Τρία χρυσά δαχτυλίδια του ΝΒΑ κοσμούν την μπιζουτιέρα του εφετινού
πρωταθλήματος της Α1 και με αφορμή τον Καπόνο και τον Πάουελ ο Βασίλης
Σκουντής θυμάται τους παίκτες των χιλίων δολαρίων και εκείνους που
κόνταιναν μέσα στο αεροπλάνο!
Κάθε φορά που έρχεται στα μέρη μας ένας ξένος παίκτης, νιώθω την ανάγκη
να πάρω μια μεζούρα και να πάω στο αεροδρόμιο να μετρήσω το μπόι του.
Στ' αλήθεια το γράφω αυτό, είναι ένα απωθημένο που μου 'χει μείνει από
παλιά και ώρες ώρες κλωθογυρίζει πάλι μέσα μου!Ήταν τότε (late 70s και early 80s, που λένε και οι γραμματιζούμενοι ) μια άλλη εποχή: δεν υπήρχε το Internet, δεν κυκλοφορούσαν τα scouting reports, που κάνουν φύλλο και φτερό τον κάθε παίκτη και όταν οι ομάδες έφεραν κάποιον ξένο παίκτη έπρεπε να 'χες μπάρμπα στην Κορώνη (ή στην καλύτερη περίπτωση το σταθερό τηλέφωνο του φωτεινού μπασκετικού παντογνώστη, μπάρμπα Γιάννη Κωσταλά στη Νέα Υόρκη) για να μάθεις τι καπνό φουμάρει. Δεν ήταν κιόλας οι παίκτες που ερχόντουσαν τότε, φίρμες του παγκοσμίου μπάσκετ, οπότε η επιχείρηση συλλογής στοιχείων έμοιαζε με ψάξιμο ψύλλων στ' άχυρα!
Δεν το λέω από μοχθηρία προς τη νέα γενιά, αλλά με αυτόν τον τρόπο ακονίσαμε οι ρεπόρτερς εκείνης της γενιάς τα ανακλαστικά και την (όποια) ερευνητική ικανότητα μας...
Α, για να μην το ξεχάσω: τα μεγάλα ζόρια τα τραβάγαμε μετά από κάθε κλήρωση των Κυπέλλων Ευρώπης, όταν έπρεπε να βρούμε στοιχεία για τους αντιπάλους των ελληνικών ομάδων. Εάν επρόκειτο για καμιά Ρεάλ Μαδρίτης, για καμιά Γκραναρόλο Μπολόνια και για καμιά Μακαμπί Τελ Αβίβ κάτι γινόταν, αλλά όταν έπεφτε καμιά Λάντις Ουντ Γκίερ από την Αυστρία ή-ακόμη χειρότερα-καμιά ομάδα του τότε υφιστάμενου ανατολικού μπλοκ, τότε ήταν που την κάναμε από κούπες!
Σημειωτέον ότι εκείνη την εποχή, όχι διαδίκτυο δεν υπήρχε, αλλά ούτε τα τηλέφωνα δεν έπιαναν: ο ΟΤΕ δεν είχε ακόμη συνάψει διακρατική συμφωνία με τις χώρες του λεγομένου Συμφώνου της Βαρσοβίας και η κλήση προς αυτές ήταν αδύνατη. Θυμάμαι μια φορά που χρειαζόμουν στοιχεία για την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και μη έχοντας άλλη επιλογή, τηλεφώνησα σε έναν παλιό συμμαθητή μου που σπούδαζε στη Γερμανία , αυτός με τη σειρά του κάλεσε έναν Ελληνα που ζούσε στη Μόσχα και του ζήτησε το ρόστερ!
Μεγάλες στιγμές το δίχως άλλο!
Έκανα αυτόν τον μακρύ πρόλογο, για να ξαναγυρίσω στην ένδεια όχι απλώς των στατιστικών, αλά ακόμη και των στοιχειωδών βιογραφικών στοιχείων. Για τον Τζος Πάουελ, που αντικατέστησε τον Ντόρσεϊ στον Ολυμπιακό ή για τον Τζέισον Καπόνο δεν υπάρχει κανένα άγνωστο στοιχείο: ξέρουμε ή μπορούμε να μάθουμε σε χρόνο μηδέν ακόμη και τι νούμερο σώβρακο φοράει ή τι τρώει το βράδυ και ποια ταινία του αρέσει. Τότε αισθανόμασταν ευτυχισμένοι εάν καταφέρναμε να πληροφορηθούμε τα βασικά: ηλικία, ύψος και πολλά ήταν!
Τώρα επίσης ξέρουμε τι μπορεί να προσπορίσει ο νεόκοπος Καπόνο σε μια ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός και τούτου δοθέντος, να εξελίσσεται κιόλας ολόκληρο debate στις ιστοσελίδες για το αν είναι ένας χαρισματικός, πλην μονοδιάστατος σουτέρ, ή αν μπορεί να αποβεί εργαλείο που μπορεί να κάνει διάφορες δουλειές. Τον έχουμε δει κιόλας σε αγώνες, χώρια που πατάς το μισό επώνυμο του στο youTube και τον έχεις στο πιάτο...
Γελώ τώρα που ανατρέχω στο παρελθόν και επιτέλους μετά από τόση φλυαρία, θα εξηγήσω και τι εννοούσα στον πρόλογο μου για τη μεζούρα: συνήθως οι υποτυπώδεις ατζέντηδες της εποχής (στην πραγματικότητα απλοί και μάλλον ερασιτέχνες μεσάζοντες) για να εντυπωσιάσουν τους προπονητές και τους παράγοντες έφτιαχναν μια VHS με μονταρισμένα στιγμιότυπα από την καριέρα του παίκτη κι όποιος τα έβλεπε θα νόμιζε ότι ήταν η μετενσάρκωση του Τζούλιους Ερβινγκ!
Συν τοις άλλοις φούσκωναν τους αριθμούς και δεν εννοώ μόνο τους πόντους, τα ριμπάουντ και τις ασίστ, αλλά και τα εκατοστά του ύψους τους. Πλάσαραν τον πελάτη τους στους αγαθούς προπονητές και στους αφελείς παράγοντες και τους έλεγαν ότι είχε μπόι 2.10, αλλά όταν οι λεγάμενοι πήγαιναν στο αεροδρόμιο έβλεπαν έναν τύπο γύρω στο 1.98! Οι αντιδράσεις σε τέτοιες περιπτώσεις θύμιζαν τους απολαυστικούς διαλόγους του Παπαμιχαήλ (ως δοκίμου Δέγλερη) με τον Μαλούχο και της Βουγιουκλάκη με τη Λαμπροπούλου στην κωμωδία "Η Αλίκη στο Ναυτικό": άντε να πάχυνε ο παίκτης, άντε να άλλαξε χρώμα μαλλιών, αλλά πώς στο διάολο κόντυνε!
Κάναμε πλάκα τότε λέγοντας ότι "μπήκε στο πλύσιμο" ή καμπούριασε από το πολύ καθισιό στο αεροπλάνο και μ' αυτά και μ' αυτά, συνεχιζόταν η ζωή μας μέχρι τη στιγμή που κατά τα τέλη της δεκαετίας του '80 άρχισαν να έρχονται γνωστοί παίκτες και να μεγαλώνει η τράπεζα των πληροφοριών, ενώ κόπηκε και η παλιά πλάκα του τύπου "ναι μωρέ είναι πιο κοντός απ' ό,τι νομίζαμε, αλλά δεν πιάνεται στον αιφνιδιασμό"!
"Σφαίρα, Βασίλη μου, ο Πάππας", που μου 'χε πει μια φορά με το ανεπιτήδευτο ύφος του ο (τότε προπονητής του Ολυμπιακού) Κώστας Αναστασάτος!
Οι ξένοι παίκτες που έρχονταν τα παλιά χρόνια ήταν συνήθως μιας χρήσεως, για δυο ματς δηλαδή (ένα μέσα, ένα έξω) και πάπαλα! Αυτούς οι Ιταλοί τους αποκαλούσαν "giocatori a gettone", χρησιμοποιώντας ως κριτήριο το gettone, που είναι το ειδικό νόμισμα στο οποίο έριχναν στα τηλέφωνα δημοσίας χρήσεως για μία κλήση! Συνήθως αυτοί οι μυστήριοι παίκτες ερχόντουσαν στην Ελλάδα για μια αρπαχτή μερικών εκατοντάδων δολαρίων και ύστερα μην τους είδατε μην τους απαντήσατε!
Υπάρχουν βεβαίως και οι εξαιρέσεις, όπως ο αξιολάτρευτος Κιθ Γούλφοκ, που έπαιξε στον Παναθηναϊκό και στον Ολυμπιακό και στη συνέχεια δούλεψε μπάρμαν στη Γλυφάδα...
Στη συνέχεια βεβαίως άλλαξαν τα κόζα κι από τις καραβιές των άσημων ξένων παικτών, φτάσαμε να υποδεχόμαστε τους θρύλους του παγκοσμίου μπάσκετ, συμπεριλαμβανομένων (και) των πρωταθλητών του ΝΒΑ. Παρεμπιπτόντως αυτός είναι ο συνδετικός κρίκος του "κόκκινου" Πάουελ με τον "πράσινο" Καπόνο: ο ένας πήγε στον Πειραιά μοστράροντας δυο δαχτυλίδια των Λέικερς (του 2009 και του 2010) κι ο άλλος πάτησε χθες το πόδι του στην Ελλάδα φορώντας εκείνο που κατέκτησε το 2006 με το Μαϊάμι.
Εχουν κι άλλο ένα κοινό στοιχείο, που καθιστά ευτυχισμένο τον Καπόνο, αλλά θλίβει τον Πάουελ: οι δυο τους βρέθηκαν αντιμέτωποι στη μνημειώδη σειρά των τελικών της σεζόν 2005-06, όταν το Μαιάμι (του Τζέισον) με πρωτοστάτη τον ασταμάτητο Ντουέιν Γουέιντ γύρισε από το 0-2 (που λίγο έλειψε να έχει γίνει 3-0), πέτυχε τέσσερις σερί νίκες και κατέκτησε τον τίτλο.
Εκείνη τη σεζόν ο Καπόνο έπαιξε σε 51 ματς της κανονικής περιόδου με μέσο όρο 13 λεπτά, 4.1 πόντους, 1.2 ριμπάουντ και ποσοστό 39.6% στα τρίποντα, ενώ στα πλέι οφς ο Ράιλι του έδωσε μόλις δύο λεπτά σε ένα ματς. Στον αντίποδα ο Πάουελ αγωνίσθηκε σε 37 ματς της regular season με μέσο όρο 11.6 λεπτά, 3 πόντους και 2.2 ριμπάουντ, ενώ στην post season o Είβερι Τζόνσον τον χρησιμοποίησε για 25 λεπτά σε έξι αγώνες, στους οποίους δεν σκόραρε (0/4 σουτ) και πήρε δύο ριμπάουντ.
Ευκαιρίας δοθείσης ξεσκόνισα λίγο τα αρχεία μου για να θυμηθώ ποιοι εστεμμένοι του ΝΒΑ έχουν παίξει σε ελληνικές ομάδες και, διάβολε, δεν είναι λίγοι! Αισίως με την άφιξη του Καπόνο έφτασαν στους δεκατρείς!
ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΣ: Τζον Σάλεϊ (Ντητρόιτ Πίστονς 1989 και 1990, Σικάγο Μπουλς 1995 και 1996), Μπάιρον Σκοτ (Λος Αντζελες Λέικερς, 1985, 1987, 1988), Τζέισον Καπόνο (Μαιάμι Χιτ 2006)
ΠΑΟΚ: Κλιφ Λέβινγκστον (Σικάγο Μπουλς, 1991 και 1992), Ματ Μπούλαρντ (Χιούστον Ρόκετς 1994), Ντίκι Σίμπκινς (Σικάγο Μπουλς 1996, 1997, 1998)
ΠΑΝΙΩΝΙΟΣ: Μαρκ Λάντσμπεργκερ (Λος Αντζελες Λέικερς, 1980), Κρις Τζεντ (Χιούστον Ρόκετς, 1994)
OΛΥΜΠΙΑΚΟΣ: Τζος Πάουελ (Λος Αντζελες Λέικερς 2009 και 2010)
ΑΕΚ: Κλιφ Ρίτσαρντσον (Φιλαδέλφεια 76ers 1983)
AΡΗΣ-ΛΑΡΙΣΑ: Σαμ Βίνσεντ (Μπόστον Σέλτικς, 1986), ως παίκτης στον Αρη και ως προπονητής στον ΓΣΛ
ΔΑΦΝΗ-ΠΑΠΑΓΟΥ: Μάικ Σμρεκ (Λος Αντζελες Λέικερς 1987, 1988)
ΑΠΟΛΛΩΝ ΠΑΤΡΩΝ: Ερικ Ράιλι (Χιούστον Ρόκετς, 1994)
Επίσης τέσσερις παίκτες αγωνίσθηκαν στο ελληνικό πρωτάθλημα προτού στεφθούν πρωταθλητές του ΝΒΑ: ο Κερτ Ράμπις, κατά κόσμον Κυριάκος Ραμπίδης (Λος Αντζελες Λέικεςρς 1982, 1985, 1987, 1988) και ο Τζακ Χέιλι (Σικάγο Μπουλς 1996) στην ΑΕΚ, ο Πέτζα Στογιάκοβιτς (Ντάλας Μάβερικς 2011)) στον ΠΑΟΚ και ο Αυστραλός Αντριου Γκέιζ (Σαν Αντόνιο Σπερς, 1999) στον Απόλλωνα Πατρών. Αυτός που ατύχησε είναι ο Ντέηβιντ Βον (Νήαρ Ηστ), που κόπηκε από τους Σικάγο Μπουλς μεσούσης της σεζόν 1997-98 και δεν πρόλαβε να κατακτήσει τον τελευταίο τίτλο του δεύτερου "three-peat.
πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου