Δεν είναι μόνο ελληνικό, φίλοι
μου, το φαινόμενο της πρόωρης, της “δεν θα προλάβεις την πρώτη
παρέλαση” αλλαγής προπονητή στο ποδόσφαιρο. Το βλέπεις να συμβαίνει, να
έχει συμβεί προτού καν μπει ο Οκτώβριος στην Γερμανία, στην Ιταλία, σε
πρωταθλήματα πολύ πιο σύγχρονης αντίληψης από την ελληνική. Βλέπεις να
τρίζει η καρέκλα ενός εκ των ικανότερων και πιο ακριβών προπονητή του
πλανήτη, του Κάρλο Αντσελότι στη Ρεάλ Μαδρίτης. Κοιτάζεις τα πρωτοσέλιδα
που έφτιαξαν η AS και η Marca στον Ιταλό τις επόμενες μέρες μετά την
ήττα από την Ατλέτικο και πιάνεις τον εαυτό σου με το “για δες,
“χειρότερη” αντίδραση από την ελληνική” σχόλιο. Υπάρχει όμως μια
ειδοποιός διαφορά: τουλάχιστον στις 7 εκ των 10 περιπτώσεων που
προκύπτει απόλυση προπονητή στα προηγμένα πρωταθλήματα διαπιστώνεις,
όταν τις σκαλίζεις, ότι αυτός που αποχωρεί είχε επιλεγεί και προσληφθεί
με σχέδιο, με όραμα, με μια ιδέα, με μια κάποια λογική. Είναι, συνήθως,
ένα σχέδιο που απέτυχε, όχι μια ... φαεινή ιδέα που πήγε άκλαυτη, ούτε
μια ρουτινιάρικη πρόσληψη που έγινε μόνο για το θεαθήναι ή με παρωχημένη
αντίληψη.
Θα εξηγήσω τι εννοώ: κοίτα, για παράδειγμα, αυτό που κάνει με
τη Βέροια ο Αρβανιτίδης. Επειδή δεν θέλει να καθίσει ο ίδιος στον πάγκο,
επιλέγει έναν κάτοχο διπλώματος για να του λέει τι θα κάνει. Πώς
νοικιάζει ο άλλος μια άδεια ταξί και το οδηγεί; Αυτό. Τον βλέπεις να
αλλάζει κάθε 15 μέρες προπονητή, κι εσύ πρέπει, ως επαγγελματίας του
χώρου, να αναλύεις τις επιλογές του... Σχεδόν σε όλες τις χώρες θα βρεις
έναν Αρβανιτίδη. Θα βρεις όμως έναν, το πολύ δύο. Δεν θα πετύχεις
πρωτάθλημα που θα έχει και Αρβανιτίδη, και Πανόπουλο, και Κομπότη και
Αλαφούζο. Δεν θα βρεις πρωτάθλημα στο οποίο έχουν ήδη αλλάξει προπονητή
οι 6 εκ των 18 ομάδων και υπάρχουν ακόμη 4-5 που το σκέφτονται ή κρατούν
προπονητές υπό προθεσμία.
Κάνεις ζουμ στις τελευταίες αλλαγές και παθαίνεις εγκεφαλικό. Αλλάζει, λέει, ο Αστέρας Τρίπολης προπονητή επειδή ξαφνικά δεν μπορεί να περιμένει τον Σάκη Τσιώλη. Πρόσεξε, ο Αστέρας Τρίπολης αμφιβάλει για τον Τσιώλη. Και χειρότερα: τον καθίζουν κάτω τον Τσιώλη, ο Μποροβήλος ή οι μεγαλομέτοχοι, να του πουν να αλλάξει σχηματισμό ή πρόσωπα στην 11αδα. Διότι το έχουν σπουδάσει και το ξέρουν, το έχουν μελετήσει βαθιά το ποδόσφαιρο και ξέρουν καλύτερα από τον Τσιώλη. Που θα τους πει “δεν παίζω με βάθος” ο Τσιώλης κι αυτοί θα αναρωτιούνται αν βαθαίνει ο αγωνιστικός χώρος όσο προχωράς προς την αντίπαλη εστία.
Τις προάλλες, πριν από το σερί των καλών εμφανίσεων, συζητάγαμε για το κεφάλι του Αναστασίου, που θα του το έπαιρνε, τάχα, ο Αλαφούζος. Ο Αλαφούζος που έχει αλλάξει ήδη ένα σωρό προπονητές και αν τον βάλεις να απαντήσει σε 10 ερωτήσεις προπονητικής είναι πολύ πιθανό να τις απαντήσεις όλες λάθος. Ακούς τώρα το “η ΑΕΚ σκέφτεται να αλλάξει τον Δέλλα” και κουνάς το κεφάλι σου. Προσπαθείς να βρεις λογική, δηλαδή να καταλάβεις για ποιο λόγο και με ποιο σχέδιο προσέλαβε η ΑΕΚ τον Δέλλα, ώστε να αντιληφθείς πότε και γιατί απέτυχε το σχέδιο και κρίθηκε ο προπονητής αναποτελεσματικός. Ακριβώς τα ίδια επιχειρείς να αντιληφθείς γύρω από την “παίζει το κεφάλι του” ρουτίνα στην οποία ζει ο Μίτσελ από την αρχή της σεζόν.
Από τις 18 εταιρείες που ξεκίνησαν το φετινό πρωτάθλημα είναι ζήτημα αν ήσαν περισσότερες από μια χούφτα αυτές που προσέλαβαν ή στήριξαν προπονητή επειδή είχαν ποδοσφαιρικό σχέδιο και πραγματικό όραμα: ο ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός, ο Παναιτωλικός, ο Αστέρας Τρίπολης και βάζω και μια πέμπτη επειδή μπορεί κάποιος επιχειρηματίας να είχε όραμα και απλώς εμείς να μην το πήραμε χαμπάρι.
Σ’ αυτό το “ποδόσφαιρο από συνήθεια”, στο “για να βγαίνει το μεροκάματο” πρωτάθλημα που παρακολουθούμε δεν πρόκειται να αλλάξει το έθιμο. Οι προπονητές θα παραμείνουν όσο αναλώσιμοι ήταν πάντα, τα κριτήρια επιλογής τους θα παραμείνουν κυρίως εξωποδοσφαιρικά, θα συνεχίσουν να πηγαίνουν μπροστά οι έχοντες τις άκρες περισσότερο από τους έχοντες τις γνώσεις. Κι όλοι εμείς, που φυσικά έχουμε το μερίδιό μας στην ευθύνη για την παγιωμένη ελληνική αντίληψη, ως γνήσιοι προπονητές της εξέδρας, θα συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε πάνω στο ζάπινγκ από ένα ευρωπαϊκό σε ένα ελληνικό παιχνίδι αν έπαθε κάτι η τηλεόραση και πηγαίνει πιο αργά, σε slow motion το ποδόσφαιρο που παίζεται στα χώματά μας.
Κάνεις ζουμ στις τελευταίες αλλαγές και παθαίνεις εγκεφαλικό. Αλλάζει, λέει, ο Αστέρας Τρίπολης προπονητή επειδή ξαφνικά δεν μπορεί να περιμένει τον Σάκη Τσιώλη. Πρόσεξε, ο Αστέρας Τρίπολης αμφιβάλει για τον Τσιώλη. Και χειρότερα: τον καθίζουν κάτω τον Τσιώλη, ο Μποροβήλος ή οι μεγαλομέτοχοι, να του πουν να αλλάξει σχηματισμό ή πρόσωπα στην 11αδα. Διότι το έχουν σπουδάσει και το ξέρουν, το έχουν μελετήσει βαθιά το ποδόσφαιρο και ξέρουν καλύτερα από τον Τσιώλη. Που θα τους πει “δεν παίζω με βάθος” ο Τσιώλης κι αυτοί θα αναρωτιούνται αν βαθαίνει ο αγωνιστικός χώρος όσο προχωράς προς την αντίπαλη εστία.
Τις προάλλες, πριν από το σερί των καλών εμφανίσεων, συζητάγαμε για το κεφάλι του Αναστασίου, που θα του το έπαιρνε, τάχα, ο Αλαφούζος. Ο Αλαφούζος που έχει αλλάξει ήδη ένα σωρό προπονητές και αν τον βάλεις να απαντήσει σε 10 ερωτήσεις προπονητικής είναι πολύ πιθανό να τις απαντήσεις όλες λάθος. Ακούς τώρα το “η ΑΕΚ σκέφτεται να αλλάξει τον Δέλλα” και κουνάς το κεφάλι σου. Προσπαθείς να βρεις λογική, δηλαδή να καταλάβεις για ποιο λόγο και με ποιο σχέδιο προσέλαβε η ΑΕΚ τον Δέλλα, ώστε να αντιληφθείς πότε και γιατί απέτυχε το σχέδιο και κρίθηκε ο προπονητής αναποτελεσματικός. Ακριβώς τα ίδια επιχειρείς να αντιληφθείς γύρω από την “παίζει το κεφάλι του” ρουτίνα στην οποία ζει ο Μίτσελ από την αρχή της σεζόν.
Από τις 18 εταιρείες που ξεκίνησαν το φετινό πρωτάθλημα είναι ζήτημα αν ήσαν περισσότερες από μια χούφτα αυτές που προσέλαβαν ή στήριξαν προπονητή επειδή είχαν ποδοσφαιρικό σχέδιο και πραγματικό όραμα: ο ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός, ο Παναιτωλικός, ο Αστέρας Τρίπολης και βάζω και μια πέμπτη επειδή μπορεί κάποιος επιχειρηματίας να είχε όραμα και απλώς εμείς να μην το πήραμε χαμπάρι.
Σ’ αυτό το “ποδόσφαιρο από συνήθεια”, στο “για να βγαίνει το μεροκάματο” πρωτάθλημα που παρακολουθούμε δεν πρόκειται να αλλάξει το έθιμο. Οι προπονητές θα παραμείνουν όσο αναλώσιμοι ήταν πάντα, τα κριτήρια επιλογής τους θα παραμείνουν κυρίως εξωποδοσφαιρικά, θα συνεχίσουν να πηγαίνουν μπροστά οι έχοντες τις άκρες περισσότερο από τους έχοντες τις γνώσεις. Κι όλοι εμείς, που φυσικά έχουμε το μερίδιό μας στην ευθύνη για την παγιωμένη ελληνική αντίληψη, ως γνήσιοι προπονητές της εξέδρας, θα συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε πάνω στο ζάπινγκ από ένα ευρωπαϊκό σε ένα ελληνικό παιχνίδι αν έπαθε κάτι η τηλεόραση και πηγαίνει πιο αργά, σε slow motion το ποδόσφαιρο που παίζεται στα χώματά μας.
Πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου