Hμουν παρών και στους τρία
ταξίδια του Ολυμπιακού εκτός Ελλάδας για την Ευρωλίγκα:
Κωνσταντινούπολη, Φλωρεντία, Μάλαγα: τρεις αγώνες, τρία θρίλερ-λάιτ,
τρεις νίκες.
Είδα μία ομάδα εξαιρετικά ποιοτική, ποτισμένη με αυτοπεποίθηση, σαφώς ανώτερη από την περυσινή μολονότι στελεχώθηκε από άπειρους παίκτες το καλοκαίρι, καλά προπονημένη, με ρόλους σαφώς καθορισμένους και με προσωπικότητες που μπορούν να τιμωρήσουν κάθε λάθος ή αδράνεια του αντιπάλου.
Είδα, όμως, και κάτι άλλο. Τον φόβο στα μάτια των αντιπάλων του. Τη μεμψιμοιρία στις κινήσεις των. Την πεποίθηση, ότι το περισσότερο που μπορούν να κερδίσουν είναι ένα γενναιόψυχο χειροκρότημα για την προσπάθειά τους. "Θα το παλέψουμε, αλλά στο τέλος θα χάσουμε".
Μη βιαστείτε να πείτε ότι το ίδιο ίσχυε και πέρυσι. Όχι. Τον Ολυμπιακό του 2012-3, ήδη πρωταθλητή Ευρώπης, οι ξένες ομάδες τον αντιμετώπιζαν με περίσσιο θάρρος, επειδή τον θεωρούσαν κομήτη.
Είχαν το κίνητρο, είχαν όμως και κάτι παραπάνω: την υποψία, ότι ο αντίπαλός τους ήταν ένα πυροτέχνημα, ένας λαθρεπιβάτης στην αίθουσα του θρόνου, μία ομάδα που δεν μπορούσε να τους τρομάξει με τη δύναμή τους.
Ορισμένοι μάλιστα κατόρθωσαν να στηρίξουν αυτή την άποψη με «επιχειρήματα». Η Εφές έφτασε μία ανάσα από το 3-2 στα προημιτελικά. Το Τop-16 ο Ολυμπιακός το ολοκλήρωσε με 5 ήττες και με αρκετούς κλυδωνισμούς.
Αποδείχθηκε, βεβαίως, οφθαλμαπάτη. Όταν άναψαν οι προβολείς του φάιναλ-φορ, ο πρωταθλητής απέδειξε σε εύπιστους και δύσπιστους ότι το δεν ήταν τυχαίο το θαύμα της Κωνσταντινούπολης.
Ο τελικός του Λονδίνου ήταν μία αληθινή ραψωδία, όπως και ο ημιτελικός. Την ΤΣΣΚΑ ο Ολυμπιακός την κέρδισε υιοθετώντας τα διδάγματα της ελληνικής σχολής, ενώ τη Ρεάλ την κατατρόπωσε παίζοντας το δικό της παιχνίδι.
Αυτή η πολυδιάστατη παρουσία δεν θυμάμαι να έχει προηγούμενο στα 25 χρόνια που προηγήθηκαν, με μοναδικό ίσως αστερίσκο το πρώτο ημίχρονο του Παναθηναϊκού στον τελικό του Βερολίνου.
Ολες οι ομάδες που έγραψαν την ιστορία των φάιναλ-φορ, από τη Γιουγκοπλάστικα κι έπειτα είχαν μία και μοναδική συνταγή στο ρεπερτόριό της – και την είχαν τελειοποιήσει. Ο Ολυμπιακός του Λονδίνου ήταν ο Ιανός του μπάσκετ: ένας θεός με δύο πρόσωπα.
Ουδείς σώφρων τόλμησε έκτοτε να τον υποτιμήσει ή να τον αμφισβητήσει. Ο Παναθηναϊκός τον έπιασε κοιμισμένο και άδειο από ενέργεια στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά αυτό ήταν φυσιολογικό και, για να μη κρυβόμαστε, δευτερεύον.
Τα «θέλω» και οι προτεραιότητες του οπαδού δεν καθρεφτίζονται πάντοτε στο εσωτερικό των ομάδων και στις ψυχές των αθλητών.
Και όμως, είχε κουσούρια ο περυσινός Ολυμπιακός, αγωνιστικά μειονεκτήματα τα οποία σημάδεψε με οξυδέρκεια και μαεστρία ο Παναθηναϊκός του Πεδουλάκη.
Η γραμμή των ψηλών (σωστότερα: ημίψηλων) ήταν ισχνή, χαμηλή και ανήμπορη να ορθώσει τείχος μέσα στις ρακέτες. Το αμυντικό ριμπάουντ ήταν δύσκολη υπόθεση και το ξεδίπλωμα του αιφνιδιασμού ως εκ τούτου προβληματικό.
Ο καταπληκτικός Χάινς έβλεπε τον κόσμο από το 1μ98, ο Πάουελ ήταν χλιαρός, ο Αντιτς λίγος, ο Σερμαντίνι περαστικός. Ο Ολυμπιακός δεν είχε ούτε μπλοκέρ ούτε ριμπάουντερ ούτε σίγουρο «πάτημα» στο low post.
Οι κινήσεις που έγιναν το καλοκαίρι είχαν γνώμονα την ενίσχυση της μπροστινής γραμμής, με παίκτες προσεκτικά επιλεγμένους ώστε να «κουμπώνουν» και με τους αντίστοιχους του Παναθηναϊκού: Ντάνστον απέναντι στον Λάσμε, Πέτγουεϊ όπως Γκιστ, Μπέγκιτς για παραπανίσιο μπόι.
Το σχέδιο ξεκίνησε από τη θέση «3», όπου ο άγνωστος ακόμη και στους ειδήμονες Λοτζέσκι κάλυψε τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του Παπανικολάου, χωρίς να ρίχνει τον πήχυ της ποιότητας. Υπερτερεί, μάλιστα, σε δυναμισμό, έκρηξη και σουτ.
Η απόφαση για ψήφο εμπιστοσύνης στην περιφερειακή τετράδα ήταν επίσης σωστή, από τη στιγμή που ο Βαγγέλης Μάντζαρης επέστρεψε υγιής.
Το μεγαλύτερο στοίχημα των πρώτων εβδομάδων είχε να κάνει με τη διαχείριση του Βασίλη Σπανούλη, ο οποίος επέστρεψε από τη Σλοβενία σοβαρά τραυματισμένος, κατάκοπος και μπουχτισμένος.
Το πρόβλημα το έλυσε ο ίδιος ο Σπανούλης, ο οποίος άλλαξε αισθητά το παιχνίδι του, αναλαμβάνοντας σε πολλούς αγώνες –ή σε σκόρπια δεκάλεπτα- ρόλο ενορχηστρωτή, με θαυμαστή οικονομία στις επιλογές του.
Τα λάθη του είναι λιγότερα από κάθε άλλη χρονιά, όπως και οι τραβηγμένες επιλογές. Τα ποσοστά του, όμως, παρουσιάζουν αύξηση σε σχέση με τα περυσινά.
Όταν ο Σπανούλης αισθάνεται ότι «δεν έχει πόδια», μοιράζει τελικές πάσες και κάνει οικονομία δυνάμεων, ώστε να εμφανιστεί δυνατός στην τελική ευθεία. Το χθεσινό ματς της Ανδαλουσίας είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Τον βοηθάει, βεβαίως, η ίδια η ομάδα, ξεκινώντας από τον προπονητή. Σε κανένα από τα 6 φετινά παιχνίδια του Ολυμπιακού δεν συμπλήρωσε ο Σπανούλης 30 λεπτά συμμετοχής.
Η σύγκριση με την ταλαιπωρία που υποχρεωτικά υφίσταται ο συγκινητικός Διαμαντίδης, με τα 195 λεπτά πολύπλευρης και αδιάκοπης δράσης σε έξι αγώνες, είναι το σημαντικότερο «κοκκινοπράσινο» στατιστικό της χρονιάς μέχρι στιγμής.
Αντίθετα με τον Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός δεν έχει την πολυτέλεια να «κρύψει» και να ξεκουράσει τον ηγέτη του ούτε να τον κουβαλήσει στις πλάτες του. Είναι σύσσωμος σκαρφαλωμένος στους δικούς του ώμους.
Ο Ολυμπιακός κέρδισε 3-4 αγώνες στην τελική ευθεία, αλλά το καταληκτικό τρίλεπτο ήταν σε όλους το δικό του βασίλειο.
Μοναχά η Ζιέλονα Γκόρα άντεξε μέχρι το τελευταίο σουτ, ίσως επειδή χαρακτηρίζεται από πλήρη άγνοια κινδύνου. Το δεύτερο ματς στην Πολωνία θα τελειώσει με εύκολη νίκη του πρωταθλητή Ευρώπης, κάτι σαν 55-82, όπως και το αντίστοιχο με τη Μπάγερν στη Γερμανία.
Μισό λεπτό, όμως. Τι τις θέλει τις 25άρες ο Ολυμπιακός; Η πρόκρισή του στους 16 είναι εξασφαλισμένη, ενώ η πρωτιά του Ομίλου θα «κλειδώσει» την ερχόμενη εβδομάδα με μία απλή νίκη επί της Γαλατασαράι.
Ο μήνας που ξεκίνησε είναι για τον Γιώργο Μπαρτζώκα περίοδος ανασύνταξης, σκληρής προπόνησης, αλλά και αγωνιστικής συντήρησης, μία μίνι-προετοιμασία μέσα στον χειμώνα. Οι αντίπαλοι που ακολουθούν είναι σαφώς ισχυρότεροι από τη Μάλαγα, τη Γαλατά και τη Σιένα. Η Ευρωλίγκα αρχίζει τον Γενάρη.
Η μοναδική ημερομηνία που σημειώθηκε με κόκκινο μαρκαδόρο στο υπόλοιπο 2013 είναι η 23η Δεκεμβρίου, δηλαδή ο ημιτελικός του Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό.
Τότε θα κριθεί εν πολλοίς ο πρώτος τίτλος της χρονιάς, μολονότι εγώ εύχομαι –ιδιωτικά και δημόσια- να καταλήξει το τρόπαιο στον νικητή του άλλου ημιτελικού, δηλαδή στον Άρη ή στον Πανιώνιο!
Εάν δεν σκοντάψει ο Ολυμπιακός μέχρι τότε, θα κουβαλήσει στο ΟΑΚΑ σερί 20+ αγώνων δίχως ήττα. "Ιnvictus", με όλη τη σημασία της λέξης. Το ειδικό βάρος της φανέλας του πολλαπλασιάζεται μέρα με τη μέρα, αλλά ο Παναθηναϊκός είναι από τους λίγους που αρνούνται να το «σεβαστούν».
Δικαίως, αφού το περυσινό νταμπλ έφερε ξανά στα δικά του χέρια την ελληνική τράπουλα.
Απομένει να δούμε τι είδους φορτίο θα αφήσει στις αποσκευές των «πρασίνων» το σετ των τεσσάρων ευρωπαϊκών αγώνων που ακολουθεί. Ευτυχώς για τον Παναθηναϊκό που ακόμη κλυδωνίζεται, το ντέρμπι ήταν προγραμματισμένο για τις 23 Δεκεμβρίου και όχι Νοεμβρίου.
Είδα μία ομάδα εξαιρετικά ποιοτική, ποτισμένη με αυτοπεποίθηση, σαφώς ανώτερη από την περυσινή μολονότι στελεχώθηκε από άπειρους παίκτες το καλοκαίρι, καλά προπονημένη, με ρόλους σαφώς καθορισμένους και με προσωπικότητες που μπορούν να τιμωρήσουν κάθε λάθος ή αδράνεια του αντιπάλου.
Είδα, όμως, και κάτι άλλο. Τον φόβο στα μάτια των αντιπάλων του. Τη μεμψιμοιρία στις κινήσεις των. Την πεποίθηση, ότι το περισσότερο που μπορούν να κερδίσουν είναι ένα γενναιόψυχο χειροκρότημα για την προσπάθειά τους. "Θα το παλέψουμε, αλλά στο τέλος θα χάσουμε".
Μη βιαστείτε να πείτε ότι το ίδιο ίσχυε και πέρυσι. Όχι. Τον Ολυμπιακό του 2012-3, ήδη πρωταθλητή Ευρώπης, οι ξένες ομάδες τον αντιμετώπιζαν με περίσσιο θάρρος, επειδή τον θεωρούσαν κομήτη.
Είχαν το κίνητρο, είχαν όμως και κάτι παραπάνω: την υποψία, ότι ο αντίπαλός τους ήταν ένα πυροτέχνημα, ένας λαθρεπιβάτης στην αίθουσα του θρόνου, μία ομάδα που δεν μπορούσε να τους τρομάξει με τη δύναμή τους.
Ορισμένοι μάλιστα κατόρθωσαν να στηρίξουν αυτή την άποψη με «επιχειρήματα». Η Εφές έφτασε μία ανάσα από το 3-2 στα προημιτελικά. Το Τop-16 ο Ολυμπιακός το ολοκλήρωσε με 5 ήττες και με αρκετούς κλυδωνισμούς.
Αποδείχθηκε, βεβαίως, οφθαλμαπάτη. Όταν άναψαν οι προβολείς του φάιναλ-φορ, ο πρωταθλητής απέδειξε σε εύπιστους και δύσπιστους ότι το δεν ήταν τυχαίο το θαύμα της Κωνσταντινούπολης.
Ο τελικός του Λονδίνου ήταν μία αληθινή ραψωδία, όπως και ο ημιτελικός. Την ΤΣΣΚΑ ο Ολυμπιακός την κέρδισε υιοθετώντας τα διδάγματα της ελληνικής σχολής, ενώ τη Ρεάλ την κατατρόπωσε παίζοντας το δικό της παιχνίδι.
Αυτή η πολυδιάστατη παρουσία δεν θυμάμαι να έχει προηγούμενο στα 25 χρόνια που προηγήθηκαν, με μοναδικό ίσως αστερίσκο το πρώτο ημίχρονο του Παναθηναϊκού στον τελικό του Βερολίνου.
Ολες οι ομάδες που έγραψαν την ιστορία των φάιναλ-φορ, από τη Γιουγκοπλάστικα κι έπειτα είχαν μία και μοναδική συνταγή στο ρεπερτόριό της – και την είχαν τελειοποιήσει. Ο Ολυμπιακός του Λονδίνου ήταν ο Ιανός του μπάσκετ: ένας θεός με δύο πρόσωπα.
Ουδείς σώφρων τόλμησε έκτοτε να τον υποτιμήσει ή να τον αμφισβητήσει. Ο Παναθηναϊκός τον έπιασε κοιμισμένο και άδειο από ενέργεια στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά αυτό ήταν φυσιολογικό και, για να μη κρυβόμαστε, δευτερεύον.
Τα «θέλω» και οι προτεραιότητες του οπαδού δεν καθρεφτίζονται πάντοτε στο εσωτερικό των ομάδων και στις ψυχές των αθλητών.
Και όμως, είχε κουσούρια ο περυσινός Ολυμπιακός, αγωνιστικά μειονεκτήματα τα οποία σημάδεψε με οξυδέρκεια και μαεστρία ο Παναθηναϊκός του Πεδουλάκη.
Η γραμμή των ψηλών (σωστότερα: ημίψηλων) ήταν ισχνή, χαμηλή και ανήμπορη να ορθώσει τείχος μέσα στις ρακέτες. Το αμυντικό ριμπάουντ ήταν δύσκολη υπόθεση και το ξεδίπλωμα του αιφνιδιασμού ως εκ τούτου προβληματικό.
Ο καταπληκτικός Χάινς έβλεπε τον κόσμο από το 1μ98, ο Πάουελ ήταν χλιαρός, ο Αντιτς λίγος, ο Σερμαντίνι περαστικός. Ο Ολυμπιακός δεν είχε ούτε μπλοκέρ ούτε ριμπάουντερ ούτε σίγουρο «πάτημα» στο low post.
Οι κινήσεις που έγιναν το καλοκαίρι είχαν γνώμονα την ενίσχυση της μπροστινής γραμμής, με παίκτες προσεκτικά επιλεγμένους ώστε να «κουμπώνουν» και με τους αντίστοιχους του Παναθηναϊκού: Ντάνστον απέναντι στον Λάσμε, Πέτγουεϊ όπως Γκιστ, Μπέγκιτς για παραπανίσιο μπόι.
Το σχέδιο ξεκίνησε από τη θέση «3», όπου ο άγνωστος ακόμη και στους ειδήμονες Λοτζέσκι κάλυψε τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του Παπανικολάου, χωρίς να ρίχνει τον πήχυ της ποιότητας. Υπερτερεί, μάλιστα, σε δυναμισμό, έκρηξη και σουτ.
Η απόφαση για ψήφο εμπιστοσύνης στην περιφερειακή τετράδα ήταν επίσης σωστή, από τη στιγμή που ο Βαγγέλης Μάντζαρης επέστρεψε υγιής.
Το μεγαλύτερο στοίχημα των πρώτων εβδομάδων είχε να κάνει με τη διαχείριση του Βασίλη Σπανούλη, ο οποίος επέστρεψε από τη Σλοβενία σοβαρά τραυματισμένος, κατάκοπος και μπουχτισμένος.
Το πρόβλημα το έλυσε ο ίδιος ο Σπανούλης, ο οποίος άλλαξε αισθητά το παιχνίδι του, αναλαμβάνοντας σε πολλούς αγώνες –ή σε σκόρπια δεκάλεπτα- ρόλο ενορχηστρωτή, με θαυμαστή οικονομία στις επιλογές του.
Τα λάθη του είναι λιγότερα από κάθε άλλη χρονιά, όπως και οι τραβηγμένες επιλογές. Τα ποσοστά του, όμως, παρουσιάζουν αύξηση σε σχέση με τα περυσινά.
Όταν ο Σπανούλης αισθάνεται ότι «δεν έχει πόδια», μοιράζει τελικές πάσες και κάνει οικονομία δυνάμεων, ώστε να εμφανιστεί δυνατός στην τελική ευθεία. Το χθεσινό ματς της Ανδαλουσίας είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Τον βοηθάει, βεβαίως, η ίδια η ομάδα, ξεκινώντας από τον προπονητή. Σε κανένα από τα 6 φετινά παιχνίδια του Ολυμπιακού δεν συμπλήρωσε ο Σπανούλης 30 λεπτά συμμετοχής.
Η σύγκριση με την ταλαιπωρία που υποχρεωτικά υφίσταται ο συγκινητικός Διαμαντίδης, με τα 195 λεπτά πολύπλευρης και αδιάκοπης δράσης σε έξι αγώνες, είναι το σημαντικότερο «κοκκινοπράσινο» στατιστικό της χρονιάς μέχρι στιγμής.
Αντίθετα με τον Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός δεν έχει την πολυτέλεια να «κρύψει» και να ξεκουράσει τον ηγέτη του ούτε να τον κουβαλήσει στις πλάτες του. Είναι σύσσωμος σκαρφαλωμένος στους δικούς του ώμους.
Ο Ολυμπιακός κέρδισε 3-4 αγώνες στην τελική ευθεία, αλλά το καταληκτικό τρίλεπτο ήταν σε όλους το δικό του βασίλειο.
Μοναχά η Ζιέλονα Γκόρα άντεξε μέχρι το τελευταίο σουτ, ίσως επειδή χαρακτηρίζεται από πλήρη άγνοια κινδύνου. Το δεύτερο ματς στην Πολωνία θα τελειώσει με εύκολη νίκη του πρωταθλητή Ευρώπης, κάτι σαν 55-82, όπως και το αντίστοιχο με τη Μπάγερν στη Γερμανία.
Μισό λεπτό, όμως. Τι τις θέλει τις 25άρες ο Ολυμπιακός; Η πρόκρισή του στους 16 είναι εξασφαλισμένη, ενώ η πρωτιά του Ομίλου θα «κλειδώσει» την ερχόμενη εβδομάδα με μία απλή νίκη επί της Γαλατασαράι.
Ο μήνας που ξεκίνησε είναι για τον Γιώργο Μπαρτζώκα περίοδος ανασύνταξης, σκληρής προπόνησης, αλλά και αγωνιστικής συντήρησης, μία μίνι-προετοιμασία μέσα στον χειμώνα. Οι αντίπαλοι που ακολουθούν είναι σαφώς ισχυρότεροι από τη Μάλαγα, τη Γαλατά και τη Σιένα. Η Ευρωλίγκα αρχίζει τον Γενάρη.
Η μοναδική ημερομηνία που σημειώθηκε με κόκκινο μαρκαδόρο στο υπόλοιπο 2013 είναι η 23η Δεκεμβρίου, δηλαδή ο ημιτελικός του Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό.
Τότε θα κριθεί εν πολλοίς ο πρώτος τίτλος της χρονιάς, μολονότι εγώ εύχομαι –ιδιωτικά και δημόσια- να καταλήξει το τρόπαιο στον νικητή του άλλου ημιτελικού, δηλαδή στον Άρη ή στον Πανιώνιο!
Εάν δεν σκοντάψει ο Ολυμπιακός μέχρι τότε, θα κουβαλήσει στο ΟΑΚΑ σερί 20+ αγώνων δίχως ήττα. "Ιnvictus", με όλη τη σημασία της λέξης. Το ειδικό βάρος της φανέλας του πολλαπλασιάζεται μέρα με τη μέρα, αλλά ο Παναθηναϊκός είναι από τους λίγους που αρνούνται να το «σεβαστούν».
Δικαίως, αφού το περυσινό νταμπλ έφερε ξανά στα δικά του χέρια την ελληνική τράπουλα.
Απομένει να δούμε τι είδους φορτίο θα αφήσει στις αποσκευές των «πρασίνων» το σετ των τεσσάρων ευρωπαϊκών αγώνων που ακολουθεί. Ευτυχώς για τον Παναθηναϊκό που ακόμη κλυδωνίζεται, το ντέρμπι ήταν προγραμματισμένο για τις 23 Δεκεμβρίου και όχι Νοεμβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου