Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για το μαύρο χρήμα που διακινείται στο ποδόσφαιρο για τις δοκιμές – μεταγραφές πιτσιρικάδων σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Πολύ πρόσφατα έτυχα μπροστά σε μια συζήτηση, η οποία ξεκίνησε με την αφήγηση από έναν πατέρα της περιπέτειας στην οποία έμπλεξε με τον γιο του, “που είναι μεγάλο ταλέντο” και έψαξε να βρει ομάδα που θα του πρότεινε επαγγελματικό δελτίο. Αν έπαιρνε κανείς για αληθινή την ιστορία του, έμενε με την εντύπωση ότι ο πατέρας χάλασε σε ένα διάστημα μικρότερο των δύο ετών περισσότερα από 20 χιλιάδες ευρώ σε “δώρα”, για να υποβοηθήσει την ανέλιξη του πιτσιρικά που “όταν μεγαλώσει θα γίνει καλύτερος του Μιραλάς”.
Το τέλος της κουβέντας, που ήταν αόριστη, χωρίς ονόματα, με βρήκε ξανά μπροστά στη διαπίστωση ότι ακούω/διαβάζω όλο και πιο συχνά, όλο και περισσότερες τέτοιες ιστορίες. Πρωταγωνιστές είναι πάντοτε οι πατεράδες και συμπρωταγωνιστές είναι ατζέντηδες, “ατζέντηδες”, πρώην ποδοσφαιριστές, πρώην και νυν προπονητές, συχνά ακόμη και τοπικοί παράγοντες ή “παράγοντες” Ενώσεων, οι οποίοι τάζουν μια μεταγραφή και απαιτούν μια γερή προκαταβολή “για να το δουλέψω καλά”.
Κυκλοφορεί τόσο μαύρο χρήμα στο ποδόσφαιρο; Αν βασιστώ στα όσα ακούω και καταλαβαίνω, σε αυτή, τη συγκεκριμένη αγορά, της δοκιμής ποδοσφαιριστών, κυκλοφορεί πιο πολύ από ποτέ. Ειδικά όταν ο μεσάζοντας τάζει μια δοκιμή ή – πολύ περισσότερο – μια μεταγραφή στο εξωτερικό. Οποιο κι αν είναι το εξωτερικό. Οι γονείς θαμπώνονται με την ιδέα ότι ο μικρός θα μεταναστεύσει και θα εξελιχθεί σε wonder kid, ανάλογο ή και καλύτερο του Κυριάκου Παπαδόπουλου, το οποίο θα βγάζει το βάρος του σε ευρώ και θα ταΐζει όλη την οικογένεια. Και τα ακουμπάνε. Συνήθως σε φάκελο, όχι σε τραπεζικό λογαριασμό.
Πολύ πρόσφατα άκουσα την ιστορία για την επιθυμία των Ελλήνων ατζέντηδων με σήμα FIFA, δηλαδή των κανονικών ατζέντηδων, των γνήσιων, να φτιάξουν έναν σύνδεσμο και να αρχίσουν να καθαρίζουν οι ίδιοι τον χώρο τους και να φωνάζουν προς τον κόσμο του ποδοσφαίρου να εμπιστεύεται τους αυθεντικούς μάνατζερ και όχι τις απομιμήσεις. Αυτός είναι ο ένας δρόμος που προτείνω προς τους γονείς, δηλαδή την επαφή με τους εξουσιοδοτημένους μεσάζοντες. Αλλά δεν λύνει το πρόβλημα.
Επειδή βρίσκομαι πολύ συχνά αντιμέτωπος με την ερώτηση, δεν θέλω να αποθαρρύνω κανέναν από όλους εσάς που νομίζετε ότι είστε ή ότι έχετε στην οικογένεια την ελληνική έκδοση του Μέσι. Δεν θα σας πω να μην κυνηγήσετε το όνειρό σας, ή αυτό του παιδιού σας. Γίνετε όμως, επιτέλους, πιο προσεκτικοί. Μην εμπιστεύεστε τον πρώτο τυχόντα. Και, κυρίως, τολμήστε να προχωρήσετε σε μια καταγγελία, προς την Αστυνομία ή την Ομοσπονδία. Εχω ακούσει άπειρες ιστορίες ανθρώπων του ποδοσφαίρου που έταξαν ή ζήτησαν μίζα. Δεν έχω ακούσει καμιά με το “τον κατήγγειλα” ή “συνελήφθη” τέλος. Για να καταλάβω, δεν διστάζετε να καταγγείλετε τον γιατρό για φακελάκι, και διστάζετε να καταγγείλετε τον “ποδοσφαιράνθρωπο”;
Είναι μεγάλο πρόβλημα του ποδοσφαίρου που η Ομοσπονδία δεν έχει τρόπο να ελέγξει όλους αυτούς τους τυχάρπαστους που κυκλοφορούν και δηλώνουν ατζέντηδες ενώ δεν είναι, όπως και όλους αυτούς που είχαν κάποτε μια ιδιότητα στο ποδόσφαιρο και σήμερα παριστάνουν τους μεσάζοντες ενώ κυκλοφορούν λαθραία στη ζωή του. Συμβαίνει όμως αυτό. Και επειδή δεν πρόκειται σύντομα να αλλάξει, αλλάξτε εσείς τη στάση σας και γίνετε πιο προσεκτικοί. Και επιτέλους δείξτε τους απατεώνες της αγοράς. Διαφορετικά θα γαλουχήσετε ακόμη μια γενιά, αυτή των παιδιών σας, με αντιλήψεις σαν τις δικές σας. Και η Ελλάδα δεν θα απαλλαγεί ποτέ από το φακελάκι.


πηγή: gazzetta.gr