Θυμάμαι πολύ καλά όσα είχα
διαβάσει/ακούσει ή/και γράψει στη λήξη της περασμένης σεζόν, όταν
έκλεινε ο κύκλος του Γιουπ Χάινκες στην Μπάγερν, δηλαδή όταν ο Γερμανός
προπονητής άφηνε πίσω του την καλύτερη και πιο αποτελεσματική Μπάγερν
όλων των εποχών, την οποία παρέδιδε στον Πεπ Γκουαρδιόλα. Επρόκειτο για
κείμενα και σχόλια γεμάτα από αμφιβολίες σχετικά με το αν έκανε μια σοφή
ή μια ανόητη επιλογή η Μπάγερν που έσπευσε, πριν από περίπου έναν
χρόνο, να “καπαρώσει” τον Πεπ και να “συνταξιοδοτήσει” τον προπονητή που
έφτιαξε την καλύτερη Μπάγερν που είχαν δει τα μάτια του πλανήτη.
Περίπου 6 μήνες μετά, σήμερα, καταγράφοντας τη στιγμή, ο παρατηρητής οφείλει να δώσει κάτι παραπάνω από ένα “μπράβο” στον Ματίας Ζάμερ και την διοίκηση της Μπάγερν για την επιλογή τους. Διότι η έκδοση που εξελίσσει ο Γκουαρδιόλα καταφέρνει να ξεπερνά σε επιδόσεις την έκδοση του Χάινκες, επιτυγχάνει να παρουσιάσει την εξέλιξη του περσινού ποδοσφαίρου της Μπάγερν, καταφέρνει να διατηρεί “πεινασμένους” ποδοσφαιριστές που πέρσι κατέκτησαν τα πάντα, και κάπως έτσι έχει ανανεωθεί ψυχοπνευματικά, έχει σχεδόν καθαρίσει τον τίτλο στη Γερμανία και έχει φτάσει σε ψυχαγωγική αναβάθμιση ενός προϊόντος που ήταν πέρσι κάτι παραπάνω από ελκυστικό.
Η Μπάγερν έμοιαζε με την Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα καθ' όλη τη διάρκεια της περσινής σεζόν. Η ιδέα της για το παιχνίδι ήταν ίδια με της Μπάρτσα προτού την πάρει στα χέρια του ο Πεπ. Οι ποδοσφαιριστές ήταν ήδη εκπαιδευμένοι στο ποδόσφαιρο κατοχής, η Μπάγερν έπιανε με τον Χάινκες τα ποσοστά κατοχής μπάλας της Μπαρτσελόνα, παρήγαγε περίπου ίσες με την Μπάρτσα ευκαιρίες ανά παιχνίδι, ήταν ότι πλησιέστερο στην Μπάρτσα κυκλοφορούσε στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ολα ήταν ώριμα και καλοδουλεμένα για να την παραλάβει ο Γκουαρδιόλα και να την συντονίσει στο δικό του μήκος κύματος. Ομως...
Ο Γκουαρδιόλα δεν θα τα είχε καταφέρει τόσο καλά μέχρι εδώ αν είχε κάνει το καλοκαίρι το λάθος να “τελειώσει” τον Ρόμπεν, ή κάποιον άλλον εκ των πυλώνων της περσινής Μπάγερν. Δεν θα τα είχε καταφέρει αν δεν είχε φροντίσει να προετοιμάσει και να εκπαιδεύσει εαυτόν για τις γερμανικές συνθήκες. Αν δεν είχε μάθει να μιλά τόσο καλά τα γερμανικά, αν δεν είχε διαβάσει τόσο πολύ την γερμανική ιστορία, δηλαδή αν δεν είχε δουλέψει τόσο πολύ για να προετοιμάσει εαυτόν για την όσο το δυνατόν πιο άμεση προσαρμογή του στη γερμανική ποδοσφαιρική και κοινωνική ζωή. Δεν θα τα είχε καταφέρει αν δεν είχε προσθέσει ένα “εργαλείο Μπάρτσα”, δηλαδή τον Τιάγκο Αλκάνταρα, ο οποίος λειτουργεί σαν διακόπτης εναλλαγής του παιχνιδιού από οριζόντιο σε κάθετο “τίκι τάκα”, αν δεν είχε επινοήσει αλλαγή θέσης στον Λαμ, τον οποίο έφερε στον άξονα για να του “πάρει” τη σιγουριά της 90%+ στην ακρίβεια στις μεταβιβάσεις, αν δεν είχε βρει τον τρόπο να “κουλαντρίσει” τον Ριμπερί, να αφήσει απελευθερωμένο τον Μίλερ, να πείσει τον Μάντζουκιτς ώστε να παραμείνει λειτουργικός και αποτελεσματικός παρά τον “πάγκο” που “τρώει” συχνά πυκνά. Ο Γκουαρδιόλα δεν θα τα είχε καταφέρει μέχρι εδώ αν δεν είχε φροντίσει να τσιτώσει και να κρατήσει “ξύπνιο” τον οργανισμό της Μπάγερν με όλες αυτές τις τεχνητές κρίσεις που δημιουργεί, άλλοτε για να βρει τον “ρουφιάνο των αποδυτηρίων” κι άλλοτε με αόριστες απειλές (“όποιος δεν υπακούει, θα φύγει από την ομάδα”). Χάρη στις μεθόδους και τις τακτικές του, ο Γκουαρδιόλα έχει προλάβει να γίνει “φίλος” των ποδοσφαιριστών σε χρόνο dt και την ίδια ώρα να δημιουργήσει το αίσθημα της πείνας σε μια θεωρητικώς χορτασμένη ομάδα.
Είναι πολύ νωρίς για να γίνει εκτίμηση σχετικά με τα “αποτελέσματα χρήσης” της Μπάγερν, τα οποία, ως είθισται, είναι οι απόλυτοι δείκτες της επιτυχίας ή της αποτυχίας ενός προπονητή. Αν η Μπάγερν κάνει, σε επίτευξη στόχων, κάτι λιγότερο από αυτό που έκανε πέρσι, η δουλειά του Γκουαρδιόλα θα χάσει σε λάμψη, συγκριτικά με την περσινή δουλειά του Χάινκες. Αν όμως η Μπάγερν του Γκουαρδιόλα συνεχίσει όσο αποτελεσματικά βαδίζει στο πρώτο 6μηνο της κοινής ζωής τους, ο Πεπ θα καταφέρει να έχει παρουσιάσει τις δύο καλύτερες ευρωπαϊκές ομάδες στην σύγχρονη ιστορία του ποδοσφαίρου.
Περίπου 6 μήνες μετά, σήμερα, καταγράφοντας τη στιγμή, ο παρατηρητής οφείλει να δώσει κάτι παραπάνω από ένα “μπράβο” στον Ματίας Ζάμερ και την διοίκηση της Μπάγερν για την επιλογή τους. Διότι η έκδοση που εξελίσσει ο Γκουαρδιόλα καταφέρνει να ξεπερνά σε επιδόσεις την έκδοση του Χάινκες, επιτυγχάνει να παρουσιάσει την εξέλιξη του περσινού ποδοσφαίρου της Μπάγερν, καταφέρνει να διατηρεί “πεινασμένους” ποδοσφαιριστές που πέρσι κατέκτησαν τα πάντα, και κάπως έτσι έχει ανανεωθεί ψυχοπνευματικά, έχει σχεδόν καθαρίσει τον τίτλο στη Γερμανία και έχει φτάσει σε ψυχαγωγική αναβάθμιση ενός προϊόντος που ήταν πέρσι κάτι παραπάνω από ελκυστικό.
Η Μπάγερν έμοιαζε με την Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα καθ' όλη τη διάρκεια της περσινής σεζόν. Η ιδέα της για το παιχνίδι ήταν ίδια με της Μπάρτσα προτού την πάρει στα χέρια του ο Πεπ. Οι ποδοσφαιριστές ήταν ήδη εκπαιδευμένοι στο ποδόσφαιρο κατοχής, η Μπάγερν έπιανε με τον Χάινκες τα ποσοστά κατοχής μπάλας της Μπαρτσελόνα, παρήγαγε περίπου ίσες με την Μπάρτσα ευκαιρίες ανά παιχνίδι, ήταν ότι πλησιέστερο στην Μπάρτσα κυκλοφορούσε στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ολα ήταν ώριμα και καλοδουλεμένα για να την παραλάβει ο Γκουαρδιόλα και να την συντονίσει στο δικό του μήκος κύματος. Ομως...
Ο Γκουαρδιόλα δεν θα τα είχε καταφέρει τόσο καλά μέχρι εδώ αν είχε κάνει το καλοκαίρι το λάθος να “τελειώσει” τον Ρόμπεν, ή κάποιον άλλον εκ των πυλώνων της περσινής Μπάγερν. Δεν θα τα είχε καταφέρει αν δεν είχε φροντίσει να προετοιμάσει και να εκπαιδεύσει εαυτόν για τις γερμανικές συνθήκες. Αν δεν είχε μάθει να μιλά τόσο καλά τα γερμανικά, αν δεν είχε διαβάσει τόσο πολύ την γερμανική ιστορία, δηλαδή αν δεν είχε δουλέψει τόσο πολύ για να προετοιμάσει εαυτόν για την όσο το δυνατόν πιο άμεση προσαρμογή του στη γερμανική ποδοσφαιρική και κοινωνική ζωή. Δεν θα τα είχε καταφέρει αν δεν είχε προσθέσει ένα “εργαλείο Μπάρτσα”, δηλαδή τον Τιάγκο Αλκάνταρα, ο οποίος λειτουργεί σαν διακόπτης εναλλαγής του παιχνιδιού από οριζόντιο σε κάθετο “τίκι τάκα”, αν δεν είχε επινοήσει αλλαγή θέσης στον Λαμ, τον οποίο έφερε στον άξονα για να του “πάρει” τη σιγουριά της 90%+ στην ακρίβεια στις μεταβιβάσεις, αν δεν είχε βρει τον τρόπο να “κουλαντρίσει” τον Ριμπερί, να αφήσει απελευθερωμένο τον Μίλερ, να πείσει τον Μάντζουκιτς ώστε να παραμείνει λειτουργικός και αποτελεσματικός παρά τον “πάγκο” που “τρώει” συχνά πυκνά. Ο Γκουαρδιόλα δεν θα τα είχε καταφέρει μέχρι εδώ αν δεν είχε φροντίσει να τσιτώσει και να κρατήσει “ξύπνιο” τον οργανισμό της Μπάγερν με όλες αυτές τις τεχνητές κρίσεις που δημιουργεί, άλλοτε για να βρει τον “ρουφιάνο των αποδυτηρίων” κι άλλοτε με αόριστες απειλές (“όποιος δεν υπακούει, θα φύγει από την ομάδα”). Χάρη στις μεθόδους και τις τακτικές του, ο Γκουαρδιόλα έχει προλάβει να γίνει “φίλος” των ποδοσφαιριστών σε χρόνο dt και την ίδια ώρα να δημιουργήσει το αίσθημα της πείνας σε μια θεωρητικώς χορτασμένη ομάδα.
Είναι πολύ νωρίς για να γίνει εκτίμηση σχετικά με τα “αποτελέσματα χρήσης” της Μπάγερν, τα οποία, ως είθισται, είναι οι απόλυτοι δείκτες της επιτυχίας ή της αποτυχίας ενός προπονητή. Αν η Μπάγερν κάνει, σε επίτευξη στόχων, κάτι λιγότερο από αυτό που έκανε πέρσι, η δουλειά του Γκουαρδιόλα θα χάσει σε λάμψη, συγκριτικά με την περσινή δουλειά του Χάινκες. Αν όμως η Μπάγερν του Γκουαρδιόλα συνεχίσει όσο αποτελεσματικά βαδίζει στο πρώτο 6μηνο της κοινής ζωής τους, ο Πεπ θα καταφέρει να έχει παρουσιάσει τις δύο καλύτερες ευρωπαϊκές ομάδες στην σύγχρονη ιστορία του ποδοσφαίρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου