Είμαστε
στην εποχή που, μετά τον βαρύ χειμώνα στην Ευρώπη, το (καταπονημένο από
την υψηλή ένταση των δεκάδων αγώνων) μυϊκό σύστημα των ποδοσφαιριστών
χορεύει ροκ-εν-ρολ ανάμεσα στο δέρμα και στον σκελετό τους. Ενας τρελός
χορός. Η χειρότερη φάση, για τους φυσικοθεραπευτές. Περνάνε εκεί, στα
πιτς των ομάδων, τη δική τους σιωπηρή πίεση. Οχι τόσο «διάσημη» όσο η
πίεση των παικτών κι ακόμη περισσότερο των προπονητών, αλλ’
εξουθενωτική. Έχουν τα πάντα στη διάθεσή τους. Μαγνητικά πεδία γίνονται
δεύτερο σπίτι τους. Εχουν τα πάντα, εκτός από ένα. Χρόνο. Χρόνο
αποκατάστασης των τραυματιών. Κάποτε μου διηγήθηκε ένας, «δεν χρειάζεται
ο κόουτς να σου πει κάτι» για να νιώσεις…συμπιεσμένος. «Αρκεί, πώς θα
σε κοιτάξει μες στ’ αποδυτήρια». Τα καταλαβαίνεις όλα, μονομιάς.
Προ καιρού, για τους «23» της Ολλανδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Φαν Χάαλ είχε δηλώσει «ένας είναι ο σίγουρος, και άλλοι 22 πρέπει να κερδίσουν τη θέση». Ο σίγουρος ήταν, όχι ο Ρόμπεν, ο Στρόοτμαν. Μετά, πριν ένα μήνα, η εικόνα του τραυματισμού του Στρόοτμαν σε ματς της Ρόμα. Ένα σοκ. Στα καλά καθούμενα. Δίχως να παίξει, κάπως, τη μπάλα. Δίχως να κοντράρει με αντίπαλο. Ολομόναχος. Τον τίναξε σύγκορμο, νόμιζες, ηλεκτρικό ρεύμα! Κόπηκαν όλα. Ένα θεριό, έξι μήνες νοκ-άουτ. Οσοι «πρέπει να κερδίσουν τη θέση» έγιναν, πλέον, 23.
Απ’ τη μια άκρη του κάδρου ως την άλλην, παντού ποδοσφαιριστές κλατάρουν ή είναι έτοιμοι να κλατάρουν. Η Παρί Σεν-Ζερμέν έπαιξε το πιο σημαντικό ματς της σεζόν, μια βραδυά κορώνα-γράμματα, δίχως τον Ιμπραχίμοβιτς. Επαιξε κι έχασε. Ο δε Καβάνι, πού; Ο Καβάνι περνούσε τον τελευταίο καιρό του, τον πολύν τελευταίο καιρό του, μες στη γκρίνια ότι τα πράγματα στο Παρίσι δεν πάνε όπως τα περίμενε. Και τώρα, που του δόθηκε η ευκαιρία-ευθύνη;
Εδώ, κατ’ αρχήν, κάνεις μια ερώτηση για την ικανότητα του Ουρουγουανού ν’ αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις. Είσαι σέντερ-φορ και πηγαίνεις στην ομάδα του Ζλάταν; Πώς δεν θα σε βάλουν…έξω δεξιά; Και δη στην ομάδα του Ζλάταν που δεν παίζει 4-4-2, παίζει 4-3-3. Δεν παίζει καν 4-2-3-1 ή 4-4-1-1 ώστε να βολέψει, πες, ο προπονητής τον Ζλάταν στην τρύπα πίσω από τον Καβάνι.
Θυμάμαι τον Στεφάν Γκιβάρς’, ένα Γάλλο σέντερ-φορ που είχε καταφέρει να μπει «στη μόδα» το καλοκαίρι του ’98. Τον αγόρασε τότε, απ’ την Οσέρ, η Νιουκάσλ. Και ρώτησαν οι δημοσιογράφοι τον Γκι Ρου έπειτα, τον αιώνιο προπονητή της Οσέρ, ποια είναι η γνώμη του. Τους την είπε, ξερά. «Δεν πηγαίνεις ποτέ, αν είσαι σέντερ-φορ, σε ομάδα που έχει τον Αλαν Σίρερ». Τελεία. Κοντά στο νου, κι η γνώση. Σε τρεις μήνες, ο Γκιβάρς’ ήταν κιόλας παρελθόν. Σε ένα χρόνο, είχε γυρίσει στην Οσέρ. Ούτε πηγαίνεις λοιπόν, αν είσαι Καβάνι, στην Παρί Σεν-Ζερμέν του Ιμπραχίμοβιτς. Ούτε επίσης, αν είσαι Παρί Σεν-Ζερμέν, αγοράζεις για γούστο τον Καβάνι. Elementary, που έλεγε κι ο Σέρλοκ Χολμς.
Απ’ το Παρίσι στο Μόναχο, ο Πεπ έχασε τον τελευταίο που θα ήθελε να χάσει. Στη χειρότερη στιγμή, στην τελική ευθεία της περιόδου, που θα μπορούσε να τον χάσει. Τιάγκο Αλκάνταρα. Εάν αυτές τις εβδομάδες υπήρξε μια κάποια ανακατωσούρα γύρω-γύρω, που πράγματι υπήρξε, την έβλεπες (την ανασφάλεια που αίφνης ενέσκηψε) ακόμη και στις συναντήσεις του Γουαρδιόλα με τα μίντια, το σημείο αρχής ήταν το σημείο του τραυματισμού. Ο Τιάγκο Αλκάνταρα δεν είναι Ριμπερί ή Ρόμπεν, αλλ’ η δουλειά του είναι πιο σημαντική απ’ του Ριμπερί και του Ρόμπεν. Και μόνον αυτός μπορεί να την κάνει, έτσι όπως την κάνει. Να δίνει ουσία, στο τίκι-τάκα. Με τον Τιάγκο Αλκάνταρα μέσα, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πιθανότατα δεν θα ζόριζε τη Μπάγερν, και στο ένα παιγνίδι και στο άλλο, όσο τη ζόρισε.
Απ’ τον Στρόοτμαν, στην αντίστοιχη εικόνα του Βίκτορ Βαλδές. Υστερα, αμέσως-αμέσως, και ο Πικέ. Μια στιγμή που μπορεί να σου αλλάξει μια χρονιά. Στην περίπτωση του Βίκτορ Βαλδές, ίσως και μια καριέρα. Δεν μπορείς να πεις πως η Μπαρτσελόνα αποκλείστηκε, επειδή την κρέμασε ο αναπληρωματικός τερματοφύλακάς της. Τα γκολ της Ατλέτικο δεν είναι φάσεις, για να το πεις. Αλλά τα 180 λεπτά εναντίον της Ατλέτικο έβγαζαν τη μυρωδιά της αβεβαιότητας των μεσαίων και των μπροστινών, δεν έβλεπες πρόσωπα ήρεμα, για το τι συμβαίνει στα νώτα τους.
Κι ο Σιμεόνε έκανε το λάθος του, στο Καμπ Νου με τον Ντιέγκο Κόστα. Τον έβαλε, μετά και παρά τον τραυματισμό στο Σαν Μαμές, να παίξει. Το συμμάζεψε, απ’ το να γίνει χειρότερο, με το να τον βγάλει άρον-άρον στο ημίωρο. Όπως το ‘κανε και ο Μουρίνιο το λάθος, με τον Αζάρ. Τον έβαλε, ενώ ο Βέλγος ένιωθε το σφίξιμο απ’ την προθέρμανση, να παίξει στη ρεβάνς. Και τον έχασε στο δεκαπεντάλεπτο. Το Παιγνίδι τους αγαπά, μάλλον, και τους δύο πολύ. Ο Ντιέγκο που μπήκε στη θέση του Ντιέγκο Κόστα, έβαλε το γκολ στη Βαρκελώνη. Ο Σούρλε που μπήκε στη θέση του Αζάρ, έβαλε το πρώτο γκολ της ανατροπής. Τώρα, τα λάθη διαχείρισης υλικού δεν κόστισαν. Ο λογαριασμός, όμως, μπορεί να έλθει με χρονοκαθυστέρηση. Είναι το λάθος που κρατήθηκε και δεν το ‘κανε, με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Αντσελότι. Του κόστισε, μονάχα ψυχική οδύνη. Να ζήσει, ο Ιταλός, στο Ντόρτμουντ ένα…παρ’ ολίγον Ριαθόρ.
Στους ημιτελικούς πέρασαν η Μπάγερν δίχως τον Τιάγκο Αλκάνταρα, η Τσέλσι δίχως τον Αζάρ, η Ρεάλ δίχως τον Κριστιάνο Ρονάλντο, η Ατλέτικο δίχως τον Ντιέγκο Κόστα. Τέσσερις ομάδες, η καθεμιά δίχως τον MVP της στην πρώτη γραμμή. Συνυπολογίζοντας τη σχέση μπάτζετ/ρόστερ αλλά και το με ποιον αντίπαλο είχαν να κάνουν, προφανώς το βραβείο πηγαίνει στην Ατλέτικο. Δεν απέκλεισαν, απλώς, τη Μπαρτσελόνα. Εχουν παίξει πέντε φορές με τη Μπαρτσελόνα, και τις πέντε στα ίσα. Δεν έχασαν, ούτε μία.
Αυτοί, εφέτος, την ομάδα τους την πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα. Εξέλιξαν τον συλλογικό εαυτό τους. Εχουν πολύ ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο άκρας υγείας, μέσα τους. Εχουν φρακάρει ως το μεδούλι, από υγεία. Τόση, που στα μαρκαρίσματα δεν κάνουν νταμπλ-τιμ. Κάνουν, πια, τριπλ-τιμ. Δεν προλαβαίνεις να δεις ποιοι, πόσοι, από πού (αν παίζεις εναντίον τους) σου την πέφτουν σαν καμικάζι. Και δεν είναι ότι σου την πέφτουν, όσο αντέχουν. Αντέχουν να σου την πέφτουν, ως το τέρμα.
Ακόμη και δίχως τρόπαιο να κλείσει η χρονιά τους, ολοφάνερα αυτό που παίζουν είναι ήδη πιο μπροστά απ’ αυτό που έπαιζαν τις προηγούμενες χρονιές όταν πήραν, στο τέλος, κάτι. Ενα κύπελλο (2013) ή ένα Γιουρόπα Λιγκ (2012). Το φυσιολογικό είναι, εξελισσόμενοι, κάτι να πάρουν και τούτη τη χρονιά. Εκαναν, οι ίδιοι, να φαίνεται πια φυσιολογικό…το να τους συμβεί το αδιανόητο. Διότι, εδώ, αυτό το «κάτι» είναι ένα πρωτάθλημα ή ένα Τσάμπιονς Λιγκ!
Θα στοιχημάτιζα, εάν κάποιος με βεβαίωνε ότι θα πάνε στα ματς των τροπαίων, εκεί που παίζονται οι τίτλοι, πλήρεις. Είναι όρος για την Ατλέτικο, η διαθεσιμότητα όλων των όπλων, πολύ περισσότερο απ’ όσο είναι όρος για τους υπόλοιπους του (εγχώριου ή/και διεθνούς) ανταγωνισμού. Αλλ’ όπως είδαμε, περί αυτού κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει κανένα…
Προ καιρού, για τους «23» της Ολλανδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Φαν Χάαλ είχε δηλώσει «ένας είναι ο σίγουρος, και άλλοι 22 πρέπει να κερδίσουν τη θέση». Ο σίγουρος ήταν, όχι ο Ρόμπεν, ο Στρόοτμαν. Μετά, πριν ένα μήνα, η εικόνα του τραυματισμού του Στρόοτμαν σε ματς της Ρόμα. Ένα σοκ. Στα καλά καθούμενα. Δίχως να παίξει, κάπως, τη μπάλα. Δίχως να κοντράρει με αντίπαλο. Ολομόναχος. Τον τίναξε σύγκορμο, νόμιζες, ηλεκτρικό ρεύμα! Κόπηκαν όλα. Ένα θεριό, έξι μήνες νοκ-άουτ. Οσοι «πρέπει να κερδίσουν τη θέση» έγιναν, πλέον, 23.
Απ’ τη μια άκρη του κάδρου ως την άλλην, παντού ποδοσφαιριστές κλατάρουν ή είναι έτοιμοι να κλατάρουν. Η Παρί Σεν-Ζερμέν έπαιξε το πιο σημαντικό ματς της σεζόν, μια βραδυά κορώνα-γράμματα, δίχως τον Ιμπραχίμοβιτς. Επαιξε κι έχασε. Ο δε Καβάνι, πού; Ο Καβάνι περνούσε τον τελευταίο καιρό του, τον πολύν τελευταίο καιρό του, μες στη γκρίνια ότι τα πράγματα στο Παρίσι δεν πάνε όπως τα περίμενε. Και τώρα, που του δόθηκε η ευκαιρία-ευθύνη;
Εδώ, κατ’ αρχήν, κάνεις μια ερώτηση για την ικανότητα του Ουρουγουανού ν’ αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις. Είσαι σέντερ-φορ και πηγαίνεις στην ομάδα του Ζλάταν; Πώς δεν θα σε βάλουν…έξω δεξιά; Και δη στην ομάδα του Ζλάταν που δεν παίζει 4-4-2, παίζει 4-3-3. Δεν παίζει καν 4-2-3-1 ή 4-4-1-1 ώστε να βολέψει, πες, ο προπονητής τον Ζλάταν στην τρύπα πίσω από τον Καβάνι.
Θυμάμαι τον Στεφάν Γκιβάρς’, ένα Γάλλο σέντερ-φορ που είχε καταφέρει να μπει «στη μόδα» το καλοκαίρι του ’98. Τον αγόρασε τότε, απ’ την Οσέρ, η Νιουκάσλ. Και ρώτησαν οι δημοσιογράφοι τον Γκι Ρου έπειτα, τον αιώνιο προπονητή της Οσέρ, ποια είναι η γνώμη του. Τους την είπε, ξερά. «Δεν πηγαίνεις ποτέ, αν είσαι σέντερ-φορ, σε ομάδα που έχει τον Αλαν Σίρερ». Τελεία. Κοντά στο νου, κι η γνώση. Σε τρεις μήνες, ο Γκιβάρς’ ήταν κιόλας παρελθόν. Σε ένα χρόνο, είχε γυρίσει στην Οσέρ. Ούτε πηγαίνεις λοιπόν, αν είσαι Καβάνι, στην Παρί Σεν-Ζερμέν του Ιμπραχίμοβιτς. Ούτε επίσης, αν είσαι Παρί Σεν-Ζερμέν, αγοράζεις για γούστο τον Καβάνι. Elementary, που έλεγε κι ο Σέρλοκ Χολμς.
Απ’ το Παρίσι στο Μόναχο, ο Πεπ έχασε τον τελευταίο που θα ήθελε να χάσει. Στη χειρότερη στιγμή, στην τελική ευθεία της περιόδου, που θα μπορούσε να τον χάσει. Τιάγκο Αλκάνταρα. Εάν αυτές τις εβδομάδες υπήρξε μια κάποια ανακατωσούρα γύρω-γύρω, που πράγματι υπήρξε, την έβλεπες (την ανασφάλεια που αίφνης ενέσκηψε) ακόμη και στις συναντήσεις του Γουαρδιόλα με τα μίντια, το σημείο αρχής ήταν το σημείο του τραυματισμού. Ο Τιάγκο Αλκάνταρα δεν είναι Ριμπερί ή Ρόμπεν, αλλ’ η δουλειά του είναι πιο σημαντική απ’ του Ριμπερί και του Ρόμπεν. Και μόνον αυτός μπορεί να την κάνει, έτσι όπως την κάνει. Να δίνει ουσία, στο τίκι-τάκα. Με τον Τιάγκο Αλκάνταρα μέσα, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πιθανότατα δεν θα ζόριζε τη Μπάγερν, και στο ένα παιγνίδι και στο άλλο, όσο τη ζόρισε.
Απ’ τον Στρόοτμαν, στην αντίστοιχη εικόνα του Βίκτορ Βαλδές. Υστερα, αμέσως-αμέσως, και ο Πικέ. Μια στιγμή που μπορεί να σου αλλάξει μια χρονιά. Στην περίπτωση του Βίκτορ Βαλδές, ίσως και μια καριέρα. Δεν μπορείς να πεις πως η Μπαρτσελόνα αποκλείστηκε, επειδή την κρέμασε ο αναπληρωματικός τερματοφύλακάς της. Τα γκολ της Ατλέτικο δεν είναι φάσεις, για να το πεις. Αλλά τα 180 λεπτά εναντίον της Ατλέτικο έβγαζαν τη μυρωδιά της αβεβαιότητας των μεσαίων και των μπροστινών, δεν έβλεπες πρόσωπα ήρεμα, για το τι συμβαίνει στα νώτα τους.
Κι ο Σιμεόνε έκανε το λάθος του, στο Καμπ Νου με τον Ντιέγκο Κόστα. Τον έβαλε, μετά και παρά τον τραυματισμό στο Σαν Μαμές, να παίξει. Το συμμάζεψε, απ’ το να γίνει χειρότερο, με το να τον βγάλει άρον-άρον στο ημίωρο. Όπως το ‘κανε και ο Μουρίνιο το λάθος, με τον Αζάρ. Τον έβαλε, ενώ ο Βέλγος ένιωθε το σφίξιμο απ’ την προθέρμανση, να παίξει στη ρεβάνς. Και τον έχασε στο δεκαπεντάλεπτο. Το Παιγνίδι τους αγαπά, μάλλον, και τους δύο πολύ. Ο Ντιέγκο που μπήκε στη θέση του Ντιέγκο Κόστα, έβαλε το γκολ στη Βαρκελώνη. Ο Σούρλε που μπήκε στη θέση του Αζάρ, έβαλε το πρώτο γκολ της ανατροπής. Τώρα, τα λάθη διαχείρισης υλικού δεν κόστισαν. Ο λογαριασμός, όμως, μπορεί να έλθει με χρονοκαθυστέρηση. Είναι το λάθος που κρατήθηκε και δεν το ‘κανε, με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Αντσελότι. Του κόστισε, μονάχα ψυχική οδύνη. Να ζήσει, ο Ιταλός, στο Ντόρτμουντ ένα…παρ’ ολίγον Ριαθόρ.
Στους ημιτελικούς πέρασαν η Μπάγερν δίχως τον Τιάγκο Αλκάνταρα, η Τσέλσι δίχως τον Αζάρ, η Ρεάλ δίχως τον Κριστιάνο Ρονάλντο, η Ατλέτικο δίχως τον Ντιέγκο Κόστα. Τέσσερις ομάδες, η καθεμιά δίχως τον MVP της στην πρώτη γραμμή. Συνυπολογίζοντας τη σχέση μπάτζετ/ρόστερ αλλά και το με ποιον αντίπαλο είχαν να κάνουν, προφανώς το βραβείο πηγαίνει στην Ατλέτικο. Δεν απέκλεισαν, απλώς, τη Μπαρτσελόνα. Εχουν παίξει πέντε φορές με τη Μπαρτσελόνα, και τις πέντε στα ίσα. Δεν έχασαν, ούτε μία.
Αυτοί, εφέτος, την ομάδα τους την πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα. Εξέλιξαν τον συλλογικό εαυτό τους. Εχουν πολύ ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο άκρας υγείας, μέσα τους. Εχουν φρακάρει ως το μεδούλι, από υγεία. Τόση, που στα μαρκαρίσματα δεν κάνουν νταμπλ-τιμ. Κάνουν, πια, τριπλ-τιμ. Δεν προλαβαίνεις να δεις ποιοι, πόσοι, από πού (αν παίζεις εναντίον τους) σου την πέφτουν σαν καμικάζι. Και δεν είναι ότι σου την πέφτουν, όσο αντέχουν. Αντέχουν να σου την πέφτουν, ως το τέρμα.
Ακόμη και δίχως τρόπαιο να κλείσει η χρονιά τους, ολοφάνερα αυτό που παίζουν είναι ήδη πιο μπροστά απ’ αυτό που έπαιζαν τις προηγούμενες χρονιές όταν πήραν, στο τέλος, κάτι. Ενα κύπελλο (2013) ή ένα Γιουρόπα Λιγκ (2012). Το φυσιολογικό είναι, εξελισσόμενοι, κάτι να πάρουν και τούτη τη χρονιά. Εκαναν, οι ίδιοι, να φαίνεται πια φυσιολογικό…το να τους συμβεί το αδιανόητο. Διότι, εδώ, αυτό το «κάτι» είναι ένα πρωτάθλημα ή ένα Τσάμπιονς Λιγκ!
Θα στοιχημάτιζα, εάν κάποιος με βεβαίωνε ότι θα πάνε στα ματς των τροπαίων, εκεί που παίζονται οι τίτλοι, πλήρεις. Είναι όρος για την Ατλέτικο, η διαθεσιμότητα όλων των όπλων, πολύ περισσότερο απ’ όσο είναι όρος για τους υπόλοιπους του (εγχώριου ή/και διεθνούς) ανταγωνισμού. Αλλ’ όπως είδαμε, περί αυτού κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει κανένα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου