Η υπερβολή πάντοτε ήταν σύμμαχος του ελληνικού
Τύπου. Στις αθλητικές εφημερίδες θα μπορούσε να βραβευτεί μια έκθεση
τίτλων που κρεμάστηκαν στα περίπτερα, το περιεχόμενο των οποίων θα
χρησίμευε ανενδοίαστα σε έναν Μπαλζάκ. Γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας.
Πέρα από τις διαιτητικές σφαγές, η αγαπημένη επωδός των παλαιοτέρων
ήταν η συντήρηση της ελπίδας. Και τούτο προϋπέθετε καινούργια πρόσωπα
που θα διαδέχονταν τα παλιά, φθαρμένα και ξεζουμισμένα από τη
δημοτικότητα. Το κοινό διψά πάντοτε για φρέσκο αίμα.
Συχνά το φρέσκο αίμα αποδεικνύεται παλιό κοινό… κάτουρο. Η διαχείριση του ταλέντου είναι δυσκολότερη υπόθεση από ένα τρανό πεντάστηλο. Ο Καπίνο, ο Σταφυλίδης και ο Γιαννιώτας χθες και προχθές έζησαν μεγάλες στιγμές. Ο Τύπος κάνει τη δουλειά του. Ψάχνει συμμάχους στην υπερβολή. Και οι πιτσιρικάδες τού την προσφέρουν.
Παραδείγματα ταλέντων που έμειναν με το ενδεικτικό του φέρελπι στη ζώνη του λυκόφωτος κατά το παρελθόν υπάρχουν τόσα όσα τα ροδάκινα Σκύδρας στη χωματερή. Ο Γιώργος Τουρσουνίδης μάγευε σε ηλικία 18 ετών και τα παλιά «Σπορ του Βορρά» προσομοίωναν τις βιρτουόζικες εμπνεύσεις του με τις… ποικιλίες του μέγιστου Γιώργου Κούδα. Και με τον μοναδικό ευρηματικό τρόπο που συγκινούσε τα πλήθη ο θρυλικός Δημήτρης Μπούζας.
Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Οταν οι προσδοκίες δεν δικαιώνονται, τότε στην καλύτερη περίπτωση οι «Χάρι Πότερ» του ελληνικού αθλητισμού επιστρέφουν στην προ δαφνών σταδιοδρομία τους, εν μέσω ανωνυμίας και απαξίωσης. Στη χειρότερη καταλήγουν διαπομπευμένοι. «Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια τον έφαγαν», γράφουν στα παραθλητικά, ίσως κάποιες φορές με τη συνοδεία φωτογραφίας καλλίπυγου νεαράς.
Οι μαρτυρίες θαμώνων στα night clubs αποτελούν τον πρώτο εφιάλτη για έναν ταλαντούχο επαγγελματία αθλητή, ειδικά εάν είναι ευεπίφορος σε «κακές» επιρροές. Ο δεύτερος είναι η πρώτη αγορά αυτοκινήτου, το οποίο κατά κανόνα είναι άνω των 150 ίππων. Και ο τρίτος, η εσφαλμένη επιλογή επιστήθιου ρεπόρτερ. Εκεί υπάρχουν οι προστάτες. Και οι «προστάτες»...
Ο Καπίνο, από χθες, έχει εισέλθει στην επικίνδυνη ζώνη της υπερβολής του Τύπου. Πολλές φορές αυτή αποκτά και μια επίφαση νομιμότητας που της προσφέρει ένα δημοσίευμα από το εξωτερικό. Γράφει λοιπόν στον «Independent» ο Κρις Γουίτλι: «Οι φίλαθλοι έχουν επισημάνει ήδη πως έχει τη δυνατότητα να γίνει ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες στην Ευρώπη.
Ο Καπίνο ξεχωρίζει από τη νέα γενιά των τερματοφυλάκων στην Ελλάδα και, με αρκετές ευρωπαϊκές ομάδες να τον παρακολουθούν, ελπίζει πως θα ακολουθήσει τα χνάρια του πρωταθλητή Ευρώπης 2004 και πλέον παλαιμάχου, Αντώνη Νικοπολίδη, και να εξασφαλίσει τη φανέλα με το Νο 1 στην εθνική ομάδα». Ο Γουίτλι, ο οποίος φαίνεται να παρακολουθεί ό,τι νέο κυκλοφορεί, ελληνικό και σε… καλή τιμή, έχει γράψει πρόσφατα για τον Απόστολο Βέλλιο ότι βαδίζει σε καλό δρόμο κι ότι στο «Γκούντισον Παρκ» οι οπαδοί της Εβερτον σιγοτραγουδούν για ένα εκκολαπτόμενο ίνδαλμά τους.
Το ότι οι φίλαθλοι έχουν ξεχωρίσει ένα νέο αστέρι μπορεί να λέει πολλά. Αλλά τις περισσότερες φορές δεν είναι πειστική εξήγηση για την ανέλιξη κάποιου πιτσιρικά ο οποίος αγωνίζεται σε μια θέση η οποία απαιτεί –εκτός από ταλέντο και προσόντα– κυρίως εμπειρία. Θυμίζω, για την ιστορία, ότι ο Ντάνι Φερνάντεζ ήταν –κατά τον Τύπο– ο κλώνος του Σμάιχελ και ο Λαμπάκης είχε παρομοιαστεί με τον Ζεπ Μάγερ για τα μακριά χέρια του.
Θυμίζω επίσης ότι χρειάστηκαν ψυχοθεραπείες εβδομάδων για να συνέλθει ο Σωτήρης Νίνης και να καταλάβει ότι, εκτός από το όνομα που είχε αποκτήσει στα 16 και «συντάραξε» μέχρι και τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον –κατά τον ελληνικό αθλητικό Τύπο πάντα–, η ολική επαναφορά του στην πραγματικότητα προϋπέθετε από τον ίδιο σκληρή δουλειά και προσγείωση.
Οπως ακριβώς απαιτείται πάραυτα τόσο για τον Γιάννη Γιαννιώτα του Αρη και τον Κώστα Σταφυλίδη του ΠΑΟΚ, όσο και για τους… επόμενους, προτού οι πιτσιρικάδες φορτωθούν περισσότερη δημοσιότητα από ό,τι απαιτούν οι περιστάσεις. Γιατί εν τέλει το πιο επικίνδυνο είναι ότι οι νεαροί αυτοί έχουν τόσο μυαλό που μπορούν να κοροϊδέψουν ακόμα και τον εαυτό τους.
Πηγή: exedrasports.gr
Συχνά το φρέσκο αίμα αποδεικνύεται παλιό κοινό… κάτουρο. Η διαχείριση του ταλέντου είναι δυσκολότερη υπόθεση από ένα τρανό πεντάστηλο. Ο Καπίνο, ο Σταφυλίδης και ο Γιαννιώτας χθες και προχθές έζησαν μεγάλες στιγμές. Ο Τύπος κάνει τη δουλειά του. Ψάχνει συμμάχους στην υπερβολή. Και οι πιτσιρικάδες τού την προσφέρουν.
Παραδείγματα ταλέντων που έμειναν με το ενδεικτικό του φέρελπι στη ζώνη του λυκόφωτος κατά το παρελθόν υπάρχουν τόσα όσα τα ροδάκινα Σκύδρας στη χωματερή. Ο Γιώργος Τουρσουνίδης μάγευε σε ηλικία 18 ετών και τα παλιά «Σπορ του Βορρά» προσομοίωναν τις βιρτουόζικες εμπνεύσεις του με τις… ποικιλίες του μέγιστου Γιώργου Κούδα. Και με τον μοναδικό ευρηματικό τρόπο που συγκινούσε τα πλήθη ο θρυλικός Δημήτρης Μπούζας.
Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Οταν οι προσδοκίες δεν δικαιώνονται, τότε στην καλύτερη περίπτωση οι «Χάρι Πότερ» του ελληνικού αθλητισμού επιστρέφουν στην προ δαφνών σταδιοδρομία τους, εν μέσω ανωνυμίας και απαξίωσης. Στη χειρότερη καταλήγουν διαπομπευμένοι. «Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια τον έφαγαν», γράφουν στα παραθλητικά, ίσως κάποιες φορές με τη συνοδεία φωτογραφίας καλλίπυγου νεαράς.
Οι μαρτυρίες θαμώνων στα night clubs αποτελούν τον πρώτο εφιάλτη για έναν ταλαντούχο επαγγελματία αθλητή, ειδικά εάν είναι ευεπίφορος σε «κακές» επιρροές. Ο δεύτερος είναι η πρώτη αγορά αυτοκινήτου, το οποίο κατά κανόνα είναι άνω των 150 ίππων. Και ο τρίτος, η εσφαλμένη επιλογή επιστήθιου ρεπόρτερ. Εκεί υπάρχουν οι προστάτες. Και οι «προστάτες»...
Ο Καπίνο, από χθες, έχει εισέλθει στην επικίνδυνη ζώνη της υπερβολής του Τύπου. Πολλές φορές αυτή αποκτά και μια επίφαση νομιμότητας που της προσφέρει ένα δημοσίευμα από το εξωτερικό. Γράφει λοιπόν στον «Independent» ο Κρις Γουίτλι: «Οι φίλαθλοι έχουν επισημάνει ήδη πως έχει τη δυνατότητα να γίνει ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες στην Ευρώπη.
Ο Καπίνο ξεχωρίζει από τη νέα γενιά των τερματοφυλάκων στην Ελλάδα και, με αρκετές ευρωπαϊκές ομάδες να τον παρακολουθούν, ελπίζει πως θα ακολουθήσει τα χνάρια του πρωταθλητή Ευρώπης 2004 και πλέον παλαιμάχου, Αντώνη Νικοπολίδη, και να εξασφαλίσει τη φανέλα με το Νο 1 στην εθνική ομάδα». Ο Γουίτλι, ο οποίος φαίνεται να παρακολουθεί ό,τι νέο κυκλοφορεί, ελληνικό και σε… καλή τιμή, έχει γράψει πρόσφατα για τον Απόστολο Βέλλιο ότι βαδίζει σε καλό δρόμο κι ότι στο «Γκούντισον Παρκ» οι οπαδοί της Εβερτον σιγοτραγουδούν για ένα εκκολαπτόμενο ίνδαλμά τους.
Το ότι οι φίλαθλοι έχουν ξεχωρίσει ένα νέο αστέρι μπορεί να λέει πολλά. Αλλά τις περισσότερες φορές δεν είναι πειστική εξήγηση για την ανέλιξη κάποιου πιτσιρικά ο οποίος αγωνίζεται σε μια θέση η οποία απαιτεί –εκτός από ταλέντο και προσόντα– κυρίως εμπειρία. Θυμίζω, για την ιστορία, ότι ο Ντάνι Φερνάντεζ ήταν –κατά τον Τύπο– ο κλώνος του Σμάιχελ και ο Λαμπάκης είχε παρομοιαστεί με τον Ζεπ Μάγερ για τα μακριά χέρια του.
Θυμίζω επίσης ότι χρειάστηκαν ψυχοθεραπείες εβδομάδων για να συνέλθει ο Σωτήρης Νίνης και να καταλάβει ότι, εκτός από το όνομα που είχε αποκτήσει στα 16 και «συντάραξε» μέχρι και τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον –κατά τον ελληνικό αθλητικό Τύπο πάντα–, η ολική επαναφορά του στην πραγματικότητα προϋπέθετε από τον ίδιο σκληρή δουλειά και προσγείωση.
Οπως ακριβώς απαιτείται πάραυτα τόσο για τον Γιάννη Γιαννιώτα του Αρη και τον Κώστα Σταφυλίδη του ΠΑΟΚ, όσο και για τους… επόμενους, προτού οι πιτσιρικάδες φορτωθούν περισσότερη δημοσιότητα από ό,τι απαιτούν οι περιστάσεις. Γιατί εν τέλει το πιο επικίνδυνο είναι ότι οι νεαροί αυτοί έχουν τόσο μυαλό που μπορούν να κοροϊδέψουν ακόμα και τον εαυτό τους.
Πηγή: exedrasports.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου