Προσπαθώ να θυμηθώ μία
εμφάνιση ελληνικής ομάδας σε φάιναλ-φορ καλύτερη από τη χθεσινή του
Ολυμπιακού και δυσκολεύομαι. Το πρώτο ημίχρονο του Παναθηναϊκού απέναντι
στην προηγούμενη βερσιόν της ΤΣΣΚΑ, το 2009 στο Βερολίνο, ήταν η
προηγούμενη κορυφή. Ή ίσως το δεύτερο του Παναθηναϊκού το 2002 στη
Μπολώνια και το τελευταίο 12λεπτο του Ολυμπιακού πέρυσι στην Πόλη.
Αλλά χθες είδαμε μία μηχανή που δούλεψε στην εντέλεια για 40 λεπτά. Όχι για 20 ούτε για 12. Και ξεχαρβάλωσε έναν αντίπαλο που εμφανιζόταν ως φαβορί, ικανός για το στέμμα, μια αρκούδα έτοιμη να κατασπαράξει όποιον θα έβρισκε μπροστά της. Ο πολυπλόκαμος Ολυμπιακός τη χτύπησε σαν χταπόδι, υπενθυμίζοντας ότι δεν βρίσκεται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας η αρκούδα.
Εάν ηττηθεί από τη Ρεάλ στον τελικό, που δεν το πολυβλέπω, θα κάνει τη χθεσινή του εμφάνιση να ξεχαστεί γρήγορα. Ειδάλλως, θα τη μετατρέψει σε μελλοντικό σημείο αναφοράς, μνημείο αγωνιστικής και ψυχολογικής προετοιμασίας, προσήλωσης στο σχέδιο, πάθους, ηρεμίας, σταθερότητας, σιγουριάς, ομαδικότητας και μελέτης του αντιπάλων.
Οι αλεξιπτωτιστές θα δηλώσουν «έκπληκτοι» που όλα αυτά ξεκίνησαν από έναν άσημο Ελληνα προπονητή και όχι από κάποιον ημίθεο των πάγκων τύπου Ομπράντοβιτς, Ιβκοβιτς, Μεσίνα ή Πασκουάλ.
Οι υποψιασμένοι, πάλι, σας το διαλαλούν εδώ και μήνες. Οι Ελληνες προπονητές δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τους ξένους. Δεν το λέμε από σωβινισμό, το λέμε επειδή το πιστεύουμε.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας ξεγύμνωσε χθες τον μετρ των ημιτελικών Έτορε Μεσίνα και τον έστειλε, για πρώτη φορά, στο ματς της ανύπαρκτης παρηγοριάς. Ο Αργύρης Πεδουλάκης έδεσε κόμπο τον Τσάβι Πασκουάλ και έφτασε μισό βήμα από το φάιναλ-φορ.
Το υλικό της ΤΣΣΚΑ είναι σαφώς ανώτερο από αυτό του Ολυμπιακού, όπως και της Μπαρτσελόνα από το αντίστοιχο του Παναθηναϊκού. Για τον προϋπολογισμό, ας μη συζητήσουμε καλύτερα.
Ποιος θα τολμήσει να ξεστομίσει στο μέλλον ότι «ο Ολυμπιακός χρειάζεται έναν Μεσίνα»; Ο Μπαρτζώκας θα κυκλοφορεί με το dvd του χθεσινού ημιτελικού στην τσέπη για να το τρίβει στα μούτρα όσων ξεχνούν τι εστί ελληνική σχολή.
Ηταν, ίσως, η καλύτερη εμφάνιση στην ιστορία του Ολυμπιακού, τηρουμένων των αναλογιών. Οι «αναλογίες» έχουν να κάνουν με τη δυναμικότητα του αντιπάλου, με τη σημασία του αγώνα και με το «πρέπει» που έφερε μαζί του στο Λονδίνο ο πρωταθλητής Ευρώπης.
Ξέρετε τι μου θύμισε; Το Ζάγκρεμπ του 1989. Τότε όλοι θεωρούσαν την Εθνική μας κομήτη του ενός τουρνουά. Ενας άλλος ημιτελικός κλείδωσε τότε τους αμφισβητίες στο χρονοντούλαπο. Το ίδιο έκανε χθες ο Ολυμπιακός σε όσους λησμόνησαν ότι αυτός είναι ο 3ος του τελικός την τελευταία τετραετία, το 4ο φάιναλ-φορ του από το 2009. Ειδικά αν κερδίσει αύριο, θα πρέπει να θεωρείται μία καινούρια υπερδύναμη.
Μια πιο προσεκτική ματιά στη στατιστική και στις σημειώσεις του χθεσινού ημιτελικού επιβεβαιώνει την απόλυτη κυριαρχία του Ολυμπιακού επί της ΤΣΣΚΑ, μέσα από μία σειρά αρνητικών για τους Ρώσους ρεκόρ.
Στην γ΄ περίοδο η ΤΣΣΚΑ δεν πέτυχε ούτε ένα καλάθι εντός παιδιάς! Το μεγαλύτερό της σερί, κι αυτό με βολές, ήταν 6-0. Η επιθετική της παραγωγή έπεσε από τους 86,5 πόντους στους 52. Το ποσοστό της στα δίποντα από το 61% στο 33%. Στα τρίποντα, από το 37% στο 29%. Στις βολές, αυτές που φανέρωσαν καρδιά ψαριού και χέρια τρεμάμενα, από το 73% στο 56%. Εδωσε μόνο 8 ασίστ, ενώ έχει μέσο όρο 19.7. Εκανε 13 λάθη, από τα συνηθισμένα 9.7. Ο απολογισμός των ριμπάουντ ήταν -12, απέναντι σε μία ομάδα με σέντερ 1μ98. Ο συνολικός της συντελεστής έπεσε περίπου στο μισό, 48 από 93.9. Ο εύθραυστος και απομυθοποιημένος πλέον Τεόντοσιτς πέτυχε 5 πόντους με 1/9 σουτ και μόνο 1 ασίστ, ενώ ο Κρστιτς 2 με 1/5 σουτ και 0/4 βολές.
Δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο βραχυκύκλωμα. Κάθε αράδα της τελευταίας παραγράφο είναι κι ένα καλογυαλισμένο γαλόνι στη στολή του Ολυμπιακού. Το εκπληκτικό είναι ότι οι «ερυθρόλευκοι» κέρδισαν τον ημιτελικό με διαφορά 17 πόντων με άστοχο (0/6 τρ.) τον κατά τ’άλλα έξοχο Σπανούλη, άποντο στα τελευταία 35 λεπτά τον Πρίντεζη, άποντο τον Πάουελ, σχετικά κρύους τους Παπανικολάου και Λο. Εκτός του Αντιτς και του Σερμαντίνι, κανένας άλλος δεν ξεπέρασε τις προδιαγραφές του στην επίθεση.
Αλλά το κλειδί της επιτυχίας ήταν η άμυνα, όπου όλοι, ανεξαιρέτως, άγγιξαν το «άριστα». Με 52 πόντους παθητικό και με τον αντίπαλο να καταφεύγει σε σουτ απελπισίας, η νίκη είναι σχεδόν βέβαιη.
Ο τρόπος με τον οποίο η ΤΣΣΚΑ πάσχιζε να νικήσει την «ερυθρόλευκη» γραμμή Μαζινό μου θύμισε τη μέθοδο που υιοθετούν οι περισσότερες (αλλά όχι η Ελλάδα του 2006) αντίπαλοι των αμερικάνικων Ντριμ-Τιμ: σουτάκια-χαρταετοί απ’έξω και προσευχές. Ανήμπορη να περάσει τη μπάλα στη χιλιοτραγουδισμένη γραμμή ψηλών της, σούταρε για πρώτη φορά περισσότερα τρίποντα (24) παρά δίποντα (21).
Ο Ολυμπιακός ήθελε τη Μπαρτσελόνα για αντίπαλο στον τελικό. Ξεπερασμένη και ανιαρή σαν το ποδοσφαιρικό της αδερφάκι, δεν μπορεί να τρομάξει έναν αντίπαλο με υψηλό δείκτη ενέργειας.
Η Ρεάλ δυσκολεύτηκε να την αντιμετωπίσει στις πρώτες τρεις περιόδου, αλλά την έσπρωξε στον γκρεμό μόλις άδειασε το ρεζερβουάρ των Καταλανών. Το σκορ στο τελευταία 6 λεπτά ήταν 22-6 υπέρ της Ρεάλ! Αιμόπτυση λέγεται αυτό, σενιόρ Πασκουάλ.
Η Ρεάλ δεν αγαπάει το πικ-εντ-ρολ ούτε το παιχνίδι τακτικής. Το modus operandi της περιλαμβάνει άφθονα σκριν μακριά από τη μπάλα, επιθέσεις με πρόσωπο από τους Ρούντι, Γιουλ, Κάρολ, πολύ τρίποντο, τρεχαλητό μέχρι εξαντλήσεως και μανιασμένο κυνήγι του επιθετικού ριμπάουντ, συχνά με πέντε παίκτες.
Αυτό το τελευταίο είναι το μεγάλο πρόβλημα του Ολυμπιακού. Εφ’όσον βρει τρόπους να φέρει τον ρυθμό στα μέτρα του (όποια κι αν είναι αυτά…) και να προστατεύσει το αμυντικό ριμπάουντ, θα έχει το πάνω χέρι.
Από τις ομάδες που αντιμετώπισαν φέτος τη Ρεάλ, ο αντίπαλος που της προκάλεσε τα σημαντικότερα βραχυκυκλώματα, τέσσερις φορές μάλιστα, είναι ο Παναθηναϊκός. Την απείλησε με ήττα ακόμα και στην πρεμιέρα, στη Μαδρίτη, όπου πήγε με Χίλτον Αρμστρονγκ και Ντέργουιν Κίτσεν! Τελικά, τη νίκησε δύο φορές σε τέσσερις αναμετρήσεις: 1-1 μέσα, 1-1 έξω.
Κάτι μου λέει ότι το νούμερο του Αργύρη Πεδουλάκη βρίσκεται σήμερα σε περίοπτη θέση στο κινητό του Γιώργου Μπαρτζώκα…
Αλλά χθες είδαμε μία μηχανή που δούλεψε στην εντέλεια για 40 λεπτά. Όχι για 20 ούτε για 12. Και ξεχαρβάλωσε έναν αντίπαλο που εμφανιζόταν ως φαβορί, ικανός για το στέμμα, μια αρκούδα έτοιμη να κατασπαράξει όποιον θα έβρισκε μπροστά της. Ο πολυπλόκαμος Ολυμπιακός τη χτύπησε σαν χταπόδι, υπενθυμίζοντας ότι δεν βρίσκεται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας η αρκούδα.
Εάν ηττηθεί από τη Ρεάλ στον τελικό, που δεν το πολυβλέπω, θα κάνει τη χθεσινή του εμφάνιση να ξεχαστεί γρήγορα. Ειδάλλως, θα τη μετατρέψει σε μελλοντικό σημείο αναφοράς, μνημείο αγωνιστικής και ψυχολογικής προετοιμασίας, προσήλωσης στο σχέδιο, πάθους, ηρεμίας, σταθερότητας, σιγουριάς, ομαδικότητας και μελέτης του αντιπάλων.
Οι αλεξιπτωτιστές θα δηλώσουν «έκπληκτοι» που όλα αυτά ξεκίνησαν από έναν άσημο Ελληνα προπονητή και όχι από κάποιον ημίθεο των πάγκων τύπου Ομπράντοβιτς, Ιβκοβιτς, Μεσίνα ή Πασκουάλ.
Οι υποψιασμένοι, πάλι, σας το διαλαλούν εδώ και μήνες. Οι Ελληνες προπονητές δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τους ξένους. Δεν το λέμε από σωβινισμό, το λέμε επειδή το πιστεύουμε.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας ξεγύμνωσε χθες τον μετρ των ημιτελικών Έτορε Μεσίνα και τον έστειλε, για πρώτη φορά, στο ματς της ανύπαρκτης παρηγοριάς. Ο Αργύρης Πεδουλάκης έδεσε κόμπο τον Τσάβι Πασκουάλ και έφτασε μισό βήμα από το φάιναλ-φορ.
Το υλικό της ΤΣΣΚΑ είναι σαφώς ανώτερο από αυτό του Ολυμπιακού, όπως και της Μπαρτσελόνα από το αντίστοιχο του Παναθηναϊκού. Για τον προϋπολογισμό, ας μη συζητήσουμε καλύτερα.
Ποιος θα τολμήσει να ξεστομίσει στο μέλλον ότι «ο Ολυμπιακός χρειάζεται έναν Μεσίνα»; Ο Μπαρτζώκας θα κυκλοφορεί με το dvd του χθεσινού ημιτελικού στην τσέπη για να το τρίβει στα μούτρα όσων ξεχνούν τι εστί ελληνική σχολή.
Ηταν, ίσως, η καλύτερη εμφάνιση στην ιστορία του Ολυμπιακού, τηρουμένων των αναλογιών. Οι «αναλογίες» έχουν να κάνουν με τη δυναμικότητα του αντιπάλου, με τη σημασία του αγώνα και με το «πρέπει» που έφερε μαζί του στο Λονδίνο ο πρωταθλητής Ευρώπης.
Ξέρετε τι μου θύμισε; Το Ζάγκρεμπ του 1989. Τότε όλοι θεωρούσαν την Εθνική μας κομήτη του ενός τουρνουά. Ενας άλλος ημιτελικός κλείδωσε τότε τους αμφισβητίες στο χρονοντούλαπο. Το ίδιο έκανε χθες ο Ολυμπιακός σε όσους λησμόνησαν ότι αυτός είναι ο 3ος του τελικός την τελευταία τετραετία, το 4ο φάιναλ-φορ του από το 2009. Ειδικά αν κερδίσει αύριο, θα πρέπει να θεωρείται μία καινούρια υπερδύναμη.
Μια πιο προσεκτική ματιά στη στατιστική και στις σημειώσεις του χθεσινού ημιτελικού επιβεβαιώνει την απόλυτη κυριαρχία του Ολυμπιακού επί της ΤΣΣΚΑ, μέσα από μία σειρά αρνητικών για τους Ρώσους ρεκόρ.
Στην γ΄ περίοδο η ΤΣΣΚΑ δεν πέτυχε ούτε ένα καλάθι εντός παιδιάς! Το μεγαλύτερό της σερί, κι αυτό με βολές, ήταν 6-0. Η επιθετική της παραγωγή έπεσε από τους 86,5 πόντους στους 52. Το ποσοστό της στα δίποντα από το 61% στο 33%. Στα τρίποντα, από το 37% στο 29%. Στις βολές, αυτές που φανέρωσαν καρδιά ψαριού και χέρια τρεμάμενα, από το 73% στο 56%. Εδωσε μόνο 8 ασίστ, ενώ έχει μέσο όρο 19.7. Εκανε 13 λάθη, από τα συνηθισμένα 9.7. Ο απολογισμός των ριμπάουντ ήταν -12, απέναντι σε μία ομάδα με σέντερ 1μ98. Ο συνολικός της συντελεστής έπεσε περίπου στο μισό, 48 από 93.9. Ο εύθραυστος και απομυθοποιημένος πλέον Τεόντοσιτς πέτυχε 5 πόντους με 1/9 σουτ και μόνο 1 ασίστ, ενώ ο Κρστιτς 2 με 1/5 σουτ και 0/4 βολές.
Δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο βραχυκύκλωμα. Κάθε αράδα της τελευταίας παραγράφο είναι κι ένα καλογυαλισμένο γαλόνι στη στολή του Ολυμπιακού. Το εκπληκτικό είναι ότι οι «ερυθρόλευκοι» κέρδισαν τον ημιτελικό με διαφορά 17 πόντων με άστοχο (0/6 τρ.) τον κατά τ’άλλα έξοχο Σπανούλη, άποντο στα τελευταία 35 λεπτά τον Πρίντεζη, άποντο τον Πάουελ, σχετικά κρύους τους Παπανικολάου και Λο. Εκτός του Αντιτς και του Σερμαντίνι, κανένας άλλος δεν ξεπέρασε τις προδιαγραφές του στην επίθεση.
Αλλά το κλειδί της επιτυχίας ήταν η άμυνα, όπου όλοι, ανεξαιρέτως, άγγιξαν το «άριστα». Με 52 πόντους παθητικό και με τον αντίπαλο να καταφεύγει σε σουτ απελπισίας, η νίκη είναι σχεδόν βέβαιη.
Ο τρόπος με τον οποίο η ΤΣΣΚΑ πάσχιζε να νικήσει την «ερυθρόλευκη» γραμμή Μαζινό μου θύμισε τη μέθοδο που υιοθετούν οι περισσότερες (αλλά όχι η Ελλάδα του 2006) αντίπαλοι των αμερικάνικων Ντριμ-Τιμ: σουτάκια-χαρταετοί απ’έξω και προσευχές. Ανήμπορη να περάσει τη μπάλα στη χιλιοτραγουδισμένη γραμμή ψηλών της, σούταρε για πρώτη φορά περισσότερα τρίποντα (24) παρά δίποντα (21).
Ο Ολυμπιακός ήθελε τη Μπαρτσελόνα για αντίπαλο στον τελικό. Ξεπερασμένη και ανιαρή σαν το ποδοσφαιρικό της αδερφάκι, δεν μπορεί να τρομάξει έναν αντίπαλο με υψηλό δείκτη ενέργειας.
Η Ρεάλ δυσκολεύτηκε να την αντιμετωπίσει στις πρώτες τρεις περιόδου, αλλά την έσπρωξε στον γκρεμό μόλις άδειασε το ρεζερβουάρ των Καταλανών. Το σκορ στο τελευταία 6 λεπτά ήταν 22-6 υπέρ της Ρεάλ! Αιμόπτυση λέγεται αυτό, σενιόρ Πασκουάλ.
Η Ρεάλ δεν αγαπάει το πικ-εντ-ρολ ούτε το παιχνίδι τακτικής. Το modus operandi της περιλαμβάνει άφθονα σκριν μακριά από τη μπάλα, επιθέσεις με πρόσωπο από τους Ρούντι, Γιουλ, Κάρολ, πολύ τρίποντο, τρεχαλητό μέχρι εξαντλήσεως και μανιασμένο κυνήγι του επιθετικού ριμπάουντ, συχνά με πέντε παίκτες.
Αυτό το τελευταίο είναι το μεγάλο πρόβλημα του Ολυμπιακού. Εφ’όσον βρει τρόπους να φέρει τον ρυθμό στα μέτρα του (όποια κι αν είναι αυτά…) και να προστατεύσει το αμυντικό ριμπάουντ, θα έχει το πάνω χέρι.
Από τις ομάδες που αντιμετώπισαν φέτος τη Ρεάλ, ο αντίπαλος που της προκάλεσε τα σημαντικότερα βραχυκυκλώματα, τέσσερις φορές μάλιστα, είναι ο Παναθηναϊκός. Την απείλησε με ήττα ακόμα και στην πρεμιέρα, στη Μαδρίτη, όπου πήγε με Χίλτον Αρμστρονγκ και Ντέργουιν Κίτσεν! Τελικά, τη νίκησε δύο φορές σε τέσσερις αναμετρήσεις: 1-1 μέσα, 1-1 έξω.
Κάτι μου λέει ότι το νούμερο του Αργύρη Πεδουλάκη βρίσκεται σήμερα σε περίοπτη θέση στο κινητό του Γιώργου Μπαρτζώκα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου