Τώρα, όμως, το διαισθανόσουνα πως το παιχνίδι επρόκειτο να
χοντρύνει. Συγκεντρώθηκες και περίμενες. “Μπετόβεν ή Μότσαρτ;”, ρώτησε
παγερά η Φωνή και το debate άρχισε. Κάποιος, προφανώς αδαής, τόλμησε να
ξεστομίσει “Μπαχ” για να λάβει ως απάντηση ένα ξερό “Μπα”. Ακολούθησε το
“Ντα Βίντσι ή Βαν Γκονγκ;”, κι εσύ- καλλιτεχνική φύση και μέγας λάτρης
του αναλυτικού κυβισμού- άνοιξες το στόμα σου για να πεις “Πικάσο”, όμως
αντί για το όνομα του Ισπανού ζωγράφου ξεστόμισες κάτι ακανόνιστους
συριγμούς.
Μετά από είκοσι λεπτά «πύρινων» αντεγκλήσεων επικρατούσε και πάλι
απόλυτη ησυχία. Έτσι το “Μέσι ή Ρονάλντο;” έσκασε σα λεκτική βόμβα στο
χώρο. Οι Επίλεκτοι, διακατεχόμενοι, αίφνης, από ιερό φανατισμό, άρχισαν
να παραθέτουν ακράδαντα ποδοσφαιρικά επιχειρήματα υπέρ του ενός (“Ρε
βλάκα, ο τύπος μιλάει στο τόπι”) ή του άλλου (“Ο δικός μου τραγουδάει
στο τόπι”), αναμεμιγμένα με κατηγορίες ένθεν (“Αυτός είναι 1.60 με τα
χέρια στην ανάταση και πάνω σε σκαμπό!”) κι ένθεν (“Αυτός βάζει πολύ
ζελέ και ρωτάει τον καθρέφτη του ποιος είναι ο πιο όμορφος!”).
Σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο εξέπληξες ακόμη και τον ίδιο σου τον
εαυτό, φωνάζοντας- εντελώς απροειδοποίητα- “ο Ζλάταν”. Βουβαμάρα. “Δεν
άκουσα” ψιθύρισε, σχεδόν, η Φωνή. “Ο Ζλάταν”, επανέλαβες. “Πώς είπατε;”,
ρώτησε η Φωνή. Ξανάπες το όνομα του Σουηδού. “Ορίστε; Συγγνώμη κύριε,
ποιος είναι;”, σε «κούρδισε» για τα καλά η Φωνή. Αυτό ήταν: μόλις σου
είχε παρουσιαστεί μια πρωτόφαντη ευκαιρία να λάμψεις σ’ αυτόν τον
ιδιότυπο διαγωνισμό. Έτσι, με το βλέμμα σου να περιφέρεται από τον έναν
Επίλεκτο στον άλλο, είπες:
“Σκεφτείτε το λίγο. Σίγουρα, ο Μέσι και ο Κριστιάνο είναι οι πιο
προβεβλημένοι- και δικαίως, μιας και αγωνίζονται στους δύο
σπουδαιότερους συλλόγους τους κόσμου-, όμως σε μια τέτοια συζήτηση θα
έπρεπε να υπάρχει πάντα ένας αστερίσκος με το όνομα Ιμπραΐμοβιτς
δίπλα. Οι λόγοι προφανείς: ο Σουηδός έχει αγωνιστεί κατά σειρά σε Μάλμε,
Αγιαξ, Γιουβέντους, Ίντερ, Μπαρτσελόνα, Μίλαν και Παρί. Αν εξαιρέσουμε
την πρώτη, στην οποία έπαιζε όταν ήταν ακόμα αμούστακο παιδί, με όλες
τις υπόλοιπες ομάδες του κατέκτησε το πρωτάθλημα της εκάστοτε χώρας. ΜΕ
ΟΛΕΣ! Αυτό σημαίνει πως έχει υπάρξει πρωταθλητής Ολλανδίας, Ιταλίας (με
3, μάλιστα, διαφορετικές ομάδες, έστω κι αν τα πρωταθλήματα της Γιούβε
αφαιρέθηκαν εκ των υστέρων λόγω Καλσιόπολις), Ισπανίας και Γαλλίας.
Εντυπωσιακό επίτευγμα, δε συμφωνείτε; Κι αυτό που το κάνει ακόμα
εντυπωσιακότερο είναι πως όπου κι αν έπαιξε ο Ίμπρα ήταν εξίσου
καθοριστικός και η απόδοσή του χάιδευε πάντοτε το κόκκινο. Ακόμα και στη
χειρότερη, αποδεδειγμένα, χρονιά του- αυτή με την Μπαρτσελόνα- τότε που
το σύστημα των μπλαουγκράνα δεν του ταίριαζε και με τον Γκουαρντιόλα
αντάλλασαν λιγότερες κουβέντες απ’ όσες ανταλλάσουν μεταξύ τους 2
μοναχοί που έχουν πάρει τον όρκο της σιωπής, κατάφερε να σκοράρει 22
φορές σε 46 παιχνίδια.
Ελάτε, παραδεχτείτε το: τέτοιο κατόρθωμα δεν έχουν να επιδείξουν
ούτε, πρωτίστως, ο Μέσι, που έχει περάσει όλη του την καριέρα στην
Μπάρτσα, ούτε, σε μικρότερο βαθμό φυσικά «ελέω» Μάντσεστερ, ο Ρονάλντο.
Και, χάριν οικονομίας, αφήνω και εκτός συζήτησης τις εμφανίσεις του
Ζλάταν με την Εθνική Σουηδίας…”
Ο μακροσκελής σου μονόλογος τους είχε προβληματίσει, το έβλεπες,
ωστόσο δεν ήταν αρκετός για να τους κάνει να πιστέψουν στην «Αγία
(ποδοσφαιρική) Τριάδα». Παρέμεναν προσκολλημένοι στους δύο. Ας ήταν. θα
το προσπαθούσες λίγο ακόμα: “Ας κοιτάξουμε τώρα τα καθαρά αγωνιστικά του
χαρακτηριστικά”, είπες με σοβαρότητα που θα έκανε ακόμα και πεπειραμένο
πολιτικό να μοιάζει μ’ ερασιτέχνη. “Ο Ιμπραΐμοβιτς είναι γρήγορος-
ιδίως αν αναλογιστούμε το ύψος του-, πράγμα πολύ σημαντικό για έναν φορ.
Χρησιμοποιεί εξίσου καλά και τα δυο του πόδια, είναι μαέστρος στις
κεφαλιές, «βλέπει» γήπεδο, ενώ η τεχνική του κατάρτιση αγγίζει το
τέλειο. Αν ζητούσατε από έναν προηγμένης τεχνολογίας υπολογιστή να
δημιουργήσει τον πληρέστερο επιθετικό, δεν είναι πολύ πιθανό να έβγαζε
ως αποτέλεσμα τον Ζλάταν;”.
Μουρμούρες, ανήσυχα βηξίματα, άνθρωποι που κουνιόντουσαν νευρικά
στις καρέκλες τους και η Φωνή σταθερά απούσα. Τους «κέρδιζες»- ήταν,
πλέον, εμφανές. Είχε φτάσει η ώρα για το τελευταίο σου χαρτί. Δεν ήταν
ακριβώς άσσος, αλλά ούτε και τρία καρό: “Τα γκολ του”, είπες απλά και
τους κοίταξες. “Τα έχετε δει; Γκολ όπως αυτό με τη Λεβερκούζεν για τους
16 του φετινού Champions League, γκολ σαν εκείνο το ανάποδο ψαλίδι έξω
από την περιοχή στο ματς με την Αγγλία, γκολ με τακουνάκι, με περίτεχνες
κεφαλιές, βολίδες έξω από την περιοχή… Και όλα αυτά όχι κάθε φορά που
το φεγγάρι είναι ολόγιομο, αλλά με τρομακτική συχνότητα. Ο Ζλάταν, φίλοι
μου, μάλλον είναι ο ποδοσφαιριστής με τα πιο εντυπωσιακά γκολ στην
ιστορία του αθλήματος”.
Κατέβηκες από το βάθρο του ομιλητή και περίμενες. Η πρώτη αντίδραση
ήταν, φυσικά, της Φωνής. Είπε κάτι που αρχικά ακούστηκε βαρύγδουπο
(“Κάθε υποκειμενική κρίση κρύβει μέσα της αντικειμενικότητα”), αλλά δεν
ήταν τίποτα παραπάνω από ένα τρικ εντυπωσιασμού. Ύστερα απεφάνθη πως ο
Ιμπραΐμοβιτς είναι ο τρίτος καλύτερος ποδοσφαιριστής του πλανήτη αυτή τη
στιγμή. Μπροστά του εξακολουθούν να βρίσκονται, έστω και με βραχεία
κεφαλή, ο Ρονάλντο και ο Μέσι. Οι Επίλεκτοι συμφώνησαν, αν και κάπως
«μουδιασμένα» αυτή τη φορά.
“Δέκα λεπτά διάλειμμα για έντονο προβληματισμό και επιστρέφουμε”,
ανήγγειλε ένας μέλος της επιτροπής και η αίθουσα άδειασε εν ριπή
οφθαλμού. Έμεινες μόνος σου. Απέναντί σου, στη μεγάλη οθόνη των
αποτελεσμάτων, αναβόσβηνε το εξής μήνυμα:
“Ρονάλντο ή Μέσι;”
Έκλεισες τα μάτια και το μυαλό σου γέμισε με τις μελωδίες του Μπαχ ενώ ταυτόχρονα σκεφτόσουνα την Γκουέρνικα.
Πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου