O
Παναθηναϊκός της Βαρκελώνης ήταν καλύτερος απ’ό,τι περίμενα, χωρίς
απαραίτητα να είναι πολύ καλός. Μπορούσε να νικήσει ακόμα και με αυτή τη
μέτρια απόδοση και τα χαμηλά ποσοστά ευστοχίας στο μακρυνό σουτ.
Ζόρισε έναν αντίπαλο που πόνταρε περισσότερο στη φανέλα και στην έδρα, παρά στο μπάσκετ που έπαιξε. Θα ανησυχούσα σήμερα αν ήμουν η Μπαρτσελόνα, όχι ο Παναθηναϊκός.
Κατάλαβα από τη ζωντανή διαδικτυακή συζήτηση της περασμένης Τετάρτης, ότι το κοινό των «πρασίνων» περίμενε με ανυπομονησία και περιέργεια αυτόν τον αγώνα. Οι νίκες και οι εμφανίσεις των προηγούμενων εβδομάδων δημιούργησαν προσμονή και περιέργεια.
«Να δούμε μέχρι πού φτάνουν τα χέρια της ομάδας», ήταν η επωδός.
Δεν νομίζω να απογοητεύτηκαν, όσοι θέλουν τον ανανεωμένο φετινό Παναθηναϊκό ανταγωνιστικό σε κορυφαίο επίπεδο Ευρωλίγκας.
Μολονότι βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο στελέχωσης και χημείας, διεκδίκησε χθες νίκη και μπορούσε να την πετύχει, αν έβρισκε 2-3 τρίποντα στην τελική ευθεία του αγώνα. Τα έβαλε όλα στη Φενέρμπαχτσε και στην Αρμάνι.
Ο Παναθηναϊκός είχε δύο Αμερικανούς στα «πιτς»: τον Νέλσον που αργά ή γρήγορα θα επιστρέψει για να γεμίσει την περιφέρεια και τον ελαφρά τραυματισμένο Ράιτ, που θα έδινε πολύτιμες ανάσες απέναντι στους ψηλούς της Μπάρτσα.
Ο Μπατίστα ανταπέδωσε τα καλάθια που δέχθηκε από τον Τόμιτς, ο Μαυροκεφαλίδης επέστρεψε ορεξάτος, η στατιστική έδειξε ισορροπία στα ριμπάουντ (34-31), αλλά το γυμνό μάτι είδε αισθητή διαφορά. Ο Παναθηναϊκός ζοριζόταν στις μάχες των αιθέρων, ενώ η Μπαρτσελόνα είχε την πολυτέλεια να κρατήσει 40 λεπτά στον πάγκο τον Τίμπορ Πλάις.
Όχι, δεν ήταν αποτυχία αυτό το crash test. Ο Ιβάνοβιτς παρουσίασε μέσα στο παλιό του σπίτι μία ομάδα αντάξια του ονόματός του. Ηρεμη, μαχητική, σοβαρή και μεθοδική.
Η ήττα οφείλεται σε ένα άσχημο αμυντικό δίλεπτο γύρω στο 15ο λεπτό, όταν ο Ντόλμαν έπιασε πελάτη τον αρνητικό Γκιστ και του έφτιαξε ένα προσωπικό σερί 7-0.
Μία μικρή ομάδα θα κατέρρεε υπό το βάρος του 43-33, αλλά ο Παναθηναϊκός ακολούθησε ψύχραιμος το σχέδιό του και ξαναγύρισε στο τραπέζι μόλις βελτίωσε την άμυνά του, ιδίως στην δ’ περίοδο.
Εχασε την ευκαιρία του μετά το 67-62, όταν έκανε εφηβικά λάθη: τρία δευτερόλεπτα και βήματα, επιθέσεις στις οποίες δεν έγινε ούτε σουτ. Το τρίποντο που θα τον έφερνε σε απόσταση βολής δεν βρέθηκε ποτέ.
Μάλλον χρειαζόταν λίγος Διαμαντίδης παραπάνω, εκείνη την κρίσιμη στιγμή. Σε αυτό το γήπεδο, άλλωστε, έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του. Ο Πασκουάλ θυμόταν το στραπάτσο του 2011 (και παρ’ολίγον του 2013), οπότε δεν τον άφησε να πάρει ανάσα στην τελική ευθεία.
Νίκησε, τελικά, ο Ναβάρο. Δεν είναι ντροπή.
Οι αριθμοί που χάλασαν το κέφι του Ιβάνοβιτς χθες το βράδυ βρίσκονται στο κάτω μέρος της στατιστικής. Εννέα ασίστ προς 11 λάθη και συγκομιδή 69 πόντων, πολύ πιο χαμηλά από το συνηθισμένο 85-90 των προηγούμενων αγώνων.
Οι Ισπανοί έβαλαν 47 στο πρώτο ημίχρονο, χωρίς πράσινο χέρι μπροστά στα μούτρα τους.
Στα δύο προηγούμενα παιχνίδια, οι ίδιοι παίκτες σούταραν 27/42 από τη γραμμή των 6μ75. Χθες, χρειάστηκαν 20 απόπειρες για να βάλουν δύο: 0/4 ο Σλότερ, 0/4 ο Διαμαντίδης, 0/3 ο Γιάνκοβιτς, 0/2 ο Γκιστ, 0/1 ο Παππάς, 1/3 ο Μπλουμς, 1/3 ο Φώτσης.
Τι θα γινόταν αν ο Παναθηναϊκός είχε και στα τρία ματς ένα αξιοπρεπές 8/21, όπως βγάζει ο μέσος όρος; Μπορεί να τα κέρδιζε και τα τρία, αλλά μπορεί και να τα έχανε! Οπωσδήποτε δεν θα έβγαζε αυτές τις τερατώδεις διαφορές επί της Φενέρ (+18) και της Αρμάνι (+27).
Τόσο το καλύτερο, λοιπόν, που ήρθαν έτσι τα πράγματα. Οι δύο νίκες που προηγήθηκαν είναι ανεκτίμητης αξίας (βαθμολογικά και ψυχολογικά), ενώ η ήττα από τη Μπαρτσελόνα δεν θ’αφήσει κανέναν ξάγρυπνο.
Ζόρισε έναν αντίπαλο που πόνταρε περισσότερο στη φανέλα και στην έδρα, παρά στο μπάσκετ που έπαιξε. Θα ανησυχούσα σήμερα αν ήμουν η Μπαρτσελόνα, όχι ο Παναθηναϊκός.
Κατάλαβα από τη ζωντανή διαδικτυακή συζήτηση της περασμένης Τετάρτης, ότι το κοινό των «πρασίνων» περίμενε με ανυπομονησία και περιέργεια αυτόν τον αγώνα. Οι νίκες και οι εμφανίσεις των προηγούμενων εβδομάδων δημιούργησαν προσμονή και περιέργεια.
«Να δούμε μέχρι πού φτάνουν τα χέρια της ομάδας», ήταν η επωδός.
Δεν νομίζω να απογοητεύτηκαν, όσοι θέλουν τον ανανεωμένο φετινό Παναθηναϊκό ανταγωνιστικό σε κορυφαίο επίπεδο Ευρωλίγκας.
Μολονότι βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο στελέχωσης και χημείας, διεκδίκησε χθες νίκη και μπορούσε να την πετύχει, αν έβρισκε 2-3 τρίποντα στην τελική ευθεία του αγώνα. Τα έβαλε όλα στη Φενέρμπαχτσε και στην Αρμάνι.
Ο Παναθηναϊκός είχε δύο Αμερικανούς στα «πιτς»: τον Νέλσον που αργά ή γρήγορα θα επιστρέψει για να γεμίσει την περιφέρεια και τον ελαφρά τραυματισμένο Ράιτ, που θα έδινε πολύτιμες ανάσες απέναντι στους ψηλούς της Μπάρτσα.
Ο Μπατίστα ανταπέδωσε τα καλάθια που δέχθηκε από τον Τόμιτς, ο Μαυροκεφαλίδης επέστρεψε ορεξάτος, η στατιστική έδειξε ισορροπία στα ριμπάουντ (34-31), αλλά το γυμνό μάτι είδε αισθητή διαφορά. Ο Παναθηναϊκός ζοριζόταν στις μάχες των αιθέρων, ενώ η Μπαρτσελόνα είχε την πολυτέλεια να κρατήσει 40 λεπτά στον πάγκο τον Τίμπορ Πλάις.
Όχι, δεν ήταν αποτυχία αυτό το crash test. Ο Ιβάνοβιτς παρουσίασε μέσα στο παλιό του σπίτι μία ομάδα αντάξια του ονόματός του. Ηρεμη, μαχητική, σοβαρή και μεθοδική.
Η ήττα οφείλεται σε ένα άσχημο αμυντικό δίλεπτο γύρω στο 15ο λεπτό, όταν ο Ντόλμαν έπιασε πελάτη τον αρνητικό Γκιστ και του έφτιαξε ένα προσωπικό σερί 7-0.
Μία μικρή ομάδα θα κατέρρεε υπό το βάρος του 43-33, αλλά ο Παναθηναϊκός ακολούθησε ψύχραιμος το σχέδιό του και ξαναγύρισε στο τραπέζι μόλις βελτίωσε την άμυνά του, ιδίως στην δ’ περίοδο.
Εχασε την ευκαιρία του μετά το 67-62, όταν έκανε εφηβικά λάθη: τρία δευτερόλεπτα και βήματα, επιθέσεις στις οποίες δεν έγινε ούτε σουτ. Το τρίποντο που θα τον έφερνε σε απόσταση βολής δεν βρέθηκε ποτέ.
Μάλλον χρειαζόταν λίγος Διαμαντίδης παραπάνω, εκείνη την κρίσιμη στιγμή. Σε αυτό το γήπεδο, άλλωστε, έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του. Ο Πασκουάλ θυμόταν το στραπάτσο του 2011 (και παρ’ολίγον του 2013), οπότε δεν τον άφησε να πάρει ανάσα στην τελική ευθεία.
Νίκησε, τελικά, ο Ναβάρο. Δεν είναι ντροπή.
Οι αριθμοί που χάλασαν το κέφι του Ιβάνοβιτς χθες το βράδυ βρίσκονται στο κάτω μέρος της στατιστικής. Εννέα ασίστ προς 11 λάθη και συγκομιδή 69 πόντων, πολύ πιο χαμηλά από το συνηθισμένο 85-90 των προηγούμενων αγώνων.
Οι Ισπανοί έβαλαν 47 στο πρώτο ημίχρονο, χωρίς πράσινο χέρι μπροστά στα μούτρα τους.
Στα δύο προηγούμενα παιχνίδια, οι ίδιοι παίκτες σούταραν 27/42 από τη γραμμή των 6μ75. Χθες, χρειάστηκαν 20 απόπειρες για να βάλουν δύο: 0/4 ο Σλότερ, 0/4 ο Διαμαντίδης, 0/3 ο Γιάνκοβιτς, 0/2 ο Γκιστ, 0/1 ο Παππάς, 1/3 ο Μπλουμς, 1/3 ο Φώτσης.
Τι θα γινόταν αν ο Παναθηναϊκός είχε και στα τρία ματς ένα αξιοπρεπές 8/21, όπως βγάζει ο μέσος όρος; Μπορεί να τα κέρδιζε και τα τρία, αλλά μπορεί και να τα έχανε! Οπωσδήποτε δεν θα έβγαζε αυτές τις τερατώδεις διαφορές επί της Φενέρ (+18) και της Αρμάνι (+27).
Τόσο το καλύτερο, λοιπόν, που ήρθαν έτσι τα πράγματα. Οι δύο νίκες που προηγήθηκαν είναι ανεκτίμητης αξίας (βαθμολογικά και ψυχολογικά), ενώ η ήττα από τη Μπαρτσελόνα δεν θ’αφήσει κανέναν ξάγρυπνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου