Την προηγούμενη Τρίτη (02/06) ο Μπρένταν Ρότζερς συναντήθηκε με τον
Τομ Βέρνερ, πρόεδρο της Λίβερπουλ, και τον Μάικ Γκόρντον, πρόεδρο της
Fenway Sports Group, της ιδιοκτήτριας εταιρείας του συλλόγου.
Μετά από δύο ώρες, αποφασίστηκε ότι ο Βορειοϊρλανδός είναι ο κατάλληλος για να συνεχίσει στον πάγκο. Αυτή η απόφαση, όμως, μοιάζει να είναι ένας συμβιβασμός και από τις δύο πλευρές, που είναι άγνωστο αν (θα) κάνει καλό στον σύλλογο. Η σεζόν κρίνεται αποτυχημένη, όμως ο βαθμός της αποτυχίας στο τέλος αυξήθηκε, μαζί με την πίεση στον Ρότζερς.
Τελικά, δε θα χάσει τη δουλειά του. «Είμαι 150% σίγουρος ότι θα μείνω στη θέση μου», είχε πει ο Ρότζερς πριν την ντροπιαστική ήττα από την Στόουκ, την πιο βαριά της Λίβερπουλ εδώ και 52 χρόνια. Μετά το παιχνίδι, φυσικά, το κλίμα ήταν πολύ βαρύ και στην ουσία έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση της διοίκησης. «Πάντα έλεγα ότι αν η διοίκηση θέλει να φύγω, τότε θα φύγω. Είναι τόσο απλό».
Η αλήθεια είναι ότι για κάποιον λόγο ο 42χρονος τεχνικός σε πείθει ότι έχει αυτό που χρειάζεται για να κάνει τη διαφορά και σε κάνει να τον στηρίζεις. Είναι συμπαθητικός, ειλικρινής, έχει δείξει ότι αν έχει τα κατάλληλα εργαλεία μπορεί να κάνει την υπέρβαση, ενώ φέτος έδειξε ευελιξία. Βέβαια, κάπου τα χάλασε, αλλά μάλλον αυτό οφειλόταν στη δική του απειρία, καθώς από τη μία βρήκε ρυθμό με το 3-4-2-1, όμως το άλλαξε ξανά, όταν στράβωσαν δύο αποτελέσματα με Γιουνάιτεντ και Άρσεναλ για το κάκιστο φινάλε. Το χειρότερο για τον ίδιο και την Λίβερπουλ είναι ότι, δυστυχώς, μοιάζει σχεδόν απίθανο να βρει ξανά τα εργαλεία που θα φέρουν τους κόκκινους στην κορυφή.
Ο Ρότζερς έγινε ο πρώτος προπονητής των κόκκινων, που στην πρώτη του τριετία στον πάγκο δεν κερδίζει κάποιο τρόπαιο μετά τη δεκαετία του '50. Η εξέλιξη της Λίβερπουλ τα τελευταία δύο χρόνια είναι τόσο παράξενη όσο και το κακό που της έκανε η αποχώρηση ενός και μόνο παίκτη, του Λουίς Σουάρες. Ο Ουρουγουανός αποτελεί ακόμα σημείο αναφοράς στην αλλαγή των κόκκινων και αυτό δείχνει απλά ότι δεν υπάρχουν όχι οι λύσεις, αλλά ούτε καν ξεκάθαρες ιδέες για το μέλλον (μάλλον εκεί αποδίδεται και η μεταγραφή του Μπαλοτέλι).
Το μοντέλο της FSG είναι ξεκάθαρο: νεαροί παίκτες που έχουν λαμπρό μέλλον. Αυτό, όμως, στην ουσία εμποδίζει όχι την εξέλιξη, αλλά την άμεση επιτυχία. Διότι, όπως αποδεικνύεται από την περίπτωση του Στέρλινγκ το μόνο που χρειάζεται για να κάνει ένας παίκτης την επανάστασή του και να δημιουργήσει ολόκληρο θέμα είναι ένας «κακός» ατζέντης, με τον Έιντι Γουόρντ – που για κάποιον λόγο έχει άδεια από την Σιέρα Λεόνε – να κινεί τα νήματα. Αν οι τίτλοι και οι διακρίσεις δεν έρθουν, τότε όλοι κάποια στιγμή είναι λογικό να κοιτάξουν άλλες ομάδες, που θα έχουν καλύτερες προϋποθέσεις για αυτό.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση τάσσομαι με το πλευρό εκείνων που πιστεύουν ότι ο Στέρλινγκ πρέπει να πουληθεί αυτό το καλοκαίρι (έχει συμβόλαιο μέχρι το 2017) με το μεγαλύτερο δυνατό οικονομικό όφελος. Φαίνεται, όμως, ότι ούτε η διοίκηση ούτε ο προπονητής σκέφτονται το ίδιο. Μετά την ήττα από την Χαλ ο Ρότζερς τόνισε ότι θέλει να φτιάξει μία ομάδα με χαρακτήρα και αυτό θα συμβεί με μεταγραφές έτοιμων παικτών. Ο τεχνικός της Λίβερπουλ έχει στηρίξει το μοντέλο της διοίκησης, όμως γνωρίζει ότι αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στις φιλοδοξίες του συλλόγου. «Η στρατηγική του να δίνουμε προτεραιότητα σε νεαρούς, άπειρους παίκτες υπάρχει είτε το θέλω είτε όχι», είχε αποκαλύψει τον περασμένο Απρίλιο.
Πλησιάζοντας στο τέλος της σεζόν, με κάθε ευκαιρία αναφερόταν στην ενίσχυση που θα πρέπει να υπάρξει με έτοιμους παίκτες, με «Premier League proven», όπως αναφερόταν στον Τύπο. Η διοίκηση θέλει εξελίξιμους, ο Ρότζερς πιο έτοιμους και από την πρώτη τονιζόταν πάντα το γεγονός ότι οι στόχοι επιλέγονται συλλογικά, με την Επιτροπή Μεταγραφών να παίρνει τις αποφάσεις. Αυτή η επιτροπή, όμως, που αποτελείται από τον προπονητή, τον Μάικ Γκόρντον, τον Ίαν Άιρ και τον Ντέιβ Φάλοους έχει βρεθεί δικαίως στο μάτι του κυκλώνα και δείχνει να μη λειτουργεί σωστά.
Τελικά, εκείνοι που πλήρωσαν το μάρμαρο δεν ήταν κανένας από τους παραπάνω, αλλά δύο άνθρωποι από το τιμ του Ρότζερς: ο Πάσκο (απολύθηκε) και ο Μαρς (δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιό του). Από πέρυσι ο Γκάρι Νέβιλ είχε γράψει ότι πρέπει να έρθουν αλλαγές στο staff, όμως το γεγονός ότι έγιναν χωρίς πλάνο (βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο της ονοματολογίας) δείχνει προχειρότητα. Παρόλα αυτά, η απόφαση ήταν μάλλον σωστή.
Ο σχεδιασμός φέτος έχει ξεκινήσει από νωρίς, με τους Μίλνερ και Ινγκς να υπογράφουν. Για να μην παρεξηγηθώ, αμφότερες οι κινήσεις, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι δεν κόστισαν ούτε ευρώ (αν και για τον δεύτερο θα επιδικαστεί ένα σχετικά μικρό ποσό στην Μπέρνλι), ήταν πολύ καλές, όμως δεν είναι αυτές που στο τέλος θα κάνουν τη διαφορά.
Οι δυο τους θα δώσουν βάθος στο ρόστερ, όμως δε θα ανεβάσουν το επίπεδο. Για να γίνει αυτό, δε φτάνει να έρθει ο Οριζί και να αποκτηθούν άλλα 2-3 μεγάλα ταλέντα. Θα πρέπει το χέρι να μπει βαθιά στην τσέπη. Η μεταγραφική πολιτική της Λίβερπουλ πρέπει να αλλάξει. «Όλα είναι μέρος του ταξιδιού του να γίνεις νικητής», είχε πει ο Ρότζερς τον περασμένο Απρίλιο, όμως ο προορισμός μοιάζει όλο και πιο δυσπρόσιτος και μακρινός... Ο συμβιβασμός της μετριότητας θα πρέπει να τερματιστεί. Ακόμη και αν η διοίκηση δεν εμπιστεύεται τις επιλογές του προπονητή της στην αγορά, έχει δύο επιλογές: είτε να πάρει τη γενναία απόφαση και να τον αλλάξει, είτε να αλλάξει (μυαλά) η ίδια.
*Πηγή: gazzetta.gr*
Μετά από δύο ώρες, αποφασίστηκε ότι ο Βορειοϊρλανδός είναι ο κατάλληλος για να συνεχίσει στον πάγκο. Αυτή η απόφαση, όμως, μοιάζει να είναι ένας συμβιβασμός και από τις δύο πλευρές, που είναι άγνωστο αν (θα) κάνει καλό στον σύλλογο. Η σεζόν κρίνεται αποτυχημένη, όμως ο βαθμός της αποτυχίας στο τέλος αυξήθηκε, μαζί με την πίεση στον Ρότζερς.
Τελικά, δε θα χάσει τη δουλειά του. «Είμαι 150% σίγουρος ότι θα μείνω στη θέση μου», είχε πει ο Ρότζερς πριν την ντροπιαστική ήττα από την Στόουκ, την πιο βαριά της Λίβερπουλ εδώ και 52 χρόνια. Μετά το παιχνίδι, φυσικά, το κλίμα ήταν πολύ βαρύ και στην ουσία έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση της διοίκησης. «Πάντα έλεγα ότι αν η διοίκηση θέλει να φύγω, τότε θα φύγω. Είναι τόσο απλό».
Η αλήθεια είναι ότι για κάποιον λόγο ο 42χρονος τεχνικός σε πείθει ότι έχει αυτό που χρειάζεται για να κάνει τη διαφορά και σε κάνει να τον στηρίζεις. Είναι συμπαθητικός, ειλικρινής, έχει δείξει ότι αν έχει τα κατάλληλα εργαλεία μπορεί να κάνει την υπέρβαση, ενώ φέτος έδειξε ευελιξία. Βέβαια, κάπου τα χάλασε, αλλά μάλλον αυτό οφειλόταν στη δική του απειρία, καθώς από τη μία βρήκε ρυθμό με το 3-4-2-1, όμως το άλλαξε ξανά, όταν στράβωσαν δύο αποτελέσματα με Γιουνάιτεντ και Άρσεναλ για το κάκιστο φινάλε. Το χειρότερο για τον ίδιο και την Λίβερπουλ είναι ότι, δυστυχώς, μοιάζει σχεδόν απίθανο να βρει ξανά τα εργαλεία που θα φέρουν τους κόκκινους στην κορυφή.
Ο Ρότζερς έγινε ο πρώτος προπονητής των κόκκινων, που στην πρώτη του τριετία στον πάγκο δεν κερδίζει κάποιο τρόπαιο μετά τη δεκαετία του '50. Η εξέλιξη της Λίβερπουλ τα τελευταία δύο χρόνια είναι τόσο παράξενη όσο και το κακό που της έκανε η αποχώρηση ενός και μόνο παίκτη, του Λουίς Σουάρες. Ο Ουρουγουανός αποτελεί ακόμα σημείο αναφοράς στην αλλαγή των κόκκινων και αυτό δείχνει απλά ότι δεν υπάρχουν όχι οι λύσεις, αλλά ούτε καν ξεκάθαρες ιδέες για το μέλλον (μάλλον εκεί αποδίδεται και η μεταγραφή του Μπαλοτέλι).
Το μοντέλο της FSG είναι ξεκάθαρο: νεαροί παίκτες που έχουν λαμπρό μέλλον. Αυτό, όμως, στην ουσία εμποδίζει όχι την εξέλιξη, αλλά την άμεση επιτυχία. Διότι, όπως αποδεικνύεται από την περίπτωση του Στέρλινγκ το μόνο που χρειάζεται για να κάνει ένας παίκτης την επανάστασή του και να δημιουργήσει ολόκληρο θέμα είναι ένας «κακός» ατζέντης, με τον Έιντι Γουόρντ – που για κάποιον λόγο έχει άδεια από την Σιέρα Λεόνε – να κινεί τα νήματα. Αν οι τίτλοι και οι διακρίσεις δεν έρθουν, τότε όλοι κάποια στιγμή είναι λογικό να κοιτάξουν άλλες ομάδες, που θα έχουν καλύτερες προϋποθέσεις για αυτό.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση τάσσομαι με το πλευρό εκείνων που πιστεύουν ότι ο Στέρλινγκ πρέπει να πουληθεί αυτό το καλοκαίρι (έχει συμβόλαιο μέχρι το 2017) με το μεγαλύτερο δυνατό οικονομικό όφελος. Φαίνεται, όμως, ότι ούτε η διοίκηση ούτε ο προπονητής σκέφτονται το ίδιο. Μετά την ήττα από την Χαλ ο Ρότζερς τόνισε ότι θέλει να φτιάξει μία ομάδα με χαρακτήρα και αυτό θα συμβεί με μεταγραφές έτοιμων παικτών. Ο τεχνικός της Λίβερπουλ έχει στηρίξει το μοντέλο της διοίκησης, όμως γνωρίζει ότι αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στις φιλοδοξίες του συλλόγου. «Η στρατηγική του να δίνουμε προτεραιότητα σε νεαρούς, άπειρους παίκτες υπάρχει είτε το θέλω είτε όχι», είχε αποκαλύψει τον περασμένο Απρίλιο.
Πλησιάζοντας στο τέλος της σεζόν, με κάθε ευκαιρία αναφερόταν στην ενίσχυση που θα πρέπει να υπάρξει με έτοιμους παίκτες, με «Premier League proven», όπως αναφερόταν στον Τύπο. Η διοίκηση θέλει εξελίξιμους, ο Ρότζερς πιο έτοιμους και από την πρώτη τονιζόταν πάντα το γεγονός ότι οι στόχοι επιλέγονται συλλογικά, με την Επιτροπή Μεταγραφών να παίρνει τις αποφάσεις. Αυτή η επιτροπή, όμως, που αποτελείται από τον προπονητή, τον Μάικ Γκόρντον, τον Ίαν Άιρ και τον Ντέιβ Φάλοους έχει βρεθεί δικαίως στο μάτι του κυκλώνα και δείχνει να μη λειτουργεί σωστά.
Τελικά, εκείνοι που πλήρωσαν το μάρμαρο δεν ήταν κανένας από τους παραπάνω, αλλά δύο άνθρωποι από το τιμ του Ρότζερς: ο Πάσκο (απολύθηκε) και ο Μαρς (δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιό του). Από πέρυσι ο Γκάρι Νέβιλ είχε γράψει ότι πρέπει να έρθουν αλλαγές στο staff, όμως το γεγονός ότι έγιναν χωρίς πλάνο (βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο της ονοματολογίας) δείχνει προχειρότητα. Παρόλα αυτά, η απόφαση ήταν μάλλον σωστή.
Ο σχεδιασμός φέτος έχει ξεκινήσει από νωρίς, με τους Μίλνερ και Ινγκς να υπογράφουν. Για να μην παρεξηγηθώ, αμφότερες οι κινήσεις, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι δεν κόστισαν ούτε ευρώ (αν και για τον δεύτερο θα επιδικαστεί ένα σχετικά μικρό ποσό στην Μπέρνλι), ήταν πολύ καλές, όμως δεν είναι αυτές που στο τέλος θα κάνουν τη διαφορά.
Οι δυο τους θα δώσουν βάθος στο ρόστερ, όμως δε θα ανεβάσουν το επίπεδο. Για να γίνει αυτό, δε φτάνει να έρθει ο Οριζί και να αποκτηθούν άλλα 2-3 μεγάλα ταλέντα. Θα πρέπει το χέρι να μπει βαθιά στην τσέπη. Η μεταγραφική πολιτική της Λίβερπουλ πρέπει να αλλάξει. «Όλα είναι μέρος του ταξιδιού του να γίνεις νικητής», είχε πει ο Ρότζερς τον περασμένο Απρίλιο, όμως ο προορισμός μοιάζει όλο και πιο δυσπρόσιτος και μακρινός... Ο συμβιβασμός της μετριότητας θα πρέπει να τερματιστεί. Ακόμη και αν η διοίκηση δεν εμπιστεύεται τις επιλογές του προπονητή της στην αγορά, έχει δύο επιλογές: είτε να πάρει τη γενναία απόφαση και να τον αλλάξει, είτε να αλλάξει (μυαλά) η ίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου