Και τώρα κάπου στη Μαδρίτη, σε κάποια καφετέρια, στο λόμπι του
ξενοδοχείου ενδεχομένως, ο Σάσα Τζόρτζεβιτς έχει απέναντί του τον
Ντούσαν Ιβκοβιτς, τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, τον Ντέγιαν Μποντιρόιγκα, τον
Ντράγκαν Τάρλατς, τον Βλάντε Ντίβατς κι όποιον άλλον Σέρβο εκτιμά
προπονητικά και συλλέγει ιδέες για τον μεγάλο τελικό της Κυριακής.
Εντάξει, μπορεί να είναι εικόνα υπερβολής, να μην γίνει ακριβώς έτσι, αλλά αυτό που έχουμε όλοι στο μυαλό μας για το δήθεν «σερβικό λόμπι» που έλεγε κάποτε ο «Ξανθός», είναι μία από τις εξηγήσεις για το γεγονός ότι η Σερβία είναι στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου και ετοιμάζεται να... βγάλει τη ψυχή των Αμερικάνων.
Δεν είναι τόσο οι εμπνεύσεις που θα σκαρφιστούν για να ετοιμάσουν
καλύτερα τον Τζόρτζεβιτς, ούτε θα του πουν τη μυστική συνταγή για κάτι
που ενδεχομένως να έχει σκεφτεί και ο ίδιος. Είναι η γενικότερη
προσέγγιση του όλοι για έναν, ένας για όλους που τη διαπιστώνει κανείς
σε οποιοδήποτε μεγάλο παιχνίδι.
Δεν θα ξεχάσω για παράδειγμα το ύφος του Ετόρε Μεσίνα παραμονή του τελικού της Μπολόνια το 2002, όταν βγαίνοντας από το δημαρχιακό μέγαρο όπου πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη Τύπου, είδε τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, τον Ντούσαν Ιβκοβιτς και δύο – τρεις ακόμη προπονητές, συνεργάτες, φίλοι να απολαμβάνουν τον καφέ τους και να συζητούν για όλα.
Δεν ξεχνάω το δικό μας δημοσιογραφικό «ωωωχ» ή το χαμόγελο τύπου «τι περιμένει τον αντίπαλο» κάθε φορά που σε μια μεγάλη διοργάνωση βλέπουμε τους Σέρβους να μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι και να συζητούν με χαμόγελο βαθιάς γνώσης αυτό που θα ακολουθούσε.
Αυτό που μια δεκαετία νωρίτερα οι Ελληνάρες το ειρωνευόμασταν, το θεωρούσαμε «κλοπή» και τώρα πολλοί το θαυμάζουμε και πολλές φορές λέμε «μακάρι να είχαμε την ενότητά και τον τρόπο σκέψης τους».
Η Σερβία είναι μακράν η Νο1 μπασκετική σχολή στον κόσμο με το υψηλότερο ΙQ. Ελεγε προ ημερών ο Σάκοτα στον αέρα του Sentra 103,3 πως «o Μπογκτάνοβιτς στην Ελλάδα είναι ταλέντο και στη Σερβία είναι βετεράνος» και πως σε κάθε διοργάνωση, ανεξαρτήτως υλικού, η εθνική ομάδα πάει για διάκριση κι όχι για συμμετοχή.
Δεν υπάρχει άλλωστε καλύτερη απόδειξη για την νοοτροπία νικητή που διαθέτουν, η απάντηση του Τζόρτζεβιτς παραμονή του προημιτελικού ανάμεσα στη Γαλλία και την Ισπανία, όταν ρωτήθηκε για το ποιον προτιμά για αντίπαλο.
«Θέλω την Ισπανία. Αν θες να γίνεις ο καλύτερος πρέπει να κερδίσεις τους καλύτερους» είπε ο ομοσπονδιακός τεχνικός, την ώρα που όλοι οι προπονητές του κόσμου έκαναν καθημερινά τον σταυρό τους για να μην πέσουν πάνω στους διοργανωτές. Και πράγματι έτσι είναι, για να γίνεις ο καλύτερος πρέπει να τα καταφέρεις απέναντι στους καλύτερους και η Σερβία είχε ανέκαθεν την ψυχολογία του πρώτου, τη νοοτροπία του «θα νικήσω γιατί είμαι η Σερβία με τα δεκάδες μετάλλια».
«Στη χώρα μου το μπάσκετ είναι κάτι περισσότερο από ένα άθλημα», είπε ο Τζόρτζεβιτς μετά τη νίκη επί των Βραζιλιάνων και θυμηθείτε το αυτό, όταν δείτε τους Σέρβους να μπαίνουν στο παρκέ για τον μεγάλο τελικό. Σαφέστατα και ο αθλητισμός δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την πολιτική, αλλά ποιος από 'μας ή ποιος παίκτης της εθνικής μας ομάδας, δεν θα το 'βλεπε εθνικά, αν είχε βομβαρδιστεί στα εφηβικά του χρόνια. Αυτή η Σερβία έχει στο ρόστερ παίκτες που έζησαν σαν έφηβοι οι περισσότεροι τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς του 1999.
Σε ηλικία 7 ετών ο μικρότερος, 16 ο μεγαλύτερος, παιδιά του πολέμου που λέμε και που θα μπουν στο παρκέ εκπροσωπόντας την πατρίδα τους, για την οποία το μπάσκετ είναι κάτι περισσότερο από ένα άθλημα.
Και δυο λόγια για τον Τεόντοσιτς... Είναι αστείο να χαρακτηρίζεται «loser», λες και είναι τενίστας που παίζει μόνος του. Αυτά που κάνει στα νοκ άουτ παιχνίδια δεν εκθέτουν τους αμφισβητίες του, εκθέτουν τον ίδιο που δεν λέει να καταλάβει και να αξιοποιήσει το ταλέντο που διαθέτει.
Θα μπορούσε κάλλιστα ο Τεόντοσιτς να είναι μέσα στο Τοπ-5 των πιο μεγάλων πλέι μέικερ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, αλλά οι αυτοκαταστροφικές του τάσεις είναι αυτές που μας κάνουν να τρίβουμε τα μάτια μας και να λέμε μέσα μας «δεν μπορεί, κάτι τρελό θα κάνει».
Ή ο Τζόρτζεβιτς λοιπόν κατάφερε να τον βάλει σε καλούπι ή ο ίδιος αποφάσισε να... ξεκαβαλήσει το καλάμι και να ωριμάσει έστω και καθυστερημένα. Ας ελπίσουμε το δεύτερο, γιατί αν είναι το πρώτο θα είναι μόνο για λίγες παραστάσεις.
*Πηγή: gazzetta.gr*
Εντάξει, μπορεί να είναι εικόνα υπερβολής, να μην γίνει ακριβώς έτσι, αλλά αυτό που έχουμε όλοι στο μυαλό μας για το δήθεν «σερβικό λόμπι» που έλεγε κάποτε ο «Ξανθός», είναι μία από τις εξηγήσεις για το γεγονός ότι η Σερβία είναι στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου και ετοιμάζεται να... βγάλει τη ψυχή των Αμερικάνων.
Δεν θα ξεχάσω για παράδειγμα το ύφος του Ετόρε Μεσίνα παραμονή του τελικού της Μπολόνια το 2002, όταν βγαίνοντας από το δημαρχιακό μέγαρο όπου πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη Τύπου, είδε τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, τον Ντούσαν Ιβκοβιτς και δύο – τρεις ακόμη προπονητές, συνεργάτες, φίλοι να απολαμβάνουν τον καφέ τους και να συζητούν για όλα.
Δεν ξεχνάω το δικό μας δημοσιογραφικό «ωωωχ» ή το χαμόγελο τύπου «τι περιμένει τον αντίπαλο» κάθε φορά που σε μια μεγάλη διοργάνωση βλέπουμε τους Σέρβους να μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι και να συζητούν με χαμόγελο βαθιάς γνώσης αυτό που θα ακολουθούσε.
Αυτό που μια δεκαετία νωρίτερα οι Ελληνάρες το ειρωνευόμασταν, το θεωρούσαμε «κλοπή» και τώρα πολλοί το θαυμάζουμε και πολλές φορές λέμε «μακάρι να είχαμε την ενότητά και τον τρόπο σκέψης τους».
Η Σερβία είναι μακράν η Νο1 μπασκετική σχολή στον κόσμο με το υψηλότερο ΙQ. Ελεγε προ ημερών ο Σάκοτα στον αέρα του Sentra 103,3 πως «o Μπογκτάνοβιτς στην Ελλάδα είναι ταλέντο και στη Σερβία είναι βετεράνος» και πως σε κάθε διοργάνωση, ανεξαρτήτως υλικού, η εθνική ομάδα πάει για διάκριση κι όχι για συμμετοχή.
Δεν υπάρχει άλλωστε καλύτερη απόδειξη για την νοοτροπία νικητή που διαθέτουν, η απάντηση του Τζόρτζεβιτς παραμονή του προημιτελικού ανάμεσα στη Γαλλία και την Ισπανία, όταν ρωτήθηκε για το ποιον προτιμά για αντίπαλο.
«Θέλω την Ισπανία. Αν θες να γίνεις ο καλύτερος πρέπει να κερδίσεις τους καλύτερους» είπε ο ομοσπονδιακός τεχνικός, την ώρα που όλοι οι προπονητές του κόσμου έκαναν καθημερινά τον σταυρό τους για να μην πέσουν πάνω στους διοργανωτές. Και πράγματι έτσι είναι, για να γίνεις ο καλύτερος πρέπει να τα καταφέρεις απέναντι στους καλύτερους και η Σερβία είχε ανέκαθεν την ψυχολογία του πρώτου, τη νοοτροπία του «θα νικήσω γιατί είμαι η Σερβία με τα δεκάδες μετάλλια».
«Στη χώρα μου το μπάσκετ είναι κάτι περισσότερο από ένα άθλημα», είπε ο Τζόρτζεβιτς μετά τη νίκη επί των Βραζιλιάνων και θυμηθείτε το αυτό, όταν δείτε τους Σέρβους να μπαίνουν στο παρκέ για τον μεγάλο τελικό. Σαφέστατα και ο αθλητισμός δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την πολιτική, αλλά ποιος από 'μας ή ποιος παίκτης της εθνικής μας ομάδας, δεν θα το 'βλεπε εθνικά, αν είχε βομβαρδιστεί στα εφηβικά του χρόνια. Αυτή η Σερβία έχει στο ρόστερ παίκτες που έζησαν σαν έφηβοι οι περισσότεροι τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς του 1999.
Σε ηλικία 7 ετών ο μικρότερος, 16 ο μεγαλύτερος, παιδιά του πολέμου που λέμε και που θα μπουν στο παρκέ εκπροσωπόντας την πατρίδα τους, για την οποία το μπάσκετ είναι κάτι περισσότερο από ένα άθλημα.
Και δυο λόγια για τον Τεόντοσιτς... Είναι αστείο να χαρακτηρίζεται «loser», λες και είναι τενίστας που παίζει μόνος του. Αυτά που κάνει στα νοκ άουτ παιχνίδια δεν εκθέτουν τους αμφισβητίες του, εκθέτουν τον ίδιο που δεν λέει να καταλάβει και να αξιοποιήσει το ταλέντο που διαθέτει.
Θα μπορούσε κάλλιστα ο Τεόντοσιτς να είναι μέσα στο Τοπ-5 των πιο μεγάλων πλέι μέικερ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, αλλά οι αυτοκαταστροφικές του τάσεις είναι αυτές που μας κάνουν να τρίβουμε τα μάτια μας και να λέμε μέσα μας «δεν μπορεί, κάτι τρελό θα κάνει».
Ή ο Τζόρτζεβιτς λοιπόν κατάφερε να τον βάλει σε καλούπι ή ο ίδιος αποφάσισε να... ξεκαβαλήσει το καλάμι και να ωριμάσει έστω και καθυστερημένα. Ας ελπίσουμε το δεύτερο, γιατί αν είναι το πρώτο θα είναι μόνο για λίγες παραστάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου