Ισως διότι κανείς από αυτούς που τη λάτρεψαν δεν έζησε αρκετό καιρό
μαζί της, για να διηγηθεί κατόπιν την εμπειρία του. Βέβαια, άλλα
χαρακτηριστικά είχε η δόξα παλιότερα και άλλα έχει τώρα. Η δόξα του
Αλκιβιάδη δεν είναι ίδια με την δόξα του Eminem. Η δόξα των παλιών
εποχών ταυτίζεται με τη φήμη του σήμερα. Μία φήμη που απλώνεται όσο
μεγαλώνει ο χρόνος έκθεσης κάποιου στα media.
Η ρήση του Andy Warhol («στο μέλλον όλοι θα είμαστε διάσημοι για δεκαπέντε λεπτά») εδώ και καιρό έχει αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα. Τα media στις μέρες μας έχουν γίνει τόσα πολλά, που ο κόσμος θυμίζει την αίθουσα με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες στο λούνα παρκ. Η εικόνα πολλαπλασιάζεται και όσο πολλαπλασιάζεται τόσο παραμορφώνεται (όπως η εικόνα της Ρίτας Χέιγουορθ στην ταινία «Η κυρία της Σαγκάης» που σκηνοθέτησε ο σύζυγός της, Ορσον Ουέλς).
Η παραμόρφωση, όμως, δεν γίνεται αντιληπτή ούτε στους θεατές ούτε στο είδωλο, που συχνά ζαλίζεται από την πολλαπλή του απεικόνιση και φτάνει να πιστέψει πως ο πραγματικός του εαυτός είναι ένα από τα εκατοντάδες παραμορφωμένα είδωλα. Και αρχίζει να μιμείται μία παραμορφωμένη εικόνα. Ακολουθεί έτσι ένα δρόμο που οδηγεί από τις αίθουσες του θαυμασμού και της λάμψης, όπως αυτή που έχει η διοργάνωση του Τσάμπιονς Λιγκ, σε άδεια και παλιά γήπεδα που δεν συγκινούν κανέναν και όπου το ποδόσφαιρο από παιχνίδι γίνεται δοκιμασία.
Είναι δεδομένο ότι ένα ποδόσφαιρο όπως αυτό που έπαιξε την τελευταία τετραετία η Μπάρτσα ήταν χάρμα οφθαλμών. Μία αισθητική απόλαυση που παράλληλα αποτέλεσε αφορμή για να πυροδοτηθούν συζητήσεις και αναζητήσεις. Συζητήσεις για την αισθητική του ποδοσφαίρου και αναζητήσεις στο τακτικό επίπεδο για τη συνταγή που θα μπορούσε να αποτελεί αντιπρόταση στο ποδόσφαιρο των Καταλανών.
Αφήνω προς το παρόν στην άκρη τη συζήτηση γα την αισθητική, και περιορίζομαι σε αυτό που μέχρι τώρα, με τον Μουρίνιο κυρίως και τα δύο παιχνίδια της Τσέλσι στους ημιτελικούς, εκλαμβάνεται ως ποδοσφαιρική αντιπρόταση σε εκείνη της Μπάρτσα. Ε λοιπόν, δεν είναι. Είναι ένας τρόπος καταστροφής του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου της Μπαρτσελόνα. Και είναι θεμιτό κάτι τέτοιο. Αντιμετωπίζεις κάποιον ανάλογα με τα όπλα και τις δυνάμεις σου. Και το αντάρτικο μία μορφή πολέμου είναι, που έχει αποτελέσματα όταν δεν μπορείς να πας σε ανοιχτή μάχη. Ομως, η καταστροφή, η αποδόμηση, είναι πιο εύκολη από τη δημιουργία. Το πρόβλημα ξεκινά αν την καταστροφή τη θεωρήσεις αντιπρόταση. Τότε θα έχεις να κάνεις με ένα παραμορφωμένο ποδόσφαιρο. Και ως τέτοιο δεν συγκινεί κανένα.
ΠΗΓΗ: Sportday
Η ρήση του Andy Warhol («στο μέλλον όλοι θα είμαστε διάσημοι για δεκαπέντε λεπτά») εδώ και καιρό έχει αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα. Τα media στις μέρες μας έχουν γίνει τόσα πολλά, που ο κόσμος θυμίζει την αίθουσα με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες στο λούνα παρκ. Η εικόνα πολλαπλασιάζεται και όσο πολλαπλασιάζεται τόσο παραμορφώνεται (όπως η εικόνα της Ρίτας Χέιγουορθ στην ταινία «Η κυρία της Σαγκάης» που σκηνοθέτησε ο σύζυγός της, Ορσον Ουέλς).
Η παραμόρφωση, όμως, δεν γίνεται αντιληπτή ούτε στους θεατές ούτε στο είδωλο, που συχνά ζαλίζεται από την πολλαπλή του απεικόνιση και φτάνει να πιστέψει πως ο πραγματικός του εαυτός είναι ένα από τα εκατοντάδες παραμορφωμένα είδωλα. Και αρχίζει να μιμείται μία παραμορφωμένη εικόνα. Ακολουθεί έτσι ένα δρόμο που οδηγεί από τις αίθουσες του θαυμασμού και της λάμψης, όπως αυτή που έχει η διοργάνωση του Τσάμπιονς Λιγκ, σε άδεια και παλιά γήπεδα που δεν συγκινούν κανέναν και όπου το ποδόσφαιρο από παιχνίδι γίνεται δοκιμασία.
Είναι δεδομένο ότι ένα ποδόσφαιρο όπως αυτό που έπαιξε την τελευταία τετραετία η Μπάρτσα ήταν χάρμα οφθαλμών. Μία αισθητική απόλαυση που παράλληλα αποτέλεσε αφορμή για να πυροδοτηθούν συζητήσεις και αναζητήσεις. Συζητήσεις για την αισθητική του ποδοσφαίρου και αναζητήσεις στο τακτικό επίπεδο για τη συνταγή που θα μπορούσε να αποτελεί αντιπρόταση στο ποδόσφαιρο των Καταλανών.
Αφήνω προς το παρόν στην άκρη τη συζήτηση γα την αισθητική, και περιορίζομαι σε αυτό που μέχρι τώρα, με τον Μουρίνιο κυρίως και τα δύο παιχνίδια της Τσέλσι στους ημιτελικούς, εκλαμβάνεται ως ποδοσφαιρική αντιπρόταση σε εκείνη της Μπάρτσα. Ε λοιπόν, δεν είναι. Είναι ένας τρόπος καταστροφής του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου της Μπαρτσελόνα. Και είναι θεμιτό κάτι τέτοιο. Αντιμετωπίζεις κάποιον ανάλογα με τα όπλα και τις δυνάμεις σου. Και το αντάρτικο μία μορφή πολέμου είναι, που έχει αποτελέσματα όταν δεν μπορείς να πας σε ανοιχτή μάχη. Ομως, η καταστροφή, η αποδόμηση, είναι πιο εύκολη από τη δημιουργία. Το πρόβλημα ξεκινά αν την καταστροφή τη θεωρήσεις αντιπρόταση. Τότε θα έχεις να κάνεις με ένα παραμορφωμένο ποδόσφαιρο. Και ως τέτοιο δεν συγκινεί κανένα.
ΠΗΓΗ: Sportday
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου