Προτιμώ να μην κλάψω και γι΄ αυτό. Τόσες φάπες τρώμε κάθε μέρα, να
φάμε κι άλλη μία στο ποδόσφαιρο, δεν έγινε και τίποτα. Θα γελάω λοιπόν.
Γιατί αυτή η Εθνική, παρότι για κλάματα, ήταν για μεγάλα γέλια... Γράφει ο Μίλτος +.
Η Εθνική μας, σε αυτή την εξευτελιστικά εύκολη τριάρα από τη Βραζιλία, συγνώμη τη Βοσνία στο ...Ρίο ντε Ζένιτσα,
θύμισε σε όλους αυτά που όχι μόνο θέλαμε να ξεχάσουμε, αλλά νομίζαμε
και πως τα είχαμε ξεχάσει. Στους πιο παλιούς, σε εκείνους δηλαδή που δεν
έμαθαν το ποδόσφαιρο μετά το θαύμα του Γιούρο 2004, θύμισε δύσκολες εποχές, όταν οι τριάρες ήταν κανόνας και οι προκρίσεις εξαίρεση.
Θύμισε την Εθνική της ...δραχμής. Αν και, εν προκειμένω, ήταν της δεκάρας. Άλλωστε, αν γυρίσουμε κάποια στιγμή στο Εθνικό μας νόμισμα, αυτό θα γίνει με μεγάλη υποτίμηση...
Αυτό το πράγμα, λοιπόν, που μόνο ομάδα δεν ήταν και που καμία σχέση δεν είχε με τις πραγματικές ΟΜΑΔΕΣ που είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε από τον Ρεχάγκελ και μετά (μπορεί να μην είχαμε παίκτες κορυφαίου επιπέδου, αλλά είχαμε ΟΜΑΔΑ), έπαιξε με τη Βοσνία λες και θα έπαιζε με τη Βραζιλία. Και μάλιστα προ ευρώ. Πριν το 2000. Τότε που δεν μας υπολόγιζε κανείς και όλους τους υπολογίζαμε διπλά και τρίδιπλα. Με φόβο συντριβής κατεβήκαμε και αυτό βιώσαμε. Γιατί, κακά τα ψέματα, όταν τρως έτσι τρία μπαλάκια από τη Βοσνία και τη ...Μαρία, συντριβή είναι και όχι κάτι άλλο.
Ο κόουτς Σάντος, ο οποίος επέλεξε πριν το ματς να αφήσει έξω τον πρώτο Έλληνα σκόρερ του πρωταθλήματος, τον Κλάους, γιατί -όπως είπε- ήθελε «έμπειρους» (αλήθεια, με ποια λογική ο εκ των αρχηγών του ΠΑΟΚ στα 25 του είναι άπειρος;), κατέβασε μια ομάδα έτοιμη να χάσει. Αμαχητί...
Με αποκλειστικά έμπειρους στο κέντρο, τόσο έμπειρους που δεν μπορούσαν να τρέξουν και να καλύψουν κενά (μόνο ο Ζαγοράκης κι ο Μπασινάς έλειπαν από την έμπειρη ραχοκοκαλιά των Καραγκούνη, Κατσουράνη και Τζιόλη), γιατί ο κορυφαίος αμυντικός χαφ του πρωταθλήματος, ο Μανιάτης, περίμενε στον πάγκο να ωριμάσει. Με δύο αριστερά μπακ (Τζαβέλλα, Χολέμπας), γιατί απέναντί μας είχαμε την καλύτερη δεξιά πτέρυγα της Ευρώπης, με τον ...Καφού και τον Ρομπέρτο Κάρλος δεξιοπόδαρο. Και γιατί ο Φορτούνης, για παράδειγμα, έχει χρόνια μπροστά του μέχρι να γίνει κι αυτός τόσο έμπειρος ώστε να μην μπορεί να τρέχει.
Και με μια μοναδική έμπνευση που σπάνια συναντάς. Ποιος ήταν ο πιο επικίνδυνος παίκτης της αντιπάλου; Ο Τζέκο. Εκ των κορυφαίων φορ στον κόσμο. Ποιον βάζεις να τον μαρκάρει; Έναν παίκτη που είχε να παίξει μπάλα οκτώ μήνες! Μπορεί ο Αβραάμ να είναι ο -αντικειμενικά- καλύτερος κεντρικός αμυντικός της Ελλάδας, ωστόσο μόνο έτοιμος δεν ήταν για τέτοιο παιχνίδι. Ο Σάντος τον εξέθεσε δίχως λόγο και η Εθνική μας από αυτή την έμπνευση έφαγε δύο γκολ από στημένες μπάλες.
Από εκεί και πέρα, όλα σωστά γίνανε. Όλοι οι παίκτες, και οι ...εμπνεύσεις του Πορτογάλου (που ήταν τόσο διαβασμένος ώστε να αλλάζει συστήματα σαν να αλλάζει κανάλια με τηλεκοντρόλ) και οι «πεζές» του επιλογές, πεζές ήταν. Περπατάγανε. Και κατάφερναν, ακόμα και περπατώντας, να κουτουλάνε. Όταν αυτά τα βλέπαμε σε ταινίες με τον Βέγγο, γελάγαμε. Ε, τώρα θα κλάψουμε;
Μέχρι να ξαναδούμε την Εθνική όπως πρέπει και όπως τη συνηθίσαμε την τελευταία 10ετία, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...
Θύμισε την Εθνική της ...δραχμής. Αν και, εν προκειμένω, ήταν της δεκάρας. Άλλωστε, αν γυρίσουμε κάποια στιγμή στο Εθνικό μας νόμισμα, αυτό θα γίνει με μεγάλη υποτίμηση...
Αυτό το πράγμα, λοιπόν, που μόνο ομάδα δεν ήταν και που καμία σχέση δεν είχε με τις πραγματικές ΟΜΑΔΕΣ που είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε από τον Ρεχάγκελ και μετά (μπορεί να μην είχαμε παίκτες κορυφαίου επιπέδου, αλλά είχαμε ΟΜΑΔΑ), έπαιξε με τη Βοσνία λες και θα έπαιζε με τη Βραζιλία. Και μάλιστα προ ευρώ. Πριν το 2000. Τότε που δεν μας υπολόγιζε κανείς και όλους τους υπολογίζαμε διπλά και τρίδιπλα. Με φόβο συντριβής κατεβήκαμε και αυτό βιώσαμε. Γιατί, κακά τα ψέματα, όταν τρως έτσι τρία μπαλάκια από τη Βοσνία και τη ...Μαρία, συντριβή είναι και όχι κάτι άλλο.
Ο κόουτς Σάντος, ο οποίος επέλεξε πριν το ματς να αφήσει έξω τον πρώτο Έλληνα σκόρερ του πρωταθλήματος, τον Κλάους, γιατί -όπως είπε- ήθελε «έμπειρους» (αλήθεια, με ποια λογική ο εκ των αρχηγών του ΠΑΟΚ στα 25 του είναι άπειρος;), κατέβασε μια ομάδα έτοιμη να χάσει. Αμαχητί...
Με αποκλειστικά έμπειρους στο κέντρο, τόσο έμπειρους που δεν μπορούσαν να τρέξουν και να καλύψουν κενά (μόνο ο Ζαγοράκης κι ο Μπασινάς έλειπαν από την έμπειρη ραχοκοκαλιά των Καραγκούνη, Κατσουράνη και Τζιόλη), γιατί ο κορυφαίος αμυντικός χαφ του πρωταθλήματος, ο Μανιάτης, περίμενε στον πάγκο να ωριμάσει. Με δύο αριστερά μπακ (Τζαβέλλα, Χολέμπας), γιατί απέναντί μας είχαμε την καλύτερη δεξιά πτέρυγα της Ευρώπης, με τον ...Καφού και τον Ρομπέρτο Κάρλος δεξιοπόδαρο. Και γιατί ο Φορτούνης, για παράδειγμα, έχει χρόνια μπροστά του μέχρι να γίνει κι αυτός τόσο έμπειρος ώστε να μην μπορεί να τρέχει.
Και με μια μοναδική έμπνευση που σπάνια συναντάς. Ποιος ήταν ο πιο επικίνδυνος παίκτης της αντιπάλου; Ο Τζέκο. Εκ των κορυφαίων φορ στον κόσμο. Ποιον βάζεις να τον μαρκάρει; Έναν παίκτη που είχε να παίξει μπάλα οκτώ μήνες! Μπορεί ο Αβραάμ να είναι ο -αντικειμενικά- καλύτερος κεντρικός αμυντικός της Ελλάδας, ωστόσο μόνο έτοιμος δεν ήταν για τέτοιο παιχνίδι. Ο Σάντος τον εξέθεσε δίχως λόγο και η Εθνική μας από αυτή την έμπνευση έφαγε δύο γκολ από στημένες μπάλες.
Από εκεί και πέρα, όλα σωστά γίνανε. Όλοι οι παίκτες, και οι ...εμπνεύσεις του Πορτογάλου (που ήταν τόσο διαβασμένος ώστε να αλλάζει συστήματα σαν να αλλάζει κανάλια με τηλεκοντρόλ) και οι «πεζές» του επιλογές, πεζές ήταν. Περπατάγανε. Και κατάφερναν, ακόμα και περπατώντας, να κουτουλάνε. Όταν αυτά τα βλέπαμε σε ταινίες με τον Βέγγο, γελάγαμε. Ε, τώρα θα κλάψουμε;
Μέχρι να ξαναδούμε την Εθνική όπως πρέπει και όπως τη συνηθίσαμε την τελευταία 10ετία, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου