Με αφορμή την αυριανή συμπλήρωση 67 χρόνων από την απελευθέρωση της Ελλάδας (12.10.1944), το gazzetta.gr ανατρέχει στο παρελθόν και πραγματοποιεί έρευνα σχετικά με το ελληνικό ποδόσφαιρο και πώς οργανώθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Ποιοι φορείς δραστηριοποιήθηκαν στην αναδιοργάνωση του ποδοσφαίρου;
Τι στάση τήρησε η Πολιτεία απέναντί του;
Ποια ήταν η κοινωνική διάσταση του ποδοσφαίρου;
Πώς ενεπλάκη η πολιτική;
Ήταν όντως το δημοφιλέστερο άθλημα;
Σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να δώσει απάντηση η έρευνα του gazzetta.gr (δημοσιεύεται σε δύο μέρη), αξιοποιώντας κατά κύριο λόγο το ιστορικό αρχείο της εφημερίδας Αθλητική Ηχώ.

                                                                                 A’ MEΡΟΣ

Μεταπολεμικές προσπάθειες αναδιοργάνωσης - σωματεία, γήπεδα
Η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η εμπλοκή της Ελλάδας σε αυτόν, νεκρώνουν κάθε δραστηριότητα στη χώρα και φυσικά εξαίρεση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει το ποδόσφαιρο. Έως την Απελευθέρωση δεν υφίσταται καμία απόπειρα διεξαγωγής αγώνων. Ωστόσο έναν χρόνο μετά την αποχώρηση των Γερμανών και συγκεκριμένα το φθινόπωρο του 1945, εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια επαναδραστηριοποίησης, ιδιαίτερα από τους αθλητικούς συλλόγους που είχαν ιδρυθεί προπολεμικά καθώς και από τοπικούς παράγοντες. Η συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης στην ανασύσταση του ποδοσφαίρου είναι μηδαμινή, κάτι που εκτός των άλλων ευνοεί την έξαρση προστριβών μεταξύ των συλλόγων και των ομοσπονδιών.
Βασικό πεδίο έκφρασης αποτελούσαν τα σωματεία που είχαν ιδρυθεί πριν από τον πόλεμο και συνέχιζαν –έστω και δύσκολα– να υφίστανται. Αρκετά σωματεία είχαν κοινωνική απόχρωση, όπως η ΑΕΚ, η οποία συγκροτήθηκε από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας που εγκαταστάθηκαν στη νότια και κεντρική Ελλάδα και ο ΠΑΟΚ, ο οποίος ιδρύθηκε αντίστοιχα από πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη βόρεια Ελλάδα. Οι δύο αυτοί σύλλογοι συν τοις άλλοις χαρακτηρίστηκαν θεματοφύλακες των ιδεωδών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Επίσης ο Άρης ήταν σωματείο που συγκροτήθηκε ύστερα από πρωτοβουλία επιστημόνων και φοιτητών της Θεσσαλονίκης.
Επιπλέον, ορισμένοι σύλλογοι μετεξελίχθηκαν σε ποδοσφαιρικές ομάδες παρότι αρχικά ανέπτυσσαν διαφορετικές δραστηριότητες όπως ο Ηρακλής, ο οποίος αρχικά ονομαζόταν Όμιλος Φιλομούσων και ο Πανιώνιος, ο οποίος ονομαζόταν «Ορφεύς», και είχαν περισσότερο πολιτιστικό χαρακτήρα, καθώς ασχολούνταν με την καλλιέργεια της μουσικής και της σωματικής αγωγής των μελών τους. Ο Πανιώνιος αξίζει ιδιαίτερης μνείας, καθώς επίτιμος πρόεδρος ήταν ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος Σμύρνης.
Οι συνέπειες του πολέμου δεν περιορίστηκαν στις ανθρώπινες απώλειες, αλλά επεκτάθηκαν και στις υλικές καταστροφές. Οι ιδιαίτεροι τόποι άθλησης που είχαν κατασκευαστεί προπολεμικά, βρίσκονταν πλέον σε απελπιστική κατάσταση. Τα γήπεδα ήταν ελάχιστα και ο αγωνιστικός τους χώρος στρωμένος με χώμα. Εξέδρα δεν διέθετε σχεδόν κανένα, και από τα πρώτα γήπεδα που απέκτησαν ξύλινα καθίσματα ήταν της Νίκαιας, με πρωτοβουλία του δημάρχου της περιοχής το 1945. Χαρακτηριστικό της περιόδου αποτέλεσε η χρήση ενός γηπέδου από αρκετούς συλλόγους, απόδειξη των άσχημων συνθηκών της εποχής. Κατά τους πρώτους μήνες του 1946 η Ελλάδα προμηθευόταν ποδοσφαιρικό υλικό από τη Σουηδία, της οποίας η συνδρομή αποδείχθηκε εξαιρετικά πολύτιμη, ενώ δεν πρέπει να παραβλεφθεί η σημαντική συμβολή των Άγγλων που βρίσκονταν στην Ελλάδα, οι οποίοι βοηθούσαν με τις γνώσεις τους ενώ σπάνια απουσίαζαν από ποδοσφαιρικές συναντήσεις.

 Κοινωνική διάσταση του ποδοσφαίρου
Η λαϊκή απήχηση του ποδοσφαίρου ήταν τεράστια, ιδιαίτερα στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Η προσέλευση σε ποδοσφαιρικές συναντήσεις ήταν αξιοσημείωτη. Ακόμα και σε αγώνες μεταξύ μικρών νεοσύστατων τοπικών συλλόγων, οι φίλαθλοι που παρευρίσκονταν ήταν πάντοτε περισσότεροι από τρεις χιλιάδες, ενώ παράγοντες όπως η κακοκαιρία δεν τους πτοούσαν.Το ποδόσφαιρο αποτελούσε από τις βασικότερες μορφές ψυχαγωγίας σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα είχε περιέλθει σε κατάσταση ένδειας και παράλυσης, κάτι πιθανόν φυσιολογικό για ένα κράτος που βρέθηκε τέσσερα χρόνια υπό την κατοχή τής μέχρι πριν από λίγα χρόνια πανίσχυρης γερμανικής πολεμικής μηχανής.
Τα ελάχιστα κρούσματα βίας δεν αποκτούσαν ιδιαίτερη έκταση και σημασία, κάτι που συνέβαλε στη διεύρυνση του ποδοσφαιρικού κοινού. Ο ερασιτεχνικός χαρακτήρας του ποδοσφαίρου συνέβαλε στην ηρωοποίηση των ποδοσφαιριστών που αγωνίζονταν τότε. Για τους φιλάθλους της εποχής, αποτελούσαν ινδάλματα και αντικείμενα λατρείας. Αξιοσημείωτη είναι η προσέλευση των φιλάθλων πολλές ώρες πριν από την έναρξη ενός αγώνα καθώς και η παρουσία οικογενειών στο γήπεδο.
 Η συνηθέστερη ημέρα διεξαγωγής των αγώνων ήταν η Κυριακή, η οποία είχε αποκτήσει «ιερό» χαρακτήρα. Ολόκληρη η εβδομάδα κινούνταν στον ρυθμό της προσμονής να έρθει η Κυριακή και οι συζητήσεις μεταξύ των φιλάθλων ήταν ατέρμονες. Ο αθλητικός Τύπος κυκλοφορούσε δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα και μέσα από τα πρωτοσέλιδά του και τα άρθρα που φιλοξενούσε, κατέγραφε τον παλμό των φιλάθλων και επιχειρούσε να ενημερώνει όσο το δυνατόν πληρέστερα για την κατάσταση που επικρατούσε στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Στην επαρχία η κατάσταση έμοιαζε δυσοίωνη, κυρίως για τις αρκετά απομακρυσμένες περιοχές. Απόρροια αυτών ήταν η επίδειξη εξαιρετικού ζήλου και αφοσίωσης από τοπικούς φορείς για την ανασύσταση και αναδιοργάνωση του επαρχιακού ποδοσφαίρου. Το πάθος συχνά έφτανε στα όρια της «διαμάχης» με την Αθήνα. Για αυτόν τον λόγο οι αγώνες μεταξύ μικτών ομάδων της επαρχίας με αυτές της Αθήνας αποκτούσαν ξεχωριστό χαρακτήρα.
Αξίζει να τονιστεί πως η Θεσσαλονίκη βρισκόταν πάντοτε σε πλεονεκτικότερη θέση ακόμα και από την Αθήνα και τον Πειραιά. Αυτό οφείλεται στην παρουσία ξένων ναυτικών στο λιμάνι, οι οποίοι διέδωσαν στην πόλη το άθλημα και βοήθησαν αρκετά  στην ίδρυση των συλλόγων του Ηρακλή και του Απόλλωνα Καλαμαριάς. Αστικά κέντρα όπως η Πάτρα και η Λαμία αποτέλεσαν σημεία αναφοράς στην ανάπτυξη και την εξάπλωση του επαρχιακού ποδοσφαίρου. Η δραστηριοποίηση ήταν έντονη ήδη από τους εαρινούς μήνες του 1945, όταν και διεξήχθησαν οι πρώτοι αγώνες μεταξύ των τοπικών σωματείων.
ΤΕΛΟΣ Α' ΜΕΡΟΥΣ. Το δεύτερο ακολουθεί αύριο Τετάρτη 12/10/2011.