Ο Μίτσελ ήξερε, φοβόταν πες,
ότι θα αιμορραγήσει από τον Φαν Ντερ Βιλ. Εβαλε δύο αριστερούς μπακ, ένα
μπροστά, ένα πίσω. Φερνάντο Σάντος, με Τζαβέλλα και Χολέβα, τον Μάρτιο
στη Ζένιτσα. Και…αιμορράγησε ο Μίτσελ, παρά την επίγνωση και την
πρόληψη, πράγματι από τον Φαν Ντερ Βιλ. Αιμορράγησε, όχι επειδή έφαγε, ο
Ολυμπιακός, το γκολ από εκεί. Αλλ’ επειδή έφαγε επιθέσεις, σχεδόν όλες
τις επιθέσεις στην αρχική φάση του ματς, από εκεί. Το γκολ ήταν στιγμή
και τύχη. Η σέντρα του Ολλανδού φτάνει στον Ζλάταν, αλλοιωμένη απ’ την
κόντρα στο πόδι του Μπονγκ. Ειδάλλως, σωστά τοποθετημένος, ο Σιόβας θα
την έκοβε εύκολα.
Ο Μπλαν ήξερε, φοβόταν πες, ότι στο τελευταίο δεκάλεπτο θα του
‘ρθει επίθεση από αέρος. Βομβαρδισμός. Εβαλε τρίτο σέντερ-μπακ, τον
Μαρκίνιος, δίπλα στον Τιάγκο Σίλβα και τον Αλεξ. Εφαγε την ισοφάριση,
παρά την επίγνωση και την πρόληψη, πράγματι από αέρος. Με τον Μαρκίνιος
να χάνει δύο φορές, μία ψηλά και μετά μία χαμηλά, τον πιθανότατα πιο
αθλητικό νέο Ελληνα ποδοσφαιριστή, τον Μανωλά. Επιπλέον, ο Ολυμπιακός
σκοράρει μόλις βγαίνει εκτός μάχης αυτός που τραβάει το σκοράρισμα, ο
Μήτρογλου. Η δε Παρί Σεν-Ζερμέν βρίσκει γκολ νίκης στο 90’, από σούπερ
ασίστ, τίνος, του…Μαρκίνιος!
Το ποδόσφαιρο ήταν, είναι, θα είναι το ωραιότερο «άτιμο πράγμα». Μια διαρκής περί αυτού απόδειξη είναι ότι ο Ολυμπιακός τρέχει ετούτο δω το όντως απίθανο σερί, πέντε παιγνίδια ομίλου, πέντε αναντίστοιχα με την εικόνα των παιγνιδιών αποτελέσματα. Στο Παρίσι, δεν έφτασαν στα τέσσερα λεπτά απ’ το να κλέψουν ισοπαλία. Εφτασαν στα τέσσερα λεπτά απ’ το να φέρουν την ισοπαλία που θα επιβεβαίωνε τη συνολική εικόνα, α’ και β’ ημίχρονο, του παιγνιδιού. Στο τέλος της ημέρας ωστόσο, παρά την καταφανή αναντιστοιχία-σίριαλ, μ’ ένα μαγικό τρόπο η υπόθεση εξισορροπείται. Η σοφία του παιγνιδιού αποτυπώνεται στην τρέχουσα βαθμολογία του γκρουπ. Η καθεμιά ομάδα, η πρώτη, η δεύτερη, η τρίτη, η τέταρτη, ευρίσκεται στη θέση που της αξίζει να ευρίσκεται.
Την άλλη φορά, όταν τα παιδιά που κάνουν την εκπομπή του Τσάμπιονς Λιγκ στην τηλεόραση είχαν την καλοσύνη να με φιλοξενήσουν, με ρώτησαν εάν ο Ολυμπιακός ήταν εφικτό να φέρει αποτέλεσμα στο Παρκ ντε Πρενς. Τους είπα «γιατί να μη είναι;» με όλη τη φυσικότητα και τον αυθορμητισμό. Δεν περιλαμβάνεται στα μελλοντικά σχέδιά μου να κατεβώ για βουλευτής ή για δήμαρχος στον Πειραιά ώστε να χρειάζομαι τη, δια των σχολίων, δημοφιλία. Δεν θέλω, και δεν έχω καμία σχέση και καμία δουλειά, να γίνω ούτε Φασούλας ούτε Ανατολάκης όταν…μεγαλώσω. Ηταν μονάχα, εκεί και τότε, μια πηγαία απάντηση που βγαίνει μες απ’ την εκτίμησή μου ότι ο Ολυμπιακός λίγο-λίγο, βήμα-βήμα, διαπλάθει ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα.
Πείθει ότι, αργά αλλά σταθερά, προσεγγίζει στον χαρακτήρα της Εθνικής. Δεν αναφέρομαι σε τρόπο παιγνιδιού, στέκομαι στον χαρακτήρα. Ο οποίος χαρακτήρας υπάρχει, και είναι ανεξάρτητος απ’ την όποια απόδοση στην ημέρα. Μπορεί να παίξεις καλά σε μία ημέρα, μπορεί να παίξεις άσχημα σε μία άλλη ημέρα. Ο χαρακτήρας, όμως, είναι χαρακτήρας. Το να μη σε βάζει ο άλλος, όπως κι αν λέγεται, εύκολα κάτω. ‘Η, όταν νομίσει ότι σε έχει βάλει κάτω, ακριβώς λόγω χαρακτήρα να του φυλάς την έκπληξη. Απλώς, της Εθνικής ο χαρακτήρας είναι ήδη εδραιωμένος και κατοχυρωμένος. Του Ολυμπιακού, ακόμη είναι εν τω γίγνεσθαι. Η δε ομοιότητα, είναι αναμενόμενη. Όπως η Εθνική του 2004, που είχε ξεκάθαρα στοιχεία από τον χαρακτήρα του Παναθηναϊκού. Τι πιο νορμάλ; Οι ίδιοι παίζουν εδώ, οι ίδιοι και εκεί. Συγκοινωνούντα δοχεία. Χάζευα από μια μεριά όλ’ αυτά τα Μανιάτης, Σάμαρης, Χολέβας, Σιόβας, Μανωλάς, Μήτρογλου την περασμένη εβδομάδα στο Βουκουρέστι. Κι έλεγα μέσα μου, από πού κι ως πού θα χάσουν στο Παρίσι σβηστά;
Κατά τα λοιπά, copy-paste όσων σημειώθηκαν εδώ μετά Μπενφίκα: Ο Ολυμπιακός είναι κοντά, αλλά δεν είναι, ακόμη, εκεί. Η προσμονή παρατείνεται, δύο εβδομάδες. Δεν πειράζει, οι «16» του Τσάμπιονς Λιγκ είναι, αξίζει. Αξίζει να το προσμένεις, όχι δύο εβδομάδες, δύο μήνες. Δύο χρόνια! Ευλαβής του δόγματος Ρέχαγκελ, ποτέ το μεθεπόμενο βήμα πριν το επόμενο, δεν θέλω να πηδήσω στο…μετά. Ωσπου να φτάσει με το καλό εκεί δε, στο μετά, έχω την υποψία πως ο Μίτσελ απ’ το ταξίδι στο Παρίσι έμαθε, κιόλας, κανα-δυο χρήσιμα πράγματα. Ένα, όπως δεν το ξανάκανε ο Φερνάντο Σάντος, να μη το ξανακάνει κι αυτός με τους δύο μπακ. Δύο, ότι στο υψηλότερο επίπεδο που θα διαγωνιστεί εν συνεχεία, και δεν προεξοφλώ ότι θα διαγωνιστεί στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά το συμπέρασμα ισχύει και για το Γιουρόπα Λιγκ, ο Ολυμπιακός δεν έχει στο ρόστερ τους αυθεντικούς ακραίους. Εννοώ, δεν έχει σε επίπεδο ενθαρρυντικό για να στηριχθεί σ’ αυτούς και, εκείνοι, ν’ ανταποκριθούν στην απαίτηση.
Εν ολίγοις. Οπου παίξει με τον Κάμπελ και τον Βάις, είναι όσο απλό ακούγεται, θα χάσει με τον Κάμπελ και τον Βάις. Πράγμα που δεν είναι «για θάνατο». Παραέξω, βλέπει κανείς να κυκλοφορούν δεκάδες ομάδες που δεν διαθέτουν ακραίους περιωπής και, γι’ αυτό, έχουν δομήσει ένα άλλο στιλ παιγνιδιού. Να μη πηγαίνουμε μακρυά, μάνι-μάνι (η πρώτη της λίστας) Γιουβέντους. Ένα στιλ βασισμένο σε παίκτες άξονα, στο οποίο μόνοι ακραίοι είναι οι δύο μπακ. Με τόσους παίκτες άξονα στου Ρέντη, καιρός να πιάσει κι ο Μίτσελ να το δουλεύει συνειδητά. Θα του χρειαστεί.
Το ποδόσφαιρο ήταν, είναι, θα είναι το ωραιότερο «άτιμο πράγμα». Μια διαρκής περί αυτού απόδειξη είναι ότι ο Ολυμπιακός τρέχει ετούτο δω το όντως απίθανο σερί, πέντε παιγνίδια ομίλου, πέντε αναντίστοιχα με την εικόνα των παιγνιδιών αποτελέσματα. Στο Παρίσι, δεν έφτασαν στα τέσσερα λεπτά απ’ το να κλέψουν ισοπαλία. Εφτασαν στα τέσσερα λεπτά απ’ το να φέρουν την ισοπαλία που θα επιβεβαίωνε τη συνολική εικόνα, α’ και β’ ημίχρονο, του παιγνιδιού. Στο τέλος της ημέρας ωστόσο, παρά την καταφανή αναντιστοιχία-σίριαλ, μ’ ένα μαγικό τρόπο η υπόθεση εξισορροπείται. Η σοφία του παιγνιδιού αποτυπώνεται στην τρέχουσα βαθμολογία του γκρουπ. Η καθεμιά ομάδα, η πρώτη, η δεύτερη, η τρίτη, η τέταρτη, ευρίσκεται στη θέση που της αξίζει να ευρίσκεται.
Την άλλη φορά, όταν τα παιδιά που κάνουν την εκπομπή του Τσάμπιονς Λιγκ στην τηλεόραση είχαν την καλοσύνη να με φιλοξενήσουν, με ρώτησαν εάν ο Ολυμπιακός ήταν εφικτό να φέρει αποτέλεσμα στο Παρκ ντε Πρενς. Τους είπα «γιατί να μη είναι;» με όλη τη φυσικότητα και τον αυθορμητισμό. Δεν περιλαμβάνεται στα μελλοντικά σχέδιά μου να κατεβώ για βουλευτής ή για δήμαρχος στον Πειραιά ώστε να χρειάζομαι τη, δια των σχολίων, δημοφιλία. Δεν θέλω, και δεν έχω καμία σχέση και καμία δουλειά, να γίνω ούτε Φασούλας ούτε Ανατολάκης όταν…μεγαλώσω. Ηταν μονάχα, εκεί και τότε, μια πηγαία απάντηση που βγαίνει μες απ’ την εκτίμησή μου ότι ο Ολυμπιακός λίγο-λίγο, βήμα-βήμα, διαπλάθει ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα.
Πείθει ότι, αργά αλλά σταθερά, προσεγγίζει στον χαρακτήρα της Εθνικής. Δεν αναφέρομαι σε τρόπο παιγνιδιού, στέκομαι στον χαρακτήρα. Ο οποίος χαρακτήρας υπάρχει, και είναι ανεξάρτητος απ’ την όποια απόδοση στην ημέρα. Μπορεί να παίξεις καλά σε μία ημέρα, μπορεί να παίξεις άσχημα σε μία άλλη ημέρα. Ο χαρακτήρας, όμως, είναι χαρακτήρας. Το να μη σε βάζει ο άλλος, όπως κι αν λέγεται, εύκολα κάτω. ‘Η, όταν νομίσει ότι σε έχει βάλει κάτω, ακριβώς λόγω χαρακτήρα να του φυλάς την έκπληξη. Απλώς, της Εθνικής ο χαρακτήρας είναι ήδη εδραιωμένος και κατοχυρωμένος. Του Ολυμπιακού, ακόμη είναι εν τω γίγνεσθαι. Η δε ομοιότητα, είναι αναμενόμενη. Όπως η Εθνική του 2004, που είχε ξεκάθαρα στοιχεία από τον χαρακτήρα του Παναθηναϊκού. Τι πιο νορμάλ; Οι ίδιοι παίζουν εδώ, οι ίδιοι και εκεί. Συγκοινωνούντα δοχεία. Χάζευα από μια μεριά όλ’ αυτά τα Μανιάτης, Σάμαρης, Χολέβας, Σιόβας, Μανωλάς, Μήτρογλου την περασμένη εβδομάδα στο Βουκουρέστι. Κι έλεγα μέσα μου, από πού κι ως πού θα χάσουν στο Παρίσι σβηστά;
Κατά τα λοιπά, copy-paste όσων σημειώθηκαν εδώ μετά Μπενφίκα: Ο Ολυμπιακός είναι κοντά, αλλά δεν είναι, ακόμη, εκεί. Η προσμονή παρατείνεται, δύο εβδομάδες. Δεν πειράζει, οι «16» του Τσάμπιονς Λιγκ είναι, αξίζει. Αξίζει να το προσμένεις, όχι δύο εβδομάδες, δύο μήνες. Δύο χρόνια! Ευλαβής του δόγματος Ρέχαγκελ, ποτέ το μεθεπόμενο βήμα πριν το επόμενο, δεν θέλω να πηδήσω στο…μετά. Ωσπου να φτάσει με το καλό εκεί δε, στο μετά, έχω την υποψία πως ο Μίτσελ απ’ το ταξίδι στο Παρίσι έμαθε, κιόλας, κανα-δυο χρήσιμα πράγματα. Ένα, όπως δεν το ξανάκανε ο Φερνάντο Σάντος, να μη το ξανακάνει κι αυτός με τους δύο μπακ. Δύο, ότι στο υψηλότερο επίπεδο που θα διαγωνιστεί εν συνεχεία, και δεν προεξοφλώ ότι θα διαγωνιστεί στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά το συμπέρασμα ισχύει και για το Γιουρόπα Λιγκ, ο Ολυμπιακός δεν έχει στο ρόστερ τους αυθεντικούς ακραίους. Εννοώ, δεν έχει σε επίπεδο ενθαρρυντικό για να στηριχθεί σ’ αυτούς και, εκείνοι, ν’ ανταποκριθούν στην απαίτηση.
Εν ολίγοις. Οπου παίξει με τον Κάμπελ και τον Βάις, είναι όσο απλό ακούγεται, θα χάσει με τον Κάμπελ και τον Βάις. Πράγμα που δεν είναι «για θάνατο». Παραέξω, βλέπει κανείς να κυκλοφορούν δεκάδες ομάδες που δεν διαθέτουν ακραίους περιωπής και, γι’ αυτό, έχουν δομήσει ένα άλλο στιλ παιγνιδιού. Να μη πηγαίνουμε μακρυά, μάνι-μάνι (η πρώτη της λίστας) Γιουβέντους. Ένα στιλ βασισμένο σε παίκτες άξονα, στο οποίο μόνοι ακραίοι είναι οι δύο μπακ. Με τόσους παίκτες άξονα στου Ρέντη, καιρός να πιάσει κι ο Μίτσελ να το δουλεύει συνειδητά. Θα του χρειαστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου