Τη θέση του Γιώργου Καρατζαφέρη «να βγει ο Αλέξης Τσίπρας να πέσει σε
δύο μήνες και μετά να έρθει η αστική δημοκρατία για οκτώ χρόνια» την έχω
ακούσει σε διάφορες παραλλαγές από τους πιο ετερόκλητους ανθρώπους. «Να
βγει ο Τσίπρας, να καταλάβουν ότι δεν κάνουν τίποτα». «Να βγει ο
Τσίπρας γιατί, αν δεν βγει να αποτύχει, κάθε κυβέρνηση που θα βγαίνει θα
τη ρίχνει κατεβάζοντας του δικούς του στο Σύνταγμα». «Θα μπατιρίσουμε
που θα μπατιρίσουμε, ας βγει ο Τσίπρας να γίνει μια ώρα αρχύτερα». Δεν
πρέπει να έχει υπάρξει αρχηγός κόμματος που τόσοι αντίπαλοί του να
θέλουν να βγει επειδή αν δεν βγει «θα τραβιόμαστε». Και η προσέγγιση
έχει λογική.
Μόνο που αυτή είναι η λογική του μαγαζάτορα στο μαγαζί της παραλίας όπου έρχεται ο μπράβος και του λέει ότι πρέπει να τα παίρνει -αλλιώς θα του το σπάσει- και ο μαγαζάτορας από το να τραβιέται, τι να κάνει, τα δίνει. Αν όμως η Ελλάδα έχει φτάσει στο «τι να κάνουμε, ας βγει να ησυχάσουμε», αν τις κυβερνήσεις τις ορίζει ο φόβος της βίας του δρόμου και ο νόμος της μούντζας, το πολίτευμα έχει πάψει να είναι δημοκρατικό. Για να το πω απλά, υπάρχει ένα κόμμα και ένας αρχηγός που να μπορεί να πει ότι η ψήφος που θα του ρίξει ο Ελληνας δεν θα πάει χαμένη; Οτι δεν θα πάει χαμένη όχι επειδή δεν θα μπει σε κάποια κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά γιατί την ψήφο που του έριξε δεν θα τη γράψουν εκεί που ξέρουν οι συνδικαλιστές, οι Aγανακτισμένοι, το βαθύ ΠΑΣΟΚ και οι 12 και 1 Συνιστώσες, που σχεδόν λένε ότι είτε βγαίνουν κυβέρνηση είτε βγαίνει άλλος και τον ρίχνουν κατεβάζοντας τον κόσμο τους στους δρόμους.
Αν υπάρχει τέτοιο πράγμα, αν υπάρχει κόμμα που να λέει ότι αν κερδίσει αυτό που θα ψηφίζεται στη Βουλή και θα εφαρμόζεται, γιατί ο αρχηγός του δεν λέει «Εδώ είμαστε παιδιά»; Στην ενοχή απέναντι σε οτιδήποτε αριστερό γιατί τα κόμματα του Κέντρου και της Δεξιάς δεν λένε ότι φασισμός δεν είναι να θέλεις να εφαρμόζεται ο δημοκρατικός νόμος, αλλά να μην εφαρμόζεται στο όνομα μιας απροσδιόριστης ελευθερίας που την ορίζει ο κουκουλοφόρος μέσα από τη σκιά της κουκούλας του; Πόσο λουλούδες έχουν γίνει οι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης αυτής της χώρας που σε μια κοινωνία που διαλύεται δεν απαιτούν την εφαρμογή του νόμου δημοκρατικά αλλά με μηδενική ανοχή; Πόσο δειλοί έχουν γίνει οι ταγοί αυτής της τάξης που πιστεύουν ακόμα στη δημοκρατία της ενοχής του 1975, όπου όποιος αριστερός φώναζε «Κάτω η χούντα» 10 δεξιοί το βούλωναν από τον φόβο ότι θα τους πουν χουντικούς; Ας βγει ο ΣΥΡΙΖΑ, ας πάμε στη δραχμή, ας γίνουμε Βενεζουέλα και Κούβα, αλλά επειδή ο κόσμος έτσι ήθελε και όχι επειδή ένα φοβισμένο εκλογικό σώμα το γύρισε στο «σφάξε με, Αλέξη μου, να αγιάσω».
«Κόκαλο» εναντίον τσατσάρας
Πριν από 55 χρόνια, γύρω στις 10 το βράδυ, στα μισοφωτισμένα ντόκια του Νόρφολκ της Βιρτζίνια, ο πατέρας μου ο Ανδριανός, καπετάνιος στο «Liberty Casian», είδε να έρχεται από την άλλη μεριά -στα 50 μέτρα- ένας άλλος άντρας. Ο πατέρας μου άρχισε να περπατάει πιο αργά. Το ίδιο έκανε απέναντι και ο άγνωστος άνδρας. Στα 30 μέτρα ο απέναντι έβαλε το χέρι μέσα στο μπουφάν και έβγαλε κάτι που γυάλιζε. Στην απελπισία του ο Ανδριανός έβαλε το χέρι στο σακάκι και έβγαλε ένα μεταλλικό κοντό «κόκαλο» για τα παπούτσια που κουβάλαγε πάντα μαζί του. Φτάνοντας στα 10 μέτρα ο Ανδριανός έχοντας φοβηθεί πρώτος ο Αμερικάνος απέναντί του κράταγε μια μεταλλική τσατσάρα. Γελάσανε κάνοντας τους άνετους και συνέχισαν τον δρόμο τους ο καθένας για το δικό του πλοίο.
Το ερώτημα
Θυμήθηκα την ιστορία μετά τον φόνο του διαρρήκτη στην Παιανία βάζοντας το εξής ερώτημα: αν ο Ανδριανός, που στη ζωή του δεν είχε πειράξει ούτε μυρμήγκι, όταν είδε κάτι να γυαλίζει στο χέρι του αγνώστου απέναντι δεν περίμενε να δει τι είναι αλλά έβγαzε το πρώτο μεταλλικό πράγμα που σκέφτηκε, αν είχε πιστόλι δεν θα το προτιμούσε από το «κόκαλο»; Και αν έβλεπε τον απέναντι να σηκώνει το χέρι με το πράγμα που γυαλίζει, θα περίμενε να δει αν κάνει και «μπαμ» ή θα του είχε ρίξει και αν ήταν να πάει φυλακή, ήταν καλύτερα από το να άφηνε την κυρά Ελένη χήρα;
Οι διαρρήκτες της Παιανίας
Το αν οι διαρρήκτες που μπήκαν στο σπίτι του νεαρού στην Παιανία έβγαλαν μαχαίρι και το κόλλησαν στον λαιμό της μάνας του και αν το μαχαίρι ήταν αρκετά μεγάλο για να ανησυχήσει θα το κρίνει το δικαστήριο. Το να ζητάς όμως από έναν πολίτη που μπήκαν στο σπίτι του να διαπιστώσει πρώτα αν ο διαρρήκτης είναι οπλισμένος, αν κινδυνεύει η ζωή του και μετά να του ρίξει δεν μπορούν να κρίνουν αυτοί που ζητάνε συμπεριφορά Νορβηγού στην Γκόρτσα και την Καμπούλ.
Μόνο που αυτή είναι η λογική του μαγαζάτορα στο μαγαζί της παραλίας όπου έρχεται ο μπράβος και του λέει ότι πρέπει να τα παίρνει -αλλιώς θα του το σπάσει- και ο μαγαζάτορας από το να τραβιέται, τι να κάνει, τα δίνει. Αν όμως η Ελλάδα έχει φτάσει στο «τι να κάνουμε, ας βγει να ησυχάσουμε», αν τις κυβερνήσεις τις ορίζει ο φόβος της βίας του δρόμου και ο νόμος της μούντζας, το πολίτευμα έχει πάψει να είναι δημοκρατικό. Για να το πω απλά, υπάρχει ένα κόμμα και ένας αρχηγός που να μπορεί να πει ότι η ψήφος που θα του ρίξει ο Ελληνας δεν θα πάει χαμένη; Οτι δεν θα πάει χαμένη όχι επειδή δεν θα μπει σε κάποια κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά γιατί την ψήφο που του έριξε δεν θα τη γράψουν εκεί που ξέρουν οι συνδικαλιστές, οι Aγανακτισμένοι, το βαθύ ΠΑΣΟΚ και οι 12 και 1 Συνιστώσες, που σχεδόν λένε ότι είτε βγαίνουν κυβέρνηση είτε βγαίνει άλλος και τον ρίχνουν κατεβάζοντας τον κόσμο τους στους δρόμους.
Αν υπάρχει τέτοιο πράγμα, αν υπάρχει κόμμα που να λέει ότι αν κερδίσει αυτό που θα ψηφίζεται στη Βουλή και θα εφαρμόζεται, γιατί ο αρχηγός του δεν λέει «Εδώ είμαστε παιδιά»; Στην ενοχή απέναντι σε οτιδήποτε αριστερό γιατί τα κόμματα του Κέντρου και της Δεξιάς δεν λένε ότι φασισμός δεν είναι να θέλεις να εφαρμόζεται ο δημοκρατικός νόμος, αλλά να μην εφαρμόζεται στο όνομα μιας απροσδιόριστης ελευθερίας που την ορίζει ο κουκουλοφόρος μέσα από τη σκιά της κουκούλας του; Πόσο λουλούδες έχουν γίνει οι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης αυτής της χώρας που σε μια κοινωνία που διαλύεται δεν απαιτούν την εφαρμογή του νόμου δημοκρατικά αλλά με μηδενική ανοχή; Πόσο δειλοί έχουν γίνει οι ταγοί αυτής της τάξης που πιστεύουν ακόμα στη δημοκρατία της ενοχής του 1975, όπου όποιος αριστερός φώναζε «Κάτω η χούντα» 10 δεξιοί το βούλωναν από τον φόβο ότι θα τους πουν χουντικούς; Ας βγει ο ΣΥΡΙΖΑ, ας πάμε στη δραχμή, ας γίνουμε Βενεζουέλα και Κούβα, αλλά επειδή ο κόσμος έτσι ήθελε και όχι επειδή ένα φοβισμένο εκλογικό σώμα το γύρισε στο «σφάξε με, Αλέξη μου, να αγιάσω».
«Κόκαλο» εναντίον τσατσάρας
Πριν από 55 χρόνια, γύρω στις 10 το βράδυ, στα μισοφωτισμένα ντόκια του Νόρφολκ της Βιρτζίνια, ο πατέρας μου ο Ανδριανός, καπετάνιος στο «Liberty Casian», είδε να έρχεται από την άλλη μεριά -στα 50 μέτρα- ένας άλλος άντρας. Ο πατέρας μου άρχισε να περπατάει πιο αργά. Το ίδιο έκανε απέναντι και ο άγνωστος άνδρας. Στα 30 μέτρα ο απέναντι έβαλε το χέρι μέσα στο μπουφάν και έβγαλε κάτι που γυάλιζε. Στην απελπισία του ο Ανδριανός έβαλε το χέρι στο σακάκι και έβγαλε ένα μεταλλικό κοντό «κόκαλο» για τα παπούτσια που κουβάλαγε πάντα μαζί του. Φτάνοντας στα 10 μέτρα ο Ανδριανός έχοντας φοβηθεί πρώτος ο Αμερικάνος απέναντί του κράταγε μια μεταλλική τσατσάρα. Γελάσανε κάνοντας τους άνετους και συνέχισαν τον δρόμο τους ο καθένας για το δικό του πλοίο.
Το ερώτημα
Θυμήθηκα την ιστορία μετά τον φόνο του διαρρήκτη στην Παιανία βάζοντας το εξής ερώτημα: αν ο Ανδριανός, που στη ζωή του δεν είχε πειράξει ούτε μυρμήγκι, όταν είδε κάτι να γυαλίζει στο χέρι του αγνώστου απέναντι δεν περίμενε να δει τι είναι αλλά έβγαzε το πρώτο μεταλλικό πράγμα που σκέφτηκε, αν είχε πιστόλι δεν θα το προτιμούσε από το «κόκαλο»; Και αν έβλεπε τον απέναντι να σηκώνει το χέρι με το πράγμα που γυαλίζει, θα περίμενε να δει αν κάνει και «μπαμ» ή θα του είχε ρίξει και αν ήταν να πάει φυλακή, ήταν καλύτερα από το να άφηνε την κυρά Ελένη χήρα;
Οι διαρρήκτες της Παιανίας
Το αν οι διαρρήκτες που μπήκαν στο σπίτι του νεαρού στην Παιανία έβγαλαν μαχαίρι και το κόλλησαν στον λαιμό της μάνας του και αν το μαχαίρι ήταν αρκετά μεγάλο για να ανησυχήσει θα το κρίνει το δικαστήριο. Το να ζητάς όμως από έναν πολίτη που μπήκαν στο σπίτι του να διαπιστώσει πρώτα αν ο διαρρήκτης είναι οπλισμένος, αν κινδυνεύει η ζωή του και μετά να του ρίξει δεν μπορούν να κρίνουν αυτοί που ζητάνε συμπεριφορά Νορβηγού στην Γκόρτσα και την Καμπούλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου