Ο Μιχάλης Τσόχος γράφει για μία απίστευτη υπόθεση συνωμοσίας, η
οποία κατέληξε σε απόπειρα δολοφονίας και τις επόμενες μέρες θα
απασχολήσει πολύ έντονα την κοινή γνώμη…
Ο δολοφόνος κρατούσε το περίστροφο στο χέρι του που έτρεμε. Γύρω του
ένα μάτσο ταλαιπωρημένοι και ιδρωμένοι από την αγωνία άνθρωποι του
φώναζαν: «μην πατήσεις την σκανδάλη, δεν υπάρχει λόγος...».
Αυτός το σκέφτονταν για πάνω από μία ώρα. Το συζητούσε μαζί τους, αλλά
το περίστροφο δεν το κατέβαζε ποτέ. Ούτε όταν χτυπούσε το κινητό του.
Μίλησε με διάφορους αυτή την μία ώρα, μόνο όμως έναν από αυτούς έδειχνε
να ακούει. Με αυτόν μίλησε και την τελευταία φορά, λίγο πριν πατήσει τη
σκανδάλη. Το φονικό έγινε.
Λίγες ώρες μετά ξεκίνησε η έρευνα. Ηταν φονικό σε ληστεία τράπεζας.
Για να φτάσουμε στο σημείο να πατηθεί η σκανδάλη είχαν προηγηθεί πολλά.
Όχι μόνο τα τηλεφωνήματα, πολλά περισσότερα…
Αυτός που έπρεπε να πατήσει τον συναγερμό, όταν είδε τον ληστή και μετέπειτα δολοφόνο, δεν πάτησε ποτέ το κουμπί. «Τρομοκρατήθηκα και δεν το πάτησα…» είπε. Αυτός που έκανε τον έλεγχο για να μην περάσει όπλο στην τράπεζα, κατέθεσε ότι «είχα πάει στην τουαλέτα». Ο φύλακας έλειπε. «Ημουν άρρωστος με 40 πυρετό. Ηταν αδύνατον να πάω στην τράπεζα» είπε, κι όταν τον ρώτησαν γιατί δεν πήρε τηλέφωνο τον αντικαταστάτη του απάντησε: «Τον πήρα, αλλά δεν τον έβρισκα».
Ο αντικαταστάτης δήλωσε ενόρκως: «είχε πέσει η μπαταρία στο κινητό μου»...
Ο αντικαταστάτης δήλωσε ενόρκως: «είχε πέσει η μπαταρία στο κινητό μου»...
Αυτές οι… παράξενες συμπτώσεις δεν είναι οι μόνες. Για την ακρίβεια
είναι αυτές της τελευταίας στιγμής, της τελευταίας μέρας. Βλέπετε αυτή η
τράπεζα είχε «ταλαιπωρηθεί» πολλές φορές και από διάφορα γεγονότα τα
τελευταία χρόνια.
Μεγάλη ιστορία… Θα προσπαθήσω να σας την διηγηθώ όσο πιο σύντομα γίνεται.
Την τράπεζα αυτή την είχαν κλέψει ουκ’ ολίγες φορές. Από μέσα τις
περισσότερες. Κάτι καταχραστές μπουμπούκια που είχαν κονομήσει χοντρά
μέχρι και από τους καφέδες…
Το παράξενο ήταν ότι τους ήξεραν και δεν τους έπιαναν, τους άφηναν να αλωνίζουν. Δεν ήταν όμως μόνο αυτοί, ήταν κι άλλοι που την οδήγησαν στην καταστροφή. Κάποιοι από άγνοια, κάποιοι από υπερβολικό ζήλο, κάποιοι από υπερβολική φιλοδοξία, κάποιοι από συμφέρον όταν είδαν ότι η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη και είπαν να πάρουν ότι προλαβαίνουν.
Το παράξενο ήταν ότι τους ήξεραν και δεν τους έπιαναν, τους άφηναν να αλωνίζουν. Δεν ήταν όμως μόνο αυτοί, ήταν κι άλλοι που την οδήγησαν στην καταστροφή. Κάποιοι από άγνοια, κάποιοι από υπερβολικό ζήλο, κάποιοι από υπερβολική φιλοδοξία, κάποιοι από συμφέρον όταν είδαν ότι η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη και είπαν να πάρουν ότι προλαβαίνουν.
Ανάμεσά τους και κάποιοι που είχαν καλές προθέσεις, ή κάποιοι που
έβαλαν και έχασαν λεφτά, κάποιοι που για ένα χρονικό διάστημα κατάφεραν
να την αναγεννήσουν. Να πείσουν τους καταθέτες να τρέξουν ξανά στα
ταμεία της, αλλά κι αυτοί έκαναν λάθη. Πολλά λάθη… Λίγο κράτησε τελικά,
ξαναφτάσαμε στο ίδιο ακριβώς σημείο. Στο σημείο μηδέν.
Ηταν κι’ άλλοι που βοήθησαν να φτάσουμε στο σημείο μηδέν, όχι φίλοι ή
«φίλοι», όχι από μέσα, αλλά απ’ έξω, εχθροί. Ιδιοκτήτες άλλων τραπεζών
που ήξεραν να ελέγχουν το σύστημα και φρόντιζαν όποτε μπορούσαν να
συρρικνώνουν αυτήν την τράπεζα. Μια χρονιά προχώρησαν μάλιστα και σε
κούρεμα. Χάθηκαν πολλά εκατ. ευρώ εκείνη τη χρονιά.
Ένα σύστημα γεμάτο από τσιράκια, τοκογλύφους και ανθρωπάκια. Αλλα έφταιγαν αυτοί ή μήπως οι άλλοι που τους επέτρεπαν να λειτουργούν με αυτό τον τρόπο...
Ένα σύστημα γεμάτο από τσιράκια, τοκογλύφους και ανθρωπάκια. Αλλα έφταιγαν αυτοί ή μήπως οι άλλοι που τους επέτρεπαν να λειτουργούν με αυτό τον τρόπο...
Και να ήταν μόνο αυτό; Και το κράτος από κοντά σ' αυτή την υπόθεση.
Ακόμη η τράπεζα περιμένει να της επιστραφούν τα χρήματα από τους
καταχραστές της … Και πόσο θα περιμένει κανείς δεν ξέρει. Ακόμη
περιμένει να μπουν φυλακή όσοι έφαγαν τα λεφτά της…
Αλλα ας ξαναγυρίσω στον τόπο του εγκλήματος, στην στιγμή που η
σκανδάλη πατήθηκε, γιατί δεν σας έχω αναφέρει ορισμένες λεπτομέρειες.
Την ώρα που ο τύπος μέσα στην τράπεζα κρατά το όπλο και μιλά στο
τηλέφωνο, έξω από αυτήν έχουν συγκεντρωθεί χιλιάδες άνθρωποι. Εχουν
ακούσει, έχουν διαβάσει, έχουν μάθει, ότι η τράπεζά τους κινδυνεύει με
χρεωκοπία. Ότι αυτή την μέρα θα κριθεί αν θα πτωχεύσει ή όχι.
Στην πλειοψηφία τους είναι καθημερινοί άνθρωποι που βρίσκονται εκεί
για να διαδηλώσουν ειρηνικά. Για να προστατέψουν τις καταθέσεις τους, τα
όνειρα, τους κόπους, τις αναμνήσεις μιας ζωής. Ανάμεσα τους και κάποιοι
άλλοι καταθέτες, εξαγριωμένοι, έτοιμοι να τα κάνουν γυαλιά καρφιά,
νομίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα προστατέψουν την αγαπημένη τους
τράπεζα. Μάταια οι πολλοί, οι ειρηνικοί διαδηλωτές, τους ζητούν να
ηρεμήσουν, να μην το κάνουν.
Ο χρόνος περνάει, η αγωνία μεγαλώνει και οι εξαγριωμένοι καταθέτες,
κατεβάζουν την πρώτη τζαμαρία. Ο τύπος με το πιστόλι ταράζεται, είναι
έτοιμος να πατήσει την σκανδάλη, αλλά ευτυχώς δεν το κάνει. Οι
ψυχραιμότεροι κρατούν προσωρινά τους εξαγριωμένους, αλλά η κατάσταση
μυρίζει μπαρούτι… Μετά από λίγο γίνεται και δεύτερο ντου κι αυτή την
φορά δεν τους σταματάει κανείς. Οι τζαμαρίες πέφτουν η μία πίσω από την
άλλη, επικρατεί πανδαιμόνιο. Ολοι τρέχουν να σωθούν… Ο τύπος με το
πιστόλι τελειώνει βιαστικά την συνομιλία του στο τηλέφωνο. Το κλείνει.
Γυρίζει προς το θύμα και πατάει την σκανδάλη… Αυτό ήταν, όλα τελείωσαν.Δύο δημοσιογράφοι, ο Βασίλης και ο Μιχάλης συζητούν τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια σε αυτή την τράπεζα, έξω από την εντατική. Βλέπετε, η σφαίρα του τύπου έχει βρει μία 89χρονη στον θώρακα. «Την έχει χτυπήσει στην καρδιά δεν γλιτώνει» σκέφτονται και οι δύο. «Από την άλλη όμως, είναι 89 ετών αλλά είναι γερό σκαρί...» λέει ο Βασίλης. «Είναι 89 ετών και μία φορά στο νοσοκομείο δεν έχει πάει…» συμπληρώνει ο Μιχάλης.
Οι γιατροί βγαίνουν από το χειρουργείο. «Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Παρά ταύτα θα επανέλθει. Θα τα καταφέρει. Μάλλον θα της πάρει χρόνο πολύ. Ισως ένα, ίσως δύο χρόνια, αλλά θα επανέλθει, ακριβώς στην κατάσταση που ήταν».
Οι δύο δημοσιογράφοι μπαίνουν στο αυτοκίνητο, ανάβουν τσιγάρο και ξεκινάνε για το γραφείο. Τα πρώτα λεπτά δεν μιλάνε. Στο ραδιόφωνο όλο για το φονικό λένε… Ο Βασίλης σπάει την σιωπή. «Ρε συ. Πρέπει να την γράψουμε όλη αυτή την ιστορία με ονόματα και διευθύνσεις…» λέει στον Μιχάλη που τον διακόπτει. «Ναι, αλλά χρειαζόμαστε αποδείξεις…».
«Πρέπει να ψάξουμε, να βρούμε. Το χρωστάμε στην 89χρονη και
κυρίως σε όλους αυτούς τους καταθέτες που την στηρίζουν τόσα χρόνια…» επιμένει ο Βασίλης. «Συμφωνώ,
αλλά πρέπει να προσέξουμε. Είναι πολλοί οι ένοχοι. Είναι αυτός που
πάτησε τη σκανδάλη, είναι αυτός που δεν πάτησε τον συναγερμό, είναι ο
φύλακας που δεν πήγε, είναι αυτός που βρισκόταν στην τουαλέτα και δεν
έψαξε για το όπλο, είναι ο άλλος φύλακας που δεν είχε μπαταρία στο
κινητό…. Κι’ όλοι αυτοί είναι τώρα στο τέλος. Κυρίως πρέπει να
ασχοληθούμε με όλους τους προηγούμενους που κατέστρεψαν την τράπεζα…» του απαντάει ο Μιχάλης.
Ακολούθησε σιωπή ορισμένων δευτερολέπτων. «Ναι, είναι πολλοί. Αλλά αν ψάξουμε σωστά και με προσοχή θα τους βρούμε όλους»
είπε αποφασισμένος ο Βασίλης ο οποίος είχε ασχοληθεί χρόνια με την
ιστορία αυτής της τράπεζας. Την ξέρει καλά, την ξέρει από μέσα, ξέρει
πρόσωπα και πράγματα.
Και οι δύο κατέληγαν σε ένα συμπέρασμα:
«Σε κάθε δολοφονία, ή έστω απόπειρα, υπάρχει ένα κίνητρο.
Ποιος είναι αυτός που έχει το κίνητρο σε αυτή την υπόθεση;
Αυτός είναι ο πραγματικός δολοφόνος.
Αυτός είναι πίσω από όλο αυτό.
Αυτόν πρέπει να βρούμε…».
«Σε κάθε δολοφονία, ή έστω απόπειρα, υπάρχει ένα κίνητρο.
Ποιος είναι αυτός που έχει το κίνητρο σε αυτή την υπόθεση;
Αυτός είναι ο πραγματικός δολοφόνος.
Αυτός είναι πίσω από όλο αυτό.
Αυτόν πρέπει να βρούμε…».
Αυτό το τελευταίο συμπέρασμα ήταν που τρόμαζε τον Μιχάλη.
«Οκέι, ας το ψάξουμε» είπε στον Βασίλη και κατέληξε «αλλά να θυμάσαι, εγώ έχω παιδί, εσύ όχι…» .
«Οκέι, ας το ψάξουμε» είπε στον Βασίλη και κατέληξε «αλλά να θυμάσαι, εγώ έχω παιδί, εσύ όχι…» .
Δεν ξέρω τι με έπιασε και σας έγραψα σήμερα για αυτή την
υπόθεση. Ισως να φταίει ότι τώρα τελευταία έχω κολλήσει με μία σειρά
μυστηρίου που βλέπω. Αύριο υπόσχομαι να επιστρέψω στα κανονικά. Θυμίστε
μου να σας γράψω για την ΑΕΚ…
πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου