«Οταν τον είδα πρώτη φορά να
παίζει, ήταν σα να παρουσιάστηκε μπροστά μου ο Θεός», θυμήθηκε ο Ρούι
Κόστα, ο οποίος ως τεχνικός διευθυντής της Μπενφίκα βρισκόταν σε
καθημερινή επικοινωνία μαζί του. «Ο Θεός τον πήρε κοντά του για να έχει
συντροφιά και να μιλάει μαζί του για ποδόσφαιρο», αναφώνησε σε μία από
τις πιο σωστές ατάκες του ο Πελέ. Φυσικά ο «Ευσέβιος», όπως είναι η
σημασία του ονόματος του στα ελληνικά έζησε μία ζωή θεοσεβούμενη και σε
καμία περίπτωση δεν θα τολμούσε να αναφέρει τον Θεό, μιλώντας για τα
δικά του επιτεύγματα. Αλλωστε το Εουσέμπιο όριζε και στα πορτογαλικά τον
άνθρωπο που... τρέφει σεβασμό και αφοσίωση στον Θεό και το εκδηλώνει με
την τήρηση των εντολών του.
Ωστόσο, στο γήπεδο ο Μαύρος Πάνθηρας μετατρεπόταν σε αυτό που όριζε το προσωνύμιο του. Οταν έπαιρνε τη μπάλα και ξεκινούσε τις εφορμήσεις του ούτε ο Θεός ούτε και ο Διάβολος μπορούσαν να έχουν λόγο σε αυτό που θα ακολουθούσε. Αυτό τουλάχιστον αναφέρουν τα κιτάπια και φωνάζουν όσοι έχουν απομείνει εν ζωή για να εξιστορούν τα ποδοσφαιρικά κατορθώματα του παρελθόντος. Η δική μας πιο σύγχρονη γενιά των 30+ φυσικά δεν μπορεί να έχει ολοκληρωμένη εικόνα, η οποία σε καμία περίπτωση δεν γίνεται να διαμορφωθεί από μερικά κακοφτιαγμένα βιντεάκια των '60ς. Οπότε το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να ασπαστούμε τις γραφές και τις αφηγήσεις...
Το πρόβλημα όμως σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πάντοτε το ίδιο. Οι παλαιότεροι έχουν την τάση να ωραιοποιούν κάθε τι δικό τους και να μειώνουν το παρόν. Από την καθημερινότητα έως το ποδόσφαιρο, η δική τους εποχή ήταν σε όλα καλύτερη. Πιο ρομαντική, πιο αληθινή, πιο ταλαντούχα, πιο... δεν ξέρω και 'γω τι άλλο. Θυμάμαι πιτσιρικάς μέσα '80ς στο παιχνίδι στη γειτονιά, υπήρχε ένας μπάρμπας που μας είχε βγάλει ονόματα. Τον έναν από εμάς λοιπόν τον φώναζε Εουσέμπιο. “Μα καλά ποιος ήταν πάλι τούτος;” αναρωτιόμασταν. Τον Πελέ, τον Πλατινί, τον Μαραντόνα τους ξέραμε. Τον Εουσέμπιο όχι.
Μεγαλώνοντας όμως τον μάθαμε κι αυτόν και τα επιτεύγματα του που δεν θα τα γράψουμε σε αυτό το κείμενο. Αυτό το άρθρο γράφτηκε περισσότερο για να κατανοήσουν όσοι δεν γνώριζαν, το ποιος υπήρξε για την εποχή του (και όχι μόνο) αυτός ο θρυλικός ποδοσφαιριστής. Ο Πελέ και ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο τον έχουν τοποθετήσει στην κορυφαία πεντάδα όλων των εποχών (Πελέ, Μαραντόνα, Ντι Στέφανο, Κρόιφ, Εουσέμπιο), ενώ σε ψηφοφορία στη FIFA στο φινάλε του 20ού αιώνα βρέθηκε στην 8η θέση των ψηφοφόρων απ' όλο τον κόσμο.
Κάποιοι έχουν τολμήσει να γράψουν πως ήταν καλύτερος επιθετικός και από τον Πελέ, αιτιολογώντας ότι ο Βραζιλιάνος σκόραρε τα περισσότερα από τα 1.281 γκολ του κόντρα σε μικρότερους αντιπάλους. Την ίδια ώρα ο Εουσέμπιο ασχολούνταν με το πως θα οδηγούσε τη Μπενφίκα σε πέντε τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών σε διάστημα επτά ετών (κέρδισε τους δύο). Επίσης λένε πως εάν είχε αντίστοιχους συμπαίκτες με εκείνους του Πελέ στην Εθνική, τότε δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχε στο παλμαρέ του το Παγκόσμιο Κύπελλο. Φυσικά εμείς σε όλα αυτά δεν μπορούμε να έχουμε άποψη. Το μόνο που ξέρουμε από τα γραπτά είναι πως ο Μαύρος Πάνθηρας ήταν εξαιρετικός και με τα δύο πόδια, είχε τρομερό άλμα, ήταν ταύρος σε δύναμη, πάνθηρας σε ταχύτητα, διέθετε τέλεια τεχνική και υπέροχα τελειώματα, ενώ τα φάουλ του ήταν άπιαστα. Ηταν δηλαδή ένας μοναδικά ολοκληρωμένος επιθετικός.
Λένε πως ήταν κάτι σαν τον Κριστιάνο Ρονάλντο της δικής μας εποχής από άποψη ταχυδύναμης σε συνδυασμό με τη λεπτότητα των κινήσεων του Λιονέλ Μέσι. Οτι στα δικά του χρόνια που δεν υπήρχαν τόσο δυνατοί και ταχείς ποδοσφαιριστές, ο Εουσέμπιο ήταν λες και είχε μεταφερθεί στον χωροχρόνο από μία μελλοντική εποχή. Ηταν πριν από 50 χρόνια ένας υπεραθλητής στα σημερινά πρότυπα και ένας ταλαντούχος «φονιάς» τερματοφυλάκων που όμοιο του εμείς οι νεότεροι δεν έχουμε δει ποτέ. Με εκείνες τις πολύ βαριές μπάλες από δέρμα αγελάδας ο Μοζαμβικανός φορ ήταν μαζί με τους Ριβελίνο, Τζίτζι Ρίβα και Πίτερ Λόριμερ οι μοναδικοί που σούταραν λες και το έκαναν με κάποια από τις μοντέρνες πανάλαφρες τηλεκατευθυνόμενες μπάλες.
Την πρώτη φορά που έκανε προπόνηση με τη Μπενφίκα ο θρυλικός κόουτς της, Μπέλα Γκούτμαν λέγεται πως αναφώνησε εκστασιασμένος: «Βρήκαμε χρυσό, βρήκαμε χρυσό!» Στο μόλις δεύτερο παιχνίδι του με τους Λουζιτανούς, ένα φιλικό κόντρα στη Σάντος του Πελέ (1960), ο τότε αρχηγός τους, Ζοσέ Αγουας είχε πάει στον πάγκο και είχε πει στον Γκούτμαν: «Ο πιτσιρικάς πρέπει να μπει. Βγάλε όποιον θες, ακόμα και εμένα. Αρκεί να παίξει εκείνος!» Τελικά ο Γκούτμαν τον έριξε στο ματς και ο μικρός έκανε χατ τρικ, αναγκάζοντας τότε τον Πελέ να πει: «Μας διέλυσε, βάζοντας πολύ όμορφα γκολ. Παρά το ότι δεν ξέρουμε καν ποιος είναι αυτός ο μικρός, όλοι οι παίκτες της Σάντος συμπεριλαμβανομένου και εμένα πιστεύουμε πως είναι ένας σπουδαίος παίκτης που θα αφήσει εποχή!»
Ολα του τα επιτεύγματα γιγαντώνονται από το ότι ήταν πιονέρος και σε έναν ακόμα δύσκολο τομέα, καθώς ήταν ο πρώτος μεγάλος ποδοσφαιριστής που προήλθε από την Αφρική. Το ίδιο και από το ότι ξεκινώντας από το 1961, υποβλήθηκε σε επτά επεμβάσεις μηνίσκου στα γόνατα του (οι έξι στο αριστερό) και όμως βρήκε τη δύναμη και το κουράγιο να συνεχίσει σε κορυφαίο επίπεδο έως το 1975 και γενικότερα τη μπάλα έως το 1979!
Το τέλος του δεν ήρθε όμως όπως ακριβώς είχε περιγράψει πως θα το επιθυμούσε ο ίδιος: «Θα ήθελα να πεθάνω μέσα στο “Ντα Λουζ”, σε έναν καλό και σημαντικό αγώνα, στον οποίο θα νικούσε η Μπενφίκα!» Η επιθυμία του ωστόσο, ευοδώθηκε λίγο μετά την οριστική φυγή του. Εκεί, στο κέντρο του αγαπημένου του γηπέδου στήθηκε το κορμί του για τελευταία φορά. Η ιαχή «Tu és o nosso rei, Eusébio!» (σ.σ.: Εουσέμπιο, εσύ είσαι ο δικός μας βασιλιάς), όπως δηλαδή δονούσε τον αέρα μετά από κάθε γκολ στις ημέρες της μεγάλης δόξας του, βγήκε από χιλιάδες ψυχές και ταξίδεψε μέσα από τα σοκάκια της παλιάς πόλης της Λισσαβόνας, για να ανέλθει στους ουρανούς. Οπως συμβαίνει με κάθε μοναδικό άνθρωπο που φεύγει έχοντας αποκτήσει δικαιωματικά το προνόμιο να αποκαλείται θρύλος και να αναγνωρίζεται ως τέτοιος εξίσου από τις παλιές και τις νεότερες γενιές…
Follow me: @jorgekaraman
Ωστόσο, στο γήπεδο ο Μαύρος Πάνθηρας μετατρεπόταν σε αυτό που όριζε το προσωνύμιο του. Οταν έπαιρνε τη μπάλα και ξεκινούσε τις εφορμήσεις του ούτε ο Θεός ούτε και ο Διάβολος μπορούσαν να έχουν λόγο σε αυτό που θα ακολουθούσε. Αυτό τουλάχιστον αναφέρουν τα κιτάπια και φωνάζουν όσοι έχουν απομείνει εν ζωή για να εξιστορούν τα ποδοσφαιρικά κατορθώματα του παρελθόντος. Η δική μας πιο σύγχρονη γενιά των 30+ φυσικά δεν μπορεί να έχει ολοκληρωμένη εικόνα, η οποία σε καμία περίπτωση δεν γίνεται να διαμορφωθεί από μερικά κακοφτιαγμένα βιντεάκια των '60ς. Οπότε το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να ασπαστούμε τις γραφές και τις αφηγήσεις...
Το πρόβλημα όμως σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πάντοτε το ίδιο. Οι παλαιότεροι έχουν την τάση να ωραιοποιούν κάθε τι δικό τους και να μειώνουν το παρόν. Από την καθημερινότητα έως το ποδόσφαιρο, η δική τους εποχή ήταν σε όλα καλύτερη. Πιο ρομαντική, πιο αληθινή, πιο ταλαντούχα, πιο... δεν ξέρω και 'γω τι άλλο. Θυμάμαι πιτσιρικάς μέσα '80ς στο παιχνίδι στη γειτονιά, υπήρχε ένας μπάρμπας που μας είχε βγάλει ονόματα. Τον έναν από εμάς λοιπόν τον φώναζε Εουσέμπιο. “Μα καλά ποιος ήταν πάλι τούτος;” αναρωτιόμασταν. Τον Πελέ, τον Πλατινί, τον Μαραντόνα τους ξέραμε. Τον Εουσέμπιο όχι.
Μεγαλώνοντας όμως τον μάθαμε κι αυτόν και τα επιτεύγματα του που δεν θα τα γράψουμε σε αυτό το κείμενο. Αυτό το άρθρο γράφτηκε περισσότερο για να κατανοήσουν όσοι δεν γνώριζαν, το ποιος υπήρξε για την εποχή του (και όχι μόνο) αυτός ο θρυλικός ποδοσφαιριστής. Ο Πελέ και ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο τον έχουν τοποθετήσει στην κορυφαία πεντάδα όλων των εποχών (Πελέ, Μαραντόνα, Ντι Στέφανο, Κρόιφ, Εουσέμπιο), ενώ σε ψηφοφορία στη FIFA στο φινάλε του 20ού αιώνα βρέθηκε στην 8η θέση των ψηφοφόρων απ' όλο τον κόσμο.
Κάποιοι έχουν τολμήσει να γράψουν πως ήταν καλύτερος επιθετικός και από τον Πελέ, αιτιολογώντας ότι ο Βραζιλιάνος σκόραρε τα περισσότερα από τα 1.281 γκολ του κόντρα σε μικρότερους αντιπάλους. Την ίδια ώρα ο Εουσέμπιο ασχολούνταν με το πως θα οδηγούσε τη Μπενφίκα σε πέντε τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών σε διάστημα επτά ετών (κέρδισε τους δύο). Επίσης λένε πως εάν είχε αντίστοιχους συμπαίκτες με εκείνους του Πελέ στην Εθνική, τότε δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχε στο παλμαρέ του το Παγκόσμιο Κύπελλο. Φυσικά εμείς σε όλα αυτά δεν μπορούμε να έχουμε άποψη. Το μόνο που ξέρουμε από τα γραπτά είναι πως ο Μαύρος Πάνθηρας ήταν εξαιρετικός και με τα δύο πόδια, είχε τρομερό άλμα, ήταν ταύρος σε δύναμη, πάνθηρας σε ταχύτητα, διέθετε τέλεια τεχνική και υπέροχα τελειώματα, ενώ τα φάουλ του ήταν άπιαστα. Ηταν δηλαδή ένας μοναδικά ολοκληρωμένος επιθετικός.
Λένε πως ήταν κάτι σαν τον Κριστιάνο Ρονάλντο της δικής μας εποχής από άποψη ταχυδύναμης σε συνδυασμό με τη λεπτότητα των κινήσεων του Λιονέλ Μέσι. Οτι στα δικά του χρόνια που δεν υπήρχαν τόσο δυνατοί και ταχείς ποδοσφαιριστές, ο Εουσέμπιο ήταν λες και είχε μεταφερθεί στον χωροχρόνο από μία μελλοντική εποχή. Ηταν πριν από 50 χρόνια ένας υπεραθλητής στα σημερινά πρότυπα και ένας ταλαντούχος «φονιάς» τερματοφυλάκων που όμοιο του εμείς οι νεότεροι δεν έχουμε δει ποτέ. Με εκείνες τις πολύ βαριές μπάλες από δέρμα αγελάδας ο Μοζαμβικανός φορ ήταν μαζί με τους Ριβελίνο, Τζίτζι Ρίβα και Πίτερ Λόριμερ οι μοναδικοί που σούταραν λες και το έκαναν με κάποια από τις μοντέρνες πανάλαφρες τηλεκατευθυνόμενες μπάλες.
Την πρώτη φορά που έκανε προπόνηση με τη Μπενφίκα ο θρυλικός κόουτς της, Μπέλα Γκούτμαν λέγεται πως αναφώνησε εκστασιασμένος: «Βρήκαμε χρυσό, βρήκαμε χρυσό!» Στο μόλις δεύτερο παιχνίδι του με τους Λουζιτανούς, ένα φιλικό κόντρα στη Σάντος του Πελέ (1960), ο τότε αρχηγός τους, Ζοσέ Αγουας είχε πάει στον πάγκο και είχε πει στον Γκούτμαν: «Ο πιτσιρικάς πρέπει να μπει. Βγάλε όποιον θες, ακόμα και εμένα. Αρκεί να παίξει εκείνος!» Τελικά ο Γκούτμαν τον έριξε στο ματς και ο μικρός έκανε χατ τρικ, αναγκάζοντας τότε τον Πελέ να πει: «Μας διέλυσε, βάζοντας πολύ όμορφα γκολ. Παρά το ότι δεν ξέρουμε καν ποιος είναι αυτός ο μικρός, όλοι οι παίκτες της Σάντος συμπεριλαμβανομένου και εμένα πιστεύουμε πως είναι ένας σπουδαίος παίκτης που θα αφήσει εποχή!»
Ολα του τα επιτεύγματα γιγαντώνονται από το ότι ήταν πιονέρος και σε έναν ακόμα δύσκολο τομέα, καθώς ήταν ο πρώτος μεγάλος ποδοσφαιριστής που προήλθε από την Αφρική. Το ίδιο και από το ότι ξεκινώντας από το 1961, υποβλήθηκε σε επτά επεμβάσεις μηνίσκου στα γόνατα του (οι έξι στο αριστερό) και όμως βρήκε τη δύναμη και το κουράγιο να συνεχίσει σε κορυφαίο επίπεδο έως το 1975 και γενικότερα τη μπάλα έως το 1979!
Το τέλος του δεν ήρθε όμως όπως ακριβώς είχε περιγράψει πως θα το επιθυμούσε ο ίδιος: «Θα ήθελα να πεθάνω μέσα στο “Ντα Λουζ”, σε έναν καλό και σημαντικό αγώνα, στον οποίο θα νικούσε η Μπενφίκα!» Η επιθυμία του ωστόσο, ευοδώθηκε λίγο μετά την οριστική φυγή του. Εκεί, στο κέντρο του αγαπημένου του γηπέδου στήθηκε το κορμί του για τελευταία φορά. Η ιαχή «Tu és o nosso rei, Eusébio!» (σ.σ.: Εουσέμπιο, εσύ είσαι ο δικός μας βασιλιάς), όπως δηλαδή δονούσε τον αέρα μετά από κάθε γκολ στις ημέρες της μεγάλης δόξας του, βγήκε από χιλιάδες ψυχές και ταξίδεψε μέσα από τα σοκάκια της παλιάς πόλης της Λισσαβόνας, για να ανέλθει στους ουρανούς. Οπως συμβαίνει με κάθε μοναδικό άνθρωπο που φεύγει έχοντας αποκτήσει δικαιωματικά το προνόμιο να αποκαλείται θρύλος και να αναγνωρίζεται ως τέτοιος εξίσου από τις παλιές και τις νεότερες γενιές…
Follow me: @jorgekaraman
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου