Ιδίως την εποχή που ο δεινός διαπραγματευτής Πηλαδάκης πήρε σώβρακα, τότε έπεσαν λεφτά, αλόγιστα λεφτά, πού; Σε μια ζούγκλα. Δίχως κανόνες. Ο μοναδικός κανόνας είναι, όποιος προλαβαίνει τρώει τον άλλον για να επιβιώσει αυτός. Όλα παίζονται, ακριβώς όπως στη ζούγκλα. Στη βράση της στιγμής και στην καπατσοσύνη των ανθρώπων που συμβαίνει, την κρίσιμη στιγμή, να είναι εκεί.
Υστερα, μένουμε να μαλώνουμε για τις πάσης φύσεως εκδουλεύσεις. Γιατί, σε ίδιες γηπεδικές συνθήκες π.χ., ένα ματς αναβάλλεται ενώ ένα άλλο ματς διεξάγεται. ‘Η γιατί ένα ματς διακόπτεται ενώ ένα άλλο ματς λήγει. ‘Η γιατί ένας παίκτης τιμωρείται για το μπινελίκι στον διάδρομο των αποδυτηρίων, οδηγώντας μας να πιστέψουμε ότι μερικές εκατοντάδες άλλοι ποδοσφαιριστές επιστρέφουν στ’ αποδυτήρια, αν και ξαναμμένοι απ’ το παιγνίδι, σαν κορασίδες.
Σε προτέρα ευκαιρία, είχα σημειώσει πως το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι σαν το χωριό μας. Το αγαπάμε, έχουμε ρίζα, έχουμε βιώματα κι αναμνήσεις, θέλουμε να επιστρέφουμε, αλλ’ όπως στο χωριό. Όχι για περισσότερες από 3-4 μέρες και όχι για περισσότερες από μία φορές στα 2-3 χρόνια. Στη σημερινή ευκαιρία, θέλω να καταγράψω την, ειλικρινέστατη πιστέψτε με, ελπίδα μου το μοντέλο της Forthnet, παρά το πολύ χρήμα που έριξαν στο πηγάδι, να ‘ναι βιώσιμο και να μακροημερεύσει.
Ενας ηθικός λόγος είναι ότι οι άνθρωποι, τα προηγούμενα χρόνια, με τίμησαν με επανειλημμένες κρούσεις για απασχόληση. Ενας άλλος σοβαρός λόγος είναι ότι εργάζονται, εκεί, φίλοι. Κι ένας πολύ πρακτικός λόγος είναι ότι, ως επαγγελματίας αλλά και ως καταναλωτής, συμφέρει να ‘ναι σε ανταγωνισμό δύο πλατφόρμες απ’ το να παίζει μόνη της μία.
Το μεγάλο άγχος μου δε, δεν κρύβω, είναι μη γίνει κάποτε η στραβή και μπουν οι κεφαλές του ΟΤΕ στον πειρασμό, εκεί που δίχως Σούπερ Λιγκ το πρότζεκτ ήδη τρέχει σαν υπερταχεία, να πάνε και να μπλέξουν με τη Σούπερ Λιγκ. Προσωρινά παίρνω θάρρος, κάθε φορά που ακούω πως η ηγεσία είναι επιφυλακτική, έως αρνητική, απέναντι στο σενάριο. Μετά, ξαναπέφτω στο άγχος. Αν, όμως; Τότε, καλά ξεμπερδέματα. Τότε, δεν θα μετρήσει να πάρουν διαβεβαιώσεις που δεν πρόκειται, στην τούρλα του παιγνιδιού, να τηρηθούν. Τότε, θα χρειαστεί να προσλάβουν μερικούς «γκάνγκστερ» της πιάτσας για να τα βγάζουν πέρα, στο καθημερινό νταραβέρι, με τ’ ατίθασα σαίνια του (παρα)ποδοσφαίρου.
Τι προτείνεις συνεπώς, θ’ αναρωτηθεί κανείς. Να μείνει, στο τέλος, το πρωτάθλημα…άστεγο; Να μη δείχνει τους αγώνες κανείς; Κατ’ αρχήν να ενημερώσουμε, εμείς οι ολίγον παλαιότεροι, τους γεννηθέντες τα τελευταία 25 χρόνια ότι προ 90s, πριν οργανωθεί η τηλεοπτική κάλυψη του πρωταθλήματος στη βάση που πλέον είναι κοινός τόπος, υπήρχε ζωή. Υπήρχε ποδόσφαιρο, υπήρχαν ομάδες, υπήρχαν γήπεδα. Πιο γεμάτα, μάλιστα, απ’ ό,τι σήμερα. Και δεν ήταν, να βεβαιώσουμε, μια άσχημη ζωή. Ολοι έπαιζαν Κυριακή, στις τρεις. ‘Η στις πέντε, όταν μεγάλωνε η μέρα κι έπιαναν οι ζέστες.
Διαλέγαμε πού θα πάμε, αν δεν πηγαίναμε ακούγαμε ράδιο όπως σήμερα θα μπορούσαμε να παρακολουθούμε την εξέλιξη των ματς στο Διαδίκτυο, γυρίζαμε, μπορεί να γινόταν κι ένα σινεμά μετά, το βράδι βλέπαμε τα γκολ στην «Αθλητική Κυριακή» και…καλόν ύπνο. Δεν πάθαμε κάτι.
Ούτε τώρα βλέπω να έχω πάθει κάτι που, πλησιάζοντας στα πενήντα, συλλαμβάνω εαυτόν να έχει επιστρέψει στο τότε. Ενας Πανιώνιος μια-δυο φορές το μήνα, επίσης κάνα μπάσκετ στην Αρτάκης εάν βολέψουν η μέρα κι η ώρα, και αργά τη νύχτα (αφού, λόγω μεταδόσεων στον ΟΤΕ, δεν προλαβαίνω τις εκπομπές) μια βόλτα στο σάιτ της Nova για τα τρίλεπτα των παιγνιδιών. Κλείσαμε.
Ένα υστερόγραφο, για την ΑΕΚ. Το βλέμμα δίπλα μας, στην Ιταλία. Δεν πάνε παρά μόνο λίγα χρόνια απ’ την εποχή που Γιούβε-Νάπολι έφτασαν να ‘ναι αντίπαλοι σε ντέρμπι στη Serie B. Αυτό δεν εμπόδισε, βλέπουμε, σήμερα να είναι νο-1 και νο-2 στη βαθμολογία. Της Serie A. Το ίδιο δεν εμπόδισε, μία αφρενάριστη πτώση ως τα τάρταρα της δ’ κατηγορίας, τη Φιορεντίνα να ‘ναι νο-4 στην ίδια βαθμολογία. Δεν είναι καν ντροπή, όπως έγινε καθ’ οδόν με τη Φιορεντίνα, να «πηδήσεις» και μια κατηγορία για να κόψεις δρόμο.
Βασικό είναι το εχέγγυο υγείας στην επανεκκίνηση. Ρέιντζερς, Μονακό, Ντεπορτίβο, Κολωνία, Νιουκάσλ, πολλά. Αν πάλι όλ’ αυτά πέφτουν πολύ μακρινά, οι ΑΕΚτσήδες μπορούν να περιορίσουν το βλέμμα ως το αιωνίως φτωχό γειτονάκι, τον Απόλλωνα. Κι ο Απόλλων, Δ’ Εθνική κατρακύλησε. Επαιρναν το πλοίο για να παίξουν στη Μύκονο και στη Νάξο. Πού θα είναι του χρόνου ο Απόλλων, πού η ΑΕΚ. Και ποιος σώθηκε στ’ αλήθεια, εφέτος στο νήμα της Σούπερ Λιγκ; Οποιος, απλώς, θα μεταφέρει τη μιζέρια του και στην επόμενη σεζόν; ‘Η εκείνος που έχει τη μία ευκαιρία ν’ αφήσει τη μιζέρια πίσω;πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου