Ιστορίες από τα ασπρόμαυρα κόμικ που διαβάζαμε παλιά, πολύ παλιά, στο
Aγόρι και το Μπλεκ, θύμισε ο ...ηρωικός Ρόι Κάρολ, που οδήγησε τον
Ολυμπιακό στην πρόκριση επί της Ρουμπίν Καζάν.
Αυτός έκανε τη διαφορά ανάμεσα στις δυο ομάδες, πρώτα με το πέναλτι που έπιασε ερχόμενος από τον πάγκο μόλις ο Ολυμπιακός έμεινε με 10 παίκτες στη Μόσχα και μετά με τα ...πέντε γκολ που έβγαλε στη ρεβάνς του «Καραϊσκάκη», στο τέλος παίζοντας ακόμα και με ένα πόδι.
Ο Βορειοϊρλανδός, που αποκτήθηκε ως λύση ανάγκης, όχι επειδή προερχόταν από πολυετή καριέρα στη Γιουνάιτεντ, αλλά επειδή έκανε ένα καλό εξάμηνο με τον ...ΟΦΗ (τα μυστήρια του ελληνικού ποδοσφαίρου), ίσως και λόγω «χρωμάτων» και καταγωγής, μου έφερε στο νου τους ηρωισμούς του τερματοφύλακα - γιατρού, Μπεν Λίπερ, που διαβάζαμε στην ...αρχαιότητα στον Μπλεκ (έστω κι αν τώρα χρειάζεται αυτός ...γιατρό), αλλά και το αντίπαλον δέος, τον Ρόι της Ρόβερς, που περιμέναμε με αγωνία κάθε βδομάδα στο Αγόρι. Έστω κι αν ο δεύτερος ήταν επιθετικός. Κι αυτός ξανθός ήταν, βρετανικής καταγωγής, τον έλεγαν Ρόι και ήταν ...καθοριστικός, όπως κι ο Κάρολ στα ματς με τη Ρουμπίν.
Από εκεί και πέρα, ο Ολυμπιακός έπαιξε με τη φωτιά, γι΄ αυτό και εν τέλει έπαιξε με τον Κάρολ. Δεν «καθάρισε» το ματς όταν η ρωσική ομάδα ψαχνόταν μετά το γκολ - καραμπόλα που έφαγε, δεν ήταν προσεκτικός στα μετόπισθεν, δεν βοηθήθηκε άμεσα από τον πάγκο όταν ξεφούσκωσαν τα χαφ του (ειδικά ο Ιμπαγασάκος) κι αν ο Κάρολ δεν ανταποκρινόταν, ένα γκολ μπορεί να δημιουργούσε άγχος, πίεση και να άλλαζε τα δεδομένα. Πάντως, ο Ολυμπιακός συνολικά την άξιζε αυτή την πρόκριση. Δυο φορές την κέρδισε τη Ρουμπίν, δεν μπορεί και τις δύο να στηρίχθηκε μόνο στην τύχη, τον Ρόι της Ρόβερς, τον Μπεν Λίπερ, τον Μπλεκ και το Αγόρι. Εντάξει, βοήθησε κι η τύχη σε κάποιες στιγμές, ωστόσο η συνολική εικόνα των δύο αγώνων έδειχνε πως «την έχει» τη ρωσική ομάδα και πως μάλλον από υπερβολική σιγουριά την άφησε να ελπίζει ως το τέλος.
Αρκεί να μην κάνει τα ίδια και με την -πιο επικίνδυνη και αποτελεσματική επιθετικά- Μέταλιστ, γιατί τα κόμικ δεν έχουν πάντα μόνο ηρωικές ιστορίες. Έχουν και κωμικές. Και σίγουρα ο Ολυμπιακός δεν θέλει να γελάνε μαζί του...
Όσον αφορά στον ΠΑΟΚ, πριν μία εβδομάδα έγραφα πως «κέρδισε» στην εξέδρα της μικρής Τούμπας (όπως μετέτρεψαν οι οπαδοί του το «Φρίουλι»), ωστόσο σημείωνα πως αυτή η ισοπαλία που τελικά απέσπασε ουσιαστικά δεν σήμαινε τίποτα ενόψει της ρεβάνς της πραγματικής Τούμπας, στην οποία ο Δικέφαλος έπρεπε να κερδίσει για να προκριθεί. Άρα, έπρεπε και να σκοράρει και να μη δεχτεί γκολ.
Δυστυχώς, ο ΠΑΟΚ των ημερών μας είναι πιο εύκολο να πάρει μια ισοπαλία (στηριζόμενος σε μια σφιχτή αμυντική τακτική όπως στην Ιταλία), παρά να κερδίσει. Ωστόσο, σε νοκ-άουτ αγώνες δεν προκρίνεσαι μόνο με ισοπαλίες, εκτός κι αν σκοράρεις εκτός έδρας, πράγμα που δεν ζήτησε ο Μπόλονι στο πρώτο ματς. Έτσι, μοιραία έπρεπε να βάλει γκολ στην Τούμπα. Να ζητήσει το παιχνίδι. Και να ελπίζει πως μια καλύτερη, πληρέστερη ομάδα όπως η Ουντινέζε, προερχόμενη από ένα σαφώς πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα (στο οποίο πρωταγωνιστεί!), δεν θα τον «τιμωρούσε» αν ανοιγόταν ή αν ...ξεχνιόταν σε κάποιες φάσεις.
Κακά τα ψέματα, ο τωρινός ΠΑΟΚ της μετά Βιεϊρίνια εποχής και με τους βασικούς του παίκτες ξεζουμισμένους, είτε από τα συνεχόμενα παιχνίδια είτε από τα χρόνια που πέρασαν για κάποιους (μάλλον και για τα δύο μαζί, σε συνδυασμό με κάποιες καθοριστικές απουσίες), δεν έχει την ποιότητα και το βάθος που απαιτούν τέτοιες προκλήσεις. Δεν είναι δημιουργικός επιθετικά και για να γίνει πιο επικίνδυνος, χρειάζεται να πάρει ρίσκα, να διαταράξει την ισορροπία του.
Πάντως, η ρεβάνς της Τούμπας μπορεί σε γενικές γραμμές να χαρακτηριστεί και «μαγική εικόνα», δεδομένων των ευκαιριών που έχασε ο ΠΑΟΚ στο πρώτο ημίχρονο και του τρόπου (με δυο «στημένα») που έφτασε στο 0-2 η Ουντινέζε, ωστόσο στο ποδόσφαιρο ένα εντός έδρας 0-3 δεν διαμορφώνεται μόνο με «μαγικά» ή με «λάθη» του διαιτητή. Τόσο μπορούσε ο φετινός ΠΑΟΚ και τόσο πήγε. Ίσως και πιο πάνω απ΄ όσο μπορούσε, αν αναλογιστούμε ότι απέκλεισε ολόκληρη Τότεναμ, σε μια από τις μεγαλύτερες νίκες της ιστορίας, της δικής του και ολόκληρου του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Μέχρι την επόμενη περιπέτεια του Ρόι της Ρόβερς και να γιατρευτεί ο τερματοφύλακας γιατρός, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...
πηγή: gazzetta.gr
Αυτός έκανε τη διαφορά ανάμεσα στις δυο ομάδες, πρώτα με το πέναλτι που έπιασε ερχόμενος από τον πάγκο μόλις ο Ολυμπιακός έμεινε με 10 παίκτες στη Μόσχα και μετά με τα ...πέντε γκολ που έβγαλε στη ρεβάνς του «Καραϊσκάκη», στο τέλος παίζοντας ακόμα και με ένα πόδι.
Ο Βορειοϊρλανδός, που αποκτήθηκε ως λύση ανάγκης, όχι επειδή προερχόταν από πολυετή καριέρα στη Γιουνάιτεντ, αλλά επειδή έκανε ένα καλό εξάμηνο με τον ...ΟΦΗ (τα μυστήρια του ελληνικού ποδοσφαίρου), ίσως και λόγω «χρωμάτων» και καταγωγής, μου έφερε στο νου τους ηρωισμούς του τερματοφύλακα - γιατρού, Μπεν Λίπερ, που διαβάζαμε στην ...αρχαιότητα στον Μπλεκ (έστω κι αν τώρα χρειάζεται αυτός ...γιατρό), αλλά και το αντίπαλον δέος, τον Ρόι της Ρόβερς, που περιμέναμε με αγωνία κάθε βδομάδα στο Αγόρι. Έστω κι αν ο δεύτερος ήταν επιθετικός. Κι αυτός ξανθός ήταν, βρετανικής καταγωγής, τον έλεγαν Ρόι και ήταν ...καθοριστικός, όπως κι ο Κάρολ στα ματς με τη Ρουμπίν.
Από εκεί και πέρα, ο Ολυμπιακός έπαιξε με τη φωτιά, γι΄ αυτό και εν τέλει έπαιξε με τον Κάρολ. Δεν «καθάρισε» το ματς όταν η ρωσική ομάδα ψαχνόταν μετά το γκολ - καραμπόλα που έφαγε, δεν ήταν προσεκτικός στα μετόπισθεν, δεν βοηθήθηκε άμεσα από τον πάγκο όταν ξεφούσκωσαν τα χαφ του (ειδικά ο Ιμπαγασάκος) κι αν ο Κάρολ δεν ανταποκρινόταν, ένα γκολ μπορεί να δημιουργούσε άγχος, πίεση και να άλλαζε τα δεδομένα. Πάντως, ο Ολυμπιακός συνολικά την άξιζε αυτή την πρόκριση. Δυο φορές την κέρδισε τη Ρουμπίν, δεν μπορεί και τις δύο να στηρίχθηκε μόνο στην τύχη, τον Ρόι της Ρόβερς, τον Μπεν Λίπερ, τον Μπλεκ και το Αγόρι. Εντάξει, βοήθησε κι η τύχη σε κάποιες στιγμές, ωστόσο η συνολική εικόνα των δύο αγώνων έδειχνε πως «την έχει» τη ρωσική ομάδα και πως μάλλον από υπερβολική σιγουριά την άφησε να ελπίζει ως το τέλος.
Αρκεί να μην κάνει τα ίδια και με την -πιο επικίνδυνη και αποτελεσματική επιθετικά- Μέταλιστ, γιατί τα κόμικ δεν έχουν πάντα μόνο ηρωικές ιστορίες. Έχουν και κωμικές. Και σίγουρα ο Ολυμπιακός δεν θέλει να γελάνε μαζί του...
Όσον αφορά στον ΠΑΟΚ, πριν μία εβδομάδα έγραφα πως «κέρδισε» στην εξέδρα της μικρής Τούμπας (όπως μετέτρεψαν οι οπαδοί του το «Φρίουλι»), ωστόσο σημείωνα πως αυτή η ισοπαλία που τελικά απέσπασε ουσιαστικά δεν σήμαινε τίποτα ενόψει της ρεβάνς της πραγματικής Τούμπας, στην οποία ο Δικέφαλος έπρεπε να κερδίσει για να προκριθεί. Άρα, έπρεπε και να σκοράρει και να μη δεχτεί γκολ.
Δυστυχώς, ο ΠΑΟΚ των ημερών μας είναι πιο εύκολο να πάρει μια ισοπαλία (στηριζόμενος σε μια σφιχτή αμυντική τακτική όπως στην Ιταλία), παρά να κερδίσει. Ωστόσο, σε νοκ-άουτ αγώνες δεν προκρίνεσαι μόνο με ισοπαλίες, εκτός κι αν σκοράρεις εκτός έδρας, πράγμα που δεν ζήτησε ο Μπόλονι στο πρώτο ματς. Έτσι, μοιραία έπρεπε να βάλει γκολ στην Τούμπα. Να ζητήσει το παιχνίδι. Και να ελπίζει πως μια καλύτερη, πληρέστερη ομάδα όπως η Ουντινέζε, προερχόμενη από ένα σαφώς πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα (στο οποίο πρωταγωνιστεί!), δεν θα τον «τιμωρούσε» αν ανοιγόταν ή αν ...ξεχνιόταν σε κάποιες φάσεις.
Κακά τα ψέματα, ο τωρινός ΠΑΟΚ της μετά Βιεϊρίνια εποχής και με τους βασικούς του παίκτες ξεζουμισμένους, είτε από τα συνεχόμενα παιχνίδια είτε από τα χρόνια που πέρασαν για κάποιους (μάλλον και για τα δύο μαζί, σε συνδυασμό με κάποιες καθοριστικές απουσίες), δεν έχει την ποιότητα και το βάθος που απαιτούν τέτοιες προκλήσεις. Δεν είναι δημιουργικός επιθετικά και για να γίνει πιο επικίνδυνος, χρειάζεται να πάρει ρίσκα, να διαταράξει την ισορροπία του.
Πάντως, η ρεβάνς της Τούμπας μπορεί σε γενικές γραμμές να χαρακτηριστεί και «μαγική εικόνα», δεδομένων των ευκαιριών που έχασε ο ΠΑΟΚ στο πρώτο ημίχρονο και του τρόπου (με δυο «στημένα») που έφτασε στο 0-2 η Ουντινέζε, ωστόσο στο ποδόσφαιρο ένα εντός έδρας 0-3 δεν διαμορφώνεται μόνο με «μαγικά» ή με «λάθη» του διαιτητή. Τόσο μπορούσε ο φετινός ΠΑΟΚ και τόσο πήγε. Ίσως και πιο πάνω απ΄ όσο μπορούσε, αν αναλογιστούμε ότι απέκλεισε ολόκληρη Τότεναμ, σε μια από τις μεγαλύτερες νίκες της ιστορίας, της δικής του και ολόκληρου του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Μέχρι την επόμενη περιπέτεια του Ρόι της Ρόβερς και να γιατρευτεί ο τερματοφύλακας γιατρός, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...
πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου